Η άκρη των ρούχων

Προχώρησα στο βάθος του γραφείου του. Και πάλι το ίδιο μοτίβο διακόσμησης υπήρχε και εδώ μέσα. Πίνακες με μπερδεμένα χρώματα και ένα μεγάλο άνοιγμα παραθύρου. Τώρα το πρωινό φως έμπαινε εκτυφλωτικό και δεν φαινόταν τίποτα απο την θέα. Έκανε τα πάντα να θυμίζουν σαν φωτογραφία που πήρε φως. Έκεινος στάθηκε μπροστά σε ένα μεγάλο γραφείο . Το φως εκτυφλωτικό κάλυπτε τα χαρακτηριστικά του. Κανένα βιβλίο. Υπολογιστές πάνω σε ένα μεγάλο τραπέζι δίπλα απο το γραφείο. Μια καρέκλα δερμάτινη μεγάλη με ένα σακάκι πάνω του, απο κουστούμι. Στο ίδιο χρώμα με το παντελόνι του.

"Έλα" η φωνή του βγηκε τώρα πιο μαλακή. Κοιταξα το χώρο μη ξέροντας που πρεπει να καθήσω.

"Εδώ" μου έδειξε με το χέρι του ένα τραπέζι με τρεις καρέκλες απο σκούρο ξύλο. Έκατσε πρώτος σε μια απο αυτές . Προχώρησα σαν να περπατούσα σε όνειρο.

"Δεν το περίμενες που επικοινώνησα να φανταστώ" ειπα με ανάλαφρο ύφος σαν να υπήρξε μια φιλία κάποτε και καπου χαθήκαμε.

"Πως είσαι?" μου ειπε κατευθείαν χωρίς να σχολιάσει αυτό που είπα. Το ύφος του ήταν ειλικρινές, ζεστό. Μου ήρθε να του πω για τον μπαμπα μου, για την απολυσή μου, για τα όνειρα, για οτι το σκεφτόμουν συνέχεια .

Πως είμαι?

Να μια δυσκολη ερώτηση χρόνων.

"Καλά. Κι εσύ?"

Έκανα μια προσπαθεια να χαμογελάσω αλλά το σοβαρό ύφος του με έκανε να το αντιγράψω. Τώρα στο φως αυτό μπορούσα να διακρίνω καθαρά τα χείλια του . Με είχε φιλήσει με αυτά τα χείλη. Μου φαινόταν τόσο μακρινό.Κοιταξα ξανά τα μάτια του. Με παρατηρούσε κι εκείνος.

"Καλά" με κοιταξε στα μάτια σαν να περιμενε απο εμένα να συνεχίσω την συζήτηση αλλά δεν ήξερα τι να πω. Τι να πρωτοπω. Ντρεπόμουν. Ήμουν μια αρπαχτή ημερών και τωρα ήμουν στην δουλειά του να του ζητήσω εργασία. Μου φάνηκε υπερβολικό για την αξιοπρέπεια μου . Έσφιξα ασυνείδητα δυο τρεις φορές την γροθιά μου.

Το παρατηρησε. Ξεφύσηξε ελαφριά.

"Νιώθω οτι πρεπει να απολογηθώ για οτι έγινε εκείνη την τελευταία μέρα" μου ειπε καθώς η άκρη του παντελονιού του ακούμπησε ανεπαίσθητα το δικό μου τζην. Μύριζε όμορφα. Η μυρωδιά του ήταν ίδια. Δεν έκανα καμία κίνηση να τραβηχτώ , ούτε αυτος. Μπορεί να μην το πρόσεξε.

"Είμαστε ενήλικες" ειπα σαν να ήταν απάντηση αυτο σε όλα.

"ισχύει" ειπε και έφερε το χέρι του στο πηγούνι του. Το χάιδεψε ελαφριά και μετά άγγιξε με αυτό το μπρατσο της καρέκλας. Περίμενε. 

"Υπήρξα υπερβολική . Ενδεχομένως." ειπα σαν μια προσπαθεια να το κλεισω. Δεν ήθελα να το συζητησουμε . Δεν ήμουν για αυτό εκεί.

"Συνέβησαν διάφορα απο τότε " ειπα προσπαθώντας να παω το θεμα εκεί που έπρεπε. 

"Το περίμενα" μου ειπε αμέσως και κουνησε το κεφάλι του.

Το περίμενε? τι εννοεί?

Με κοιτα έντονα στα μάτια. Νιώθω πως δεν μπορώ να δαχειριστώ το ύφος του αλλά δεν χαμηλώνω το βλέμμα. Υπάρχει ένταση απτή κόβεται με μαχαίρι. Η άκρη του παντελονιού του αγγίζει συνέχεια το δικό μου τζην. Τα χείλια του διασπώνται και τον παρακολουθώ χωρίς να ξέρω τι πρεπει να πω. 

Γαμώτο σχεδόν ποτέ στην ζωή μου δεν ξέρω τι να πω.

Το τηλέφωνο χτυπάει. Ξανά και ξανά.

Κάνει μια κίνηση αποστροφής με το κεφάλι του, σαν να μην ήθελε την διακοπή.

"Η Αμαλία περνά την γραμμή σε έμενα μόνο όταν είναι κάτι που δεν μπορεί να διαχειριστεί"

Το ύφος του απολογητικό. Ναι είναι ένας ευγενικός άντρας. Οτι και να έγινε την τελευταία μέρα δεν μπορώ να μην θυμαμαι την ευγένεια στους τρόπους του.

"Είσαι σίγουρη γι αυτό?"

"Ναι"

Το ύφος του όταν έμπαινε μέσα μου

"δεν είμαι παρθενα ξέρεις, δεν χρειάζεται να ρωτάς αν είμαι εντάξει"δεν χρειαζόταν να είναι καλός μαζί μου

"θελω να ξέρω οτι νιώθεις καλά " μου απάντησε

"Νιώθω κάτι παραπάνω απο καλά"

Με φίλησε τρυφερά.

"Σήκωσε το . Κανένα πρόβλημα"

Του ειπα και έγνεψε καταφατικά. Σηκώθηκε απο την καρέκλα του και πήγε στο γραφείο. Τον άκουσε να μιλά χαμηλόφωνα και πήρα μια μεγάλη ανάσα που την χρειαζόμουν. Μου φαινόταν βουνό να ζητήσω δουλειά.

Να το διαχειριστώ. 

Το πρόβλημα της ζωής μου. Η διαχείριση.

Σκέφτηκα τον πρώτο εραστή μου. Ήταν μια σκέψη χωρίς αισθηματα. Δεν είχα αισθηματα για ολο εκείνο. Αλλά συχνά το σκεφτόμουν. Οχι εκείνον. Αλλά "αυτό".

"Σίγουρα μπορείς να το διαχειριστείς? " μου  ειπε και με χαιδεψε στο γόνατο. Είχε κλειδώσει πίσω του την τάξη. Τα παιδιά του φροντιστηρίου ίσα που ακουγόταν στις σκάλες . Ήταν ανυπόμονος και εγώ απαθής. Είχε πει οτι του αρέσει το ποιημα μου που διάβασε απο πάνω μου σκυμμένος στο βιβλίο μου. Είχα ντραπει και μετά το σκεφτόμουν για καιρό. Είχε ένα μεγάλο προγούλι στο λαιμό που με ανατριχιαζε οταν το άγγιζα.

"Ναι μπορώ"

"το μυστικό μας. Οτι μπορείς να με καταστρεψεις αν το θελεις. Δεν θα πεις κάτι, έτσι?"

"οχι δεν θα πω κάτι"

Η πρώτη μου φορά. Πίστευα πως μου άξιζε σίγουρα. Όλα μου άξιζαν να τα πάθω. Ήταν δίκαιο.

"Χάθηκες στις σκέψεις σου" μου ειπε καθώς τον ένιωσα απο πάνω μου να στεκεται. Η μυρωδιά του ήταν ευεργετική. Έδιωχνε μια κακοκαιρία αδιόρατη που μαινόταν μέσα μου. Δεν θα επρεπε να είχε την δυναμη να μου το κάνει αυτό.

"Ήθελες να μιλήσουμε για κάτι"

Έκατσε δίπλα μου. Το παντελόνι του απείχε χιλιοστά απο το δικό μου. Αν μετατοπιζα την θέση μου θα μπορούσα να τον αγγίξω.

"Χρειάζομαι λεφτά" ειπα απότομα σαν φράγμα που σπαει και ξεχύνεται απρόσμενα ένα κρυο ποτάμι.

Οι κόρες του διεστάλθησαν. Ανακάθησε στην θεση του.

Όχι δεν του άρεσε αυτό που είπα.

"Όχι όπως το σκέφτεσαι"

"τεινεις συνέχεια να πιστευεις οτι ξέρεις τι σκέφτομαι"

"ήταν φανερό στο βλέμμα σου"

"και τι λεει το βλεμμα μου  Κατερίνα?" 

Όχι . Δεν ήθελα να παει έτσι η συζήτηση.

"Όταν λεω λεφτά εννόω χρειάζομαι χρήματα για κάτι σημαντικό που προέκυψε. Δεν εννοώ οτι θελω να μου δώσεις λεφτά. "Πήρα μια ανάσα

"κατάλαβες?"

Έξυσε το πηγούνι του απαλά. 

"προσπαθώ" το ειπε αυστηρα

"ήρθα να ζητήσω δουλειά . Χρειάζομαι μια δουλειά και σε σκέφτηκα"

"Με σκέφτηκες γιατί ήθελες δουλειά" τώρα τα λόγια μου στο στόμα του ακούστηκαν λάθος.

Σηκώθηκε πάνω και πήγε προς το γραφείο του. Τράβηξε την καρεκλα του και έκατσε σαν να άφηνε ένα βάρος απο πάνω του. Τον άκουσα να ανοίγει ένα συρτάρι και μετά ένα δευτερο. Έβγαλε απο μέσα ένα κουτι με τσιγάρα.Το επαιξε στα χέρια του.

"Κατάλαβα" ειπε τέλος και με κοιταξε ατάραχος. 

Ένιωσα αμήχανα, σαν να επρεπε να διαχειριστώ την όλη κατάσταση διαφορετικά, τα λόγια μου, τις κινήσεις μου. Έστεκα μπροστά του σαν ένα μεγάλο λάθος.

Έβγαλε ένα τσιγάρο απο το πακέτο και το έπαιξε στα χέρια του. 

"Έχεις φέρει βιογραφικό?" ειπε με σταθερό ύφος καθώς το βλέμμα του έπεσε πάνω στο μπεζ σακίδιο μου που είχα αφημένο στο πάτωμα.

Τον κοιταξα θορυβημένη. Δεν ..δεν το είχα σκεφτεί αυτό.

"Όχι. Αλλά θυμαμαι τον βαθμό απολυτηρίου μου και..δεν ξέρω. Δεν έχω και κάτι άλλο" 

Ήθελα να φύγω.

"Καλά" ειπε και έσυρε ξανά το συρτάρι του γραφείου . Εβγαλε ένα αναπτήρα, χρυσό, με αναγλυφα σχέδια. Ήταν δώρο. Εμοιαζε σαν δώρο όχι κάτι που θα αγόραζε ο ίδιος.

"Σε πειράζει?"

Δεν ήξερα οτι καπνίζει.

"Οχι"

Άναψε το τσιγάρο του και άφησε το καπνό να φύγει απο τα μισάνοιχτα χείλια του. Παρακολούθησα το καπνό να φέυγει απο μέσα του και να εισέρχεται στα δικά μου πνευμόνια, μέσα στο σώμα μου. Κρατησα μέσα μου την οσμή του τσιγάρου. Ήταν όμορφος και γοητευτικός. Είχε μια αίσθηση αυτοκυριαρχίας σαν να όριζε τα πάντα γύρω του και μέσα του. Με γοητευε αυτό. Με είχε γοητευσει απο την πρώτη στιγμή που μου μίλησε.

"Μπορείς να γράψεις τα στοιχέια σου εδώ" έσυρε προς την μεριά μου ένα χαρτί . Σηκώθηκα πάνω και κοιταξα να βρω στυλό

"δίπλα σου Κατερίνα" το όνομα μου στα χείλη του με εκαναν να νιώσω πεταλούδες . 

"Κατερίνα " 

αργά ψιθυρισε το όνομα μου καθώς ένιωθα τις τελευταίες συσπάσεις του κορμιου του. Δεν είχε βγει απο μέσα μου. "Κατερίνα" ειπε ξανά το όνομα μου και αγγιξε με το μετωπο του το δικό μου. Ήταν ιδρωμένος ,το κορμί του έκαιγε. Τα χείλη του έκαιγαν καθώς έλεγε το όνομα μου.

"Το εμαιλ σου γραψε . "με είδε που σαστισα μπροστά στο χαρτί

"και το επίθετο μου?" ειπα με αφέλεια

Με κοιταξε αινιγματικά.

παρατεταμένα. 

Ένιωσα πως επαιζε ένα παιχνίδι που δεν ήξερα τους κανόνες.

"Κι αυτό. Ναι."

όσο έγραφα ήμουν σίγουρη πως με κοιτούσε.

Ένιωσα κάτι περίεργο, σαν να μου διέφευγε κάτι σημαντικό. 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top