Ημέρα 17η
-Αλιόνα!
-Μαμά, φύγε, δεν πρόκειται να βγω από 'δω. Φύγε, γιατί θα πεισμώσω και θα μείνω όλη μέρα κλειδωμένη.
-Παιδί μου τρελάθηκες; Τώρα σε άκουσα να ουρλιάζεις, τι κάνεις εκεί μέσα;
-Δεν μπορώ να σου πω, δεν γίνεται.
-Γίνεται! Τι θα κάνεις, θα μείνεις εκεί, για πάντα; Κάποια στιγμή θα βγεις, τώρα θα βγεις!
-Θα βγω όταν ηρεμήσω κι όταν φύγετε!
Η Ελίνα στεκόταν αναποφάσιστη έξω από την πόρτα και ο Φιοντορ είχε ακουμπήσει την πλάτη του στον τοίχο ως ένδειξη απελπισίας. Ο εφιάλτης έπρεπε να τελειώσει εδώ, αμέσως τώρα!
-Καλά, καλά εντάξει παιδί μου θα πάμε κάτω εμείς. Σε παρακαλώ βγες να μου μιλήσεις, ανησυχώ πάρα πολύ. Μ' ακους Αλιόνα;
-Ναι! Όταν νιώσω καλύτερα θα βγω.
Η Ελίνα πήρε τον Φιοντορ από το χέρι και μπήκαν γρήγορα στο δωμάτιο του, χωρίς να κάνουν θόρυβο. Κάτι είχε σκεφτεί πάνω στην αγωνία της.
Ο μικρός την κοιτούσε σαν να περίμενε να δώσει εκείνη μια λύση σε όλα, την μητέρα του την είχε παρομοιάσει μ' έναν μικρό θεό που μπορεί να καταφέρει τα πάντα. Τώρα όμως πως θα κατάφερναν να βρουν μια λύση, χωρίς να βλάψουν ο ένας τον άλλον;
-Εσύ κάτσε εδώ και μη βγεις έξω. Θα περιμένω, μέχρι να ανοίξει την πόρτα. Επαναλαμβάνω, μην βγεις έξω για κανέναν λόγο, είναι κάτι που πρέπει να συζητήσουμε οι δυο μας. Εντάξει;
-Ναι, μαμά.
Η Ελίνα βγήκε απ' το δωμάτιο του και στάθηκε στην κορυφή της σκάλας, περιμένοντας την κόρη της επιτέλους να βγει. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί το μέγεθος της αγωνίας και του πόνου που έκρυβε μέσα της, κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει πως νιώθει γιατί εκείνη τώρα ήταν απίστευτα αδύναμη.
Ήθελε όσο τίποτα να γίνουν όλα όπως παλιά. Να δει τον σύζυγο της να μπαίνει απ' την πόρτα, χαμογελαστός και κεφάτος, η κόρη της να γυρίζει απ' το σχολείο μαζί με τον Φιοντορ να φωνάζουν μεταξύ τους, όπως κάνουν τ' αδέρφια. Και μετά ν' αγκαλιάζονται και να κάθονται όλοι στο τραπέζι για φαγητό. Θα μπορούσες να το πεις μακρινό όνειρο, μα όλα αυτά συνέβαιναν πριν από λίγες μέρες. Τι είχε αλλάξει ως τώρα;
Τι πήγε τόσο στραβά;
***
Στην αποστολή νούμερο 17, θέλω να κάνεις κάτι καινούριο. Κάτι όχι τόσο επικίνδυνο, μα πιο πολύ... παράξενο! Μέσα σε 24 ώρες, θα πρέπει να συνομιλήσεις μέσω Skype, με μια 'φάλαινα'. Μπορείτε να πείτε ότι θέλετε, δεν υπάρχουν περιορισμοί. Μόνο που και οι δυο σας θα τραβήξετε βίντεο, το οποίο θα στείλετε αμέσως μόλις σταματήσετε την συνομιλία. Έτσι θα ακούμε και τι λέτε. Πως σου φαίνετε, αυτή η αποστολή σ' αρέσει; Ελπίζω να πάει καλά, για να τα πάμε κι εμείς καλά. Εύχομαι επιτυχία!
Δεν είχε πολύ χρόνο στην διάθεση του, ούτε μπορούσε να μείνει όλη μέρα σε μια τουαλέτα. Η αιμορραγία έπρεπε να σταματήσει αμέσως τώρα γι' αυτό πάνω από τις πληγές της, πίεσε βαμβάκια με οινόπνευμα. Όλο της το σώμα σφιγγόταν από τον πόνο, ήθελε να ουρλιάξει μα αυτό δεν επιτρεπόταν, αν ήθελε να μην ανησυχήσει την Ελίνα όφειλε να παραμείνει ήσυχη. Στην συνέχεια τις πιο βαθιές πληγές που έβγαζαν ακόμα αίμα, τις κάλυψε με χανζαπλαστ.
Η Αλιόνα στάθηκε λίγο ακίνητη και προσπάθησε να πιάσει κάποιον ήχο, το οτιδήποτε που θα πρόδιδε ανθρώπινη παρουσία. Τίποτα, απόλυτη σιωπή. Στριφογύρισε σιγά σιγά το κλειδί στην κλειδαριά, κατέβασε το πόμολο. Η πόρτα άνοιξε, όμως βρέθηκε ακριβώς μπροστά στη μητέρα της. Έκανε ένα βήμα πίσω, φοβισμένη.
-Τι έκανες εκεί μέσα; Μήπως... κάτι κακό στον εαυτό σου;
-Όχι ρε μαμά, απλά άνοιξε πάλι η πληγή στα χείλη μου και πονούσα πολύ.
-Αχ, άσε σε παρακαλώ τα ψέματα. Τι έκανες, μήπως κάτι στα χέρια σου; Για να δω!
Η Αλιόνα τράβηξε απότομα τα χέρια της και έτρεξε στο δωμάτιο, να κλειδώσει την πόρτα.
-Ει περίμενε, περίμενε λίγο! Έλα 'δω τώρα!, της φώναξε όμως εκείνη είχε ήδη καταφέρει να την αποφύγει.
Τώρα θα έπρεπε να βρει κάποιον τρόπο, για να κάνει τη κλήση στο Skype, δίχως να την αντιληφθεί κανείς. Μάλλον θα περιμένε να βραδυάσει για τα καλά, μέχρι να καταφέρει να ξεγλιστρήσει κάτω στην αποθήκη.
Έξω ακριβώς στεκόταν η Ελίνα χωρίς να ξέρει ακριβώς τι περιμένει. Σίγουρα η κόρη της δεν θα άνοιγε την πόρτα, σίγουρα γι' ακόμα μια φορά θα κλεινόταν στον εαυτό της, χωρίς να δώσει περαιτέρω εξηγήσεις. Το μόνο που της έμενε ήταν να περιμένει κι εκείνη μέχρι το πρωι, για να συζητήσουν σοβαρά επιτέλους, όταν θα είχαν ηρεμήσει τα πνεύματα.
Φιλάει τον γιο της για καληνύχτα, γυρίζει σ' ένα άδειο και κρύο δωμάτιο, με την φωτογραφία του άντρα της να την κοιτάζει σχεδόν επικριτικά. Τι κι αν ήταν χαμογελαστός; Με τα μάτια τους τηε έλεγε πάλι το γνωστό: 'Θάλασσα τα 'κανες!'
-Αχ Γκρέγκορι, ας μην έφευγες τόσο νωρίς. Εσύ θα ήξερες καλά πως να με βοηθήσεις., ψιθύρισε καθώς φιλούσε απαλά την φωτογραφία. Άραγε μπορούσε να τους δει από εκεί πάνω;
***
Η κλήση σας θα γίνει αργά το βράδυ, κατά τις δώδεκα και μισή. Να είσαι έτοιμη, αυτός θα σε καλέσει στο Skype. Μην ξεχνιόμαστε περιμένω βιντεο!
Αυτό το μήνυμα είχε σταλεί στο κινητό της, πριν λίγη ώρα. Τα φώτα στο σπίτι τους είχαν μόλις σβήσει, ήταν η τέλεια ευκαιρία για να πάρει το λαπτοπ της κι αθόρυβα να πάει στην αποθήκη. Δεν την φόβιζε το γεγονός ότι ήταν σκοτεινά εκεί κάτω, στην πραγματικότητα το σκοτάδι δεν ήταν τίποτα μπροστά στην αγωνία που ένιωθε.
Ξεκλείδωσε την πόρτα με προσοχή, πήρε το λάπτοπ, το κινητό της και προχώρησε μπροστά, ελέγχοντας συνέχεια πίσω, να δει αν κάποιος την ακολουθούσε. Ευτυχώς οι άλλοι κοιμόντουσαν βαριά, δεν θα την έπαιρνε κανείς τους χαμπάρι καθώς εκείνη θα έκανε ανενόχλητη την δουλειά της.
Τράβηξε απαλά την εξώπορτα και κατευθύνθηκε προς την αποθήκη, που παλιά την χρησιμοποιούσαν σαν γκαράζ. Μετά το θάνατο του πατέρα, πούλησαν το αυτοκίνητο αφού δεν τους ήταν χρήσιμο γιατί κανένας τους δεν ήξερε να οδηγεί. Μονάχα η μηχανή του είχε μείνει ανέγγιχτη να την περιμένει πάντα στο ίδιο μέρος.
Στην αποθήκη υπήρχε ότι άχρηστο πράγμα μπορούσες να βρεις. Στιβαγμένα ρούχα σε κούτες, παλιά παιχνίδια δικά της και του αδερφού της, δίσκοι του μπαμπά. Όλη η ζωή τους ήταν στιβαγμένη σε κούτες! Ή μάλλον ότι είχε απομείνει απ' τη ζωή τους.
Κάθισε σ' ένα παλιά ξεχειλωμένη πολυθρόνα, που ακόμα δεν είχαν ξεφορτωθεί παρόλο που η μητέρα της γκρίνιαζε τόσα χρόνια, ότι τσάμπα έπιανε χώρο κι ότι δεν την χρειαζόντουσαν πια.
Ο υπολογιστής είχε μπαταρία, μα δεν πρέπει να ήταν πάνω από 60%. Τον άνοιξε και ταυτόχρονα άνοιξε το κινητό της, για να είναι έτοιμη να πατήσει τη λειτουργία του βίντεο.
Κατά τις δώδεκα και μισή ακριβώς ακούστηκε ένας διαπεραστικός ήχος, συνοδευμένος από μια πράσινη ένδειξη στο κέντρο της οθόνης. Την πάτησε επιτέλους για να δει ποιο ήταν το πρόσωπο που την καλούσε.
Πάνω πάνω έβλεπε μόνο ένα όνομα: Βικτωρ...
Στην οθόνη εμφανίστηκε ένας ξανθός νεαρός, γύρω στα δεκαοχτώ περίπου, μ' ένα μαύρο μακό μπλουζάκι και καταπράσινα μάτια. Ανατρίχιασε! Αυτός... αυτός ήταν το αγόρι στη γέφυρα! Εκείνος που την έσωσε, λίγο πριν βουτήξει στα νερά του ποταμού! Εκείνος που την πήρε τηλέφωνο για να την προειδοποιήσει! Τον έλεγαν Βικτωρ και ήταν μια 'φάλαινα'.
Οι λέξεις κόλλησαν στο στόμα της, ήταν αδύνατο δυστυχώς να τις προφέρει. Ο τρόμος ήταν τόσο έκδηλος που ο Βίκτωρ αναγκάστηκε να κάνει πρώτος την αρχή.
-Γεια σου! Με λένε Βίκτωρ, είμαι κι εγώ παίχτης.
-...
-Πως σε λένε;
-Αλιόνα.
-Χαίρομαι που σε γνωρίζω. Πόσο χρονών είσαι;
-15., απάντησε με τα δάκρυα της να τρέχουν.
-Εγώ είμαι 18! Είναι η 17η μέρα μου στο παιχνίδι.
-Κι εμένα.
-Πως νιώθεις;
-Δεν νιώθω. Δεν νιώθω τίποτα απολύτως.
-Γιατί;
-Γιατί απλά δεν ζω! Είμαι νεκρή! Και οι δυο είμαστε...
Δεν ήξερε πως βγήκαν αυτές οι λέξεις απ' το στόμα της, δεν μπορούσε να εξηγήσει που βρήκε το κουράγιο να τις πει. Εκείνος την κοιτούσε ξαφνιασμένος με τα μάτια του να λάμπουν, σαν δυο κρύες πράσινες λίμνες. Είχε δακρύσει ή ήταν η ιδέα της;
Καλησπέρα ή μάλλον καλό βράδυ! Επέστρεψα με νέο κεφάλαιο! Όσοι διαβάζετε την ιστορία μου -Απώλεια- θα ξέρετε και πως εξηγείτε η ύπαρξη του TYS 17 δίπλα από τον τίτλο. Γι' αυτούς που δεν ξέρουν, είναι ένας διαγωνισμός που λήγει στις 31 Ιουλίου. Αν θέλετε επικοινωνείτε μαζί μου για να σας παραπέμψω στο βιβλίο με τις πληροφορίες! Θέλω σχόλια, για το πως σας φάνηκε το κεφάλαιο και τι περιμένετε να συμβεί στο επόμενο, που θα ανέβει την άλλη Δευτέρα. Ανυπομονώ να διαβάσω την γνώμη σας! Θα τα πούμε, σύντομα!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top