Κεφάλαιο 11°
«Άργησες» αρκέστηκε να πει ξερά δίνοντας της μια καινούρια στολή.
«Με συγχωρείς, δεν είχα εύκολη νύχτα» πήρε τη στολή από τα χέρια του για να αλλάξει μα ο Έρικ την έπιασε από το μπράτσο.
«Δε μου αρέσουν οι δικαιολογίες Άλισον!» Τον κοίταξε έκπληκτη, το βλέμμα της άρχισε να πετάει σπίθες , εστιάζοντας στα δάχτυλα του και το τράβηξε «Συγγνώμη» έσπευσε να της πει αμέσως
«Συγγνώμη; Είσαι ένας γιατρός εδώ μέσα και τολμάς να με πιάνεις έτσι; Έχεις τρελαθεί;» παραπονέθηκε σοβαρή
Ο Έρικ κοίταξε δεξιά και αριστερά βάζοντας τα χέρια του στη μέση της και την ώθησε προς το δωμάτιο.
«Σε περίμενα από τα αξημέρωτα!» Η Άλισον άρχισε να χάνει πάσα ιδέα για εκείνον. Σε γενικές γραμμές από την ώρα που τον είδε ήταν νευρικός μα ο τρόπος του την άφησε άφωνη. «Ο Στέφεν!» ένα και μόνο όνομα ήταν αρκετό για να φέρει την ανατριχίλα στη σπονδυλική της στήλη και το τοπίο άρχισε να καθαρίζει. «Ειλικρινά συγγνώμη για τη κίνηση μα είναι σοβαρό»
Η Άλισον χαλάρωσε και ζήτησε να μάθει τι συμβαίνει μα όσα της είπε ο Έρικ δεν της άρεσαν καθόλου. Δέχθηκε μια κλήση στις δύο τα ξημερώματα από τους γιατρούς που ήταν υπεύθυνοι για την βάρδια, λέγοντας του ότι ο Στέφεν δάγκωσε το χέρι του και έγραψε το όνομα της στο γυαλί με το αίμα. Δεν άφησε κανένα να τον πλησιάσει και τον νάρκωσαν από απόσταση. Ο Έρικ προσήλθε αμέσως στο ίδρυμα περιμένοντας τον να συνέλθει μα έκτοτε ο Νόλαν κάθισε πάλι σε εκείνο το καρεκλάκι με το πρόσωπο στραμμένο προς το τοίχο και απαξίωνε για όλους. Ενημέρωσε τον Ερνέστο για να την καλέσουν μα αρνήθηκε και μάλιστα του απαγόρευσε να τη φέρει σε επαφή μαζί του κάτι που έβρισκε τον ίδιο αντίθετο.
«Πιστεύεις πως θα μου μιλήσει; Είναι τρελό Έρικ!» Η Άλισον δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που της ζήτησε
«Είμαι σίγουρος πως αν ακούσει τη φωνή σου θα βγει από το λήθαργο. Θεωρώ πως του θυμίζεις κάποιον δικό του. Είσαι το κλειδί για να εισέλθω στο μυαλό του Άλισον!»
«Και ο Ερνέστο; Είμαι στη δεύτερη μέρα της πρακτικής και δε θέλω να ρισκάρω Έρικ. Με τα χίλια ζόρια με δέχθηκε..»
Πήγε λίγο πιο μακριά της , πέρασε τα μακριά του δάχτυλα στα μαλλιά και ξεφύσησε σκεπτικός.
«Στο εγγυώμαι πως δε θα μάθει κανένας τίποτα μα και να μάθει θα πάρω την ευθύνη. Λοιπόν;»
Έβλεπε μέσα στα μάτια του τη λαχτάρα. Ξέροντας πως κατά πάσα πιθανότητα θα το μετανιώσει, αποφάσισε να δεχθεί. Σε αυτή τη δουλειά δεν έπρεπε να δείχνεις φόβο προς τους ασθενείς. Ο Έρικ την άφησε να ντυθεί και την οδήγησε στα κάτω κελιά.
«Δε χρειάζεται να μπούμε μέσα. Κάτι μου λέει πως μόλις σε ακούσει θα…» δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει όταν ακούστηκαν δυνατοί γδούποι από την άλλη πλευρά.
«Ακούει;» ρώτησε εκείνη
«Όχι αν δεν ανοίξω τη σιδερένια πόρτα. Περίεργο…» έπιασε το πόμολο και μόλις άρχισε να σέρνει το μέταλλο, οι χτύποι από το εσωτερικό σταμάτησαν. Τα κελιά ήταν έτσι κατασκευασμένα ώστε ο κεντρικός γυάλινος τοίχος να καλύπτεται από ένα δεύτερο σιδερένιο που απέτρεπε τους ήχους να φτάσουν στο εσωτερικό. Όταν αποκαλύφθηκε το δωμάτιο ο Νόλαν ήταν καθισμένος στο σκαμπό . Αλληλοκοιτάχθηκαν μπερδεμένοι αφού δευτερόλεπτα πριν χτυπούσε το γυαλί. Το αίμα είχε καθαριστεί και η Άλισον πλησίασε.
«Στέφεν;»
«Τρέμει η φωνή σου!» της επισήμανε χαμηλά ο Έρικ. Εκείνη καθάρισε το λαιμό της και προσπάθησε για δεύτερη φορά να τραβήξει τη προσοχή του μα ο Νόλαν παρέμενε ασάλευτος.
«Θα βγω έξω. Σίγουρα ξέρει πως βρίσκομαι εδώ. Μη φοβηθείς. Δε μπορεί να βγει ούτε να σε πλησιάσει και σε καμία περίπτωση μην ανοίξεις τη πόρτα! Κατανοητό;» Η Άλισον έγνεψε καταφατικά «Πάρε αυτό για να ακούω» της έδωσε μια μικροσυσκευή και βγήκε. Την έβαλε στη τσέπη, πλησίασε το τζαμί και ξεροκατάπιε.
«Στέφεν;» είπε πιο δυνατά. Τίποτα. Προσπάθησε λίγες φορές ακόμα μα απογοητεύτηκε.
«Έχει γεύση το αίμα Άλισον; Κι αν έχει; Μοιάζει με τη μεταλλική του μυρωδιά;» είπε άξαφνα εκείνος και σηκώθηκε από το σκαμπό χωρίς να γυρίσει. «Ελάχιστοι άνθρωποι καταλαβαίνουν το αποτέλεσμα χωρίς να νιώσουν την αιτία. Συμφωνείς;» Η Άλισον γύρισε ελαφρά το κεφάλι ψάχνοντας για το βλέμμα του Έρικ πίσω από το μικρό παραθυράκι της κεντρικής πόρτας μα δεν ήταν εκεί. Αποφάσισε να διαχειριστεί τη κατάσταση όπως όριζε και άρμοζε στην ειδικότητα της κι ας βρισκόταν σε πρακτική.
«Η αιτία Νόλαν συνδέεται με το αποτέλεσμα, πηγάζει από αυτό αλλά και από την αλληλουχία των γεγονότων του παρελθόντος» εκείνος χειροκρότησε.
«Κι αν το μυαλό κρατάει καλά κλειδωμένη την αιτία; Αν λέει ψέματα;» ο Στέφεν γύρισε σοβαρός. Πλησίασε στο τζάμι , της χαμογέλασε κι εκείνη έκανε ένα βήμα πίσω . «Έλα κοντά, δε δαγκώνω…»
«Κι αν δαγκώνω εγώ;» είπε αντιστρέφοντας τη ψυχολογική πίεση που ένιωσε, δείχνοντας θάρρος.
«Τότε θα χαρώ να αποκτήσω ένα σημάδι δεσποινίς Ντόνσον…» ακούγοντας τον να την αποκαλεί με το επίθετο της προσπάθησε να κρατήσει τη ψυχραιμία της. Σίγουρα κάποιος μίλησε για εκείνη μπροστά του και αυτός ήταν ο Έρικ.
«Θέλεις να έρθεις μέσα; Θα περάσουμε καλά, εγώ θα μιλήσω και εσύ θα ακούς»
«Μια χαρά ακούω και από δω»
«Όχι. Έλα, άνοιξε τη πόρτα σε παρακαλώ… Δε θέλεις να μάθεις τι χρώμα έχει η σιωπή μου Άλισον;»
«Η σιωπή δεν έχει χρώμα Νόλαν»
«Κάνεις λάθος» είπε και βγάζοντας τη γλώσσα, σάλιωσε το τζάμι προκλητικά.
«Παρεκτρέπεσαι και θα φύγω!» τον απείλησε σοβαρή
«Δε θα το κάνεις. Όχι πριν μάθεις για το χρώμα της σιωπής…»
«Θέλεις να δεις αν μπορώ;»
«Το θέμα είναι κατά πόσο αντέχεις να φύγεις…Είναι παντού Άλισον. Είναι οι ψίθυροι που ακούς τις νύχτες. Ψίθυροι λευκοί, βαμμένοι με το κόκκινο του αίματος. Είναι η αλήθεια που κρύβεις μέσα σου μα δε τη βλέπεις» ο Νόλαν άφησε την ανάσα του να θολώσει το γυαλί. Σχημάτισε ένα κύκλο και αυτή τη φορά, δύο τελείες μέσα του. Το βλέμμα του ζωήρεψε , έπειτα άπλωσε τις παλάμες του στο τζάμι και χαμήλωσε το κεφάλι ώστε να τη κοιτάζει μέσα απ’ το κύκλο. «Πες μου τι βλέπεις Άλισον…»
Τα δάχτυλα του χτυπούσαν ρυθμικά την διάφανη επιφάνεια.
«Βλέπω διχασμό» τόλμησε να πει.
«Σωστά μα λάθος. Θέλω να μου πεις αν οι δύο αυτές τελείες μοιάζουν μεταξύ τους…» η θολούρα άρχισε να χάνεται «Πες μου Άλισον!»Τσίριξε δυνατά και εκείνη αναπήδησε από τρόμο «Τι χρώμα έχει η σιωπή; Πόσες αλήθειες κρύβει το αγνό λευκό και κατά πόσο επισκιάζει το κόκκινο του αίματος; ΜΙΛΑ ΑΝΑΘΕΜΑ ΣΕ!» ο Νόλαν άρχισε να ουρλιάζει και να γρονθοκοπεί το τζάμι ώσπου σταμάτησε άξαφνα. Γύρισε τη πλάτη, πήγε μέχρι τη πόρτα και κοιτάζοντας την με την άκρη του ματιού του, πονηρά έπιασε το πόπολο και το γύρισε. «Αφού δεν έρχεσαι θα έρθω μόνος…» ψέλλισε διαβολεμένα και στο άκουσμα του μεντεσέ τα πόδια της παρέλυσαν. Δεν μπορεί να βγει σωστά; σκέφτηκε μα προς έκπληξη της είδε μια χαραμάδα να σχηματίζεται. Καταλαβαίνοντας πως δεν ήταν κλειδωμένος, έτρεξε προς τη πόρτα που οδηγούσε έξω. Κατέβασε το χερούλι μα δεν άνοιξε.
«Έρικ! ΕΡΙΚ!» ούρλιαξε χτυπώντας μανιασμένα τις γροθιές της.
«Σσς, δε θέλουμε να προκαλέσουμε σαματά σωστά;» η ανατριχιαστική φωνή του Νόλαν ακούστηκε αρκετά πιο καθαρή παγώνοντας το αίμα στις φλέβες της. Σταμάτησε να κουνιέται και γύρισε αργά προς τα πίσω. Ο Στέφεν στεκόταν λίγες μόλις ίντσες μακριά της χαμογελαστός.
«Λοιπόν γιατρέ;» ρώτησε εκνευριστικά σιγανά και η Άλισον ένιωσε την ανάσα της να σβήνει στο στήθος. Ήταν ολομόναχη σε μια αίθουσα με ένα ψυχοπαθή και δεν είχε ούτε όπλο να αμυνθεί. «Είναι ωραίο το αίμα; Νόστιμο;» συνέχισε και ανοίγοντας τα χείλη του άρχισε να ουρλιάζει μπροστά στο πρόσωπο της.
Η Άλισον άρχισε να αναπνέει γρήγορα, μανιακά και ακανόνιστα προσπαθώντας να γεμίσει τα πνευμόνια της μα ο αέρας δεν έφτανε και λίγο πριν καταρρεύσει ένα χέρι την άρπαξε από τη μέση και την έβγαλε έξω. Ο Έρικ χωρίς περιστροφές της άνοιξε το στόμα και εισχώρησε κάτω απ’ τη γλώσσα της ένα χαπάκι.
«Είναι ήπιο ηρεμιστικό. Χαλάρωσε…» τη προέτρεψε μα εκείνη μετά βίας στεκόταν όρθια.
Έβαλα ένα μπόνους 🤣 Φιλιά σε όλους!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top