Γυμνή αλήθεια
Οι επόμενες μέρες βρήκαν τον Άιντεν κλεισμένο στο γραφείο του. Έγραφε ξανά και ξανά την κατάθεση της Άννας και κάθε φορά λογόκρινε τον ίδιο τον εαυτό του. Στο τέλος κατέληξε στην εκδοχή οτι η Μαντλέν ύστερα απο την ανακοίνωση του γάμου του, θύμωσε καθώς δεν ενέκρινε τον γάμο και σε μια άτυχη στιγμή υστερίας και οργής επιτέθηκε στην Άννα , με αποτέλεσμα να βρεθεί απο ατύχημα πνιγμένη στην λίμνη. Δεν θα επέτρεπε να μαθευτεί οτι η γυναίκα του Έρικ τον είχε δολοφονήσει. Κάτι τέτοιο θα ανακινούσε νέο κύκλο ερωτήσεων κάτι που δεν ήθελε ο Άιντεν. Ήθελε απλά να λήξει όλο αυτό όσο πιο ανώδυνα και διακριτικά γινόταν.
Η ιστορία έμπαζε απο παντού αλλά ήταν προετοιμασμένος και γι αυτό. Ο αστυνομικός διευθυντής της Τζακάρτας, ένας ψαρομάλλης άντρας που έδειχνε ξεκάθαρα το ενδιαφέρον του για την υπόθεση- ήταν ξεκάθαρο πως σκόπευε να την εξιχνιάσει για να πάρει προαγωγή- είχε έλθει στο νησί και έκανε ερωτήσεις.
"Θα ήθελα να μου τα πει όμως η μέλλουσα σύζυγος σας κύριε Μπουενδία. Την κατάθεση θα την πάρω ο ίδιος . Αυτό ορίζει ο νόμος ."
Είχε έρθει εκείνο το πρωί , ντυμένος με την επίσημη στολή του και γυαλισμένα παπούτσια. Έτοιμος να κερδίσει όσα περισσότερα μπορούσε.
Η υπογραφή ακόμη της κατάθεσης ήταν προιόν πλαστογράφησης. Ο Άιντεν όχι απλά συνέταξε την κατάθεση αλλά την υπέγραψε. Όταν έδωσε την κατάθεση στην Άννα το προηγούμενο βράδυ εκείνη έμεινε ακίνητη να τον κοιτά.
"Είναι ψέμματα"
"Είναι προς συμφέρον όλων"
"Δεν το υπογράφω"
"Θα γίνει όπως σου τα είπα και η συζήτηση τελειώνει εδώ"
Με πυγμή την παρέκαμψε. Ήταν σίγουρος πως σε κανεναν δεν θα ωφελούσε η αλήθεια. Και ιδιαίτερα την Άννα. Δεν θα της επέτρεπε να βάλει σε κίνδυνο την ασφάλεια της επειδή ήθελε να εξιστορήσει μια παρανοική εκδοχή με λύκους .
Και τώρα ο Μαρκέζ τον κοιτούσε εξονυχιστικά.
Ήξερε φυσικά ο Άιντεν πως ένα πράγμα θα έκανε εκείνον τον άντρα να ξεχάσει τα όνειρα της προβολής και της πιθανής προαγωγής.
"Εκτιμώ το προσωπικό ενδιαφέρον σας καθώς και την διακριτικότητα σας. Δεν είμαι αχάριστος κύριε Μάρκεζ" του είπε ο Άιντεν καθώς του πρόσφερε ένα απο τα πούρα του.
Έκατσε πίσω στην καρέκλα του και τον κοίταξε ίσια στα μάτια .
"Σκοπεύω άμεσα να χορηγήσω μια υποτροφία σπουδών στο τμήμα σας για τα ανήλικα τέκνα των αστυνομικών. Είναι το ελάχιστο ευχαριστώ για την πολυετή προσφορά σας στη δικαιοσύνη και την διακριτικότητα σας στην υπόθεση μας"
"Υποτροφία?"
Τα μάτια του Μάρκεζ έλαμψαν. Είχε σκεφτεί αυτή την πιθανότητα. Γι αυτό άλλωστε είχε έρθει στο νησί.
"Μια υποτροφία στην μνήμη του αδερφού μου. Ας πούμε της τάξεως των 300.000 δολαρίων. Και φυσικά ως διευθυντής του τμήματος θα την διαχειριστείτε εσείς. Είμαι σίγουρος οτι θα είστε ακριβοδίκαιος"
Τον είδε να βγάζει το πούρο του βιαστικά απο το στόμα του.
"Είναι μεγάλο το ποσό" του είπε έκπληκτος.
"Έχουμε λοιπόν μια συμφωνία κύριε Μάρκεζ? "
Ο διευθυντής του έγνεψε θετικά ξύνοντας το πηγούνι του.
"Και φυσικά έχουμε συμφωνία. Είστε γενναιόδωρος"
Ο Άιντεν σήκωσε το βλέμμα του στο κεφαλόσκαλο. Η Άννα τους παρατηρούσε ακίνητη. Προς στιγμή φοβήθηκε πως θα κατέβαινε κάτω. Την κοίταξε έντονα , αυστηρά και εκείνη οπισθοχώρησε πάλι πίσω.
"Και πάλι συλλυπητήρια για την απώλεια σας" είπε ο Μάρκεζ ρουφώντας με ικανοποιηση το πούρο του.
Η κηδεία της Μαντλέν θα γινόταν δυο μέρες μετά.
Έβρεχε .
Ο Ριζ κρατούσε το χέρι της Άννας. Ο Άιντεν κρατούσε το βλέμμα του πάνω στην Άννα.
Κανένας δεν έκλαψε.
(..)
Μια εβδομάδα μετά
Εφτά μέρες μετά και στο σπίτι παίζουμε κρυφτό. Η Άννα χάνεται ώρες στο νησί και όταν γυρνά κοιμάται. Όλα δείχνουν σε αναμονή.
Τα πρωινά έρχεται η Ρεμέδιος , η γυναίκα που προσέλαβε ο Μανού για το σπίτι. Τα πρωινά ακούγεται ο θόρυβος απο τα πιάτα και απο τις καθαριότητες της. Ακούγεται και η φωνή της Άννας. Μόνο τότε. Στην Ρεμέδιος μιλά. Τυπικά. Λίγες κουβέντες. Αποφεύγει να τρώει μαζί μου.
Όταν επιστρέφω είναι στο δωμάτιο της. Η πόρτα είναι κλειδωμένη.
Ξέρω πως μιλά με τον Ριζ. Το προηγούμενο βράδυ είχε αργήσει. Είχε νυχτώσει και δεν έλεγε να φανεί σπίτι. Έβαλα με το μυαλό μου τα χίλια και έτρεξα στο τέλος και στο σπίτι του Ριζ. Εκείνος με κοίταξε θυμωμένα.Ξέρει? του μίλησε?
Σχεδιάζουν κάτι?
Μιλούσαν σιγανά και όταν τους πλησίασα έδειξαν να τρομάζουν.
Δεν είμαι κάθαρμα. Αν θέλει να φύγει απο κοντά μου μπορεί να μου μιλήσει. Να κάθεται εδώ στο σπίτι και να με αποφεύγει δεν μπορώ να το αντέξω. Αε ξηγηθεί μαζί μου. Ας μου ζητήσει το λόγο.
Στην τελική μόνο αγάπη είχα για εκείνη. Είναι τόσο κακό λοιπόν κάποιος να σε λατρέψει τόσο που είναι έτοιμος να κάψει τα πάντα?
"Ρεμέδιος, η Άννα επέστρεψε?"
"Δεν γύρισε αφέντη"
"Μάλιστα."
"Εγώ πρέπει να φύγω εκτός αν με χρειάζεστε"
"Ναι φύγε"
Πάω στο δωμάτιο της.
Η πόρτα είναι ανοιχτή. Φυσικά αφού λείπει. Μήπως σχεδιάζει να φύγει? Θα μπορούσε. Έχει τα λεφτά στην τελική. Έχει το διαμάντι εξέλσιορ . Πιάνει διακόσια χιλιάρικα το ξέρει αυτό. Μπορεί να φύγει ανα πάσα στιγμή. Μπορεί να σχεδιάζει να φύγει με τον Ρίζ. Να φύγει και να μην μου πει τίποτα.
Ανοίγω τα συρτάρια της.
Μήπως έχει βγάλει διαβατήριο? Εισιτήρια?
Ψάχνω τα συρτάρια της αλλά δεν βρίσκω τίποτα.
Ανοίγω τις ντουλάπες της , ανακατεύω τα πράγματα της. Τίποτα που να δείχνει οτι προετοιμάζεται να φύγει.
Ξέρει. Ξέρει είμαι σίγουρος. Δεν με αγγίζει , δεν μου μιλά. Τα ξέρει όλα και με τιμωρεί μέσα σε μια απίστευτη αναμονή.
Ξέρει πως εγώ δεν μπορώ να της μιλήσω. Πως μπορώ να το κάνω? Πως μπορώ να καταστρέψω την τελευταία παράλογη ελπίδα μου?
Κάθε βράδυ αυτή η κλειδωμένη πόρτα. Με τρελαίνει που κλειδώνεται. Τι φοβάται οτι θα της κάνω? Αυτό καταλαβε για μένα? οτι είμαι ένα άρρωστο καθίκι που την θέλω σαν πόρνη?
Την ζήτησα σε γάμο.
Της είπα οτι δεν θέλω παιδιά.
Ήμουν λογικός. Της είπα όχι παιδιά . Το σκέφτηκε αυτό?
Και στην τελική είμαι άντρας και είναι γυναίκα να καούν όλα , δεν έκανα κάτι κακό. Κρατήθηκα με κάθε κόστος απο κοντά της. Μου δόθηκε . Μου είχε δοθεί και της είπα όχι. Της γύρισε το κεφάλι απο το χτύπημα που της έδωσα και έπειτα έπεσε στα γόνατα την επόμενη μέρα λέγοντας πως είναι ερωτευμένη μαζί μου και δεν έκανα τίποτα. Θα μπορούσα να της ανοίξω τα πόδια εκείνη την στιγμή και να ακούσω το όνομα μου να το φωνάζει απο ηδονή αλλά δεν το έκανα. Είναι πια γυναίκα. Μπορεί αυτό να το καταλάβει. Οτι είχα την ευκαιρία. Αλλά δεν το έκανα.
Δεν είμαι το κάθαρμα που νομίζει αυτή και ο Ριζ.
Κοιτάω γύρω μου . Το γραφείο είναι ήρεμο. Ανοίγω την πόρτα του γραφείου για να ακούσω την εξώπορτα αν ανοίξει.
Παίρνω το μπουκάλι με το ουίσκι. Αν δεν πέσω κάτω απο το ποτό δεν μπορώ να κοιμηθώ. Στην δουλειά δεν μπορώ να αποδώσω . Ευτυχως είναι ο Μανού.
Τι να κάνω?
Οι σκέψεις δεν σταματάνε. Θα τρελάθώ. Εκείνη θα με τρελάνει. Γιατί δεν μου μιλάει?
Αφού ξέρει ανάθεμα. Γιατί δεν στέκεται μπροστά μου και να με κατηγορήσει? προτιμά να το κάνει στον φίλο της?
Ακούω την πόρτα.
Ήρθε.
Ακούω τα βήματα της.
Πάει κατευθείαν στο δωμάτιο της να κρυφτεί . Είμαι σίγουρος. Πάντα αυτό κάνει.
Πίνω κι άλλο.
Πίνω μέχρι που το μπουκάλι αδειάζει.
Κατεβαίνω τις σκάλες. Νιώθω να ζαλίζομαι και αυτό είναι καλό. Ζαλίζομαι πολύ.
Πάω στην κάβα του καθιστικού και ανοίγω ενα νέο μπουκάλι. Βάζω λίγο σε ένα ποτήρι και ανάβω ένα πούρο.
Κάθομαι στο σκοτάδι.
Ξεφυσάω.
Θα μπορούσα εγώ να της μιλήσω. Να της πως οτι δεν έκανα κάτι κακό. Η αγάπη δεν είναι άθλια . Δεν είμαι άθλιος γιατί αγάπησα μια γυναίκα.
Ας καούν όλα.
Δεν είμαι κάθαρμα όπως νομίζει.
Ακόμη και αν δεν με ήθελε ,εγώ.. αν έκανε παιδιά θα της έδινα την περιουσία. Το είχα αποφασίσει αυτό. Μπορεί να μην της είπα την αλήθεια αλλά δεν θα της κρατούσα λεφτά.
Εγώ την θέλω . Την αγαπάω. Δεν είμαι κάθαρμα. Αυτό πρεπει να της πω.
Θέλει να φύγει?
Θα φύγει σίγουρα χωρίς να μου το πει. Μια μέρα θα ξυπνήσω και δεν θα είναι εδώ . Είμαι σίγουρος. Θα πάρει το διαμάντι και θα φύγει. Μπορεί στην Αμερική για να μην την ξαναβρώ.
Αυτό είναι θα φύγει. Είναι δειλή. Εγώ δεν είμαι δειλός όμως.
Αφήνω κάτω το ποτήρι μου.
"Δεν είμαι δειλός ανάθεμα"
Αυτό είναι Άννα.
Πάω προς τις σκάλες και ανεβαίνω τα σκαλοπάτια δυο δυο .
Πάω κατευθείαν στο δωμάτιο της.
Δεν δοκιμάζω να την ανοίξω. Ξέρω πως είναι κλειδωμένη.
Την χτυπάω με την μπουνιά μου.
"Άνοιξε"
Δεν απαντά
"Είπα άνοιξε, τέρμα το κρυφτό, θέλω να σου μιλήσω"
"Φύγε" η φωνή της ακούγεται αποφασιστική.
"Είσαι δειλή και δεν θέλεις να αντιμετωπίσεις αυτό που έχουμε, αλλά εγώ δεν είμαι δειλός. Τα καίω όλα!" της ουρλιάζω και ξαναχτυπάω με την μπουνιά μου την πόρτα
"ΘΑ ΤΗΝ ΣΠΑΣΩ ΑΝΟΙΞΕ"
"ΦΥΓΕ"
Παίρνω δύναμη και την χτυπάω με τον ώμο μου, ακούω καθαρά να λασκάρουν οι μεντεσέδες
"Αν είσαι απο πίσω φύγε γιατί θα την σπάσω"
Παίρνω δύναμη και της δίνω μια και μισανοίγει μια ρωγμή. Την βλέπω. Στέκεται ακίνητη.
"Τέρμα το κρυφτό. " της λέω με σφιγμένα δόντια και πισωπατά
Κλωτσάω επανειλλημένα την πόρτα και ανοίγει.
Κάνει ένα βήμα πίσω.
"Ποιο είναι το πρόβλημα Άννα?"
"Κανένα" πισωπατά κι άλλο
"Μην τολμησεις να το παίξεις φοβισμένη, μην τολμήσεις να παίξεις αυτό το χαρτί στον άντρα που με κάθε ανάσα του σε προσκυνά "
"Απλά φύγε δεν είμαι έτοιμη" με κοιτά ικευτικά αλλά δεν με νοιάζει
"Πότε θα είσαι ετοιμη?με σκοτώνεις. αυτό θέλεις Άννα?"
"Δεν θέλω τίποτα, εσύ τα επέλεξες όλα δώσε μου χρόνο"
Την κοιτάω ίσια στα μάτια. Τέρμα τα ψέμματα.
"Ξέρεις . Ξέρεις τα πάντα έτσι δεν είναι?"
Την πλησιάζω την πιάνω απο τα μπράτσα
την ταρακουνάω
"Πες Άννα οτι ξέρεις"
Σκύβει το κεφάλι
Της σηκωνω το κεφάλι " πες Άιντεν ξέρω, βγάλε με απο την δυστυχία μου"
Κλαίει
"Μην το κάνεις αυτό Άννα, δεν είναι ώρα για κλάματα , πες ξέρω Άιντεν, ξέρω γαμώ το κεφάλι μου και τα καίω όλα γιατί σε αγαπάω Άιντεν "
"Πως το ζητάς αυτό?"
Νιώθω να τρελαίνομαι , δεν μπορώ να πάρω ανάσα
"Πως το ζητάω Άννα? Έτσι το ζητάω, όπως ένας άντρας που τρελαίνεται για την γυναίκα του"
Την πιάνω και ορμάω στα χείλη της , την φιλάω δυνατά, με τα χέρια της προσπαθεί να με απομακρύνει
"Δεν με νοιαζει ..ανάθεμα τίποτα δεν με νοιάζει Άννα , να καουν τα πάντα στη Γη εσύ με νοιάζεις, στην φωτιά πέφτω για σένα, καιγομαι Άννα καίγομαι απο αγάπη και πάθος και δεν ντρέπομαι για τίποτα"
Την φιλάω δυνατά την σηκώνω πάνω μου
"Τίποτα δεν είναι σωστό απο αυτά Άιντεν"
Της φιλάω τα δάκρυα , τα μάγουλα , της ρουφάω το λαιμό, της σκίζω την νυχτικιά
"Το σωστό το ορίζουν τα κορμιά μας ..οι καρδιές μας"
Πέφτουμε στο κρεβάτι , με πολεμά ,
"Είμαι πιο δυνατός. η αγάπη μου είναι πιο δυνατή"
Της σκίζω το εσώρουχο
"Άσε με να σε αγαπήσω ξανά "
"Αιντεν" κλαψουρίζει απο κάτω μου
"Σ'αγαπάω σε θέλω όσο τίποτα είσαι η ανάσα μου.. η ανάσα μου"
Της ανοίγω τα πόδια , ξεκουμπώνω το παντελόνι μου, με το άλλο χέρι την κρατάω κάτω
"Αυτό είναι το σωστό Άννα"
"Αιντεν όχι..όχι ξανά"
Μπαίνω μέσα της.
Αυτό. Αυτό είναι το σωστό. Το νιώθω. Την νιώθω.
"Πες όλα οτι θα τα κάψεις για μένα"
"όχι" κλαψουρίζει
"Είσαι δειλή Άννα, φοβάσαι μια λέξη , δεν φοβάσαι να διώξεις μια αγάπη για χάρη μιας λέξης, δεν νιώθεις πως αυτή είναι η αληθινή ύβρις?να αρνείσαι μια αγάπη?"
Μπαίνω ξανά και ξανά με ορμή μέσα της , μου αφήνει τα χέρια , φωνάζει απο ηδονή, δαγκώνει τα χείλη της
"Πες οτι με αγαπάς"
μουρμουρίζω στα χείλη της, καθώς την πηδάω δυνατά, κοφτά, μπαίνω μέσα της, την λεηλατώ όπως με λεηλάτησε, με σάρωσε
"Σ'αγαπώ "με αγκαλιάζει κλαίει
"Δεν μας νοιάζει τίποτα τότε"
Την ρουφάω , τα χείλη , το στήθος , της γυρίζω ανάποδα και μπαίνω ξανά με ορμή μέσα της, την κρατάω απο την μέση , το στέρνο μου τρίβεται στην πλάτη της, το μάγουλο μου γρατζουνά το δικό της
"Πες οτι δεν θα φύγεις, ορκίσου"
Κρύβει το πρόσωπο της στα ξέστρωτα σεντόνια, της τραβάω τα μαλλιά , της βγάζω το κεφάλι απο την σιωπή, της δαγκώνω το λοβό
"Είσαι δική μου"
Της κάνω σκληρό έρωτα και κουνιέται αποκάτω μου στο ρυθμό μου,
"Ναι θα τα κάψουμε όλα" της μουρμουρίζω , είναι δική μου
Την καρφώνω δυνατά, βογγά και φωνάζει
"Δική μου ανάθεμα"
Κλαίει και φωνάζει, μου δαγκώνει τα χέρια, μου τα γλύφει. σπαρταρά
"Δική μου Άννα. Η δική μου Άννα"
Γινόμαστε δυνατά ένα και έπειτα αδειάζω μέσα της , αδειάζω την αγάπη μου, τον πόθο μου. τα υγρά μου, της καταθέτω τον εαυτό μου και έπειτα βγαίνω αργά απο μέσα της, γλιστράω αργά αλλά την κρατάω δυνατά
Είμαστε λαχανιασμένοι, ιδρωμένοι
"Ερωτευμένοι Άννα είμαστε δεν κάνουμε κάτι κακό"
Με κοιτά με θυμό, κλαίει και μετά με αγκαλιάζει
Κλαίει με αναφυλλητά
Μου λέει οτι με αγαπάει,έπειτα με χτυπά, μου λέει οτι με μισεί, την φιλάω παντού
Με κοιτά στα μάτια, σκουπίζει τα δάκρυα της
"Δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό Άιντεν"
"Ποιος το λέει αυτό?" της λέω αυστηρά, σχεδόν ουρλιάζω
Τρέμει. Τρέμει γι αυτό που θα πει
"Εμπρός Άννα. Μίλα . Τι φοβάσαι?Ποιός ορίζει οτι ο ερωτάς μας δεν είναι σωστός? Γιατί τον νιώθουμε σωστό μέσα μας"
Μου γνέφει αρνητικά, την παίρνω στην αγκαλιά μου, την τραντάζω
" πες το, μην φοβάσαι, είναι μια γαμημένη λέξη και αυτή η λέξη δεν είμαστε εμείς. δεν με ορίζει μια λέξη, εγώ ορίζω την ζωή μου, το κατάλαβα χρόνια τώρα που παλεύω να μείνω μακριά σου πως είναι μάταιο,μίλα , θέλω να σε ακούω να το λες αυτό που τόσο φοβάσαι, φέρτο στο φως να σου δείξω πόσο γελάω και απαξιώνω τον φόβο σου"
Με κοιτά οργισμένη ανοίγει το στόμα της και μένει μετέωρη
"ΑΠΛΑ ΠΕΣ ΤΟ ΑΝΝΑ"
Και την ακούω να λέει αυτό που την φοβίζει τόσο. Να το λέει χωρίς να κομπιάζει, χωρίς να κατεβάσει τα μάτια της σε μένα
"Είναι αιμομιξία, είμαστε αδέρφια. Έχουμε το ίδιο αίμα, τον ίδιο πατέρα."
Ανακάθομαι στο κρεβάτι.
"Όσο γι αυτό Άννα. Δεν μου καίγεται καρφί" της λέω περιφρονητικά.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top