Κατέβα από το θρόνο

Η Ελίζα βλέποντας τον να εισέρχεται στο σπίτι με το έτσι θέλω, σταύρωσε τα χέρια στο στήθος και κούνησε νευρικά το πόδι στο πάτωμα.

"Δεν παίρνεις από λόγια έτσι;"

"Δε το συνηθίζω είναι η αλήθεια. Βάλε παπούτσια και φύγαμε"

"Κίαν δε πρόκειται να πάω πουθενά μαζι σου. Θα ξανασκεφτω και τα μαθήματα γιατί πιέζομαι πολύ αυτό το διάστημα και δεν έχω χρόν..." Κάθε της προσπάθεια να μιλήσει ήρεμα και πολιτισμένα, έκανε πτώση στο κενό. Τα λόγια της αντικαταστάθηκαν με φωνές και τσιριδες

"Άφησε με κάτω!!!" Κραυγασε χτυπώντας τον στη πλάτη μα εκείνος αδιαφόρησε. Τη πήρε σηκωτή και την οδήγησε στο αυτοκίνητο. "ΕΙΜΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΠΙΤΖΑΜΕΣ!" συνέχισε να παραπονιέται

"Μια χαρά είσαι. Τα ρούχα είναι απλά ένα κάλυμμα για τη γύμνια που ο κόσμος θεωρεί καταδικαστέα! Και τώρα σταμάτα να φωνάζεις θα νομίζουν πως σε σφαζω !" την έβαλε στη θέση του συνοδηγού και σκαρφάλωσε από πάνω της για να περάσει στη δική του.

"Μα με σφαζεις! Σήκω από πάνω μου!"  παραπονεθηκε αφού η σωματική του διάπλαση δεν είχε καμία σχέση με του Πίτερ. Ο Κίαν αν και μικρότερος ,ήταν ελαφρώς πιο ψηλός και γεροδεμένος. 

"Πάντα τόσο υπερβολική εισαι;" ρώτησε γυρίζοντας το κλειδί στη μίζα

"Με απήγαγες παλιό γαιδαρε! Φοράω πιτζάμες, ειμαι ξυπόλητη, δεν πήρα κλειδιά από το σπίτι,ούτε τηλέφωνο, ούτε τσαν..." άπλωσε το χέρι δεξιά και βάζοντας τα δάχτυλα του πάνω στα χείλη της, η Ελίζα σώπασε.

"Πάντα τόσο πολύ μιλάς; Δε θυμάμαι να σε έχω ακούσει να γκρινιάζεις έτσι στο παρελθόν. Εκτός φυσικά από όταν με έβριζες..."

"Έχω αδικο;" μουγκρισε πάνω στα δάχτυλα του και του τα κατέβασε.

"Φυσικά και έχεις! Από χιλιόμετρα μυρίζεις μούχλα!" Η Ελίζα μύρισε τα ρούχα της ανεπαίσθητα κι εκείνος έβαλε τα γέλια.

"Ρε Λιζ...Εννοώ για τη ζωή σου! Εισαι και έξυπνη τρομάρα σου!"

"Που πάμε;" ρώτησε κατακόκκινη από την απάντηση του.

"Πάμε κάπου για να δεις τη ζωή..."

"Θα σταματήσεις να μιλάς συνέχεια ετσι; Νομίζω πως κάθομαι πλάι σε έναν ξένο και όχι με το Κίαν - το γουρούνι" σχολίασε

"Μα κάθεσαι μαζί με ένα ξένο. Φαντάσου να σε πάω στις ερημιές... Δέντρα. Χόρτα. Μαχαίρι. Αίματα... θα σε σκοτώσω και δε θα σε βρει κανένας!" Εκείνη χλωμιασε , γουρλωσε τα μάτια και έπιασε τη πόρτα μα εκείνος κατέβασε τις ασφάλειες.

"Σοβαρεψου . Μια βόλτα θα πάμε μόνο..." έσπευσε να τη καθησυχάσει αλλά εκείνη πήρε το φόβο ότι κι αν της ειπε. Ο Κίαν κατέβασε το πόδι κι άλλο στο γκάζι και έπιασε τη παλιά παραλιακή.

"Πες μου ότι με πας στη θάλασσα!!" γκρίνιαξε ξανά

"Σε δέκα λεπτά φτάνουμε. Και όχι. Σιγά μη σε πήγαινα στη θάλασσα! Θα σε πάω σε λίμνη!"

-ο πνιγμός είναι άραγε πιο γρήγορος στη λίμνη;; αναρωτήθηκε κοιτάζοντας τον να χαμογελάει και γύρισε σιωπηλή προς το παράθυρο.

"Να ρωτήσω κάτι προσωπικό;"

"Όχι. Όπως παρατήρησες και μόνος είναι προσωπικό..."

"Πώς τα πάτε με τον αδερφό μου; Τέλειο ζευγάρι , σπουδές, δουλειά... Σύντομα γάμος και παιδ..." Πριν ολοκληρώσει ο Κίαν εκείνη ξέσπασε

"ΠΟΙΟΣ ΣΑΣ ΕΙΠΕ ΌΛΟΥΣ ΠΩΣ ΘΑ ΠΑΝΤΡΕΥΤΟΥΜΕ ΆΜΕΣΑ!"

"Ουυυοοο. Ήρεμα... Μια υπόθεση έκανα. Έτσι δεν πάνε αυτές οι σχέσεις; Πάω στοίχημα πως ήδη κάθεστε το πρωί στο τραπέζι. Εκείνος με την εφημερίδα, εσύ με ένα καφέ να τον τυραννας ..."

"Κίαν παψε να χαρείς..." Η Ελίζα ανέβασε τα πόδια πάνω στο κάθισμα και γύρισε ολόκληρη στο πλάι.

-πόσο ευτυχισμένη είναι! Λάμπει ολόκληρη.... Μπράβο αδερφάκι! Σκέφτηκε ειρωνικά  κοιτάζοντας τη και για το υπόλοιπο στης διαδρομής δεν είπε τίποτα παραπάνω.

Ξαφνικά την είδε να κολλάει τη μούρη της στο τζαμί.

"Αυτή είναι;"ρώτησε σαν παιδί "Δεν ήξερα πως είχαμε λίμνη σε αυτό το μέρος!"

"Πολλά δεν ξες αλλά τέλος πάντων..."

"Τι είπες;" γύρισε και ρώτησε εκνευρισμένη

"Ναι ! Λέω ναι, αυτή είναι. Περίμενε να παρκάρω"

Ο Κίαν , ακινητοποιησε το όχημα κάτω από τα δέντρα , βγήκε και προχώρησε ώσπου συνειδητοποίησε πως εκείνη ήταν ακόμα στο αμάξι. Θυμωμένη...

"Εκεί θα κάτσεις;"

"Πώς θα βγω ρε έξυπνε ξυπόλητη στα χόρτα;"

"Και τι θα πάθεις δηλαδή;" Ο Κίαν συνέχισε να περπατά μα βλέποντας πως εκείνη κατέβασε τα μούτρα της και θύμωσε πιο πολύ επέστρεψε πίσω.
"Αυτό με το θυμό να το κοιτάξεις..."της είπε και έσκυψε

"Ει! Τι κάνεις!"

"Σε παίρνω αγκαλιά! Εσένα για τι σου φαίνεται;"

"Αν πέσω θα σε σκοτώσω!"

- και τι θα σκοτώσεις; Έμεινε και τίποτα εκεί μεσα; αναλογιστηκε βγάζοντας την έξω. Η Ελίζα γραπώθηκε άτσαλα  πάνω του μα η στάση ήταν τέτοια που δε τον βόλευε.

"Άνοιξε τα πόδια σου γύρω μου και κράτα με σφιχτά από το λαιμό  γιατί έχουμε καμία πενήντα μέτρα περπάτημα"

"ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;;;;"

"Αυτό  που άκουσες. Δε μπορώ να σε κουβάλησω έτσι που κάθεσαι σαν πτώμα!" Τα μάγουλα της πήραν φωτιά. Ξεροκαταπιε κι εκείνος ξεφυσησε ." Σχεδόν αδέρφια θα είμαστε σε λίγο καιρό. Δε χρειάζεται να πονηρευεσαι..."

-Να πονηρευομαι; Ποιος ο λόγος; επειδή θα σκαρφαλωσω σαν μαϊμού πάνω σου; Ποιον κοροϊδεύω θεέ μου... Ούτε ο Πίτερ με έχει κρατήσει έτσι! Τι τραβάω;

"Πάλι ταξιδεύεις; Κάτσε να σου δείξω πως θα γίνει..." Ο Κίαν κοίταξε τριγύρω. Είδε ένα μεγάλο κορμό δέντρου και πλησίασε.

"Τι κάνεις;" το ρώτησε μα δεν μπήκε στο κόπο να της εξηγήσει,  κόλλησε κόντρα το κορμί της  πάνω του και χαμογέλασε . Τη πίεσε με δύναμη βλέποντας πως είχε πάθει κάποιου είδους σοκ και αρνιόταν να συνεργαστεί και πιάνοντας τα μπούτια της,τα άνοιξε και τα έβαλε γύρω του. Η Ελίζα, όχι απλά είχε ταραχθεί μα τρόμαξε. Η πίεση που ασκούσε το κορμί του στο δικό της , δημιουργούσε αισθήσεις που δεν είχε ξανανιωσει.

"Και τώρα βάλε τα χέρια στο λαιμό. Θα σε πιάσω από τη μέση" τον κοίταξε με τα πελώρια μάτια της και θέλοντας να τελειώσει όλο αυτό και να απομακρυνθεί από εκείνον υπάκουσε.
"Αυτό είναι...Και τώρα πάμε!"

Λίγο το σκαμπανεβασμα από τη δύσβατη περιοχή, λίγο τα χέρια του στο κορμί της μα και η ανάσα του που έφτανε στο λαιμό της , της δημιούργησαν ενοχές.

"Γαμω !" Ο Κίαν σκόνταψε και βάζοντας κόντρα το δεξι χέρι πάνω σε ένα δέντρο, έβαλε το αριστερό  κατω απο τα  οπίσθιά της.

"ΚΙΑΝ!" Η Ελίζα του έδωσε μια σφαλιάρα  στη πλάτη

"Πώς κάνεις έτσι ρε! Θα ήταν προτιμότερο να πέσεις κάτω; Φτάνουμε..." της είπε μα ξεκινώντας βρέθηκε και το δεύτερο χέρι στους γλουτούς της βάφοντας ξανά τα μάγουλα της στο κόκκινο.

"Φτάσαμε; Θέλω να κατέβω..." γκρίνιαξε μα με το ζόρι βγήκε η φωνή.

"Βιάζεσαι;" Ο Κίαν έπαψε να περπατά. Την ανασηκωσε για να τη κρατήσει καλύτερα και για μια στιγμή ένιωσε να ξεφεύγει. Ήταν τόσο μικροκαμωμενη, τόσο ελαφριά μα αρνήθηκε να παραδεχθεί πως το να την κρατάει έτσι  ήταν ωραίο.

"Φτάσαμε..." της ανακοίνωσε έπειτα λίγα δευτερόλεπτα. Την άφησε να πατήσει κάτω και γυρίζοντας εκείνη έβγαλε ένα επιφώνημα θαυμασμού.

"Είναι πανέμορφα εδώ!"

"Που να δεις τη ζεστασιά νερού. Έχει και σπηλιά από κάτω..."

"Ίσως κάποια στιγμή να έρθω με εξοπλισμό για να..." Δεν τελείωσε ποτέ τη φράση της. Ο Κίαν την άρπαξε και  τη πέταξε μέσα στο νερό...

Σας φιλώ....

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top