Το Πνευμα των Χριστουγέννων/part 1

΄΄Καλήν εσπέραν Άρχοντες, και αν είναι ορισμός σας, Χριστού τη Θείαν γέννησιν να πω στ'αρχοντικό σας. Χριστός γεννάται σήμερον, εν Βηθλεέμ τη πόλη, οι ουρανοί αγάλλονται χαίρει η φύσις όλη. Εν τω σπηλαίω τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων, ο βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων. Σ'αυτό το σπίτι που ρθαμε, πέτρα να μη ραγίσει, και ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια να ζήσει΄΄

Η διαδρομή ήταν ακριβώς η ίδια. Τα ίδια μέρη άφηναν πίσω τους, τους ίδιους λόφους, τα ίδια σπίτια. Μονάχα που μαζί με όλα αυτά, άφηναν και αγαπημένα πρόσωπα, τέλεια συνδυασμένα με όμορφες αναμνήσεις. Στο μυαλό της Σάρα, τριγυρνούσε η εικόνα του όμορφου νεαρού Γκέντελ, με τον κυανό πυθμένα ζωγραφισμένο μέσα στα μάτια του. Πόσο καιρό είχε να νιώσει την αίσθηση του τυχαίου αγγίγματος, εκείνου που σου προκαλούσε ηλεκτρισμό, εξαιτίας της αθωότητάς του; Όλα ήταν τέλεια το βράδυ εκείνο. Το περιβάλλον, η εορταστική ατμόσφαιρα, εκείνος.

Η Ζόε πάλι έκανε διαφορετικές σκέψεις. Στην παιδική της ψυχή είχε αποτυπωθεί όλη αυτή η μαγεία, οι όμορφες γεύσεις, οι τάρανδοι καθώς και όλες οι μικρές και μεγάλες χριστουγεννιάτικες ιστορίες. Στα χέρια της κρατούσε το στολίδι, ολόκληρο πλέον και μαζί με την δική του ολοκλήρωση, οι γιορτές έμοιαζαν πιο ζωντανές από ποτέ. Σκεφτόταν τα γράμματα της Σάρα και κάπου μέσα της διατηρούσε μία ελπίδα πως ίσως, με κάποιον τρόπο μαγικό, κατόρθωναν να αντικρίσουν τον πατέρα τους ξανά.

Το τρένο έφτασε έπειτα από αρκετές ώρες, πίσω στην αποβάθρα Πάντινγκτον έχοντας ξεκινήσει από τον Καρυοθραύστη. Τα κορίτσια αποβιβάστηκαν, όταν είδαν από μακριά τον Λόμιλ να τις φωνάζει.

«Παππού!» Ακούστηκε η παιδική φωνή της Ζόε.

«Λοιπόν, ένα πουλάκι μου μήνυσε πως τα καταφέρατε και επιστρέψατε νικήτριες και με το στολίδι το φημισμένο ολόκληρο πια» τους είπε χαρούμενος και εκείνες ευθύς τον αγκάλιασαν σφιχτά «Σάρα, διακρίνω μία μελαγχολία στο βλέμμα σου ή είναι η ιδέα μου;» Την ρώτησε διακριτικά ο Λόμιλ.

«Φαντάζομαι οφείλεται στο γεγονός πως επέστρεψα πίσω στο σπίτι και πίσω στη σιωπή και την απώλεια. Είχα ξεχαστεί κάπως στο Όλομ. Ο τόπος σου είναι όμορφος παππού» του είπε η Σάρα και εκείνος χαμογέλασε πονηρά.

« Πολλές φορές, τις ευτυχισμένες στιγμές τις δημιουργούμε εμείς. Μην αφήνεις τη θλίψη να κυριαρχήσει. Η μητέρα σου σε χρειάζεται, όπως και η αδερφή σου» της είπε και εκείνη κούνησε το κεφάλι της με κατανόηση. Είχε έρθει ο καιρός των αλλαγών. Έπρεπε να αφήσουν τις αναμνήσεις και τον μπαμπά τους να πετάξουν ελεύθερα εκεί που ανήκαν. Θα βρίσκονταν πάντοτε μέσα στην ψυχή τους, όμως έπρεπε να παραμείνουν εκεί και όχι να αποτελούν εμπόδιο στη ζωή τους.

Μαζί με τον Λόμιλ, ανέβηκαν ξανά τα σκαλιά του Ρούντολφ. Οι φωνές των ανθρώπων ακούγονταν χαρούμενες, περιορισμένες στον μικρόκοσμο της καθημερινότητας. Μονάχα το προσωπικό του μαγαζιού γνώριζε την αλήθεια για την ύπαρξη του μαγικού κόσμου. Ρούφηξαν με λαιμαργία τις μυρωδιές του μαγικού μαγαζιού με τις υπέροχες λιχουδιές, τα μπαχάρια και τον στολισμό και κατόπιν πήραν το τρένο με τελικό προορισμό το γραφικό Μπίμπουρι.

«Σου λείπει, έτσι δεν είναι;» Ρώτησε στα ξαφνικά η Ζόε την αδερφή της, η οποία την αγριοκοίταξε.

«Ποιος να μου λείπει; Το κρεβάτι μου ίσως...» πάλεψε να κρυφτεί από την μικρή, μα τον εαυτό της ήταν αδύνατον να τον ξεγελάσει.

Της έλειπε και αυτό την φόβιζε, γιατί το συναίσθημα της ήταν πρωτόγνωρο και η κατάσταση με τον Γκέντελ ιδιάζουσα. Το ταξίδι ήταν κουραστικό, καθώς είχε χρειαστεί να αλλάξουν δύο τρένα. Η Ζόε είχε αποκοιμηθεί στην αγκαλιά του Λόμιλ και η Σάρα χάζευε σκεπτόμενη τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί. Μία ώρα σχεδόν αργότερα, το τρένο έφτανε στην αποβάθρα του Μπίμπουρι και η Άλις τους κούνησε τα χέρια. Ο πατέρας της, της είχε πει πως θα πήγαιναν εκδρομή στο Λονδίνο, ωστόσο είχε παραξενευτεί με την ξαφνική τους επιστροφή. Τις αγκάλιασε με τρυφερότητα και ένταση. Τις είχε πεθυμήσει, ωστόσο η αμήχανη εικόνα του Λόμιλ να στέκει μονάχος του λίγα μέτρα μακριά τους, την έκανε να νιώσει θλίψη. Τότε, η Σάρα έκανε ένα βήμα πιάνοντας το γέρικο χέρι του, καθώς εκείνος είχε επιστρέψει στην αρχική του εμφάνιση. Εκείνη του γλυκού ηλικιωμένου.

«Το παρελθόν ανήκει στο παρελθόν μαμά, μα ο παππούς είναι κομμάτι του παρόντος και μέλλοντός μας. Θέλω να αφήσετε πίσω αυτά που σας χωρίζουν. Σας έχουμε ανάγκη και εσείς ο ένας τον άλλο» της είπε και ένα κύμα αγαλλίασης πλημμύρισε την Άλις.

Για εκείνη ήταν ο Έλτον, ο τρυφερός πατέρας που αγαπούσε και που πάντοτε της αφηγούνταν παραμύθια γιορτινά και μη, για ξωτικά, νεράιδες και νάνους κάνοντάς τα να μοιάζουν αληθινά. Ο Λόμιλ ήξερε ωστόσο πως είχε φτάσει η στιγμή η κατάλληλη για να μιλήσει στην κόρη του. Από τότε που χάθηκε ο Σάιμον, δεν ήταν ποτέ πια η ίδια. Με μία κίνηση έκανε σήμα στην Ζόε να της δώσει το στολίδι. Η Άλις το κοίταξε αμήχανα, καθώς ήταν και η τελευταία φορά που είχε μιλήσει με τον Έλτον. Κάποτε της είχε παραδώσει το στολίδι το οποίο πήγαινε από γενιά σε γενιά. Είχε ιδιότητες μαγικές, της είχε πει, μα ο πόνος για τον άνδρα της επισκίασε τα πάντα. Με τρεμάμενα χέρια το πήρε και το κοίταξε προσεκτικά.

«Το έφτιαξες» του είπε ξέπνοα και εκείνος χαμογέλασε.

«Οι κόρες σου το έκαναν γιατί πίστεψαν στη μαγεία. Ξέρω, πως τίποτε δεν μπορεί να φέρει πίσω τον Σάιμον. Ξέρω πως έφυγε, ωστόσο όσο τον έχεις μέσα στην καρδιά σου, δεν θα πεθάνει ποτέ. Αν ήταν τώρα εδώ, θα στεναχωριόταν που θα σε έβλεπε σε αυτήν την κατάσταση. Ξέρεις πόσο αγαπούσε τα Χριστούγεννα. Χάρισέ τα στα παιδιά σου, άνοιξε το σπίτι σου, πίστεψε και γέλασε. Τα χρόνια περνούν» τελείωσε και ένιωσε τους πάντες να παγώνουν.

«Παππού, νομίζω πρέπει να της πεις την αλήθεια» είπε η Ζοε και η Άλις τους κοίταξε όλους έναν έναν.

«Μπαμπά, έχεις κάτι που θέλεις να μου πεις;» Τον ρώτησε με το ένα φρύδι σηκωμένο, όταν τον είδε να χαμογελά και μία αμυδρή λάμψη να τον τυλίγει εξαφανίζοντας σταδιακά τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του. Τα αφτιά του πήραν το σχήμα το κωνικό και η γενειάδα του μάκρυνε. Η Άλις τον κοιτούσε με το στόμα της μισάνοιχτο, σχεδόν σαν να έβλεπε έναν ξένο.

«Λόμιλ Γκάλας. Πρώην βοηθός του Άγιου Βασίλη, μα εξακολουθώ να είμαι ο πατέρας σου!» της είπε γελώντας ωστόσο η Άλις συνέχισε να στέκεται άφωνη. «Νομίζω πως απόψε θα σας αφηγηθώ εγώ μία χριστουγεννιάτικη ιστορία αγάπης. Θα μου υποσχεθείτε όμως, πως μετά από αυτό, θα στολίσουμε εδώ μέσα» τελείωσε και η Άλις βουρκωμένη και κρατώντας αγκαλιά τις κόρες της, έκατσε με κομμένη την ανάσα στον καναπέ.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top