Τι συνέβη εκείνη την νύχτα?
Bλέπω την Άννα να γυρνά το κορμί της προς εμένα. Τα χέρια μου τρέμουν, το κορμί, η καρδιά μου. Γυρίζει αργά λες και θέλει να δώσει χρόνο στο αναπόφευκτο. Στο ζευγάρωμα των ματιών μας, στην αποκάλυψη της αλήθειας μας που κρέμεται σαν τρομακτικό τέρας ανάμεσα στα κορμιά μας.
Μόνο που εμένα δεν με τρομάζει. Με τρομάζει μόνο αν δω την απέχθεια της στα μάτια της. Την απορριψη της. Τρέμω περισσότερο. Τα πόδια μου λυγίζουν. Παίρνω μια μεγάλη ανάσα και την κρατώ βαθιά στο στήθος μου.
Και έπειτα με κοιτά.
Κοιτά το ολόγραμμά μου, περιμετρικά, σαν μια φιγούρα που εμφανίζεται απο το σκοτάδι και πασχίζει να καταλάβει τι είναι αυτό που στέκεται μπροστά της. Κοιτά παντού πάνω μου αποφεύγοντας τα μάτια μου. Κοιτά τα χέρια μου, ολισθαίνει στο κορμί μου, με κοιτάζει λες και δεν με αναγνωρίζει.
Κι επειτα κοιτά τα μάτια μου.
Άννα είμαι εγώ
Θέλω να της ψιθυρίσω , να της φωνάξω , αλλά δεν λέω τίποτα , η πρώτη λέξη της ανήκει καθώς και η τελευταία.
"Νιώθω να ζαλίζομαι " μου λέει αργά . Το βλέμμα της ολισθαίνει γρήγορα απο τα μάτια μου, τα χέρια της ψηλαφούν το σκέπασμα της, σαν να ψάχνει κάτι και έπειτα σταματά.
"Θα φωνάξω τον γιατρό "
"Όχι τον γιατρό"
"Καλά. Αργότερα"
Δαγκώνω το χείλος μου , μένω στάσιμος και βαλτώνω μπροστά της, μόνο αυτή μπορεί να με τραβήξει απο το βάλτο με μια λέξη, μόνο αυτή.
"Θα ήθελα.." το σκέφτεται , ανοιγοκλείνει τα μάτια της γρήγορα και ξεφυσάει.
Ξέρεις Άννα? Ξέρεις?
Δεν λέω τίποτα απο αυτά που καίνε το νου μου.
"Οτι θέλεις Άννα" τις λέω δισήμαντα, μόνο αυτό , " οτι θέλεις θα γίνει" της λέω σταθερά και εκείνη με κοιτά ξανά.
"Η Μαντλέν..η Μαντλέν πέθανε?"η φωνή της τρεμοπαίζει σαν να θέλει να μάθει αν ήταν ένας εφιάλτης οτι έζησε.
"Ναι . Πέθανε . Την βρήκαν στην λίμνη"
Μου γνέφει καταφατικά.
Δεν ρωτάω τίποτα. Την αφήνω να μου μιλήσει. Της δίνω χρόνο. Της ανήκει ο χρόνος όσο και αν ο χρόνος που περνά είναι δολοφόνος για μένα.
"Θα ήθελα να μιλήσω στον Ριζ" μου λέει τέλος με ήρεμη φωνή .
Δεν θέλεις να μιλήσεις αγάπη μου σε εμένα?
"Ναι . Φυσικά.Θα τον καλέσω να έρθει"
"Ευχαριστώ"
Μένω ακίνητος μπροστά της.
Μένω ακίνητος, ασάλευτος.
"Τώρα σε παρακαλώ θέλω να του μιλήσω"ευγενική φωνή. σχεδόν τυπική.
"Φυσικά" με ακούω να αρθρώνω την λέξη ήρεμα, απορώ , πως μπορώ να είμαι ήρεμος όταν ο κόσμος μου καταρρέει.
Βγαίνω απο το δωμάτιο μας και την αφήνω μόνη. Παίρνω τηλέφωνο τον Ριζ, του εξηγώ πως ξύπνησε πως θέλει σε εκείνον να μιλήσει. Κρύβω το παράπονο στην φωνή μου. Δεν είναι ώρα να σκέφτομαι εμένα. Τι περίμενα?
Τι περίμενα?
Κάθομαι ακίνητος πίσω απο την εξώπορτα. Προσπαθώ να μην σκέφτομαι και όμως η ερώτηση τι ξέρει η Άννα ουρλιάζει μέσα μου.
Ίσως δεν ξέρει τίποτα.
Όχι ξέρει. Δεν έπεσε στην αγκαλιά σου, δεν ζήτησε την παρηγοριά των φιλιών σου. Ξέρει.
Ίσως να είναι σοκαρισμένη.
Όχι ξέρει Άιντεν. Πάρτο απόφαση. Τα πάντα διαλύονται.
Γιατί δεν μου μιλά?
Ο χτύπος της πόρτας ακούγεται διακριτικός , την ανοίγω, είναι ο Ριζ, είναι βουρκωμένος, του λέω πως πρέπει να είναι ήρεμος, να μην αναστατωθεί. Τον οδηγώ ως το δωμάτιο μας, δεν μπαίνω μέσα.
Δεν κάθομαι απ'έξω. Τους αφήνω εκεί μέσα . Την αφήνω να βρει τα πατήματα της.
Κατεβαίνω πάλι κάτω . Ανάβω ένα πούρο αλλά δεν το καπνίζω. Βάζω αλκοολ αλλά δεν το πίνω. Κάθομαι και σηκώνομαι ξανά. Θηρίο. Θηρίο η σκέψη μου που δεν ηρεμεί.
Πόση ώρα είναι πάνω?
Το τηλέφωνο μου χτυπά και ο Μανού μου λέει πως η σωρός της Μαντλέν θα εξεταστεί απο ιατροδικαστή. Πως η κηδεία θ'αργήσει. Μου λέει κι άλλα. Κοιτάω την σκάλα . Ο Ριζ δεν κατεβαίνει.
"Με ακούς Άιντεν?"
"Ναι Μανού . κάνε οτι καταλαβαίνεις"
Το κλείνω και σωριάζομαι στην καρέκλα. Βουλιάζω το πρόσωπο μου στα χέρια μου.
Μια ξαφνική επιθυμία, μια εγωιστική παράτολμη επιθυμία να τρέξω πάνω και να ανοίξω την πόρτα που με χωρίζει απο την Άννα γεννιέται μέσα μου.
Να της πω..να της πω πως την είχα αρνηθεί όταν μου δόθηκε, την είχα αρνηθεί όταν μου ομολόγησε τον έρωτα της, πως έφερα άλλη γυναίκα στο σπίτι για να μην κάνω το κακό πάνω της, πως θέλησα να φύγει για σπουδές, πως μόνο όταν την έσωσα απο το γκρεμό απο βέβαιο θάνατο , τότε μόνο έσμιξα τα χείλη μου και τη ζωη μου μαζί της.
Κι έπειτα σκέφτομαι πόσο μικρά , πόσο γελοια όλα αυτά ακούγονται. Έπρεπε να κάνω πίσω.
Και δεν έκανα. Αν ήξερε την αλήθεια δεν θα με επέλεγε. Και αυτή η αλήθεια καίει τα πάντα. Είμαι κάθαρμα και μου αξίζουν τα πάντα.
Κοιτάω την σκάλα. Δεν κάνω τίποτα παρά μονο κοιτάω την σκάλα .
Πόση ώρα?
Άννα
Άννα
Άννα
Αργοπεθαίνω Άννα.
Ζητώ συγνώμη γιατί όλα απο την αρχή θα τα έπραττα.
Είμαι κάθαρμα.
Άννα.
Είμαι ένα απελπισμένα ερωτευμένο κάθαρμα.
Ακούω το τριγμό του ξύλου και σηκώνομαι πάνω. Ο Ριζ κατεβαίνει. Το πρόσωπο του ανάστατο. Στα μισά της σκάλας με κοιτά.
"Πρέπει να μιλήσουμε" μου λέει κοφτά
"Φυσικά. Κάτσε" του δείχνω μια καρέκλα
"Αλκοόλ?" του δείχνω το ουίσκι.
"Ναι"
Του βάζω ένα ποτήρι μισογεμάτο. Τρέμω .
"Πιες κι εσύ" μου λέει και υπακούω , δεν ξέρω γιατί.
"Θα σου χρειαστεί" συμπληρώνει και το κατεβάζω όλο με την μια . Έπειτα κάθομαι απέναντι του.
"Σου μίλησε ? τι έγινε ?"
"Ναι Άιντεν μου είπε τα πάντα"
Τον κοιτάζω ευθεία μέσα στα μάτια .
"Ακούω λοιπόν"
"Θα είναι δύσκολο"
"Φυσικά" του απαντώ ήρεμα . Φυσικά και θα είναι δύσκολο.
Πίνει απο το ποτό του και συνοφρυώνεται απο το κάψιμο.
"Η Μαντλέν έπαθε ένα είδος υστερίας. Την πήγε ως το γκρεμό. Της έλεγε διάφορα."
Χαμηλώνει τον τόνο της φωνής του.
"Διάφορα" μηχανικά επαναλαμβάνω τον τόνο της φωνής του.
"Όπως?" λέω ανυπόμονα και τον ακούω να ξεφυσά.
"Απλά πες το Ριζ να τελειώνουμε" επιτακτικά τον κοιτάζω.
Τέλος. Δεν έχω να λογοδοτήσω στον Ριζ. Το θέμα μου είναι η Άννα. Πως είναι εκείνη. Πως νιώθει.
"Η Μαντλέν της είπε πως .." περνά το χέρι μέσα απο τα μαλλιά του" δεν υπάρχει ευκολος τρόπος γι αυτό που πρόκειται να ακούσεις"
Είναι αστείο αυτό?
"Μίλα σε παρακαλώ. Θέλω να πάω στην Άννα είναι μόνη"
"Είπε πως ήθελε να κοιμηθεί"
Φυσικά.
"Καλώς. Σε ακούω. "
"Είπε πως ..της αποκάλυψε πως το βράδυ που πέθανε ο Έρικ σε πήρε απο πίσω και πως είδε αυτό που είδες κι εσύ"
Τον κοιτάω έντονα.
Του μίλησε η Άννα για τον πατέρα του?
"Τον είδε να κάνει έρωτα με άλλον άντρα"
"Ναι" απαντώ ίσα για να τον ενθαρρύνω. Δεν ανέφερε ποιός ήταν ο εραστής του Έρικ.
"Δεν έφυγε απο το γκρεμό όμως "
"Η Μαντλέν?"
"Ναι, δεν έφυγε, σε είδε να μαλώνεις με τον αδερφό σου, τον παραφύλαξε και-"
Το ποτήρι που κρατάω τρεμοπαίζει στο χέρι μου. Το συγκρατώ με δυσκολία για να μην γίνει χιλιάδες θρύψαλλα.
"Τον σκότωσε..αυτή τον έριξε?"
"Ναι Άιντεν"
Δεν ξέρω τι να πω. Δεν ξέρω τι να σκεφτώ.
"Γιατί της το είπε αυτό?"
"Ήθελε να σε σκοτώσουν κι εσένα. Της είπε ..της είπε πως είχε πνίξει την μητέρα της πριν έρθει στο νησί, πως ο Έρικ ήταν ανίκανος και πως όταν τον είδε με άλλο άντρα θόλωσε και τον σκότωσε"
Τον ακούω να μου μιλά , βλέπω τα χείλη του να ανοιγοκλείνουν αλλά..τα έχω χαμένα. Οι πληροφορίες είναι τόσες πολλές που αδυνατώ να τις βάλω σε μια σειρά.
Θυμός για την Μαντλέν?
Για την γυναίκα που έμενα μαζί της χρόνια σε αυτό το σπίτι?
Είχε τολμήσει να μου ριχτεί ενώ ήξερε πως είχε σκοτώσει τον αδερφό μου?
Πολλές σκέψεις.
"Γιατί να σκοτώσει εμένα?"
"Ήταν τρελή τι ψάχνεις?"
"Τρελή" ξαναλέω . Ναι ήταν τρελή. Αλλά και οι τρελοί έχουν την λογική τους. Γιατί να πείσει την Άννα να με σκοτώσουν αν δεν είχε κάποιο επιχείρημα?
Και το μόνο επιχείρημα ήταν-
Κοιτάω τον Ριζ
"Τι άλλο σου είπε?"
"Η Άννα αρνήθηκε να σε σκοτώσει, της όρμηξε , παλέψαν , την έσυρε στο γκρεμό και η Άννα λέει Άιντεν.."
Ακούω την ξεκάθαρη δυσπιστία στην χροιά της φωνής του.
"Τι λέει η Άννα?"
"Πως εμφανίστηκε ένας λύκος και τρόμαξε την Μαντλέν και στο τέλος έπεσε σχεδόν εθελοντικά απο το γκρεμό "
"Δεν έχουμε λύκους στο νησί" λέω χωρίς δεύτερη σκέψη
"Το ξέρω Άιντεν"με κοιτά σαν να φτάσαμε στο επίμαχο σημείο.
"Λέει ψέμματα?" μουρμουρίζω περισσότερο στον εαυτό μου
"Πιστεύω πως στο μυαλό της πιστεύει οτι έγιναν έτσι τα πράγματα. Θέλω να πω..πιστεύει πως ο λύκος..ο λύκος ήταν η Μάντις που πήγε εκεί για να την σώσει"
"Ανάθεμα" ψελλίζω . Δεν γίνεται αυτό να το πούμε στην αστυνομία. Θα την περάσουν για τρελή, ή το πιο απλό πως το μυαλό της είναι σε άρνηση και επινοεί μια εκδοχή συμβατή με την αντίληψη της. Μια πραγματικότητα υποφερτή που δεν την κάνει δολοφόνο και όμως μπορεί να την καταδικάσει.
"Ριζ κανείς δεν πρέπει να μάθει αυτά που μου είπες. Πρέπει να βρούμε μια άλλη εκδοχή. Πως ..πως πάλεψαν.πως ήταν σε αυτοάμυνα και τελικά έπεσε σαν ατύχημα απο εκεί. Και στην τελική αυτό έγινε Ριζ. Της επιτέθηκε και στην πάλη εκείνη έπεσε και σκοτώθηκε"
Ανασηκώνει τους ώμους του
"Ναι. Συμφωνώ. Να την αφήσουμε να ηρεμήσει πρώτα..δεν είναι καλά ."
Τον κοιτάζω κατάματα.
"Είπε τίποτα άλλο?"
Τον βλέπω να σκέφτεται.
Δεν του μίλησε.
"Δεν ξέρω..δεν νομίζω, μου φαίνεται πως είπε πως η Μαντλέν στο γκρεμό μιλούσε στην μητέρα της σαν να ήταν ζωντανή δίπλα τους"
Παρανοική σκύλα . Αν σε είχα μπροστά μου θα σε έπνιγα με τα γυμνά χέρια μου.
"Καλώς . Θα τα τακτοποιήσω όλα. Εσύ μην μιλήσεις γι αυτά. Ούτε στον Μανού. Πουθενά. Το θέμα της αστυνομίας θα το διευθετήσω εγώ"
"Ναι"
Ξεφυσάω.
Σκότωσε τον Έρικ κι εγώ την δικαιολογούσα για όλες τις ιδιοτροπίες της σεβόμενος το πένθος της.
Σκύλα .
Νιώθω τόσο θυμό και όμως την ίδια στιγμή νιώθω πως δεν γίνεται να εστιάσω σε αυτό. Εξάλλου τι τιμωρία να σχεδιάσω για μια νεκρή?
"Και τώρα?" με κοιτά ο Ριζ " τώρα τι κάνουμε? εννοώ η Άννα ..λέει την εκδοχή με τον λύκο..αν επιστρέψει η μνήμη της? μήπως θέλει ψυχολόγο?"
"Θα το σκεφτώ. Σ'ευχαριστώ για όλα" σηκώνομαι πάνω και καταλαβαίνει πως θέλω να φύγει
"Λυπάμαι για τον αδελφό σου. Ο πατέρας μου πάντα μιλά για εκείνον με αγάπη"
Φυσικά.
Γνέφω καταφατικά.
Τον χτυπάω στην πλάτη, του λέω ξανά να μην πει τίποτα πουθενά. Το μόνο που με νοιάζει είναι να μιλήσω στην Άννα.
Υπάρχουν πολλά θέματα που πρέπει να λύσω.
Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν θα επιτρέψω να πειράξει κανείς την Άννα. Θα την προστατέψω .
Και απο εμένα τον ίδιο.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top