Κεφάλαιο 4
Καθώς φεύγαμε συναντήσαμε στην πόρτα τον Σήφη:
Σήφης:Που πάτε όμορφες;
Εγώ:Κάπου. Να μην σε νοιάζει. Λογαριασμό θα σου δώσουμε;
Σήφης:Χέστο άντε πέρνα, μας λέει και κάνει πιο πέρα από την πόρτα που στεκότανε.
Εγώ: Ευχαριστούμε!!!, του είπα ειρωνικά.
Κάποια στιγμή νοιώθω κάποιον να με πιάνει από το χέρι και να με τραβάει. Γυρνάω απότομα και βλέπω το Σήφη.
Εγώ: Τι θες παιδάκι μου;
Σήφης: Να σε ρωτήσω κάτι θέλω. Μην αρπάζεσαι.
Εγώ: Λέγε γρήγορα.
Σήφης: Καλά καλά. Τι έχει η Μάρθα;, με ρωτάει και εγώ μένω να τον κοιτάζω, Εεεεεεεε θα μου πεις;
Εγώ: Γιατί να σου πω; Είμαι υποχρεωμένη να σου πω.
Σήφης: Λέγε.
Εγώ: Δεν ξέρω ακόμα θα μου πει πρώτα και βλέπουμε.
Σήφης: Αν μάθεις κάτι νεότερο πες μου.
Εγώ: Καλά.
Πήγαμε και κάτσαμε στην καφετέρια. Εγώ κατευθείαν ρώτησα να μάθω τι έχει η κολλητή μου. Μου είπε κλαίγοντας ότι χώρισε με το Γιώργο, το αγόρι της.
Εγώ: Γιατί; Αυτός σε χώρισε;
Μάρθα: Ναι
Εγώ: Για πιο λόγο;
Μάρθα: Μου είπε ότι βαρέθηκε και μετά έφυγε και με άφησε μόνη μου.
Εγώ: Το καθίκι.
Η κολλητή μου είχε σταματήσει να κλαίει και αφού την ηρέμησα γυρίσαμε στο σχολείο. Εκεί είδα το Σήφη να μας κοιτάει περίεργα. Δεν μίλησα στην κολλητή μου για πριν. Δεν ήθελα να ξέρει κάτι ούτως ή άλλως δεν θα έλεγα τίποτα στον Σήφη.
Όλη η μέρα πέρασε ήσυχα χωρίς να μας ξαναενοχλήσει ο Σήφης.
Το βράδυ είπα στην κολλητή μου να βγούμε, αφού ήταν χάλια. Μπήκαμε σε ένα μπαρ, εκεί είδαμε τους κολλητούς του Σήφη να κάθονται σε ένα τραπέζι πιο πέρα. Κάποια στιγμή η Μάρθα σηκώθηκε να πάει τουαλέτα και έμεινα μόνη μου. Ο μπάρμαν με φλέρταρε όμως δεν ανταποκρινομουν:
Μπάρμαν: Γειά σου κούκλα
Εγώ: Γειά...
Μπάρμαν: Μπορώ να έχει το τηλεφωνακι σου ?!
Εγώ: Εμμ...ξέρεις ξέχασα το νούμερο μου
Μπάρμαν: Έχεις μήπως instagram?!
Εγώ: Εμμ.. Όχι
Τότε ήρθε ο Σήφης και εγώ άρχισα να φλερτάρω τον μπάρμαν:
Εγώ: Και βέβαια μπορείς να έχεις το τηλέφωνο μου γλυκούλη.
Μπάρμαν: Μα εσύ δεν είπες....
Εγώ: Άλλο τώρα. Ώρισε., είπα και του έδωσα το τηλέφωνο μου σε ένα χαρτάκι.
Σήφης: Επ τι κάνεις εσύ εδώ;
Εγώ: Ότι γουστάρω να μην σε νοιάζει.
Σήφης: Καλά κάνεις, δικαίωμά σου είναι να μην μου λες αλλά σε παρακαλώ φύγε από εδώ.
Εγώ: Γιατί;
Σήφης: Γιατί κλάνει το γατί, γιατί..... Θα δεις μετά οχου. Απλά απομακρύνσου από αυτόν.
Μπάρμαν: Γιατί τι έχω εγώ;
Σήφης: Τίποτα αυτό λέμε.
Εγώ: Σήφη άστο μην το προχωράς. Οκ θα φύγω από κοντά του.
Σήφης: Καλά θα κάνεις., μου λέει και φεύγει.
Εγώ είχα μείνει κόκαλο. Κάποια στιγμή ανακοίνωσαν το όνομά του. Τότε βγήκε στην σκηνή, πήρε την κιθάρα και άρχισε να τραγουδάει. Μαγεύτικα από τον ήχο της φωνής του και είχα καρφώσει τα μάτια μου πάνω του. Εκείνη την στιγμή τα βλέμματά μας αντάμωσαν αλλά δεν πήρα τα μάτια μου από πάνω του ούτε εκείνος από εμένα. Πιο βράδυ εγώ είχα μεθύσει και ζαλιζόμουν πολύ. Ο Σήφης με πήρε (σε στιλ νύφης, γαμπρού) και με πήγε σπίτι του, με έβαλε στο κρεβάτι με σκέπασε και κοιμήθηκα αμέσως. Μόνο όταν άνοιξα τα μάτια μου από έναν θόρυβο. Είδα τον Σήφη να παίρνει δύο κουβέρτες και ένα μαξιλάρι.
Σήφης: Κοιμήσου, ξεκουράσου. Αύριο θα τα πούμε τα υπόλοιπα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top