Το δώρο της πρωτοχρονιάς

Απο την πρώτη στιγμή που μπήκαμε στο σπίτι του Γιώργου ένιωσα αμηχανία και όχι γιατί ντρεπόμουν γι αυτό που αποφάσισα αλλά γιατί κάτι στον αέρα ήταν αδιευκρίστικα περίεργο, κάτι που ακόμη και η μητέρα μου εντόπισε και  έκανε διακριτικά νοήματα στον μπαμπά μου.

"Το γλυκό το έκανα σήμερα συμπεθέρα. Εκμέκ καταίφι θα γλύφετε και τα χέρια σας. Πες Αλέκο πόσο σου αρεσει να το τρως απο εμένα"

Μάταια η μαμά μου προσπαθούσε να πιάσει κουβέντα, οι γονείς του έστεκαν περίεργα αμίλητοι και μόνο η Αρτεμούλα έσπαγε αυτη την αφιλόξενη σιωπή. 

"Τι είναι καπότες κυρία Τασούλα?"

Αλλά το ακόμη περίεργο ήταν πως ο Γιώργος δεν είχε εμφανιστεί ακόμη. Έστρωσα το βελούδινο φόρεμα μου και δίπλωσα τα χέρια μου κοιτώντας υπομονετικά την πόρτα της εισόδου. Σε κάθε κρότο, σε κάθε ήχο μεντεσέ ανασηκωνόμουν αμήχανα  με προσμονή απίστευτη και ξανακαθόμουν για να αναστατωθώ εκ νεου σε λίγο απο ένα νέο θόρυβο.

"Πες το ποιημα σου Αρτεμούλα που είχες για το σχολείο" η μαμά μου έχει στα χείλη της ένα μόνιμο καρφιτσωμένο χαμόγελο , κοιτάει γύρω της και σχολιάζει τα πάντα, αλλά οι γονείς του εμφανώς είναι μαγκωμένοι απο κάτι απροσδιόριστο. 

"Τι είναι οι καπότες μπαμπά?"

"Πες το ποιημα. Τώρα." και μάλλον η Αρτεμούλα δεν βοηθάει καθόλου. Τώρα καθόμαστε όλοι στην ησυχία, το δέντρο αναβοσβήνει νευρικά και ο κύριος Πέτρος άνοιξε την τηλεόραση να δούμε το εορταστικό πρόγραμμα.

"Ο Γιώργος θα έρθει?" λεει κάπως νευριασμένα η μαμά μου , ο μπαμπας της κάνει νόημα να ηρεμήσει 

"Βγηκε έξω με την παρέα του σε λίγο θα έρθει"

Διορθώνω ξανά το φόρεμα μου.

Εχω παρει απόφαση να του πω σημερα πως είμαι ερωτευμένη και να τον φιλήσω . Είμαι πολύ αποφασισμένη γι αυτό. Έχω και σχέδιο. Προφανώς πρεπει να μείνουμε οι δυο μας για να γίνει όλο αυτό. Αλλά με τις οικογενειες μας μπροστά μας σίγουρα δεν είναι κατάλληλη στιγμή για φιλιά. Γι αυτο πριν την αλλαγή του χρόνου θα ζητήσω να με παει να δω το σπίτι του. Γιαπί μπορεί να είναι αλλά για την δουλειά που το θέλω μας κάνει. Ανυπομονώ να αγγίξω και παλι τα χείλη του και να του πω οτι έχω στην καρδιά μου. Η Κατερίνα έχει δίκιο, οι τόσες ντροπές μου και οι αμήχανες φυγές μου θα τον απομακρύνουν είτε το πιο σίγουρο θα νομίζει πως δεν ενδιαφέρομαι. Και η Αμαλία είναι όντως στην γωνία και τον περιμένει. Δεν δίστασε να του πει οτι της έλειψε ενω ήμουν εκεί και οπως λεει και η Μαρία δεν υπάρχει περίπτωση να μην ήξερε πως δώσαμε λόγο. Και το ήξερε και του την έπεσε στην ψύχρα. Ε θα του την πέσω κι εγώ!

"Ωραια τραγούδια"

"Πολύ ωραια Αλέκο"

Οι γονείς μου σχολιάζουν το πρόγραμμα καθώς για πολλοστή φορά ο θόρυβος απο τους μεντεσέδες ακούγεται. Η καρδιά μου χάνει ένα χτύπο καθώς προσπαθώ να αφουγκραστώ αν θα ακολουθήσει άνοιγμα της πόρτας. 

"Ο Γιώργος . Ήρθε." λεει νευρικά η κυρία Τασούλα και όλοι σηκώνονται όρθιοι να τον υποδεχτούν. Τον βλέπω να εμφανίζεται με ένα στρατιωτικό παντελόνι και μια φούτερ χωρίς να είναι ντυμένος για πρωτοχρονιά. Απορώ που βγήκε , με τον Κυριάκο πάντως όχι , η Μαρία θα μου το έλεγε.

"Καλώς τον γαμπρό" λεει ο πατέρας μου και του δίνει το χέρι 

"Γειά σας κύριε Αλέκο.Κυρία Γιάννα" 

Η φωνή του έρχεται απροσδόκητα σοβαρή και αν και η περίσταση επιτάσσει χαμόγελο εκείνος κάθεται όρθιος και αγέλαστος. 

Ο πατέρας μου τον κοιτά στα μάτια

"Τα έτσουξες Γιώργο" 

"Κάτι λίγο. Για το καλό" του απαντά και σκύβει το κεφάλι . Αντί να έρθει εκείνος σε εμένα όπως αλλοτε θα επιδίωκα, αυτή την φορά σηκώνομαι εγώ και τον πλησιάζω. 

"Γεια σου Γιώργο " το χαμόγελο μου είναι πλατύ καθώς ανασηκώνομαι στις μύτες για να τον φιλήσω σταυρωτά αλλά η άκαμπτη στάση του προς εμένα δεν με αφήνει να αγγίξω τα μάγουλα του. 

"Γειά σου Παρασκευή" λεει σοβαρός . Τα μάτια του γυαλίζουν . Μυρίζει αλκοολ . Ουίσκι. Δεν νομίζω να τον έχω δει ποτέ να πίνει εκτός απο κάτι μπύρες αραια και που. Βεβαια σήμερα για το καλό όλοι πίνουν.

"Είχες βγει?"

"Ναι" 

"Πέρασες όμορφα?" του λεω χαμογελαστα και ξεφυσάει. 

Κοιτά τις οικογενειες μας και την Αρτεμούλα που σαν κατσικάκι του ορμάει κατα πάνω του.

"Εσύ ξέρεις τι είναι οι καπότες Γιώργο? "

"Όχι Αρτεμούλα. Δεν ξέρω. "απαντά σοβαρά χωρίς να την κοιτάξει . Εστιάζει κατά πάνω το κεφάλι του και μετά σε εμένα.

"Πάμε να σου δείξω το σπίτι μου πάνω?"

Το χαμόγελο μου γίνεται υπερμετρα μεγάλο. Δεν χρειάστηκε καν να το προτείνω.

"Ναι!"συμφωνω με ενθουσιασμό ομως η μαμά του σηκώνεται σαν ελατήριο και τον πιάνει απο το χέρι.

"Βρε παιδάκι μου ας κανουμε πρωτοχρονια μερα που είναι και αλλη μέρα της το δειχνεις το σπίτι. Νύχτα είναι θα περάσει"

"Δουλειά σου εσυ μάνα"

Ψοφάει να μείνει μόνος μαζί μου!

"Για λίγο κυρία Τασούλα θα μου το δείξει !"

Η μαμά του διστακτικά χαμογελάει. Όπως όλοι.

καλά ξέρω πως ολοι μας κατάλαβαν οτι θελουμε να απομονωθούμε αλλά σκασίλα μου. Είμαι αποφασισμένη και οπως βλέπω δεν είμαι μόνο εγώ!Αυτό το 1982 θα είναι καταπληκτικό το νιώθω.

"Πάμε?"  μου λεει σχεδόν νευρικά και είμαι σίγουρη πως έχει την ίδια αγωνία με εμένα. Μετά το φιλί μας στα δεντράκια δεν ξαναβρεθήκαμε. Το ξέρω και το ξερει πως με την πρώτη ευκαιρία που θα μέναμε οι δυο μας μόνοι θα συνέβαινε ξανά. Και που να ήξερε τι δώρο του ετοιμάζω. Το τι προπόνηση έκανα με το χέρι μου όλο το απόγευμα δεν λέγεται.

Τον ακολουθώ απο πίσω , ανεβάινοντας τις μαρμάρινες σκάλες μέχρι που τα σκαλοπάτια γίνονται τσιμεντένια .

"Αυτό είναι? " λεω ενθουσιασμένα κοιτώντας την εξώπορτα.

Δεν απαντάει τίποτα . Τον βλέπω να ανοίγει  την πόρτα και σχεδόν νιώθω την νευρικότητα του. Και όσο αυτός είναι νευρικός για κάποιο λόγο τόσο πιο αποφασισμένη νιώθω , πιο δυναμική. Και τι έγινε που φιλιόταν με την Αμαλία και με την κάθε Αμαλία? Δεν κομπλάρω! Παρασκευή δεν φίλησε!

Με ανανεωμενο απροσδόκητο αποφασιστικό αέρα μπαίνω στο σπίτι  και-

"Δεν εχει ρεύμα?" 

"Οχι δεν πέρασα ακόμη..κάπου εχω μια μπαλαντέζα..και μια λάμπα " μουρμουρίζει και φευγει απο το χωρο που είμαστε μένοντας μόνη μέσα στο σκοτάδι. Η ημισέληνος φωτίζει χλωμά το σπίτι. Στο δωμάτιο που είμαι είναι μεγάλο και έχει και ένα τζακι. Μου φάινεται απίστευτο πως αυτό θα είναι το σπίτι μου με τον Γιώργο. Δεν υπήρχε σχέδιο. Ο λόγος που δώσαμε είναι πραγματικός. 

Και μετά απο μια μέρα έντασης και φόβου σχετικά με τον καθηγητή μου, όλα τώρα νιώθω να γίνονται μέσα μου ροζ και ανάλαφρα.

"Δεν την βρίσκω" λεει και κάθεται πάνω σε μια στοίβα απο τούβλα. παραμένει σοβαρός .

"κανένα νέο? " μου λεει κατευθείαν και χωρίς να λυπηθω το βελούδινο φόρεμα μου ανεβαινω στο λόφο με τα τουβλα και κάθομαι δίπλα του

"Ήρθα κι εγώ" λεω χαμογελαστα και η αισθηση της αποφασιστικότητας δεν λεει να φύγει απο μέσα μου. Κοιτάω τα χείλη του φευγαλαία και τον ξανακοιτώ στα μάτια.

Ναι το έχω. Θα το κάνω . Μπορώ.

"Κάποιο νέο? κατι που θελεις να μου πεις?" λεει ο Γιώργος προσπαθώντας να πιάσει κουβέντα για να με χαλαρώσει. Είναι πολύ γλυκος .

"Το νέο είναι πως ήρθα σπίτι σου"

"Μονο στο δικό μου?"

"Βλεπεις δυο Παρασκευούλες? την μια την κρύβω σε αλλο σπίτι?" χαζογελάω αναψοκοκκινισμένα γιατι ξερω τι θα ακουλουθήσει. παιρνω μια μεγάλη ανάσα καθώς σκύβω προς εκείνον ακόμη περισσότερο αλλά δεν λεει να με κοιτάξει.

"Δεν είναι όλα αστεία . Τίποτα δεν είναι αστείο"μου λεει αινιγματικά και καταλαβαίνω πως θελει να κοψω τις πλάκες γιατι έχει αγχος που θελει να με φιλήσει.

Λοιπον ..που να ήξερες..

"Γιώργο"λεω απότομα σαν να είμαι ετοιμη να πηδήξω απο πλαγιά

"Τι?" τα μάτια του γαλανά και σκοτεινά λαμπουν στην ημισέληνο. 

"Έχω κατι να σου το πω"

"Τι?" το ύφος του είναι αινιγματικό

"Αυτό!" και πριν πει κάτι αλλο πέφτω στα χείλη του και τον φιλάω.

Στην αρχή τον βλέπω να κάθεται μαρμαρωμένος , βάζω τα χέρια μου στους ώμους του και ξαφνικά νιώθω την ανάσα του να βγαίνει πιο γρήγορη. Βγάζω την γλώσσα μου και του υγραίνω τα χείλη καθώς τα χέρια του διστακτικά σηκώνονται πάνω στο κορμί μου 

"Σου αρέσει το δώρο μου?"

"Παρασκευή"τον ακούω να λεει το όνομα μου και να τραβιέται ελάχιστα απο εμένα.

"Δεν μπορώ" μου λεει. 

"Επειδή με σέβεσαι?" του λεω καθώς τα χείλη μου ορμάνε προς τα δικά του αλλάεκείνος σηκώνεται πάνω όρθιος αφήνοντας με εκπληκτη. Ήμουν πολύ αποφασιστική?

Κοιτά έξω το φεγγάρι. Σηκώνομαι πάνω και στεκομαι δίπλα του. 

Γυρίζει και με κοιταζει . Τον κοιτάζω κι εγώ. Σηκώνομαι στις μύτες των ποδιών μου για να τον φτάσω "να μην με σεβεσαι..σε αυτά..τόσο πολύ" του λεω χαμογελαστα καθώς τα μάγουλα μου ξεκινανε να κοκκινίζουν. Σκύβει ελαφρα προς το μέρος μου. Η καρδια μου χτυπά σαν τρελή.

Ναι θα του το πω. Τι νιώθω. Όλα θα τα πω.

"Γιώργο..εγώ..εγώ είμαι -

"Θέλω να διαλύσουμε το λόγο Παρασκευή. " 

Τις επόμενες στιγμές δεν θα μπορούσα να τις ανακαλέσω στην μνήμη μου. Έμοιαζαν όλα σε όνειρο. Ενα κακό όνειρο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top