Η Άφιξη στο Όλομ/part 2
H διαδρομή μέχρι το πανδοχείο, αποδείχτηκε μαγική. Δεν ήταν μονάχα οι αγγελικές φωνές των παιδιών, τα παραδοσιακά σπίτια και οι στολισμοί. Ήταν και οι μυρωδιές των χριστουγεννιάτικων εδεσμάτων που κυκλοφορούσαν αχνιστά από σπίτι σε σπίτι.
«Θα έχετε την ευκαιρία να τα δοκιμάσετε όλα» ακούστηκε η φωνή του Γκέντελ. «Το πανδοχείο μας προσφέρει ένα πλήρες πρωινό, παραδοσιακό» τους χαμογέλασε, βλέποντας το πρόσωπο της Ζόε να φωτίζεται.
Το έλκηθρο, σταμάτησε έξω ακριβώς από ένα πέτρινο οίκημα, στην ξύλινη πόρτα του οποίου υπήρχε ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο, στολισμένο στα χρώματα του κυανού και πράσινου, με παγώνια σκαρφαλωμένα στα κλαδιά του. Το κάθε δέντρο γενικά, είχε το δικό του θέμα και όπως ήταν λογικό, για ένα μέρος σαν αυτό, διοργανώνανε διαγωνισμούς του καλύτερου. Ο ήλιος είχε πλέον σηκωθεί ψηλά και ο λευκός χορός των νιφάδων είχε για λίγο σταματήσει. Οι τρείς τους μπήκαν στο εσωτερικό του πανδοχείου και στάθηκαν μπροστά από μία κυρία σχετικά μεγάλης ηλικίας, η οποία φορούσε ένα παράξενο, πουπουλένιο καπέλο, στα χρώματα το δέντρου της εισόδου. Βλέποντας τον Γκέντελ, τον χαιρέτησε με την λεπτή της φωνή.
«Καλημέρα σας! Ονομάζομαι Βιλ Γκάμιρ και είμαι η ιδιοκτήτρια. Δεν φαντάζεστε πόσο συγκινημένη νιώθω που γνωρίζω από κοντά τις εγγονές του αξιοσέβαστου Λόμιλ Γκάλας! Μας έχει λείψει τόσο πολύ και ελπίζω ειλικρινά να είναι καλά. Λοιπόν, εσύ θα πρέπει να είσαι η Ζόε η φρόνιμη και από εδώ η Σάρα μας η άτακτη» πρόφερε πονηρά για να δει το πρόσωπο της κοπέλας να σκοτεινιάζει.
«Ειλικρινά, νιώθω τρομερά άσχημα που μία ολόκληρη κοινότητα ξωτικών, μου έχει κολλήσει αυτήν την ταμπέλα» μούγκρισε για να δει τον Γκέντελ να παλεύει να κρύψει το γέλιο του.
«Ω, αγαπητή μου Σάρα. Τίποτε δεν μένει στάσιμο και φυσικά εσύ, μπορείς να φροντίσεις ώστε να το αλλάξεις αυτό. Όχι δηλαδή πως έχει σημασία πλέον, μιας και ο Άγιος έχει απογοητευτεί από τους ανθρώπους και έχει πάψει να σκορπά τα Χριστούγεννα στον κόσμο» είπε λυπημένα η γυναίκα.
«Μα, γι' αυτό είμαστε εμείς εδώ. Για να ζωντανέψουμε τα Χριστούγεννα. Υπάρχουν χιλιάδες παιδιά που τα περιμένουν και που έχουν ακούσει ιστορίες από τους γονείς και τους παππούδες τους» είπε η Ζόε και η γυναίκα της χαμογέλασε.
«Είναι μία δύσκολη αποστολή, πολύ δύσκολη και εσείς δεν έχετε πολύ χρόνο μέχρι την Παραμονή. Σας εύχομαι καλή τύχη μέσα από την καρδιά μου και να ξέρετε πως είμαι στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε βοήθεια χρειαστείτε, έτσι δεν είναι Γκέντελ;» ρώτησε τον νεαρό και εκείνος ένευσε θετικά. «Λοιπόν, το δωμάτιό σας, είναι το νούμερο έξι, το οποίο είναι και ο τυχερός μου αριθμός. Τα πάντα είναι έτοιμα και το πρωινό σας, σας περιμένει στο κρεβάτι σας» τελείωσε όταν η Σάρα άνοιξε την τσάντα της, προκειμένου να βγάλει τα χρήματα για να πληρώσει, μα ο Γκέντελ ευθύς την σταμάτησε.
«Αυτό, να το ξεχάσεις» της είπε.
«Τουλάχιστον, είσαι γενναιόδωρος» σχολίασε η Σάρα με νόημα.
«Γιατί τι άλλο είμαι;» την ρώτησε εκείνος.
«Σπαστικός» του απάντησε προσπερνώντας τον, με την Ζόε να έχει μείνει και να κοιτάζει το ξωτικό, που εξακολουθούσε να στέκεται με την απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του.
«Μην δίνεις σημασία στην αδερφή μου. Μερικές φορές γίνεται αυτό για το οποίο σε κατηγόρησε μόλις» του είπε προσπαθώντας να φανεί σοβαρή, ενώ ο Γκέντελ σκεφτόταν πως σπανίως ερχόταν σε αντιπαράθεση με κάποιον και φυσικά, πως κανένας μέχρι τώρα δεν του είχε προσάψει κάποιο κοσμητικό επίθετο.
Ελαφρώς πειραγμένος, τις οδήγησε στο δωμάτιό τους, λέγοντάς τους πως η σημερινή μέρα, θα ήταν ελεύθερη εξαιτίας της κούρασης του ταξιδιού. Μόλις η πόρτα άνοιξε, ένα επιφώνημα ξέφυγε από το στόμα της Ζόε, η οποία αντίκρισε το χριστουγεννιάτικο δέντρο της κενό. Το πλησίασε αρχικά αργά, προσπαθώντας να καταλάβει τον λόγο.
«Γκέντελ, γιατί το δέντρο δεν έχει στολίδια;» τον ρώτησε με μία παιδική αφέλεια να χρωματίζει τη φωνή της.
«Γιατί περιμένει εσένα και τις σκέψεις σου για να στολιστεί. Πλησίασέ το περισσότερο, γονάτισε μπροστά του και κράτησε απαλά, ένα από τα κλαδιά του στα χέρια σου. Τότε, ξεκίνα να φαντάζεσαι έναν στολισμό, όπως τον επιθυμείς εσύ» της είπε και τότε η μικρή ακολούθησε με απόλυτη ευλάβεια τις οδηγίες του. Πλησίασε το δέντρο, γονάτισε και πήρε στα χέρια της ένα κλαδί του.
Στην καρδιά της βαθιά μέσα, φώλιαζαν τα Χριστούγεννα με κάθε μορφή. Τρενάκια, ζωάκια, παιχνίδια, χιόνι και στολισμοί, όλα αυτά και ακόμη περισσότερα εκπροσωπούσαν τη φαντασία της και τις σκέψεις της. Άξαφνα, ο ήχος ενός τρένου την έκανε να ανοίξει τα μάτια της, τα οποία τόση ώρα κρατούσε κλειστά. Στα πόδια της υπήρχαν ράγες και ένα μικροσκοπικό τρενάκι, διέγραφε κύκλους στη βάση του δέντρου. Τη στιγμή που ετοιμαζόταν να το ακουμπήσει, άκουσε χιλιάδες φωνές να αντηχούν μέσα από τα κλαδιά, μόνο για να εμφανιστούν μικροσκοπικοί καρυοθραύστες και τύμπανα, αρκουδάκια μικρά, ντυμένα στα λευκά και τα κόκκινα, βαστώντας γυάλινες, χρωματιστές μπάλες και πετώντας τες το ένα στο άλλο, ώστε να φτάσουν όλο και ψηλότερα, στολίζοντας το δέντρο. Φιγούρες γιορτινές κάθε λογής, έριχναν απαλά το λευκό χιόνι, στολίζοντας τα κλαδιά, σύμφωνα πάντοτε με τις επιθυμίες της μικρής. Όταν ο χορός ο μαγικός κόπασε και το δέντρο έλαμψε γιορτινό, ο Γκέντελ εμφάνισε δύο μάλλινες κάλτσες με τα ονόματά τους και τις τοποθέτησε ακριβώς επάνω από το τζάκι.
«Να ξέρετε, πως αν θελήσετε να αφήσετε την χριστουγεννιάτικη ευχή σας, μην διστάσετε» ολοκλήρωσε και με μία υπόκλιση αποχώρησε, ευχόμενος καλή ξεκούραση.
Η Ζόε με ένα σάλτο, βρέθηκε πάνω στο κρεβάτι, με την Σάρα να ακολουθεί δειλά, πιάνοντας το δίσκο με το πρωινό τους.
Πράγματι, ήταν απολαυστικό και τα εδέσματα φρέσκα, μυρωδάτα και γιορτινά. Τα κρουασάν, είχαν το σχήμα του μπαστουνιού και ήταν γεμιστά με κρέμα και μαρμελάδα φράουλα. Η σοκολάτα τους, είχε μία μυρωδιά πορτοκαλιού και κανέλας, κάνοντάς τες να βγάζουν επιφωνήματα έκπληξης. Ωστόσο, όσο όμορφη και αν φάνταζε η μέρα, η κούραση εξαιτίας του πολύωρου ταξιδιού κέρδισε έδαφος, με τα κορίτσια να αποφασίζουν να ξαπλώσουν έστω για μερικές ώρες, προτού βγουν για την απογευματινή τους βόλτα αργότερα.
Όταν η Σάρα άνοιξε εκ νέου τα μάτια της, έξω ο ήλιος έδυε. Σαστισμένη, συνειδητοποίησε πως αποκοιμήθηκε, ωστόσο αυτός ο ύπνος ήταν αναζωογονητικός και αναγκαίος. Το σώμα της το ένιωθε πιασμένο, ενώ δίπλα της η μικρή κοιμόταν ακόμη γαλήνια. Με μία κίνηση τρυφερή, την σκέπασε και αποφάσισε να κατέβει μέχρι την υποδοχή και να κάτσει στο ζεστό σαλόνι. Εξάλλου, υπήρχαν πολλές χριστουγεννιάτικες ιστορίες, σε μορφή βιβλίου που θα μπορούσε να διαβάσει. Πράγματι, έχοντας κάνει ένα ζεστό μπάνιο και ντυθεί, κατέβηκε τα σκαλιά διαπιστώνοντας πως ήταν μόνη της, εκτός από μία οικογένεια ξωτικών που έπαιζε μαζί με τα παιδιά της στο βάθος του σαλονιού. Η Σάρα πήρε στα χέρια της αμήχανη ένα παραμύθι με τον μικρό τυμπανιστή, ωστόσο προτού προλάβει να διαβάσει την πρώτη γραμμή, τα μάτια της γέμισαν δάκρυα και ευθύς το έκλεισε.
΄΄Όλα μου θυμίζουν εκείνον. Όσο και αν έχω παλέψει μέσα μου, πάντοτε θα υπάρχει ένα κενό στην καρδιά μου που κανένας δεν θα μπορέσει να αναπληρώσει. Έχασα τον εαυτό μου μέσα στο πένθος μου και δεν σκέφτηκα ούτε καν την αδερφή μου. Είμαι μία εγωίστρια που πλήγωσε ένα μικρό παιδί. Ο μπαμπάς θα στεναχωριόταν τόσο πολύ, αν μπορούσε από κάπου να με δει. Πρέπει να προχωρήσω και να αφήσω τον θυμό μου στην άκρη. Με ή χωρίς τα Χριστούγεννα, πρέπει να σταθώ δίπλα στη Ζόε, τη στιγμή που η μαμά, δεν είναι σε θέση να το κάνει ακόμη΄΄ σκέφτηκε πικραμένη, όταν είδε ένα χαρτομάντηλο να ξεπροβάλει από δίπλα της.
Ξαφνιασμένη, έστρεψε το βλέμμα της δεξιά, για να δει τον νεαρό Γκέντελ να της το προσφέρει. Σιωπηλή το πήρε στα χέρια της και τον ευχαρίστησε με ένα νεύμα.
«Να ξέρεις πως εγώ, δεν σε έχω βάλει στην επίσημη λίστα με τους άτακτους» της είπε κάνοντάς την να χαμογελάσει αμήχανα «Ξέρω πως περνάς δύσκολα και είσαι μικρή ακόμη. Ο χαμός και η απώλεια αγαπημένων μας, είναι πάντοτε περίπλοκο και ποτέ δεν είσαι σωστά και αρκετά προετοιμασμένος για να το αντιμετωπίσεις. Έχω χάσει και τους δύο γονείς μου» τελείωσε και τότε μόνο, είδε την ματιά της Σάρα να μαλακώνει.
«Λυπάμαι πολύ και σου ζητώ συγγνώμη για πριν...ξέρεις» πάλεψε να ολοκληρώσει την κουβέντα της και τον είδε να της πιάνει το χέρι για δευτερόλεπτα.
«Δεν πειράζει, ίσως και να είχες και δίκιο. Μερικές φορές γίνομαι πράγματι σπαστικός. Ωστόσο, μιας που είναι μέρες χαράς και εσείς έχετε το ελεύθερο, τι θα λέγατε να πάμε στο παγοδρόμιο;» τη ρώτησε και την είδε ξαφνικά να λάμπει ολόκληρη.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top