Ημέρα 7η

Στο νοσοκομείο κατέφθασαν επίσης η θεία και ο θείος της Αλιόνα. Ήταν ένα νεαρό ζευγάρι, φρεσκοπαντρεμένο, πολύ αγαπημένοι. Είχαν μόλις πληροφορηθεί για το τραγικό κι έτρεξαν αμέσως να συμπαρασταθούν στην οικογένεια. Την διαλυμένη πια οικογένεια.

-Γλυκιά μου, να σας πάει ο θείος στο σπίτι; Μπορούμε να καθίσουμε εμείς με τη μαμά και εσείς να πάτε να ξεκουραστείτε.

-Δεν χρειάζεται, θα μείνουμε εδώ θεία.

-Μα, δες τον αδερφό σου, που κοιμάται! Έχετε κουραστεί και οι δύο πολύ, άσε καλύτερα να γυρίσετε σπίτι. Ε κι αν γίνει κάτι θα σας ειδοποιήσουμε, μην ανησυχείς.

Η Αλιόνα κατέβασε το κεφάλι, πήρε από το χέρι τον Φιοντορ και ακολούθησε τον θείο Γιοαν. 

Δεν είχε όρεξη ούτε να μιλήσει, ούτε να διαφωνήσει με κανέναν. Το μόνο που ήθελε ήταν να κλειστεί στο δωμάτιο της, να κόψει κάθε επαφή με τον έξω κόσμο και ειδικά με εκείνον τον ηλίθιο τον διαχειριστή.

Όταν επιτέλους γύρισαν, όλα στο σπίτι θύμιζαν τον μπαμπά. Λες και η μυρωδιά του τύλιγε το σώμα της, σαν αγκαλιά που την προστάτευε, το πρόσωπο του την κοίταζε συνέχεια εξεταστικά, την ρωτούσε με τα μάτια "τι έχεις;". Είχε καταλάβει πριν τον θάνατο του πως η Αλιόνα δεν ήταν καλά.

-Φιοντορ, πήγαινε να κοιμηθείς. Εγώ θα είμαι στο δωμάτιο μου., του είπε πριν την προλάβουν τα δάκρυα. 

Είχε να κοιμηθεί. Να τηλεφωνήσει στην Άνια, για να της πει πως δεν θα ερχόταν σπίτι της για την εργασία. Να κλειστεί στο δωμάτιο της και να μη ξαναβγεί. Αλλά κυρίως να εκτελέσει την αποστολή νούμερο 7. Το παιχνίδι, το μισούσε τώρα όσο τίποτε άλλο, μετάνιωνε χίλιες φορές που μίλησε στον διαχειριστή. Αν προσπαθούσε όμως να το σβήσει; Να πάει στην εφαρμογή και να κάνει απεγκατάσταση από το κινητό της; Ίσως να της έλεγαν βλακείες, να μην είχαν χακάρει τη συσκευή, ίσως αν διέγραφε τα πάντα να γλίτωνε και από αυτούς.

Πήγε στην εφαρμογή και έτσι απλά πάτησε απεγκατάσταση. Ω Θεέ μου, τα είχε καταφέρει. Την είχε σβήσει! Μα ήταν τόσο εύκολο; Γιατί δεν το σκέφτηκε από την αρχή;

Χαμογέλασε στιγμιαία, καθώς ένιωσε επιτέλους ελεύθερη και πήρε τηλέφωνο την Άνια.

-Ναι;

-Άνια, εγώ είμαι η Αλιόνα.

-Τι θες;

-Δεν θα έρθω σήμερα στο σπίτι σου, για την εργασία.

-Τι; Μα αύριο πρέπει να την παραδώσουμε! Αλιόνα, πρέπει να έρθεις.

-Όχι, δεν μπορώ μου έτυχε κάτι. Πες τα παιδιά, συγγνώμη από μένα.

-Δεν το πιστεύω ότι είσαι τόσο ανεύθυνη! Τι θα πούμε στον καθηγητή αύριο; Κι αν μας βάλει χαμηλό βαθμό, αν πει ότι δεν ξέρουμε να συνεργαζόμαστε, αν αρχίσει το κήρυγμα...

-Έχασα τον πατέρα μου, εντάξει; Σήμερα τον έχασα και είμαι χάλια, δεν έχω όρεξη να έρθω.

-Ε και τι..., η Άνια σταμάτησε για λίγο. Καμιά τους δεν μίλησε.

-Αλιόνα λυπάμαι πολύ. Συλληπητήρια., η φωνή της ακούστηκε κάπως αλλοιωμένη.

-Ευχαριστώ.

-Κάνε ότι νομίζεις, δεν υπάρχει πρόβλημα. Θα βρούμε αύριο τι θα πούμε στον κύριο.

-Ναι. 

-Τα λέμε.

-Γεια...

Ηλίθια, ψιθύρισε η Αλιόνα μόλις έκλεισε το τηλέφωνο. Ήταν έτοιμη να αφήσει το κινητό της στο κομοδίνο, μόλις είδε κάτι που την έκανε να παγώσει. Πόσο ηλίθια ήταν εκείνη τελικά; Η διαολεμένη εφαρμογή ήταν πάλι στην οθόνη, την κοιτούσε επιδεικτικά σαν να της έβγαζε τη γλώσσα. Δεν θα μπορούσε να απαλλαγεί από αυτήν, παρά μόνο στο τέλος, την 50η ημέρα. Όπου θα απαλλαγόταν μια για πάντα, από όλα.

Άρα, έπρεπε να τελειώνει με την επόμενη αποστολή της, όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Ένα μήνυμα από την Γκαλίνα όμως την σταμάτησε και την έκανε να πεταχτεί πάνω.

Είμαι στο πάρκο, δίπλα από το σπίτι σου. Κατέβα τώρα.

Χωρίς να χάσει χρόνο, παράτησε ότι πήγε να κάνει και φόρεσε τα παπούτσια της. Δεν ήθελε να τη δει η φίλη της να κλαίει, μα δεν μπορούσε και να συγκρατήσει τα δάκρυα που έτρεχαν.

-Κορίτσι μου, έλα 'δω., της είπε αμέσως η Γκαλίνα. Την αγκάλιασε σφιχτά, ενώ εκείνη αφέθηκε τελείως, άρχισε να κλαίει πάλι χωρίς να νοιάζεται για τον κόσμο γύρω της. Όταν υπάρχει το συναίσθημα που σε παρασέρνει, δεν μπορείς να σταματήσεις τίποτα, δεν ελέγχεις καν τον εαυτό σου.

-Θα περάσει, Αλιόνα. Όλα περνούν, να το ξέρεις. Θυμήσου ότι είναι καλά εκεί που είναι, σε βλέπει, σε προσέχει, σ' αγαπάει αλλά από τον ουρανό. Μη χάνεις το κουράγιο σου, γλυκιά μου.

-...

-Πόσο ξαφνικό όμως. Άνθρωπος νέος, χωρίς κανένα πρόβλημα υγείας να χάνεται τόσο γρήγορα, το υπαρξιακό μου μ' έχει πιάσει. Αχ, τι λέω η χαζή εσύ κλαις κι εγώ μιλάω για τον θάνατο. Συγγνώμη.

-Δεν ξέρεις τι να πεις, καταλαβαίνω. Απλά δεν μπορείς να κάνεις κάτι με τα λόγια ή τις πράξεις σου. Ότι μα ότι και να γίνει, τον πόνο θα τον νιώθω Γκαλίνα, τώρα είναι πιο έντονος από ποτέ. Μετά δεν ξέρω τι θα γίνει, αν θα το ξεπεράσω κάπως. Πάντως σίγουρα θα πονάω, όσα χρόνια κι αν περάσουν.

-Το ξέρω. Αλλά θέλω να είμαι εδώ κι ας μη μιλάμε, ας κάτσουμε έτσι στο παγκάκι. Καλύτερα να βρίσκομαι δίπλα σου μόνο Αλιόνα. Τι φίλη θα ήμουν αν δεν σε στήριζα σε τέτοιες στιγμές;

-Έχεις δίκιο Γκαλίνα και... α! Μαλάκα, ο Ιβαν, βλέπω τον Ιβάν! Είναι με τους φίλους του εκεί πέρα!

Με το βλέμμα της έδειξε την άλλη άκρη του πάρκου. Ήταν εκεί αυτός με δυο φίλους του. Την ίδια στιγμή, τα μάτια τους συναντήθηκαν και η Αλιόνα ένιωσε ένα κάψιμο στο δέρμα της. Αυτό δεν είναι ο έρωτας;

Ο Ιβαν σήκωσε το χέρι του και τη χαιρέτησε χαμογελαστός. Μα δεν σταμάτησε εκεί. Τις πλησίασε.

-Γεια σας κορίτσια. Τι σύμπτωση που σας συναντώ. Γκαλίνα τι ώρα πρέπει να ήμαστε σπίτι σου, για την εργασία;

-Εμ, σε μια ώρα. Μπορούμε να τα πούμε πιο μετά; Έχουμε ένα προσωπικό θέμα εδώ.

-Κλαις; Αλιόνα, τι έχεις;

Εκείνη τον κοίταξε με τα κατακόκκινα μάτια της να στάζουν δάκρυα. Έσκυψε το κεφάλι της γιατί δεν άντεχε να τον κοιτάζει άλλο. Τότε εκείνος έψαξε κάτι στη τσέπη του και μετά έτεινε το χέρι προς το μέρος της. Ένα χαρτομάντηλο.

-Πάρε. Θέλεις να μου πεις τι έχεις;

-Άσε καλύτερα. Ακόμα δεν το έχω συνειδητοποιήσει κι εγώ.

-Όπως θες. Ε, μάγκες πάμε, Γκαλίνα σε μια ώρα θα 'μαι σπίτι σου. Γεια κορίτσια και... Αλιόνα, να προσέχεις. Δεν μου φαίνεσαι καθόλου καλά.

-Σ' ευχαριστώ Ιβαν. Γεια σου.

Σε κανονικές συνθήκες τώρα θα πετούσε στα σύννεφα που του μίλησε. Μα εκείνη απλώς ένιωθε ένα ελαφρύ τσίμπημα στην καρδιά, κάτι γλυκό που γέμιζε το μέσα της. Νοιαζόταν για αυτήν, την συμπαθούσε, την έβλεπε σαν... φίλη; Ίσως. Το προτιμούσε αυτό, από το να αγνοεί την ύπαρξη της, πάντως.

-Γκαλίνα, θα πάω πάλι σπίτι. Είναι και ο μικρός, πρέπει να τον προσέχω, δεν κάνει να μένει μόνος του τώρα. Αύριο θα πάμε πάλι νοσοκομείο να δούμε τη μαμά.

-Γιατί, τι έπαθε;

-Λιποθύμησε.

-Τι περνάτε ρε γαμώτο. Όλα στραβά σου πάνε, Αλιόνα.

-Ναι, μπορείς να το πεις κι έτσι. Γεια σου.

-Θες να σε πάω μέχρι το σπίτι;

-Όχι.

-Καλά. Τα λέμε.

Η Αλιόνα ξεφύσησε και πήρε τον δρόμο για το σπίτι της. Αν μη τι άλλο είχε να ολοκληρώσει και μια αποστολή. Τα κλειδιά στο χέρι της είχαν ένα ασυνήθιστο βάρος, τα πόδια της αρνιόντουσαν να προχωρήσουν. 

Είχε το ξυραφάκι όπως πάντα κάτω από τη συρταριέρα του δωματίου της, σ' ένα μικρό ξύλινο κουτί γεμάτο μολύβια, μαρκαδόρους, ξυλομπογιές. Ασφαλής κρυψώνα για να μη το βρει ποτέ η μαμά.

Το πήρε στα χέρια της έτοιμη να εκτελέσει την αποστολή που της ανέθεσαν. Είχε λοιπόν να χαράξει στο χέρι της ένα f40 και να στείλει τη φωτογραφία στον διαχειριστή. Δεν έλεγε ακριβώς το σημείο που θα χαρακωνόταν, αλλά επέλεξε να το κάνει ψηλά, ψηλά στο μπράτσο, για να μην φαίνεται όταν σηκώνει τα μανίκια της. Έτσι κι αλλιώς ήταν λιγότερο επικίνδυνη περιοχή από τον καρπό και τις φλέβες.

Ξεκίνησε αργά αργά να κόβει τα δέρμα της, με σχεδόν σαδιστική απόλαυση. Ένα έντονο ανυπόφορο τσούξιμο την έσκιζε στα δύο, μα δεν έβγαζε άχνα, δεν έπρεπε να βγάλει άχνα, αφού στο διπλανό δωμάτιο ο αδερφός της κοιμόταν του καλού καιρού. Η Αλιόνα είχε συνηθίσει πια στον πόνο και στο αίμα, οπότε τα ρυάκια αίματος που έπεφταν από το μπράτσο της σε όλο το χέρι και από εκεί στο πάτωμα δεν της έκαναν καμία εντύπωση. Έτσι πλήρωνε την ανωριμότητα της, τις λάθος αποφάσεις που έπαιρνε.

Φωτογράφησε το "ατόπημα" που μόλις έκανε, χωρίς κανέναν συναισθηματισμό, καμία αναστολή. Η απάντηση που έλαβε, ήρθε μετά από ένα τέταρτο, δεν ήταν ιδιαίτερα μακροσκελής κι αυτό κάπως την χαροποιήσε.

Συγχαρητήρια και πάλι! Είσαι συνεπής σε όλες τις αποστολές σου, όπως βλέπω. Περνάς τώρα στο όγδοο επίπεδο όπου θέλω να κάνεις ένα status στο V*******e (εφαρμογή με την οποία επικοινωνούν Αλιόνα και διαχειριστής) και σε αυτό το status να δηλώσεις πως είσαι φάλαινα, δηλαδή να γράψεις #i_am_whale. Έχεις 24 ώρες στη διάθεση σου, φρόντισε να τελειώσεις γρήγορα, αν θες να συνεχίσουμε ωραία και καλά το παιχνίδι. Αν δεν θες ξέρεις τι γίνεται, έχουμε χακάρει ήδη το κινητό σου. Α και κάτι άλλο: την εφαρμογή δεν την ξεφορτώνεσαι, είναι αδύνατον τώρα πια. Στο λέω να το ξέρεις, μη κάνεις βλακείες....! Καλή σου επιτυχία!





Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top