Κεφάλαιο 26°

°°Μη μιλάς ... Λες πολλά που δε πρέπει και πολλά που θα μετανιωσεις... Μα θα μιλήσεις έτσι; Πάντα μιλάς και ίσως για πρώτη φορά, μετανιώσεις πραγματικά...°°

Το κορμί της πονούσε σε κάθε του κίνηση. Προσπάθησε να γυρίσει έχοντας ακόμα τα μάτια κλειστά μα ήταν αδύνατο. Ένιωθε ένα βάρος γύρω από το λαιμό της και κάπου ανάμεσα στο ξύπνημα του μυαλού , ακούστηκε το ξυπνητήρι.
Το σωμα της τινάχτηκε θαρρείς και το διαπέρασε ηλεκτρικό ρεύμα και μαζί με αυτό, άνοιξε και τα μάτια της.
"Ομέρ!" τσιριξε σχεδόν και εκείνος ανοίγοντας τα δικά του, τη κοίταξε και χασμουρηθηκε. "Μας πήρε ο ύπνος! Σήκω!"

"Που είμαι;" είπε σιγανα τρίβοντας τα μάτια του μα εκείνα άνοιξαν διάπλατα σαν την είδε και αντιλήφθηκε πως πέρασε τη νύχτα στο διαμέρισμα της.
"Δε το πιστεύω!"

"Πίστεψέ το! Σήκω!" Η Μυρσίνη έφυγε τρέχοντας στο δωμάτιο για να ετοιμαστεί και τον άφησε μόνο

"Θα πέσεις! Μη τρέχεις! Ακόμα δε πήγε εννιά!"

"Θα αργήσουμε! Θεουλη μου, πως είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό;" Φώναξε από μέσα

"Εντάξει δεν έγινε και κάτι τρομερό! Χαλάρωσε. Πω πω... Το κεφάλι μου.."

"Άνοιξε το συρτάρι της κουζίνας έχω μέσα ασπιρίνες!"

"Μαγικά χάπια θέλω για να συνέλθω. Όχι ασπιρίνες"

"Έτοιμη!" η Μυρσίνη βγήκε από το δωμάτιο και εκείνος τη κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω.

"Μέσα σε πέντε λεπτά, μπήκες, έκανες μαλλιά, ντυθηκες και βγήκες;" απόρησε

"Βλέπεις να έχω χρόνο να κάνω κάτι άλλο; Ούτε ντουζ δε προλαβαίνω να κάνω..."

"Με τόση βροχή που έφαγες χθες, νομίζω είσαι εντάξει!" τη κορόιδεψε

"Ωραίο αστείο!" Του αντιγυρισε αμέσως

"Δε νομίζω να έχω χρόνο να πάω από το σπίτι, οπότε χαλάρωσε δύο λεπτά και μετά θα πάμε μαζί στην εταιρεία. Εντάξει;"

"Δε θα αλλάξεις;"

"Γιατί τι έχω; Να πάω ως την άλλη άκρη της πόλης για να βγάλω αυτά τα ρούχα με τη ψυχή στο στόμα και να βάλω αλλά; Και δε κάνουμε μια στάση να αγοράσω καινούρια;"

"Είσαι και απλας τρομάρα σου" σχολίασε στα ελληνικά θέλοντας να τον κοροϊδέψει μα ξέχασε πως δεν καταλαβαίνει λέξη

"Τι;"

"Τίποτα τίποτα..."

"Μπορώ να πάω να ρίξω λίγο νερό στο πρόσωπο μου;"

"Εννοείται. Μα σε πέντε λεπτά να είσαι έξω!"

"Θα χαλαρώσεις;"

"Όχι. Έχω αγχωθει και δε ξέρω γιατί!"

"Απλά ηρέμησε εντάξει; Όλα είναι καλά... Καθίσαμε, ήπιαμε και μας πήρε ο ύπνος. Ποιος θα το μάθει και κάνεις έτσι; Δε κάναμε και τίποτα κακό!"

"Έχεις δίκιο. Σωστά..."

Το χαμόγελο του Ομέρ δεν ήταν αρκετό για να την κάνει να ηρεμήσει μα θέλοντας να αποβάλει το άγχος, κάθισε ένα λεπτό στη καρέκλα και ετριψε τα μηνίγγια της. Ίσως έφταιγε το γεγονός πως έμεινε στο διαμέρισμα της όλη τη νύχτα, ίσως επειδή ήταν στην ουσία προϊστάμενος της και αδερφός του Γιαμάν... Όλα μαζί συνέθεσαν ένα περιβάλλον άγχους γύρω της.
Ήταν τόσο στρεσαρισμενη που άκουσε μεχρι και ένα χτύπημα στη πόρτα.

"Συνελθε μωρέ Μυρσίνη! Έχει δίκιο ο Ομέρ!" μάλωσε τον εαυτό της μα σαν ακούστηκε ξανά το χτύπημα, τινάχτηκε όρθια. Η πόρτα δεν είχε ματάκι για να ελέγξει οπότε πλησίασε διστακτικά.
"Μα τι φοβάσαι δηλαδή;" ψέλλισε σκεπτόμενη πως ίσως είναι κάποιος άλλος ένοικος μα μόλις άνοιξε, ένιωσε το σαγόνι της να πέφτει στα πατώματα
"Γιαμ... Κύριε Ισίκ;" διόρθωσε τη γλώσσα της αμέσως

"Ρε Μυρσίνη! Είναι δυνατόν ολόκληρη γυναίκα να έχεις ροζ πετσέτες με πασχαλίτσες;!" Η φωνή του Ομέρ απο το εσωτερικό ήρθε σαν ασμα από μέσα...
Το κύκνειο άσμα για την ακρίβεια γιατί έτσι ένιωσε κοιτώντας το Γιαμάν.
Δάγκωσε λίγο τα χείλη της στο πλάι , ένωσε τα φρύδια της και πήρε μια γκριμάτσα αθωότητας.

"Εμ... Ξέρετε...."

"Ειλικρινά πέθανα με τις πασχαλιτσ...Γιαμάν;!" ο Ομέρ βγήκε από το μπάνιο ευδιάθετος μα ήρθε αντιμέτωπος με κάτι που ούτε στους χειρότερους εφιάλτες του θα έβλεπε. Παρόλα αυτά συγκριτικά με τη Μυρσίνη ανέκτησε αμέσως την αυτοκυριαρχία του. "Τι δουλειά έχεις εδώ; Γιατί δεν είσαι σπίτι σου; Η ώρα είναι οχτώ και μισή ακόμα!" βρήκε το θράσος να ρωτήσει το Γιαμάν ο οποίος στεκόταν στο πλατυσκαλο έχοντας μια εκφραστική απάθεια. Ήταν ανέκφραστος εν μέρη μα κάθε σημείο του προσώπου του σαν ένα παζλ από εκφράσεις συνέδεαν το τρόμο.

"Εσύ!" είπε αξαφνα προς τη Μυρσίνη. "Πάρε τη τσάντα σου, και στο αμάξι μου τώρα!"

"Μα-Μαλιστα κύριε Ισίκ..." φοβούμενη για τα χειρότερα άρπαξε τη τσάντα της , έριξε ένα βλέμμα στον Ομέρ και έφυγε προς τα έξω. Δεν ήταν ο φόβος, εργοδότη εργαζομένου που ανάγκασε τα πόδια της να κινηθούν όσο η σκέψη πως ο Γιαμάν ίσως να παρεξήγησε τα όσα είδε. Δεν ήταν και λίγο να έχεις συνευρεθεί ερωτικά με έναν άντρα και να σε βλέπει με τον αδερφό του μέσα στο σπίτι. Η Μυρσίνη δεν είχε καταλάβει ακόμα αν πράγματι τη ξέχασε η αν διάλεξε εσκεμμένα την επιλεκτική μνήμη κι αυτό ήταν κάτι που τη τρομαζε στη στάση του.

"Όσο για σένα..." είπε προς τον αδερφό του σαν έμειναν μόνοι. "Εμείς θα τα πούμε μετά!"

"Θα χαλαρώσεις λίγο; Και γιατί ήρθες εδώ τέτοια ώρα;" απόρησε μα κλείνοντας για μια στιγμή τα βλέφαρα γέλασε "Ο Φαρίς! Μα φυσικά!"

"Πήγαινε γίνε άνθρωπος και τσακίσου στο γραφείο!"

"Γιαμάν; Το χοντραινεις και θα πάρω ανάποδες..."

"Άκουσες τι είπα;"

Ο Ομέρ μη θέλοντας να ανοίξει καυγά εντός του συγκροτήματος, του έκλεισε τη πόρτα στα μούτρα. Τον άκουσε να βρίζει σιγανα απ έξω και ύστερα να απομακρύνεται. Δε φοβόταν για τη Μυρσίνη. Ίσως ήταν γυναίκα μα είχε τσαγανο. Ήταν σίγουρος πως αν κάποιος μπορούσε να τον βάλει στη θέση του ήταν εκείνη... Από την άλλη πάλι, ο Γιαμάν ήταν απρόβλεπτος και το τελευταίο διάστημα απο την άφιξη της και μετά έγινε ακόμα πιο στριφνος.
Ο Ομέρ αναστεναξε και μόλις άκουσε το αμάξι του Γιαμάν να φεύγει, άρπαξε τα κλειδιά του και έφυγε κι αυτός...

******

Σιωπή.
Μπήκε μέσα στο αμάξι, έβαλε μπρος και κοιτούσε ευθεία το δρόμο δίχως να λέει λέξη.

"Κύριε Ισίκ... Μπορώ να εξηγήσω..." του είπε ξέροντας πως είτε για τον έναν λόγο είτε για τον άλλο περιμένει μια εξήγηση. Είδε το στήθος του να γεμίζει με αέρα και έπειτα να βγαινει σιγανα από τα χείλη του. Η βέρα αστραφτε στο δάχτυλο του κάθε φορά που γύριζε το τιμόνι και η Μυρσίνη κοιτώντας τη, ένιωσε ένα σφίξιμο μέσα της.
"Είχα ένα ατύχημα χθες..." ξεκίνησε να λέει "Το αυτοκίνητο που μου δόθηκε, το άφησα σε ένα στενό και..."

"Διαπροσωπικές σχέσεις εντός της εταιρείας κομμένες. Έγινα σαφής;" αποκρίθηκε δίχως να τη κοίτα , με έντονο ύφος και ίσως πιο δυνατά από οτι περίμενε.

"Μάλιστα..."

"Την επόμενη φορά που θα υποπέσει στην αντίληψη μου κάτι τέτοιο δεσποινίς Ασλάνογλου, μαζεύετε τα πράγματα σας, και επιστρέφετε πίσω"
η Μυρσίνη άρχισε να θυμώνει εν μέρη με το τρόπο του. Απο την άλλη, αν έχανε τη δουλειά θα της στοίχιζε πολύ. Ο Γιαμάν δεν έδειχνε να παίζει ούτε να αστειεύεται.
Ένιωσε να πνίγεται μέσα σε εκείνο το αμάξι...

"Μπορείτε να κάνετε στην άκρη παρακαλώ;" ζήτησε αξαφνα

"Σε λίγο φτάνουμε" Απάντησε κοφτά

"Διαπροσωπικές σχέσεις κομμένες. Δε θέλω να μας δουν να πλησιάζουμε μαζί την εταιρεία κύριε Ισίκ. Κάντε στην άκρη σας παρακαλώ" Τον πλήρωσε με το ίδιο του το νόμισμα και εκείνος άναψε αλαρμ, έκοψε το τιμόνι δεξιά και σταμάτησε. "Ευχαριστώ" η Μυρσίνη κράτησε τη τσάντα της μα σαν έκανε να ανοίξει τη πόρτα εκείνη ήταν κλειδωμένη. Έμεινε με τη πλάτη γυρισμένη προς εκείνον και το χέρι κολλημένο στο χερούλι δίχως να πει λέξη. Τον ένιωθε... Ήξερε πως τη κοίταζε... Ήταν ακόμα και σε θέση να νιώσει τη ζεστασιά του κορμιού του στη πλάτη της. Πήρε μια βαθιά ανάσα , έκλεισε τα μάτια της και κοίταξε ευθεία μέσα από το παράθυρο "Δύο ξένοι, σε μια ξένη πόλη λοιπόν...." αποκρίθηκε και την ίδια στιγμή, άκουσε το χαρακτηριστικό κλικ της πόρτας. Δε γύρισε. Πήρε τα πράγματα της, την άνοιξε και βγήκε.
Έμεινε με τη πλάτη γυρισμένη μέχρι να φύγει και μόλις το αυτοκίνητο του απομακρύνθηκε , γύρισε και κοίταξε το δρόμο. Ήταν ένα στενό πριν την εταιρεία...
Χάρισε λίγα λεπτά στον εαυτό της και περπατώντας μέχρι το πάρκο που υπήρχε εκεί κοντά, κάθισε και προσπάθησε να ηρεμήσει.
Η πίεση που υπήρχε από όλες τις πλευρές ήταν τεράστια...
Ο Σωτήρης έπαιζε με το νευρικό της σύστημα και ήξερε καλά πως δε μπορεί να του δώσει πόδι τόσο ευκολα.
Έψαχνε μέσα της το πιο τρανταχτό επιχείρημα μα εκείνο δεν ήταν πουθενά...
Το ατόπημα της να κάνει μια αγοραπωλησία στα κρυφά από την Αλεξάνδρα εισπράττοντας δύο χιλιάδες ευρώ ήταν εκεί και ακόμα τη στοίχειωνε. Ήταν εκεί και ήξερε καλά πως αν τολμούσε να τον παρατήσει ο Σωτήρης θα τα έλεγε όλα και εκείνη θα εχανε τη δουλειά της. Ήταν μεγα λάθος. Μα ήταν από ανάγκη... Ποιος θα έδινε όμως βάση; Η εγχείρηση που έπρεπε να κάνει ο πατέρας της στη καρδιά καθώς και η νοσηλεία κόστιζαν αρκετά τότε και εκείνη ήταν ακόμα στην αρχή. Έκανε το λάθος να το πει στο Σωτήρη και ήξερε πως τη κράταγε στο χέρι.
Προσπαθούσε να πάει κόντρα στη συμπεριφορά του μα εκείνο το βλέμμα του τα έλεγε όλα...
Σε κάθε τους καυγά, ήταν σαν να της το πέταγε στα μούτρα με τα μάτια. Κανένας δεν ήξερε για αυτό. Ούτε καν η μάνα της ούτε η δικη του. Προς έκπληξη της ο Σωτήρης δε το είπε ποτέ σε καμία από τις δύο. Ίσως αυτό ήταν το γεγονός που τη φόβιζε ακόμα περισσότερο. Η στοχευμένη του σιωπή...
Τα χρόνια πέρασαν μα εκείνη ακόμα είχε αυτό το φόβο μέσα της. Ήταν σωστή στη μετέπειτα πορεία της μα η Αλεξάνδρα μιλούσε πάντα με τόσο καλά λόγια για εκείνη και στην σκέψη να νιώσει πως η Μυρσίνη τη πρόδωσε την έλουζε κρύος ιδρώτας. Πρώτα γιατί θα έχανε την αξιοπρέπεια της και μετά γιατί θα έχανε τη δουλειά της.

Αν και είχε κόψει το κάπνισμα λαχταρησε σαν τρελή ένα τσιγάρο.
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.
Τι να εξηγήσει και σε ποιον...
Είχε όλο το βάρος από την Αθήνα, είχε και το Γιαμάν που ήταν σαν να βάλθηκε να της κάνει τη ζωή κόλαση χωρίς λόγο.
Λίγο το ένα, λίγο το άλλο, η Μυρσίνη φόρεσε τη τσάντα της και ξεκίνησε για το γραφείο. Ίσως έπρεπε επιτέλους να θέσει και η ίδια κάποια όρια και αν έπρεπε να το κάνει, θα το έκανε η τώρα, η ποτέ.

Πέντε λεπτά αργότερα είχε φτάσει στην εταιρεία. Οι σκέψεις της έτρεχαν σαν τρελές οσο περπατούσε και άλλο τόσο ο θυμός φούντωνε. Δίχως να πει ποτέ καλημέρα στην υποδοχή , έφυγε σφαίρα στο ασανσέρ και πάτησε το τελευταίο κουμπί. Ο Ομέρ δεν είχε φτάσει ακόμα και τα φώτα του γραφείου του ήταν κλειστά σαν πάτησε πόδι στον όροφο μα δε πτοήθηκε. Έφυγε ευθεία προς το γραφείο του Γιαμάν και χτυπώντας τη πορτα περίμενε. Επέλεξε την ευθεία οδό και δεν ήθελε να μπει από την παράμεση. Σαν τον άκουσε να δίνει άδεια, άνοιξε τη πόρτα και μπήκε μέσα σοβαρή. Η Νεσίρ ήταν πλάι του για ακόμα μια φορά και η Μυρσίνη προχώρησε ελαφρώς προς το γραφείο γεμάτη με αυτοπεποίθηση και τους κοίταξε.  Αν ήθελε να πάει μπροστά έπρεπε να αρχίσει τα ξεκαθαρισματα και εκείνος θα ήταν ο πρώτος...

"Εσύ!" είπε δείχνοντας τη Νεσίρ "Στο γραφείο σου!" απαίτησε και τόσο εκείνη όσο και ο Γιαμάν έμειναν άναυδοι...

😉😉😉

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top