2011 Always - @AKHS215
Πέντε χρόνια = δύο λέξεις, 11 γράμματα. Είχαν περάσει αργά και βασανιστικά, σαν τα τελευταία χρόνια ενός ηλικιωμένου που περιμένει πως και πως να ψοφήσει και επιτέλους να ξεκουραστεί.
Αυτό έβλεπε η Τζέιντ κάθε φορά που κοιτούσε στον καθρέφτη. Έβλεπε πέντε χρόνια περασμένα, ίσως και χαμένα χρόνια.
Εκτός από αυτά τα χρόνια, έβλεπε και τον εαυτό της. Τους κύκλους κάτω από τα μάτια της, που είχαν εμφανιστεί απ'την κούραση και απ'το γράψιμο που μόλις χθές αποφάσισε να παρατήσει. Κοιτώντας το είδωλο της έκανε κάποιους μορφασμούς και στα μάτια της φάνηκε μια έκπληξη.
«Ρυτίδες είναι αυτές! Όχι, δεν μπορεί...ίσως είμαι κουρασμένη, αλλά και πάλι, ποιός νοιάζεται! Σε λίγο αρχίζει το διάλειμμα μου και δεν θα υπάρχει ούτε περιοδεία, ούτε συναυλίες, ούτε παπαράτσι.. αυτή είναι ζωή.», σκέφτηκε.
Ανοιγοκλείσε τα μάτια της έντονα, τι θα έδινε για να έχει τις καλές στιγμές της πίσω..Πολλά, ίσως και το νεφρό της εάν υπήρχε τέτοια προσφορά ή μάλλον όχι, τη καρδιά της ή τη φωνή της ή και τα δύο.
«Ένα λεπτό! Αυτό δεν ήταν πριν πέντε χρόνια; Είμαι σε διάλειμμα από το γκρουπ εδώ και πέντε χρόνια και δεν έχω κάνει σχεδόν τίποτα.», ξεφύσηξε χαλαρώνοντας τους ώμους της, «Τραγική! Είμαι τραγική!»
Είπε δυνατά.
Σε πέντε μέρες έρχονταν τα Χριστούγεννα. Το έτος θα προχωρήσει και η Τζέιντ θα είναι ακόμη εκεί...στο 2022, τον Μάιο. Την μέρα που το γκρουπ τελείωσε και άρχισε η σόλο καριέρα της..που αναβαλλόταν κάθε φορά, γιατί πονοκέφαλος, καθόλου έμπνευση, τρίωρα μέσα στο κρύο νερό του ντουζ και συνεχείς βόλτες μπροστά από τον τοίχο με τους χρυσούς και τους πλατινένιους δίσκους, τα μικρά αγαλματίδια και βραβεία με τις κολακευτικές επιγραφές. «Best Single», «Best Music Video» και «Best Group»...Best Group και τότε αρχίζαν τα κλάματα και το κατέβασμα του κόκκινου κρασιού που ήταν μέχρι πάνω μέχρι κάτω. Μετά ξυπνούσε στο πάτωμα και τότε αρχίζαν ο πονοκέφαλος, η καθόλου έμπνευση και πάει λέγοντας.
Με τούτα και με εκείνα η Τζέιντ είχε μείνει σχεδόν ίδια εμφανισιακά, αλλά ήταν σπασμένη μέσα εκεί...στην ψυχή της. Η ψυχή της ζητούσε το παρελθόν, τα πάντα της ζητούσαν το παρελθόν.
Έπεσε πίσω στον καναπέ της και έβαλε άλλο ένα από αυτά τα βίντεο compilation με στιγμές από το 2011-2022, για αυτήν και τις υπόλοιπες από το 2011-«Πάντα.»
Σε λίγο βρήκε τον εαυτό της να ψιλαφίζει εκείνο το τελευταίο βραβείο...«Καλύτερο Γκρουπ». Μεταβίας κράτησε τα δάκρυα της μέσα στα μάτια της και δεν ξέσπασε.
Πήρε το πολύχρωμο αγαλματίδιο και το έβαλε να καθίσει δίπλα της στον καναπέ.
«Μόνο εσύ μου έχεις μείνει...», το κοίταξε με στοργή, «..Ατιμούλικο! Αν ήμουν κάποια άλλη, τώρα θα ήσουν σκονισμένο. Αλλά εγώ σε ξεσκονίζω, σε χαϊδεύω, σε βάζω να βλέπεις τηλεόραση. Χιονίζει έξω! Το είδες;» Του μίλησε. Κάποιος θα έλεγε πώς ήταν τρελή και θα ήταν σωστός, όμως είχε να βγει έξω εδώ και τέσσερις μήνες, αυτό την δικαιολογεί.
Το αγαλματίδιο δεν είπε τίποτα, απλά καθόταν εκεί. Ήταν ένα αντικείμενο που ουσιαστικά δεν είχε ψυχή. Η Τζέιντ το γνώριζε αυτό, αλλά δεν την ένοιαζε και πολύ, ήταν συνήθειά της να μιλάει στα βραβεία. Ήταν σαν να έχει δικούς της φίλους σε όλη αυτή την κατάσταση. Είχαν όλα την δική τους ιστορία...σαν αυτό που είχε καθίσει δίπλα της.
Το τελευταίο τους βραβείο. Ήταν πολύ περήφανη για αυτό, δεν περίμενε να το κερδίσουν. Μετά από 11 χρόνια τους άξιζε, ήταν σίγουρα κάτι που άξιζαν.
«Ώ ναι...θυμάσαι την ημέρα που σε κερδίσαμε;» Το ρώτησε, αυτό φυσικά και δεν απάντησε. Άφησε την σιωπή του να ακουστεί και μόλις ένιωσε πως της είχε «απαντήσει» έβγαλε ένα επιφώνημα απογοήτευσης.
«Αλήθεια δεν θυμάσαι;..Λοιπόν-» Πήγε να αρχίσει την γνωστή αφήγηση- «Ήταν Μάιος του 2021, μας είχαν χωρίσει λόγω κόβιντ, καθόμασταν σε διαφορετικά τραπέζια και φορούσαμε όλες άσπρα. Δεν περιμέναμε να κερδίσουμε, οι υπόλοιποι υποψήφιοι ήταν αρκετά καλύτεροι· με το που ακούσαμε το όνομα του γκρουπ σηκωθήκαμε και αγκαλιαστήκαμε σφιχτά. Δεν κλάψαμε, απλά χαμογελάσαμε και δακρύσαμε από συγκίνηση..τον επόμενο Μάιο είχαμε κλάματα...αλλά τι σου τα λέω αυτά; Αφού δεν ακούς, είσαι ένα απλό βραβείο.»- όταν το κινητό της ήχησε στο σαλόνι.
Σηκώθηκε και με ένα μπερδεμένο βλέμμα σήκωσε την κλήση που ήταν από έναν άγνωστο αριθμό.
«Παρακαλώ;»
«Τζέιντ; Εσύ;» Ένα αρκετά πασίγνωστο χρώμα φωνής διαπέρασε τα τύμπανα της. Αυτή τη φωνή την ήξερε πάρα πολύ καλά.
«Πέρι! Μα πώς;» Ρώτησε με γουρλωμένα μάτια.
«Άλλαξα αριθμό και..σκέφτηκα να σε πάρω γιατί...ξέρεις, μου έχετε λείψει αρκετά, εσύ και η Λι.»
Ήταν αδιανόητο..δεν μπορούσε να το πιστέψει πως η πολύ καλή φίλη και αδερφή και συνέταιρος, της μιλούσε αυτήν τη στιγμή.
«Και μένα μου έχετε λείψει...Δηλαδή, χωρίς εσάς είναι όλα χάλια. Έχω χάσει κάθε έμπνευση, δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Για καλό με πήρες, έτσι;» Είπε γρήγορα με μια απελπισία στην φωνή της.
«Φυσικά, δεν έπρεπε να είχαμε χαθεί. Και εγώ δεν ήμουν στα καλά μου στην αρχή, αλλά το συνήθισα. Αναγκαστικά.» Αποκρίθηκε με αυτόν τον θετικό τόνο της.
Δεν ήτανε ψέμα πως το χαμόγελο της Πέρι Μπορούσε να είναι πιο φωτεινό και από τον ίδιο τον ήλιο. Στη Τζέιντ άρεσε να την βλέπει ως την θετική ενέργεια με ανθρώπινη σάρκα. Δεν ήθελες να βλέπεις την Πέρι να κλαίει, όταν έκλαιγε όλα γίνονταν άσχημα, μίζερα. Η στεναχωρημένη Πέρι είχε την δυνατότητα να σου χαλάσει την διάθεση, κάτι που δεν ήθελε όμως, για αυτό την αγαπούσαν όλοι. Ήταν ένα παιδί στο σώμα μιας τριαντάρας, ήταν πολύ όμορφη και πολύ καλή και ήταν φίλη. Ένας άνθρωπος που θα έμενε δίπλα σου μέχρι να σταματήσεις να κλαίς, η Τζέιντ το γνώριζε αυτό. Αναρωτιόταν τι θα μπορούσε να έχει αλλάξει πάνω στην φίλη της...Τελικά, κατέληξε στο τίποτα. Η Πέρι δεν αλλάζει ποτέ, απόδειξη ήταν το τηλεφώνημα τους αυτή τη στιγμή.
«Ναι ρε γαμώτο..θυμάσαι που κάθε φορά πριν έρθουν τα Χριστούγεννα πηγαίναμε στης Λι και στολίζαμε;» Ρώτησε η Τζέιντ ονειροπολώντας πίσω στο παρελθόν.
Το έκαναν πάντα, ακόμα και όταν δεν βρίσκονταν στο ίδιο σπίτι. Τότε χρησιμοποιούσαν το Zoom και ένιωθαν σαν να ήταν στο ίδιο δωμάτιο.
Τέτοιες συναντήσεις έβγαζαν φανταστικές αναμνήσεις και εξίσου φανταστικά τραγούδια. Έπιναν κρασί, γίνονταν τύφλα και έγραφαν μέχρι το πρωί ή μέχρι να λυποθυμήσουν από το κρασί.
«Πώς δεν το θυμάμαι! Αυτές ήταν στιγμές...Πάντως συγγνώμη που δεν ήμουν κοντά σας. Έπρεπε να είχα πάρει ένα τηλέφωνο ή κάτι.» Απολογήθηκε.
Η Τζέιντ σούφρωσε τα φρύδια της. «Δεν πειράζει, σίγουρα θα είχες πολλές υποχρεώσεις και...με την collection σου και με όλα αυτά, αλλά ήσασταν στο μυαλό μου εκατομμύριες φορές, οπότε μην νομίζεις ότι ήμουν και τελείως μόνη. Έβλεπα τα βίντεο στο YouTube και ηρεμούσα.» Της εκμυστηρεύτηκε και η Πέρι γέλασε δυνατά.
«Θα επανορθώσω για αυτό τώρα! Μου έβγαλες ιδέες...άκου, θα πάμε αύριο στις Λι και θα της κάνουμε έκπληξη. Είμαι σίγουρη πως δεν έχει αρχίσει ακόμα να στολίζει.» Πρότεινε κάνοντας τη Τζέιντ να καλύψει ένα ουρλιαχτό ενθουσιασμού σφίγγοντας το ελεύθερο χέρι της στο στόμα της.
«Και θα τυλίξουμε τα δώρα;»
«Ναι! Και θα βγάλουμε και το δέντρο μαζί και θα είμαστε μαζί!» Συμπλήρωσε η Περί.
«Είμαι μέσα! Να έρθω στο σπίτι σου ή θα έρθεις εσύ;» Ρώτησε η Τζέιντ γεμάτη ενθουσιασμό.
«Θα έρθω εγώ κατά τις 10 να είσαι έτοιμη. Ξέρεις κάτι, πρέπει να κλείσω τώρα, χάρηκα που άκουσα την φωνή σου..τα λέμε αύριο.»
«Τα λέμε, Πέζ.»
Η κλήση έφτασε στο τέλος της και η Τζέιντ έβγαλε μια δυνατή τσιρίδα.
«Αυτό είναι ρε πούστη μου, αυτό! Δεν υπάρχει καλύτερο δώρο από αυτό. Και τώρα (αύριο) θα τις έχω εδώ και θα το νιώθω περισσότερο το κλίμα των Χριστουγέννων. Θα νιώθω τα πάντα. Γιατί τόσο καιρό έλειπα από την ζωή τους, αλλά έκανα υπομονή και απ'ότι φαίνεται ο Θεός με άκουσε και μου έδωσε αυτό που ήθελα. Γιατί πρέπει να τους δείξω πόσο πολύ τις αγαπώ αυτά τα Χριστούγεννα. Πρέπει να κοιμηθώ, γιατί αύριο δεν θα ξυπνάω.» Σκέφτηκε και κατευθείαν πήγε για ύπνο στις 10 το βράδυ.
Δεν ήταν συνηθισμένο αυτό για τη Τζέιντ. Είχε να κοιμηθεί καλά εδώ και καιρό, εδώ και μήνες.
Την επόμενη μέρα ήταν γεμάτη ενέργεια για αυτό που θα γινόταν. Ξύπνησε από νωρίς και ετοιμάστηκε για τα καλύτερα Χριστούγεννα που θα μπορούσε να περάσει. Ήταν τα φώτα στα μάτια της που δεν είχαν ξαναδείξει τόσο φωτεινά; Ήταν αυτή η ξαφνική χαρά που την είχε διαπεράσει; Πάντως ότι και να ήταν την είχε μεταμορφώσει σε κάτι πανέμορφο, -όχι ότι δεν ήταν όμορφη, αλλά ρε παιδί μου την άλλαξε, την έκανε άνθρωπο, δεν ήταν πια ένα βαρεμένο όν- κάτι αξέχαστο.
«Λοιπόν, τι άλλο έχω να κάνω;» Αναρωτήθηκε και προχώρησε σχεδόν ντυμένη στο μπάνιο.
Αποφάσισε να ντυθεί έξτρα χριστουγεννιάτικα σήμερα, διότι «Ρε γαμώτο, πρέπει να κάνω και εγώ κάτι για μένα!» Είχε βάλει ένα κόκκινο, υπερβολικά χνουδωτό πουλόβερ με άσπρες βούλες, όπως και ένα μαύρο δερμάτινο, φαρδύ παντελόνι και...αυτό δεν μπορούσε να βρει, το παπούτσι.
«Γιατί ήρθα στο μπάνιο;» Δεν ήξερε γιατί, αλλά το βλέμμα της κατευθείαν έπεσε στον καθρέφτη.
Εκεί είδε κάποιον άλλον, κάποια άλλη. Αυτή η άλλη ήταν ξύπνια, χαρούμενη, φαινόταν πιο αποφασισμένη από ποτέ. Ας πούμε πως ο καθένας θα ήθελε να βρεθεί ξανά στο ίδιο δωμάτιο με κάποιους από τους αγαπημένους του ανθρώπους, ειδικά εάν ήταν η Πέρι και η Λι-Ανν.
«Κατάλαβα..Τζέιντ επέστρεψες. Θέα μου! Γυναικάρα μου! You Gorgey Hun!»(Μόνο οι Mixers θα το καταλάβουν αυτό...πάντως αρκετά κριντζ!) Φώναξε στον καθρέφτη γνωρίζοντας πως δεν θα πάρει καμία απάντηση.
«Τις μαύρες μυτερές μπότες με το τακούνι..» Επιτέλους αποφάσισε και έτρεξε κατευθείαν στην αρκετά μεγάλη συλλογή με τα παπούτσια που είχε να φορέσει εδώ και καιρό.
Αφού ετοιμάστηκε, κάθισε και περίμενε στον καναπέ μετρώντας την ώρα μέχρι να ακουστεί ο ήχος του κουδουνιού της.
Η Πέρι δεν αργούσε πολύ, όμως ότι ώρα και να ερχόταν για τη Τζέιντ θα είχε αργήσει αρκετά. Είχε αργήσει να της σταθεί, μπορεί αυτό να ήταν αρκετά προβληματικό, αλλά αυτό που μετράει είναι η συνειδητοποίηση. Η πολυαγαπημένη της φίλη όχι μόνο την θυμήθηκε, αλλά οργάνωσε και ολόκληρο σχέδιο για να φέρει τις τρεις τους κοντά.
Ώρα 10 ακριβώς το κουδούνι χτυπάει και πετάει τη Τζέιντ στον αέρα. Εάν δεν τρέχει, κάνει τζόγκινγκ μέχρι την πόρτα και με ένα τεράστιο χαμόγελο που έφτανε μέχρι τα αυτιά άνοιξε την ξύλινη πόρτα.
«Τζέιντ!» Η φωνή της Πέρι ήχησε σε όλο το δωμάτιο. Οι δύο αγκαλιάστηκαν σφιχτά για λίγα λεπτά.
«Πόσος καιρός πέρασε;..»
«Πολύς! Ρε πόσο μου έλειψες!»
«Υποθέτω αρκετά για να με αγκαλιάζεις τόσο..σφιχτά.» Προσπάθησε να πει η Τζέιντ χωσμένη στην σφιχτή αγκαλιά της Πέρι.
«Περίμενα όλο τον χρόνο για να είμαι κοντά σε αυτό που μου έλειπε...εσάς. Ξέρεις, αυτό δεν ήταν μια απλή ιδέα που μου έδωσες. Το σκεφτόμουν για καιρό. Απλά δεν είχα το κουράγιο για να πάρω...τελικά χρειαζόταν λίγο κρασί και το βίντεο της νίκης μας στα Brits για να λυγίσω...Τελικά αυτά τα Χριστούγεννα είναι δικά μας, ε;» Είπε γεμάτη χαρά και νοσταλγία στα μπλε μάτια της.
«Φυσικά! Πάντοτε ήταν δικά μας..» Συμφώνησε η Τζέιντ.
«Λοιπόν, πάμε;»
«Πάμε.»
Η επόμενη ώρα πέρασε με τις δύο γυναίκες στο αμάξι να τραγουδούν-σχεδόν- χριστουγεννιάτικα τραγούδια με έναν αρκετά ενδιαφέροντα τόνο:
«SANTA CAN YOU HEAR ME?»
«I SIGN MY LETTER THAT I SEALED WITH A KISS!»
«I SEND IT OFF AND JUST SAID THIS»
«I KNOW EXACTLY WHAT I WANT THIS YEAR»
«SANTA CAN YOU HEAR ME?»
Η Τζέιντ σταμάτησε να τραγουδάει και κοίταξε έξω απ'το παράθυρο του ζεστού αυτοκινήτου όπου βρισκόταν. Τότε οπτικό της πεδίο γέμισε από χιόνια, φώτα, κόκκινες κορδέλες, χριστουγεννιάτικα δέντρα με αστραφτερά στολίδια..κατάλαβε πως το νόημα της ζωής δεν ήταν απλά τα «κορίτσια» της όπως τις έλεγε, αλλά και η ομορφιά που κάποιες φορές έχει ο κόσμος μας. Αυτά που έχει την δυνατότητα να μας δώσει.
«I DON'T WANT A LOT FOR CHRISTMAS! THERE'S JU-»
«Πέρι, να σου πω κάτι;» Η ερώτηση της Τζέιντ διέκοψε τα γκαρίσματα της Πέρι που κατευθείαν έδωσε την προσοχή της προς εκείνη με ένα βλέμμα βλέμμα που φαινόταν αρκετά ζεστό από την άκρη του προσώπου της.
«Ναι, πές μου.»
«Ευχαριστώ που πήρες.»
«Ελα ρε Τζέιντ, δεν χρειάζεται.»
«Όχι, χρειάζεται. Ένιωθα πολύ μόνη για να κοιμηθώ, ήσασταν στην λάθος μεριά του κόσμου. Το χρειαζόμουν το τηλεφώνημα σου, ακόμα και αν ήταν για να δεις αν ζω.» Εξέφρασε ολόψυχα χαϊδεύοντας τον ώμο της Πέρι.
«Καλά ότι πεις. Να κάνουμε Carpool Karaoke;» Ρώτησε η Πέρι γεμάτη ενθουσιασμό και χαρά.
«Ναιι!» Απάντησε η Τζέιντ εξίσου χαρούμενη.
Η υπόλοιπη ώρα συνεχίστηκε κάπως έτσι:
«Oh, I just want you for my own, more than you could ever know!»
«Make my wish come true..Oh baby, all I want for Christmas is you. Youuu baby!»
Έτσι ήταν γραφτό να προχωρήσουν, με χαρά και χριστουγεννιάτικα τραγούδια. Αυτό έφερνε και στις δύο νοσταλγία, με κάθε τραγούδι γυρνούσαν πίσω κατά έναν χρόνο.
«Αχ, τι μου θυμίζουν όλα αυτά τα τραγούδια! Ολόκληρο ταξίδι έχουμε κάνει.» Αποκρίθηκε η Τζέιντ.
«Είσαι χαρούμενη, έτσι;» Ρώτησε η Πέρι, η Τζέιντ απάντησε με ένα δυνατό νεύμα κατάφασης.
«Σε λίγο φτάνουμε, έτσι δεν είναι;»
«Σε κάνα πεντάλεπτο..πιστεύω.»
Λοιπόν, μετά από 10 λεπτά έφτασαν στο σπίτι της πολυαγαπημένης τους Λι-Ανν. Ήταν αρκετά αγχωμένες, είχαν πολύ καιρό να την δουν. Η Λι-Ανν ήταν αρκετά απασχολημένη συνεχώς από πάντα και είχαν κάποιους φόβους.
Και αν δεν είναι σπίτι;
Και αν δεν έπρεπε να της κάνουμε έκπληξη αυτή τη στιγμή;
Και αν έχει ήδη στολίσει;
«Ξέρεις τώρα με το χιόνι στα πόδια μας..νιώθω πως το κλίμα φουντώνει παραπάνω.» Η Τζέιντ αγκάλιασε τα μπράτσα της, η φωνή της έτρεμε, κρύωνε, γιατί δεν είχε υπολογίσει την υψηλή θερμοκρασία και δεν είχε πάρει ένα αρκετά ζεστό πανωφόρι. Τόσο πολύ είχε ξεχαστεί.
«Πάντως εσύ δεν φουντώνεις καθόλου εδώ έξω...», σχολίασε η Πέρι, «..Χτυπάω.»
Χτύπησε το κουδούνι και αμέσως έστησαν αυτί για να ακούσουν βήματα να πλησιάζουν. Φυσικά και κατάφεραν να ακούσουν κίνηση...Η πόρτα άνοιξε και η Λι-Ανν στάθηκε άναυδη μπροστά τους.
«Κάποιος μου κάνει πλάκα..», μουρμούρισε στον εαυτό της, «Κορίτσια;» Φώναξε και έσπευσε να τις αγκάλιασει.
«Λι-Ανν!» Φώναξαν το κορίτσια ταυτόχρονα.
Τις αγκάλιασε και τις δύο ταυτόχρονα. Έτσι ήταν η Λι-Ανν, είχε «χρυσή καρδιά», όπως έλεγαν. Ήταν η μεγαλύτερη και με αυτήν είχαν μοιραστεί τις καλύτερες αναμνήσεις· δεν τους ένοιαζε τίποτα άλλο παρά εκείνες οι αναμνήσεις. Συνδέθηκαν μαζί και αναμνήσεις τους έγιναν ένα και άρχισαν να παίζουν μπροστά στα μάτια τους σαν ταινία. Η ταινία αυτή θα ήταν κωμωδία, δράμα, κοινωνική, συγκινητική. Θα ήταν η αγαπημένη τους ταινία.
«Γιατί είστε εδώ;» Ρώτησε η αρκετά ωραία ντυμένη Λι-Ανν που βρισκόταν πίσω από την πόρτα του σπιτιού της.
«Για να στολίσουμε.» Είπε η Τζέιντ.
«Ναι, θα στολίσουμε, θα κάτσουμε δίπλα από τη φωτιά, θα φτιάξουμε σκηνή μαζί και θα ονειρευτούμε μαζί..Θέλεις;» Συμπλήρωσε η Πέρι.
Η Λι-Ανν έμεινε σιωπηλή για λίγο. Αυτό τρόμαξε τις δύο κοπέλες και πιστέψαν πως οι φόβοι τους θα γίνονταν πραγματικότητα.
Ίσως αυτό να φαινόταν στα μάτια τους και ίσως οι εκφράσεις τούς να ήταν αρκετά ξεκαρδιστικές, διότι η Λι-Ανν δεν άντεξε και άρχισε να γελάει.
«..Φυσικά και θέλω, σοβαρολογείτε; Ελάτε μέσα.» Είπε με την δυνατή φωνή της που πολλές φορές αδυνατούσε να ελέγξει.
Το γκρουπ είχε επανενωθεί και ότι είχε κρατήσει τη Τζέιντ πίσω τόσα χρόνια είχε εξαληφθεί. Ώρες ώρες ήταν υπερβολική και πληθωρική, όμως η ηρεμία και εμβληματικότητα της την έκανε ξεχωριστή και αγαπητή. Ήταν πολύ υποστηρικτική προς όλους, ειδικά στα κορίτσια της που τα αγαπούσε πάρα πολύ και με όλα μέρη της καρδιάς της.
«Δεν υπάρχει καλύτερο δώρο από αυτό, ναι κορίτσια;» Ρώτησε η Λι-Ανν.
Το δέντρο ήταν στολισμένο με διάφορα στολίδια, το ίδιο και τα υπόλοιπα δωμάτια, ήταν γεμάτα φωτάκια και γιρλάντες. Το τζάκι ζεσταίνε κάθε τετραγωνικό του σαλονιού και κάθε ψυχή που βρισκόταν εκεί.
«Τώρα που σας έχω εδώ νιώθω περισσότερο από πριν.» Αποκρίθηκε η Τζέιντ και ήπιε μια μεγάλη γουλιά κρασί.
«Τα Χριστούγεννα μου ήταν τόσο άδεια..» Είπε η Πέρι και έπεσε πίσω στον μαλακό, πράσινο καναπέ με ένα από τα χνουδωτά μαξιλάρια στην αγκαλιά της.
«Κορίτσια, μήπως θυμάστε το τραγούδι που είχε γράψει η Λι-Ανν για τα Χριστούγεννα;»
«Το '19;»
«Ναι, θυμάμαι όταν το είχαμε πρωτογράψει με τους υπόλοιπους συναδέλφους...ένιωθα τόσο περήφανη.» Η Λι-Ανν χαμογέλασε κοιτώντας τη φωτιά.
«Πόσο μπορώ να ταυτιστώ με τους στίχους του αυτή τη στιγμή.», συνειδητοποιήσε η Τζέιντ, «...Τελικά εσείς ήσασταν αυτός που μου έλειπε. Δεν ήτανε ένας, ήταν δύο.»
«Τζέιντ, σταμάτα!» Πετάχτηκε η Λι-Ανν.
«Πωω, με συγκίνησες μωρή!» Μουρμούρισε η Πέρι και έφερε το δάχτυλο της στην άκρη του ματιού της προσπαθώντας να σταματήσει τη μάσκαρα από τα την λερώσει στο πρόσωπο.
Και έτσι, το χιόνι έπεφτε και οι αναμνήσεις επέστρεφαν πέφτοντας και εκείνες στο κάτασπρο έδαφος. Ο χρόνος γύρισε πίσω στο 2011 και με την ώρα άλλαξε χρονιές μέχρι που έφτασε στο τώρα, στο σήμερα. Οι τρεις αυτές γυναίκες εκτός από μια καριέρα, δημιούργησαν και μια φιλία η οποία στήριζε την ζωή τους για χρόνια...όταν το στήριγμα της ζωής τους καταστράφηκε χάθηκαν όλα. Τα Χριστούγεννα έγιναν μίζερα και πάντοτε κάτι έλειπε από τις ζωές τους, δεν ήξεραν τι. Δεν ήξεραν μέχρι σήμερα.
Χρειάστηκε μόνο ένα τηλεφώνημα για να αλλάξουν τα πάντα, για να αρχίσει να χτίζεται ένα νέο στήριγμα που αυτή τη φορά θα ήταν πιο γερό.
Ο καθένας έχει αυτόν που του λείπει, αυτός ο ένας επιστρέφει και όπως ένα τραγούδι αποκτάει στίχους, έτσι και το 2011 απέκτησε το Πάντα και σε αυτή τη περίπτωση οι τρεις τους θα μείνουν μαζί για πάντα, μέχρι να ακουστεί ο τελευταίος στίχος που θα γραφτεί από τα χέρια τους.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top