Οπτασία

Stefan

Οι ευθυνες του κάστρου με κάνουν μερικές φορές να πνίγομαι.Ερχονται στιγμές που θέλω να ξεφύγω απ' ολους και απ' όλα.Νοιωθω την ανάγκη να μείνω μόνος μου.
Μια τέτοια νύχτα ήταν και η σημερινή. Εφυγα κρυφά απ' το κάστρο.

Αφού έκανα μια βόλτα στα σκοτεινά σοκάκια της πόλης,επέστρεφα στο κάστρο. Τότε την είδα!Ετρεχε παραπατωντας με τα μάτια της γεμάτα δάκρυα. Σίγουρα κάτι της συνέβαινε. Επρεπε να μάθω τι είχε. Στάθηκα μπροστά της για να την κάνω να σταματήσει, κι αυτή χωρίς να με δει έπεσε πάνω μου.Τα ματιά μου κόλλησαν πάνω της.Ηταν σαν οπτασία!!!
Δεν είχα ξαναδεί πιο όμορφη κοπέλα. Πριν προλάβει να μου πει ποιά ήταν λιποθύμησε.

Πρόλαβα να την πιάσω πριν πέσει στο έδαφος. Την πήρα αγκαλιά και την μετέφερα στο κάστρο, στο δωμάτιο μου. Την ξάπλωσα στο κρεββάτι μου.Στάθηκα από πάνω της και την κοίταζα, φαινόταν τόσο γλυκιά. Τα κάστανα μακριά μαλλιά της έπεφταν σαν χείμαρρος πάνω στα λευκά μου μαξιλάρια. Η άσπρη πουκάμισα και το κολλητό μαύρο παντελόνι που φορούσε κολακευαν τέλεια το λεπτό καλιγραμμο σώμα της.
Περίμενα ανήμπορος να κάνω κατι,να ξυπνήσει.

Κάποια στιγμή άνοιξε διστακτικά τα μάτια της και κοίταξε σαν χαμένη γύρω της.Το βλέμμα της εστίασε σε μένα.
"Τι εγινε;Που είμαι; Ποιός είσαι εσύ;" με ρώτησε με την αγωνία έκδηλη στα μάτια της.
"Μια μια τις ερωτήσεις" της είπα παιχνιδιάρικα.
"Απάντησε μου...σε παρακαλώ" την άκουσα να μου λέει φανερά αγχωμενη.
"Λοιπον...λιποθύμησες και σε έφερα στο δωμάτιο μου.Και για να συστηθουμε,εγώ είμαι ο Stefan.Εσένα ποιό είναι τ' όνομα σου;"
"Είμαι η Lusia"μου είπε διστακτικά.
" Χάρηκα για την γνωριμία Lusia"της είπα και της έτεινα το χέρι μου με ευγένεια.
Εκείνη μου έδωσε το δικό της αργά.
"Κι εγώ χάρηκα... νομίζω" μου είπε με τρεμάμενη φωνή.
"Πως νοιώθεις;Είσαι καλά τώρα; Μήπως θέλεις να φωναξω έναν γιατρό;" την ρώτησα βλέποντας την αδυναμία που είχε στις κινήσεις της.
"Οχι,δεν χρειάζεται, σ' ευχαριστώ για οτι έκανες για μένα,όμως πρέπει να φύγω."
Την είδα να σηκώνεται με αργές κινήσεις απ' το κρεββάτι. Δεν ήμουν έτοιμος να την αποχωριστω ακόμα. Ηθελα να την γνωρίσω καλύτερα.
"Μείνε λίγο ακόμα,σε παρακαλώ" της είπα με θλιμμένο ύφος.
"Δεν μπορώ, με περιμένει ο αδερφός μου" μου είπε με το ίδιο ύφος.
Προσπάθησε να σταθεί όρθια αλλά έχασε την ισορροπία της.Την έπιασα για να μην πέσει και την κράτησα στην αγκαλιά μου.Ετρεμε μες στα χέρια μου.Σήκωσε το κεφάλι της και με κοίταξε στα μάτια. Δίχως να το σκεφτώ έσκυψα και την φίλησα στο στόμα. Εκείνη στην αρχή αφέθηκε στο φιλί μου αλλά αμέσως μετά τραβήχτηκε πίσω.
"Συγνώμη" ψέλλισα ξεπνοος.
Με κοιτούσε αμήχανα.
Την ένταση της στιγμής διέκοψε ενα κτύπημα στην πόρτα.
Πριν προλάβω ν' απαντήσω μπήκε μέσα φουριοζος ένας απ'τους στρατηγούς μου.
"Τι συμβαίνει John;"τον ρώτησα φανερά εκνευρισμένος για την απαράδεκτη είσοδο του στο δωμάτιο μου.
" Συγχωρέστε με αφέντη Stefan,αλλά συνέβη κάτι πολύ σοβαρό "μου είπε απολογητικά.
" Τι έγινε;"τον ρώτησα ανυπόμονα.
"Εγινε εισβολή στο κάστρο" μου είπε διστακτικά.
"Τι είναι αυτά που λες!Πως είναι δυνατόν!" του είπα με ένταση.
"Μπήκαν στις φυλακές και ελευθέρωσαν έναν κρατούμενο"
"Δεν το πιστεύω! Πως έγινε κάτι τέτοιο! Θέλω αμέσως να μιλήσω στον υπεύθυνο των φυλακών" του φώναξα εξοργισμένος.
"Θα τον ειδοποιήσω αμέσως να έρθει στην κεντρική αίθουσα" μου είπε και έφυγε.
Γύρισα για να εξηγήσω στην Lusia οτι έπρεπε να φύγω αλλά είχε εξαφανιστεί. Ποτέ έφυγε, χωρίς να το καταλάβω;
Θλίψη απλώθηκε μες στην καρδιά μου!Δεν ήξερα τίποτα γι' αυτήν,πως θα την έβρισκα;
Πήρα μια βαθιά ανάσα και κατευθύνθηκα στην κεντρική αίθουσα του κάστρου. Το καθήκον με καλούσε και δυστυχώς έπρεπε να υπακούσω!
Οταν μπήκα στην αίθουσα βρήκα τον υπεύθυνο των φυλακών να με περιμένει με σκυμμένο το κεφάλι.
"Θέλω να μάθω αμέσως τι έγινε" του είπα κοφτά.
"Αφέντη,μας αιφνιδίασαν. Ηταν τέσσερις άντρες και μια κοπέλα. Μπήκαν μέσα, ακινητοποιοντας τους φρουρούς στην πύλη και τους φύλακες και ελευθέρωσαν τον Edwart Gilmor.Φεύγοντας έπεσαν πάνω σε στρατιώτες μας που έκαναν περίπολο. Η κοπέλα κατάφερε να ξεφύγει πρώτη, τρέχοντας ενώ οι άντρες μας πολεμούσαν με τους εισβολείς. Ο Gilmor και ένας άλλος κατάφεραν κι αυτοί να ξεφύγουν,οι υπόλοιποι είναι νεκροί." μου είπε με σταθερή φωνή.
Προσπαθούσα να κατανοησω αυτά που είχα μόλις ακούσει. Τι θράσος είχαν που τόλμησαν να μπουν μέσα στο κάστρο μου!Η σκέψη μου έμεινε σ'αυτό που μου είχε πει για την κοπέλα. Ξαφνικά όλα ξεκαθάρισαν μέσα μου.
"Μήπως ξέρεις πως λένε την αδερφή του Gilmor;"τον ρώτησα συνδυάζοντας τα γεγονότα.
"Νομίζω την λένε Lusia,αφέντη,μου το είχε πει μια υπηρέτρια που δούλευε παλιά στο κάστρο των Gilmor."
Ωστε αυτή ήταν! Κανονικά έπρεπε να νοιωθω οργή, αλλά το μόνο που ένοιωθα ήταν πόνος. Την γνώριζα ελάχιστα,πως μπορούσε να μ' επηρρεάζει τόσο πολύ!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top