Όταν ακόμη υπήρχαν τα Χριστούγεννα.../ part 4
Τα δύο κορίτσια εισήλθαν στο εσωτερικό του, το οποίο κάθε άλλο, παρά ζεστό έμοιαζε. Σίγουρα ήταν καλύτερο από ένα εγκαταλελειμμένο, ωστόσο το περιβάλλον γύρω τους, ούρλιαζε μία κάποια εγκατάλειψη και κλεισούρα. Φαινόταν φτωχικό, σαν να μην ήθελε ο ιδιοκτήτης του να κάνει την παραμικρή αλλαγή, αφήνοντας τον χρόνο να χαράξει επάνω τα σημάδια του. Η Σάρα κοιτούσε ολόγυρα, ωστόσο από το μυαλό της πάλευε να φύγει η ατάκα του παππού της σχετικά με την κλοπή που σχεδίαζε να κάνει. Όλο αυτό της δημιουργούσε μία αμηχανία και προσπαθούσε να σκεφτεί, από πού στο καλό είχε αντλήσει ο γέρος όλες αυτές τις πληροφορίες. Εκείνος τις οδήγησε στο καθιστικό του αμίλητος, το οποίο έμοιαζε το ίδιο απεριποίητο και μουντό, όπως και το υπόλοιπο σπίτι. Η φλόγα στο τζάκι σιγόκαιγε και ήταν η μόνη πηγή θερμότητας. Κάθισαν όλοι μαζί και τότε, ο παππούς Έλτον, έκανε σήμα στη Ζόε να του δώσει το κουτί με το στολίδι. Για λίγο το περιεργάστηκε σκεπτικός και χαμογέλασε θλιμμένα.
«Το συγκεκριμένο αντικείμενο, το είχα δώσει στην μητέρα σας. Της είχα πει να το φυλάξει και να το παραδώσει σε εσάς, όταν θα ερχόταν η κατάλληλη στιγμή. Από ό,τι κατάλαβα ωστόσο, εκείνο είχε άλλη άποψη. Ήθελε να βρεθεί νωρίτερα και νομίζω πως έπεσε επάνω στα σωστά χέρια» πρόφερε κοιτάζοντας την Ζόε με τρυφερότητα.
«Ζόε Σμιθ, να ξέρεις πως είσαι η αγαπημένη φιγούρα των Χριστουγέννων και σε αντίθεση με την αδερφή σου, εσύ βαδίζεις στον σωστό δρόμο» της είπε και η Σάρα ίσα που βαστούσε την ανάσα της. Ωστόσο, εξαιτίας του εκνευρισμού της, σηκώθηκε απότομα επάνω και τον κοίταξε στα μάτια.
«Εντάξει, νομίζω πως όλο αυτό το αστείο πρέπει να τελειώσει. Πες μου επιτέλους πώς γνωρίζεις για την ζωή μου; Με παρακολουθείς; Σε έβαλε μήπως η μαμά; Λέγε!» του φώναξε ωστόσο εκείνος ανάβοντας μία ξύλινη, σκαλιστή πίπα, την κοίταξε με ένα πονηρό χαμόγελο αποφεύγοντας για αρχή να απαντήσει στην ερώτησή της.
«Γνωρίζετε τι σημαίνουν τα αρχικά Α.Β.Β.Π;» τις ρώτησε και αφού δεν έλαβε απάντηση, συνέχισε «Σημαίνουν Άγιος Βασίλης, Βόρειος Πόλος. Όλη αυτή η κατασκευή, είναι ένα αυθεντικό στολίδι, προερχόμενο από τα σπλάχνα των Χριστουγέννων. Σάρα, δεν είναι του χαρακτήρα μου να κατασκοπεύω και η αλήθεια δεν το έχω ανάγκη. Γνωρίζω πολύ καλά τι συμβαίνει στη ζωή σου και ας βρισκόμαστε σε απόσταση. Σε διαβεβαιώνω, πως υπάρχουν και καλύτεροι σε αυτόν τον κόσμο, από τον Κρίστοφερ και δεν χρειάζεται να βανδαλίζεις αυτοκίνητα, για να του αποδείξεις πως αξίζεις την αγάπη του. Πίστεψε στον εαυτό σου για αρχή και αυτό είναι αρκετό» της είπε προκαλώντας της σοκ. Ξαφνικά τα μάτια της γέμισαν δάκρυα βουβά, που κύλησαν αβίαστα στα μάγουλά της. «Έχεις πολύ θυμό μέσα σου Σάρα. Θα ήθελες να μου μιλήσεις γι' αυτό; Τον πόνο όταν τον μοιραζόμαστε με αγαπημένα πρόσωπα, τον ξορκίζουμε κατά κάποιον τρόπο» τελείωσε και η κοπέλα κάρφωσε τα μάτια της στα σμαραγδένια δικά του.
«Έχω βαρεθεί να μου λένε όλοι να μην στεναχωριέμαι και να με λυπούνται. Ειδικά εσύ, πάλευες να πείσεις κάποτε την μαμά, πως τα Χριστούγεννα ίσως και να έφερναν πίσω τον μπαμπά. Όλα αυτά είναι σαχλαμάρες!» φώναξε και ο παππούς της φύσηξε τον καπνό.
«Σάρα μου, όταν λέμε να τον φέρουν πίσω, δεν εννοούμε με σάρκα και οστά. Αυτό που κάποτε ζήτησα από την μητέρα σας, ήταν να έχει πίστη στη δύναμη αυτών των τόσο ξεχωριστών ημερών, που είναι ικανές να πραγματοποιήσουν κάθε ευχή, με ένα δικό τους τρόπο. Αν δεν πιστέψεις, πώς θα μάθεις; Ο μπαμπάς σας έφυγε και αυτό δεν θα μπορούσε κανείς να το αλλάξει. Ωστόσο, μερικές φορές οι αγαπημένοι μας, σκαρφίζονται τρόπους για να επικοινωνούν μαζί μας και τα Χριστούγεννα να είσαι σίγουρη, πως μπορούν να σου μεταφέρουν τα μηνύματά τους. Να ξέρεις, πως ο πατέρας σου είναι περήφανος για εσένα Σάρα. Σου λείπει και το καταλαβαίνω, μα μην αφήνεις τον θυμό σου να επηρεάζει αυτό που είσαι. Ούτε ο πατέρας σου θα επιθυμούσε κάτι τέτοιο» τελείωσε ωστόσο η κοπέλα δεν είχε το κουράγιο να τον κοιτάξει στα μάτια. Δεν ήθελε να φαίνεται ευάλωτη, η περηφάνια του χαρακτήρα της δεν της το επέτρεπε.
«Εύκολο να το λες εσύ» ψιθύρισε με τα δάκρυα έτοιμα να κυλήσουν ξανά, ωστόσο ο Έλτον πήρε ήρεμα τον λόγο.
«Πίστεψέ με, τίποτε στη ζωή δεν είναι εύκολο. Ούτε η δική μου ζωή ήταν, μα όταν κάτι το θέλεις πολύ και το παλεύεις πιστεύοντας σε αυτό, να είσαι βέβαιη πως θα υπάρξει ανταμοιβή» της απάντησε.
«Μα, γιατί παππού; Τι δυσκολίες αντιμετώπισες;» Ρώτησε η Ζόε ανυπομονώντας να ακούσει τη συνέχεια της ιστορίας. Τον είδε τότε να σηκώνεται και να πιάνει με προσοχή το γυάλινο στολίδι στα χέρια του κοιτάζοντάς το με λατρεία.
«Ας πούμε, πως κάποτε χρειάστηκε να πάρω μία σοβαρή απόφαση που θα μου άλλαζε την ζωή. Μία απόφαση για την οποία δεν μίλησα ποτέ και σε κανέναν, ωστόσο θαρρώ πως ίσως έχει έρθει πλέον η ώρα και για εμένα να το μοιραστώ» τελείωσε και σηκώθηκε επάνω αργά, χαμογελώντας στις εγγονές του.
Κατευθύνθηκε σε έναν παλιό πίνακα και αφού τον ξεκρέμασε, τις πλησίασε ξανά.
«Καθώς γνωρίζετε, η γιαγιά σας ήταν για εμένα ο μεγαλύτερος και ο μοναδικός μου έρωτας. Φυσικά ο χαμός της κόστισε και σε εμένα πολύ, ωστόσο εκείνη ήταν ο λόγος που η ζωή μου κάποτε άλλαξε ριζικά» τους είπε χαϊδεύοντας την ζωγραφιά που του είχαν φτιάξει, αντιγράφοντας μία φωτογραφία τους.
Ξαφνικά, τα κορίτσια παρατήρησαν πως μία αμυδρή, χρυσή λάμψη, βρισκόταν έξω ακριβώς από το παράθυρο του σαλονιού. Ο Έλτον χαμογέλασε και η λάμψη διαπέρασε το τζάμι και συγκεντρώθηκε στην παλάμη του χεριού του. Τη στιγμή εκείνη, το δέρμα του ξεκίνησε να αλλάζει και να γίνεται ολοένα και νεότερο, το ίδιο και η όψη του, μέχρι που το παρουσιαστικό του έμοιαζε με εκείνο ενός άνδρα γύρω στα σαράντα πέντε. Ο Έλτον δεν έπαψε λεπτό να χαμογελά και γυρνώντας στο πλάι, αποκάλυψε τα αυτιά του που είχαν σχήμα κωνικό. Τα δύο κορίτσια είχαν μείνει άναυδα και ίσως ελαφρώς τρομοκρατημένα, μπροστά στο απίστευτα μαγικό θέαμα. Η Σάρα ένιωσε ένα πνιχτό γέλιο να σκαρφαλώνει στον λαιμό της, εξαιτίας της αμηχανίας.
«Εντάξει παππού, ωραία τα εφέ, μα τώρα γύρνα σε παρακαλώ στην προηγούμενη μορφή σου. Δεν ξέρω πώς το έκανες, μα αυτό ξεπερνά τα όρια της φαντασίας» πάλεψε να βρει μία λογική εξήγηση, τη στιγμή που η Ζόε είχε την απάντηση τόσο στο μυαλό, όσο και στην καρδιά της.
«Είσαι...Είσαι ξωτικό;» τον ρώτησε και εκείνος χαμογέλασε.
«Τελικά, ορθώς βρίσκεσαι στη λίστα με τους πιο πιστούς ανθρώπους. Είμαι περήφανος για εσένα και ναι. Αυτή είναι η αληθινή μου όψη, παρά τα χρόνια που έχουν περάσει. Ήμουν ευτυχισμένος, όταν ακόμη υπήρχαν τα Χριστούγεννα στη Γη και μου υπενθύμιζαν κάθε μέρα τον τόπο της καταγωγής μου. Η ύπαρξη μου ωστόσο, απαιτεί πολύ πίστη από όλους, ώστε να μπορέσουν να δουν πίσω από την μάσκα την ανθρώπινη. Το αληθινό μου όνομα, είναι Λόμιλ Γκάλας και υπήρξα το δεξί χέρι του Άγιου για πολλά πολλά χρόνια. Ευτυχώς προτού φύγω, φρόντισα να αφήσω έναν σκληρό και άξιο αντικαταστάτη, ο οποίος δυστυχώς, μαζί με τον Άγιο και έπειτα από πολύωρες συζητήσεις, αποφάσισαν να αποσύρουν τα Χριστούγεννα από τον κόσμο και να σταματήσουν να φτιάχνουν δώρα για τους αχάριστους ανθρώπους, που όλη μέρα τους αμφισβητούν. Δυστυχώς μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά και να είστε σίγουρες πως εδώ έχω την λίστα των καλών και πιστών ανθρώπων, μικρών και μεγάλων» τελείωσε δίνοντας πίσω στη Ζόε το κουτί της.
Καθώς προχωρούσε από την μία άκρη του σπιτιού έως την άλλη, αυτό μεταμορφωνόταν σε κάτι παραμυθένιο. Κάθε του βήμα και μία εντολή για αλλαγή, μέχρι που το σπίτι θύμιζε στο τέλος, κάποιο πολυτελές σαλέ, κρυμμένο μέσα στα βουνά.
«Όταν ακόμη υπήρχαν τα Χριστούγεννα...» σκέφτηκε για πρώτη φορά με θλίψη η Σάρα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top