Κεφάλαιο 9 Πέντε χρόνια μετά
Κάθομαι εδώ και πέντε ώρες αναπολώντας το παρελθόν και επιχειρώ να θυμηθώ την παραμικρή λεπτομέρεια, όπως το πρώτο μου φιλί με τον Στέφανο. Με είχε επισκεφθεί στο σπίτι της κολλητής μου, της Εύας και ένωσε τα χείλη μας απλά. Εγώ στην αρχή από το σοκ του έριξα ένα μικρό χαστούκι, αλλά στην πορεία ήθελα να μάθω να φιλάω και πειραματίστηκα. Με αδέξιες κινήσεις κουνούσα το στόμα μου, μήπως και έβρισκα τον σωστό τρόπο. Καθέ φορά απομακρυνόμουν και μετά ξαναδοκιμάζαμε.
Χαμογελάω στην παιδική μου ανάμνηση, καθώς αυτή ίσως είναι από τις πιο ανέμελες. Αντίθετα με άλλες! Βέβαια, εγώ σαν την χαζή στο τέλος ένιωθα τύψεις χωρίς λόγο, πιστεύοντας πως έτσι αρνούμαι τα συναισθήματα μου για τον Αλέξανδρο. Άσχετα που μετά από κάποιο καιρό τον είδα να φιλάει την κοπέλα του. Μέχρι τότε ο οργανισμός μου αρνούταν να αποστηθίσει την πληροφορία, πως ήταν δεσμευμένος. Αυτός ήταν και ο λόγος που διέκοψα κάθε επικοινωνία μαζί του, όσο μπορούσα δηλαδή. Δεν άντεχα να τον βλέπω και να φέρομαι όπως πριν, ενώ άνηκε σε άλλη.
Από το παρελθόν με βγάζει η επίμονη κλήση στο κινητό μου. Δεν διαβάζω καν το όνομα, του ανθρώπου που με καλεί και απαντάω αυτόματα, σίγουρη πως είναι από την παρέα που είχα κανονίσει για βόλτα.
- Δεν θα μπορέσω τελικά να έρθω σήμερα στο κέντρο Χριστίνα. Ας κανονίσουμε, αν θέλετε το επόμενο Σαββατοκύριακο.
- Χαρά, η μητέρα σου είμαι. Δεν ξέρω σε ποιο κέντρο ή επαρχιακό μέρος αναφέρεσαι, όμως είναι υποχρεωτικό να έρθεις το συντομότερο στο νησί. Ο φίλος σου, ο Στέφανος, είχε ένα ατύχημα, τραυματίστηκε σοβαρά. Κάνε το σωστό κόρη μου και έλα να τον δεις.
Ταράζομαι στο άκουσμα των λέξεων και πραγματικά ανησυχώ για την υγεία του. Ωστόσο, είναι η πρώτη φορά μετά από χρόνια που θα συμφωνήσω με την μαμά μου. Οφείλω να πάω επίσκεψη, για να δω από κοντά την κατάσταση της υγείας του. Τερματίζω βιαστικά την κλήση με την μητέρα μου. Στέλνω μήνυμα στην Εύα, το μόνο σταθερό άτομο στην ζωή μου που με στηρίζει. Πάω αμέσως το λιμάνι, αφού έχω ετοιμάσει λίγα πράγματα για την διαμονή μου. Βγάζω εισιτήριο με το πρώτο καράβι που έχει και μπαίνω κατευθείαν μέσα.
Σε όλη την διαδρομή έχω ανάμεικτα συναισθήματα. Δυο χρόνια έχω να ταξιδέψω με πλοίο και να πάω στον τόπο μου, τον οποίο λατρεύω. Συγκινούμαι στην ιδέα του μύλου και του χωριού μου. Φτάνουμε, αφού έχω κουραστεί και βαρεθεί. Βάζω την ζακέτα μου και πατάω στα αγαπημένα χώματα. Κλείνω τα μάτια μου, ενώ αισθάνομαι τον αέρα να φυσάει και να πέφτει στο πρόσωπο μου. Ακούω κάθε ήχο και μυρίζω τον καθαρό αέρα του νησιού. Σε λίγο νιώθω μια οικεία παρουσία δίπλα μου και διακρίνω την γνώριμη φωνή της Εύας.
- Κολλητούλα μου, επιτέλους ήρθες! Δεν φαντάζεσαι πόσο σε περίμενα. Λοιπόν, έφυγα από το κέντρο υγείας για λίγο, γιατί δεν επιτρέπουν ακόμα τις επισκέψεις. Πάμε λίγο σε μια καφετέρια, να καθίσουμε;
Ανοίγω τα μάτια μου και χαμογελάω μέσα από την ψυχή μου. Από την συγκίνηση δεν βγαίνει λέξη από το στόμα μου, οπότε της νεύω θετικά. Μιλάσε συνέχεια από το τηλέφωνο, αλλά δεν την έχω δει εδώ και πολύ καιρό από κοντά. Αγκαλιαζόμαστε πρώτα και μετά προχωράμε στην πιο κοντινή καφετέρια. Καθόμαστε κοντά στο παράθυρο, με θέα το λιμάνι και τα κύματα που χτυπάνε συνεχώς στην προβλήτα. Όπως βγάζω την ζακέτα, αφού είμαστε σε εσωτερικό χώρο, με ενημερώνει για το ατύχημα.
- Είναι δύσκολα. Τις επόμενες ώρες θα φανεί, αν χρειαστεί να μεταφερθεί στην Σύρο. Σε περίπτωση που δεν καλυτερεύσει η κατάσταση του, αυτό θα γίνει.
Ακούγοντας την, ανοίγω την τσάντα μου και βγάζω ένα τσιγάρο. Με την κίνηση μου αυτή αντιδράει άσχημα η Εύα και παίρνει τον αναπτήρα μέσα από τα χέρια μου, ενώ αρχίζει το χιλιοειπωμένο κήρυγμα.
- Γιατί το κάνεις αυτό στον εαυτό σου, Χαρά; Ζεις μια ζωή που ούτε διάλεξες και ούτε σ' αρέσει. Εσύ πάθαινες αλλεργία στο άκουσμα της νικοτίνης και σιχαινόσουν τα μπαρ. Με το ζόρι άφηνες το βιβλίο, να κάνουμε κανένα μπάνιο στην θάλασσα. Πόσο καιρό έχεις να διαβάσεις λογοτεχνικό βιβλίο από αυτά που λάτρευες; Είχες τις δικές σου αρχές και αξίες, που τις καταπατάς όλες.
Αναστενάζω. Μπορεί να με στηρίζει όλα αυτά τα χρόνια, αλλά της κακοφαίνεται η αλλαγή μου. Στην αρχή μονάχα την είχε βολέψει, που ξεκίνησα να βγαίνω και εγώ συχνά. Μετά όταν άρχισα το κάπνισμα με τα ξενύχτια, άρχισε τα παράπονα. Την κοιτάζω μέσα στα μάτια και απλά της εξηγώ την δική μου οπτική, όσο σκληρή και να είναι.
- Όσο ήμουν φυτό, δεν με αγάπησε κανείς. Ένα βάρος ήμουν στην παρέα, δεν το βλέπεις; Σας έριχνα άκυρα για τον Σοφοκλή και Ευριπίδη. Τουλάχιστον τώρα έχω άτομα να διασκεδάζω και να περνάμε καλά. Αλλιώς ούτε οι γονείς μου δεν θα με ήθελαν, από την βαρεμάρα που προκαλούσα.
Με ακούσει έκπληκτη με το στόμα ανοιχτό. Μου δίνει τον αναπτήρα τελικά με δυσαρέσκεια, ενώ μου απαντάει θυμωμένη.
- Τίποτα από αυτά δεν ισχύει. Οι γονείς σου θα χώριζαν έτσι κι αλλιώς, άσχετα που σε αγαπάνε. Επίσης, όλοι στην παρέα μπορεί να σε πειράζαμε, όμως σε αγαπήσαμε. Δεν ήσουν βαρετή, είχες την δική σου προσωπικότητα. Ο δε Στέφανος δεν έπαψε στιγμή να πίνει νερό στο όνομα σου και να λατρεύει το χώμα που πατάς. Από την άλλη και ο Αλέξανδρος απέδειξε έμπρακτα πόσο σε νοιάζεται. Δεν σε άφησε καθόλου μόνη σου, όταν τον είχες ανάγκη. Εσύ τον αποφεύγεις.
Στρέφω το βλέμμα μου στο πάτωμα, όταν ακούω το όνομα του. Δεν έχω καμία όρεξη να αναλύσω τώρα την σχέση μου με τον " δάσκαλο" μου ή τι είναι καλύτερο για μένα. Στην τελική δεν πιστεύω πια στην αληθινή, αμοιβαία αγάπη. Από τέτοιες χορτάσαμε και αρκετές καταλήγουν σε χωρισμό ή σε προδοσία. Δυσκολεύομαι να εμπιστευτώ. Αλλάζω θέμα κουβέντας, ώστε να κυλήσει ομαλά η υπόλοιπη ώρα. Όταν πίνουμε τα ροφήματα μας και πληρώνουμε, σηκωνόμαστε για να πάμε στο κέντρο υγείας. Στην μέση της διαδρομής με ακουμπάει στον ώμο μου, σταματώντας με και μου μιλάει.
- Χαρά μου, να ξέρεις. Στο κέντρο υγείας είναι η μητέρα σου, αλλά και ο Αλέξανδρος. Σε προειδοποιώ, γιατί πάντα με τον τελευταίο αισθάνομαι ότι κάτι μου κρύβεις.
Χαμογελάω έκπληκτη. Δεν θα ασχολιόμουν με αυτό, την δεδομένη στιγμή. Ήρθα στο νησί, για να δω πως είναι ο φίλος μου, ο Στέφανος. Δεν πρόκειται να μου αποσπάσει την προσοχή τίποτα άλλο. Μετά από αυτό σύντομα φτάνουμε στην είσοδο του κέντρου υγείας. Στρέφοντας το βλέμμα μου προς την Εύα και περπατώντας, πέφτω πάνω σε κάποιον άγνωστο άντρα. Εκείνος κρατούσε καφέ, με αποτέλεσμα να πέσει πάνω μου το ρόφημα.
Νευριασμένη, κοιτάζω να δω, ποιος είναι και βλέπω έναν γιατρό. Δηλαδή καταλαβαίνω το επάγγελμα του από την στολή του. Παρατηρώ το πρόσωπο του, που αν και λυπημένο από το ατυχές συμβάν, έχει ήρεμα χαρακτηριστικά. Ανταλλάζουμε βλέμματα πέρα του φυσιολογικού χρονικού περιθώριου και ξεχνάω για λίγο την λερωμένη μπλούζα μου με καφέ στίγματα. Στο τέλος χαμογελάει απολογητικά και δικαιολογείται.
- Χίλια συγνώμη για την απροσεξία μου. Με λένε Μιχάλη και με την κούραση την ημέρας ήμουν βιαστικός.
Δείχνω κατανόηση, όχι ότι έχω πολλά περιθώρια. Απλά μετά τρέχω κατευθείαν και ψάχνω κάποιο χώρο να αλλάξω μπλούζα. Να είμαι έτοιμη να συναντήσω τους υπόλοιπους και να είμαι μέσα στους καφέδες. Βέβαια, ψυχολογικά δεν είμαι καθόλου προετοιμασμένη.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top