0.3

Αμέσως τον έδιωξα από πάνω μου. "Θεέ μου, πώς τολμάς;!"

"Εγώ σε αγκάλιασα και εσύ είσαι αυτή που θυμώνει; Η όλη μου ύπαρξη σε αυτόν τον πλανήτη καταστράφηκε επειδή σε αγκάλιασα!" απομακρύνθηκε από κοντά μου και άρχισε να σκουπίζει τα χέρια του. "Πάω να κάνω μπάνιο για να φύγει η Maeνίλα."

"Τουλάχιστον θα κάνεις μπάνιο." και άλλη σπόντα ξέφυγε.

Σήμερα είμαι ατρόμητη. Νιώθω πως όλοι με μισούν. Κάτι πάει σωστά στη ζωή μου.

"Και είδες σε τι σημείο έπεσα για να το κάνω." απάντησε και γύρισε να φύγει.

Κοπάνησα δυνατά τη πόρτα για να κλείσει και ήμουν σίγουρη πως είχα κοκκινίσει από τον θυμό μου. Ακούς εκεί, να με πει κατώτερή του, ποιος; Ο Ed St. Laurens! Η αρσενική πόρνη. Βρε πέσε από τις σκάλες και μετά μίλα μας.

Έκατσα στο κρεβάτι μου με διπλωμένα τα χέρια. Η όλη σκηνή που προηγήθηκε ήταν σαν να βγήκε από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Αδύνατο να γίνει ποτέ πραγματικότητα. Και όμως έγινε, και αυτό είναι το πιο περίεργο. 

Έπεσα προς τα πίσω και το στρώμα ήρθε σε επαφή με τη πλάτη μου. Έκλεισα τα μάτια μου. Μια σκηνή ξεκίνησε να παίζεται μπροστά μου. Ο Max και εγώ να πηγαίνουμε προς το ντουλαπάκι μου. Μερικά κορίτσια να του χαμογελούν, αλλά εκείνος να χαμογελά μόνο σε εμένα. Πού να ήξερα εκείνη τη μέρα, πως αυτό το χαμόγελο ήταν ένα από τα πολλά ψεύτικά του.

Στη συνέχεια, αφού πήρα τα βιβλία μου περπατήσαμε στον διάδρομο προς τη τάξη μου. Μου μιλούσε και του μιλούσα. Ξαφνικά μπαίνει στο οπτικό μου πεδίο ο Ed. Ήταν μακριά από εμάς, και πάλι έκανε το χαμόγελό μου α κοπεί. Μιλούσε με την Kat Benedict, τσουλίτσα, μία από τις πολλές. Κάποτε νόμιζα πως ήταν λεσβία. Μάλλον θα γίνει αφού κάνει παρέα με τον Ed St. Laurens.

Ο Max είχε προσέξει που κοιτούσα και με έσφιξε κοντά του. Προσπεράσαμε τον Ed και το νέο του παιχνίδι και στρίψαμε για να ανεβούμε τις σκάλες. Ο Max συμπεριφερόταν περίεργα για την υπόλοιπη μέρα. Ήταν πιο κτητικός και προστατευτικός. Μου είχε αρέσει εκείνη τη στιγμή μα ποτέ δεν έμαθα τον λόγο στην αλλαγή αυτή.

Άνοιξα τα μάτια μου και η σκηνή αυτή εξαφανίστηκε. Για άλλη μια φορά το ταβάνι ήταν ο πραγματικός μου φίλος. Η ώρα κόντευε δύο και μισή και ένας Θεός ξέρει πώς γίνεταιι να με πήρε ο ύπνος πάλι. Τα παιδιά λογικά είχαν γυρίσει από την παραλία γιατί ακούγονταν φωνές και γέλια από κάτω.

Σηκώθηκα από το κρεβάτι μου και άνοιξα σιγά σιγά τη πόρτα. Ξεκίνησα να περπατάω προς τις σκάλες αλλά σταμάτησα όταν άρχισα να καταλαβαίνω κάτι. Γελούσαν. Περνούσαν καλά, περνούσαν υπέροχα. Ο Jason γελούσε. Περνούσε καλά μετά από καιρό. 

Ζήλεψα λίγο. Αυτοί είχαν μία από τις καλύτερες αναμνήσεις του καλοκαιριού, ενώ εγώ είχα μόνο το κρεβάτι μου. Αυτό με έκανε να λυπηθώ τον εαυτό μου. Μπορούσα να είχα πάει μαζί τους, να περάσω καλά. Αντίθετα εγώ ήμουν η σκύλα που το μόνο που έκανε είναι να απομακρύνεται από όλους.

Κατέβηκα αθόρυβα τις σκάλες. Στον καναπέ καθόταν ο Jason ενώ ο Ed με την Anna ετοίμαζαν μεσημεριανό. Η Anna και ο Ed γύρισαν τα κεφάλια τους προς εμένα όταν άκουσαν τα βήματα, ενώ ο Jason σήκωσε το κεφάλι του από το κινητό του και απλά με κοίταξε. Τις τελευταίες ώρες, είναι λες και κάποιος άλλος κατέλαβε το σώμα του, και νιώθω πολύ περίεργα.

"Πώς ήταν ο ύπνος σου;" ρώτησε η Anna με ένα ειρωνικό πρόσωπο.

Το χέρι του Ed ήταν τυλιγμένο γύρω από τη μέση της. Πανικός με κατέβαλε αμέσως. Η Anna με το σκουλήκι της κολάσεως; Πόσο πιο χαμηλά Anna;

"Πώς ήταν το μπάνιο σας; Καμία σχέση." της απάντησα μετά από λίγο.

Άνοιξα το ψυγείο και έβαλα σε ένα ποτήρι το παγωμένο νερό. Το ήπια μονορούφι και έκατσα απέναντι από τον Jason. Ο ίδιος έστρεψε τη προσοχή του πίσω στο κινητό του, λες και δεν ήμουν εκεί. Πλέον δεν με πείραζε, το είχα συνηθίσει. 

"Δεν έχασες και τίποτα." άκουσα την Anna να λέει.

Ξάπλωσα στον καναπέ. "Προφανώς."

Μέσα στο επόμενο δεκάλεπτο, καθόμασταν όλοι στο τραπέζι της βεράντας. Το δροσερό αεράκι...τι δροσερό αεράκι, λες και έχει μόνο υγρασία εδώ πέρα. Καλύτερα στην πόλη παρά εδώ. Η Anna είχε μαγειρέψει μακαρόνια με σάλτσα, και ο καθένας έτρωγε με ησυχία. Το μόνο που ακουγόταν ήταν αυτό το συνεχές βουητό που δεν ξέρεις από πού προέρχεται. Απέναντί μου, ο Jason είχε τελειώσει ήδη το πιάτο του, και έβαλε και δεύτερη μερίδα. Εγώ ήμουν ακόμη στα μισά της μερίδας μου, αλλά είχα κατεβάσει τέσσερα ποτήρια νερό. Αναρωτιέμαι πού βάζει τόσο φαγητό ο αδελφός μου.

"Πολύ ωραίο το φαγητό Anna." σχολίασε κάποια στιγμή ο Ed. "Τυχερός αυτός που θα σε πάρει."

"Έχουμε καιρό για κάτι τέτοιο." απάντησε η Anna χαμογελώντας.

"Όμως υπάρχει κάποιος στο μυαλό σου, έτσι;" ρώτησε ο Ed με νόημα.

Αμέσως εγώ, ο Jason και η Anna σταματήσαμε τι κάναμε, ενώ ο Ed συνέχιζε να τρώει ανενόχλητος. Η Anna δεν μου είχε πει ποτέ πως την ενδιαφέρει κάποιος, ειδικά αφού ο τελευταίος που έπαιζε στο ραντάρ της την είπε σκύλα, ο λόγος ακόμη άγνωστος.

Οπότε, κάτι τρέχει εδώ πέρα.

"Έστω ότι υπάρχει," μίλησε η Anna προσπαθώντας να κρατήσει τη ψυχραιμία της, "λογικά δεν θα τον ενδιαφέρω εγώ, οπότε δεν υπάρχει λόγος συζήτησης."

"Μα γιατί, μια χαρά κοπέλα είσαι. Ο καθένας θα έπεφτε για εσένα." απάντησε ο Ed κοιτώντας την έντονα. Μετά απότομα γύρισε προς τον αδελφό μου. "Έτσι Jason;"

Όλοι γυρίσαμε προς τον αδελφό μου, και εκείνος δεν ήξερε τι να απαντήσει. Στο τέλος, ήπιε λίγο νερό, και κοίταξε μία την Anna, μία εμένα -που τον κοιτούσα με ανασηκωμένο φρύδι- και στο τέλος κοίταξε έντονα τον Ed. 

"Ναι, υποθέτω." απάντησε μετά από ώρα. 

Όλοι τον κοιτάξαμε και εκείνος κατάπιε δυνατά. Αυτή η συζήτηση είναι τόσο περίεργη, πιο περίεργη και από τη προσωπική μου ζωή. Ο Ed ήξερε κάτι, ή μάλλον ήξερε πολλά, και προφανώς θα έκανε πολλά.

"Είδες Anna; Δεν θα πεθάνεις μόνη με εφτά γάτες." είπε ο Ed στην Anna. "Σε αντίθεση με την Mae."

Τέλεια, τώρα εκτός από γεροντοκόρη, θα γίνω και δολοφόνος του Ed St. Laurens.

"Κρίμα, μ'αρέσουν οι γάτες." απάντησα στο σχόλιό του.

"Τις γάτες τις ρώτησες;"

Λίγες ώρες έμειναν. Μετά δεν θα τον ξαναδώ ποτέ μου. Υπομονή.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top