Eν μέρει καλός....ή εν μέρει κακός?/part 4

ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ

Προσπαθούσα ξανά και ξανά να συγκεντρωθώ, ώστε να βρω κάτι κατάλληλο για να φορέσω. Η επίσκεψη του Αλάστορα με είχε αναστατώσει, καθώς με θράσος με κατηγορούσε έμμεσα, πως ήμουν έτοιμος να διαπράξω το αμάρτημα της λαγνείας με την Αντέϊρα. Φυσικά και γνώριζα τους ουράνιους νόμους και φυσικά και ήξερα, ποια θα ήταν η κατάληξή μου, σε περίπτωση που ενέδιδα στον πειρασμό. Ωστόσο, τέτοια περίπτωση ούτε που αχνοφαινόταν στον ορίζοντα.

΄΄Εξάλλου, ποιος να σε ερωτευτεί εσένα, με αυτήν την εμφάνιση; Εδώ δεν σε αγάπησε ο ξεχωριστός αδερφός σου, όταν τη στιγμή της επανάστασής σου, τάχθηκε εναντίον σου. Παραδέξου το. Είχε εμφανέστατα επιλέξει τον Πατέρα και εσένα γραμμένο σε είχε εξ αρχής΄΄ σκέφτηκα υποσυνείδητα .

Κατόπιν, στάθηκα μπροστά από έναν καθρέπτη, ο οποίος αντανακλούσε την κατάρα και την ασχήμια μου. ΄΄Ποιόν κοροϊδεύεις; Τα έχασες όλα και τώρα είσαι έτοιμος να χάσεις και το αναγκαστικό σου καταφύγιο που είναι η Κόλαση. Το άνδρο της μιζέριας και της δυστυχίας. Εσύ που κάποτε διηύθυνες την ουράνια χορωδία, που έδινες την πρώτη νότα, κοίτα τώρα πώς κατάντησες. Ωστόσο, ούτε την Κόλαση τη νιώθεις σπίτι σου, ποτέ σου δεν την ένιωσες. Σπίτι σου θεωρείς αυτό εδώ το διαμέρισμα και τη μικρή σου ζωή στη Γη, καθώς εδώ αγαπήθηκες γι'αυτό που είσαι και όχι γι'αυτό που θα ήθελαν οι άλλοι να είσαι΄΄ σκέφτηκα και οι σκέψεις αυτές με τρομοκράτησαν, καθώς ένιωθα να χάνω τον έλεγχο. Τότε, μου ήρθε μία τρελή ιδέα. Να επισκεφτώ τη γειτόνισσα της Αντέϊρα. Τη γενναία γυναίκα που είχε αντικρίσει το αληθινό μου πρόσωπο και δεν είχε αηδιάσει ή δεν είχε νιώσει λύπηση για εμένα, όπως ένιωθαν οι φωτεινοί αδερφοί μου. Πρώτα όμως, έπρεπε να ετοιμαστώ. Το μπλε κοστούμι μου πήγαινε, καθώς φώτιζε τα κυανά μου μάτια. Χτενίζοντας παράλληλα τα μαύρα μου μαλλιά ελαφρώς προς τα πίσω, αδιαφορώντας για τις ουλές μου και φορώντας, ένα κόκκινο μαντήλι στην τσέπη του σακακιού, πήρα το δρόμο για το σπίτι της.

Ισιώνοντας για τελευταία φορά το κόκκινο μαντήλι μου, χτύπησα διακριτικά την πόρτα, καθώς οι άνθρωποι της περασμένης ηλικίας, τέτοιες ώρες βρίσκονται συνήθως στην αγκαλιά του Μορφέα. Με λίγα λεπτά καθυστέρηση, η πόρτα άνοιξε τρίζοντας και η ηλικιωμένη, ρακένδυτη γυναίκα φάνηκε στο κατώφλι, όλο ζωντάνια.

«Να πω, καλώς τον;» με ρώτησε μισογελώντας.

«Εμφανέστατα και όχι, γενναία μου κυρία. Η υποκρισία δεν σας ταιριάζει, ωστόσο, σας έφερα αυτά ως ένδειξη καλής καρδιάς και θελήσεως και ελπίζω να μην αντιμετωπίζετε θέματα με το ζάχαρό σας» της είπα, προτάσσοντας ένα κουτί με σοκολατάκια σε σχήμα Άγιου Βασίλη. «Χαριτωμένα δεν είναι;» συνέχισα μόλις την είδα να τα ανοίγει έκπληκτη και να δοκιμάζει ένα με λαχτάρα.

Κατόπιν, κοιτάζοντάς με διερευνητικά και υπό γωνία, μου έκανε σήμα να καθίσω. Το εσωτερικό του σπιτιού της, έμοιαζε με μεσαιωνικό ξωκκλήσι, καθώς δεν υπήρχε επιφάνεια του τοίχου που να μην ήταν καλυμμένη με κάποια εικόνα του Πατέρα και του σογιού μου ολόκληρου.

«Βλέπω πως δεν αφήσατε κανέναν Άγιο παραπονεμένο» της είπα κοιτάζοντας τριγύρω μου και καρφώνοντας τη ματιά μου σε μία εικόνα του Μιχαήλ.

΄΄Ο άτιμος, είχε πάντοτε φωτογένεια σε αντίθεση με εμένα που έβγαινα μουρτζούφλης΄΄

«Η αλήθεια είναι πως πιστεύω πολύ στον Πατέρα σου» συνέχισε εκείνη, με το μειδίαμα να μην έχει εγκαταλείψει ούτε λεπτό το πρόσωπό της. «Λοιπόν, σε τι οφείλω την τιμή της επισκέψεως;» πρόφερε.

Για λίγο έμεινα να την κοιτώ, εν συνεχεία όμως αναστενάζοντας πήρα τον λόγο :

«Είσαι η μόνη θνητή που έχει δει ποτέ την αληθινή μου όψη και δεν έχει τρομοκρατηθεί ή βρεθεί στα πρόθυρα της υστερίας και ολικής νευρικής κατάρρευσης. Δεν σου κρύβω πως αυτό μου κίνησε την περιέργεια και το ενδιαφέρον και έτσι ήρθα ως εδώ, προκειμένου να μάθω περισσότερα για εσένα» απάντησα περήφανα.

«Δυστυχώς κολασμένε, δεν έχω τίποτε να σου πω για την ζωή μου που να έχει ενδιαφέρον ή αξία. Είμαι μία γυναίκα χήρα εδώ και πολλά χρόνια. Παιδιά δεν απέκτησα ποτέ μου, ωστόσο, η Αντέϊρα μου στάθηκε καλύτερα και από κόρη μου. Χάρη σε εκείνη, έχω έστω ένα πιάτο φαγητό» μου απάντησε περίλυπα. «Ωστόσο, έχω την εντύπωση πως δεν ήρθες ως εδώ για να μάθεις για εμένα, αλλά για να μου μιλήσεις για εσένα. Ακούω λοιπόν, τι είναι εκείνο που σε προβληματίζει;» με ρώτησε και εγώ για ακόμη μία φορά ξαφνιάστηκα. ΄΄Αυτή η γυναίκα είχε χάρισμα΄΄

«Με θεωρείς εν μέρει καλό ή εν μέρει κακό;» έθεσα την πολυπόθητη ερώτηση και την είδα να χαμογελά.

«Εξαρτάται από ποια σκοπιά θα δω την ιστορία σου. Αν θες τη γνώμη μου, όλοι μας είμαστε εν μέρει καλοί και εν μέρει κακοί, εκτός φυσικά από τον Πατέρα σου και όλα τα πλάσματα που έχουν επιλέξει να είναι δίπλα Του» μου απάντησε διπλωματικά.

«Εννοείς τα αδέρφια μου» πρόφερα με πικρία και έπιασε ευθύς την αλλαγή της διάθεσης στο βλέμμα μου.

«Θα ήθελες να μου μιλήσεις για την Πτώση; Εμείς οι άνθρωποι έχουμε ενημερωθεί για μία μονάχα πλευρά της ιστορίας. Θα ήθελα πολύ να την ακούσω για μία φορά και από τη δική σου πλευρά, αν αυτό φυσικά δεν σε φέρνει σε δύσκολη θέση»

΄΄Καλή μου γυναίκα, δεν σου απομένουν και πολλά χρόνια. Ώσπου να σου αφηγηθώ την ιστορία μου, θα μας διακόψει ο Χάρος και εγώ θα καταλήξω σε θλιβερό μονόλογο΄΄ σκέφτηκα, μα η εικόνα της να καρτερά στωικά την απάντησή μου, με έκανε να πάρω το ρίσκο.

«Εντάξει»

«Τσαγάκι; Είναι με ηρεμιστικά βότανα. Συνήθως το χρησιμοποιώ για τις αϋπνίες που με επισκέπτονται ολοένα και συχνότερα τελευταία» συνέχισε με νόημα.

«Καλώς» της απάντησα και ξεκίνησα την αφήγηση. « Δεν ξέρω αν το γνωρίζεις, αλλά ήμουν το πρώτο αγγελικό ον που δημιουργήθηκε, την ημέρα που ο Πατέρας έφερε το φως. Ήμουν όμορφος και λαμπερός, με μακριά, ξανθά μαλλιά και κυανά μάτια. Τα αγγελικά μου φτερά, είχαν το διπλάσιο μέγεθος σε σχέση με εκείνα των αδερφών μου και εγώ έστεκα πάντοτε αγέρωχος, έχοντας τη δυνατότητα, μόνο εγώ, να αντικρίζω τον θρόνο του Πατέρα. Αμέσως μετά από εμένα, δημιουργήθηκαν τα άλλα τρία μου αδέρφια, ο Μιχαήλ, ο Γαβριήλ και ο Ραφαήλ, ωστόσο, δεν σου κρύβω πως η αδυναμία μου ήταν ο αμέσως μικρότερος αδερφός μου, ο Μιχαήλ. Ξέρω, αδυνατείς να το πιστέψεις, καθώς με εκείνον πάλεψα την ημέρα της Πτώσης. Την ημέρα που ο Πατέρας με έδιωξε. Η αλήθεια είναι πως υπήρξα αλαζόνας. Ήμουν όμορφος, ισχυρός και ξεχωριστός. Γιατί να ακολουθούσα τον σκοπό των υπόλοιπων; Γιατί να ήμουν υποχείριο του Πατέρα και γιατί να μην λατρευόμουν από τα αγγελικά πλάσματα, αφού εγώ υπήρξα τελικά ο αρχηγός τους; Όσο για τα πάλλευκα φτερά μου, περιττό να σου αναφέρω πως μου προκαλούσαν φτέρνισμα. Μία ημέρα, εξέθεσα τις απόψεις μου στον Μιχαήλ, ο οποίος προσπάθησε να με μεταπείσει. Το ίδιο έκαναν και πολλοί άλλοι Άγγελοι, κατηγορώντας με για φθόνο απέναντι στον Πατέρα. Ωστόσο, εγώ δεν Τον φθονούσα. Ήθελα να με δει μέσα από τα δικά Του μάτια. Να δει εμένα και τον ξεχωριστό μου χαρακτήρα. Εμένα τον αγαπημένο Του υιό, τον πρωτότοκο, τον λαμπρότερο. Απεναντίας, μου γύρισε την πλάτη εξυψώνοντας τον Υιό Του και αποφάσισε να με διώξει από τον Παράδεισο» τελείωσα, βλέποντας την γυναίκα βαθιά προβληματισμένη.

«Το διαφορετικό, δεν είναι απαραίτητα κακό Εωσφόρε, η αλαζονεία όμως είναι. Θεώρησες τη δύναμή σου υπερβολική και αρκετή, για να προσπαθήσεις να επιβάλεις με τη σειρά σου τη θέλησή σου να λατρεύεσαι. Επομένως, υπέπεσες στο ίδιο ατόπημα για το οποίο κατηγορείς σήμερα τον Πατέρα σου. Να ξέρεις ένα πράγμα : την διαφορετικότητα, δεν χρειάζεται να τη διαλαλούμε, ούτε να την επιβάλουμε. Ξεχωρίζει από μόνη της. Έχει μία αυθεντικότητα στη λάμψη της που είναι αδύνατον να μην σαγηνεύσει κάποιον, δίχως προσπάθεια εκ μέρους της» μου απάντησε κάνοντάς με να χαμογελάσω στραβά. «Για πού είσαι απόψε;» με ρώτησε στα ξαφνικά αλλάζοντας εσκεμμένα το θέμα.

«Παραμονή Πρωτοχρονιάς και γλέντι στη δουλειά» της είπα γελώντας.

«Και συνοδός της Αντέϊρα» συνέχισε εκείνη. ΄΄Εμπρός λοιπόν, πήγαινέ το εκεί που θέλεις και άφησε στην άκρη την αυτοβιογραφία σου΄΄σκέφτηκα. «Θέλω να σε ρωτήσω κάτι και να μου απαντήσεις ειλικρινά. Πώς νιώθεις για εκείνη;» μου έθεσε την απρεπή και αδιάκριτη ερώτηση, με εμένα να αισθάνομαι έναν άτιμο όφι, να κουλουριάζεται με δόλο γύρω από τον παλλόμενο λαιμό μου.

΄΄Καταρχάς, πρώην καλή μου γυναίκα, καθώς μόλις το όνομά σου βρέθηκε στην κορυφή της μαύρης λίστας, η ειλικρίνεια δεν είναι κάτι που χαρακτηρίζει την προσωπικότητά μου΄΄ μουρμούρισα, ωστόσο για κάποιον λόγο, η υπεκφυγή της ερώτησης ισοδυναμούσε με δειλία. Από την άλλη, είχα κάθε δικαίωμα να κρατήσω την προσωπική μου ζωή και τις προσωπικές μου σκέψεις για τον εαυτό μου.

«Την εκτιμώ» απάντησα τελικά θέλοντας να κρατήσω μία ισορροπία, αλλά η γηραιά γυναίκα απέναντί μου φαινόταν να μην τσιμπάει το δόλωμα.

«Ως τι ακριβώς;» συνέχισε.

«Κάνεις πολλές αδιάκριτες ερωτήσεις ή είναι η ιδέα μου;» γρύλισα και το μισό μου πρόσωπο άξαφνα ξεκίνησε να μαυρίζει.

«Έχεις δίκιο, δεν θα σε πιέσω άλλο. Ωστόσο, θα πρέπει να γνωρίζεις ένα πολύ βασικό πράγμα. Εκείνη είναι άνθρωπος και εσύ ένας αθάνατος. Να περάσετε καλά και να την προσέχεις, αφού την εκτιμάς, αλλά με μέτρο η εκτίμηση, ας μην ξεφύγουμε κιόλας εξαιτίας της» συνέχισε και εγώ σηκώθηκα σιωπηλός και παραξενεμένος με την αντίδρασή της, όταν ακούστηκε ένα χτύπημα στην πόρτα.

Η γυναίκα σηκώθηκε και εκείνη, βαδίζοντας με μία χαρακτηριστική αστάθεια για να ανοίξει στον μουσαφίρη, όταν στο κατώφλι φάνηκε η Αντέϊρα με ένα μαύρο, μακρύ φόρεμα. Τα μαλλιά της, τα είχε πιασμένα πίσω σε αυστηρό κότσο και τα ολοστρόγγυλα, καστανά της μάτια έλαμπαν. Για την ακρίβεια, έλαμπε ολόκληρη.

«Λίαμ!Τι γυρεύεις εσύ εδώ;» με ρώτησε έκπληκτα.

«Ας πούμε, πως έχω συμπαθήσει πολύ τη γειτόνισσά σου» απάντησα κοφτά.

«Δεν σε αδικώ. Είναι ο πιο γλυκός άνθρωπος που γνώρισα ποτέ» μου απάντησε εκείνη χαϊδεύοντας τρυφερά τη γηραιά οχιά.

«Είσαι πανέμορφη.Να προσέχεις σήμερα, καθώς πολλοί θα σε προσεγγίσουν με πονηρούς σκοπούς» την ορμήνεψε η γυναίκα, ενώ εγώ άθελά μου, έσφιγγα τη μία μου γροθιά. ΄΄Όχι απλά με πονηρούς, με παμπόνηρους θα έλεγα΄΄

«Με τον Λίαμ για συνοδό, δεν ανησυχώ για τίποτε»

΄΄Στην θέση σου θα ανησυχούσα, αν ήξερα πως με συνοδεύει ο έξω από εδώ΄΄ σκέφτηκα, ενώ η ηλικιωμένη απέφυγε να σχολιάσει την κουβέντα.

«Καλά να περάσετε και αν δεν σας δω, καλή χρονιά να έχετε» μας ευχήθηκε, καθώς απομακρυνόμασταν.

«Σήμερα είσαι πολύ διαφορετικός. Σου πάει πολύ το μπλε» μου ομολόγησε στα ξαφνικά, ενώ βρισκόμασταν στον ανελκυστήρα.

«Η αλήθεια είναι πως και εσύ είσαι διαφορετική. Όμορφα διαφορετική» παραδέχτηκα δίχως να την κοιτάζω στα μάτια. ΄΄Το αυχενικό σου ευθύνεται γι'αυτό. Εσύ δεν νιώθεις ποτέ σου ντροπή. Ειδικά εσύ, που έχεις ζήσει τόσες αιωνιότητες παραμένοντας αναίσχυντος΄΄ ήρθε να με καθησυχάσει το υποσυνείδητο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top