Κεφάλαιο 2ο

Το σχολείο ήταν τεράστιο και σκοτεινό, τον τοίχο διακοσμούσαν παλιά όπλα από το 1600 όπως και στους διάδρομους. Η διευθύντρια μας είπε τα μαθήματα που θα κάνουμε και έπειτα έγινε κλήρωση για τα δωμάτια, εγώ ήμουν στο δωμάτιο 74, αναρωτιόμουν με ποιον θα ήμουν, το κακό είναι ότι θα μπορούσα να είμαι ακόμα και με τριτοετη διότι κάθε χρόνο όλοι άλλαζαν δωμάτια δεν κατάλαβα για ποιον λόγο το κάνουν αυτό. Ανέβηκα στον δεύτερο όροφο και έψαχνα το δωμάτιο μου τελικά το βρήκα και άνοιξα την πόρτα με το κλειδί που μου δώσανε. Δυστυχώς το δωμάτιο ήταν ήδη κατειλημμένο ελπίζω να ήταν κορίτσι, ακουγόταν θόρυβος από το μπάνιο, δεν ήθελα να ενοχλήσω οπότε καθησα σε ενα αποντα δύο κρεβάτια, το ενα ειχε πανω τα πράγματα του συγκατικου μου οπότε αναγκαστικά κάθησα στο άλλο, το δωμάτιο ηταν σχετικά ευρύχωρο ειχε δυο κρεβατια που από διπλα τους υπήρχαν δύο ντουλάπες, άρχισα να τακτοποιω τα ρούχα μου στην ντουλάπα. Επίσης είχε και δύο γραφεία τα οποία ενώνονταν με μια βιβλιοθηκη,  την προσοχή μου διέκοψε ο θόρυβος από την πόρτα του μπάνιου, ο μυστηριώδης συγκάτοικος μου μόλις αποκαλύφθηκε. Ήταν ενα αγόρι αρκετά πιο ψηλός από μένα, μελαχρινός με λίγα γένια κάτω από το πηγούνι. Με κοιτάει ξαφνιασμένος

Α: γεια

Του λεω και περιμένω απάντηση, εκείνος αδιαφορεί και πηγαίνει προς το κρεβάτι του και έπειτα μου απαντάει

<< καταρχάς ο καθένας θα εχει τον προσωπικό του χώρο, δεν θελω φασαρίες και κόσμο>>

Δεν απάντησα και συνέχισα να τακτοποιω τα ρουχα, τι μαλακας έλεος, ήθελα να του πεταξω το μαχαίρι στο λαιμό αλλά απαγορευόταν να σκοτώσουμε ή να τραυματίσουμε μαθητή ή καθηγητή οπότε έπρεπε να συγκρατήθω

<<καταλαβες;>>

Απάντησε αρκετά νευριασμενα αυτήν την φορά

Α:μάλιστα μυστηριε τυπε

Δεν ήθελα να τον συνεχίσω γιατί θα μπορούσαν μέχρι και να με αποβάλουν και μετα θα βρισκόμουν κυριολεκτικά στον δρόμο. Τελείωσα με την ντουλάπα και μετά ξάπλωσα στο κρεβάτι, ειδα τον συγκατικο μου να βγαίνει έξω από το δωμάτιο και να φεύγει. Καθόμουν και αναρωτιόμουν τι θα έκανα την υπόλοιπη μέρα, δεν ήξερα κανέναν εδω και δεν ήμουνα παιδί απο κάποιον γνωστό ψυχοπαθή για να ελκυσω "φιλους". Σηκώθηκα κι εγω και βγήκα εξω να κάνω μια βόλτα στο κτήριο, καθώς προχωρούσα ενα κορίτσι έπεσε πάνω μου με αποτελεσμα η βαλίτσα της να ανοίξει

<<συγγνώμη δεν σε είδα>>

Α:  δεν πειράζει

Κάθησα κατω και την βοήθησα να βάλει τα ρουχα της στην βαλίτσα, οταν τελειώσαμε εκλεισε την βαλίτσα της και σηκωθηκαμε

<<είμαι η Μπρέντα ευχαριστώ για την βαλίτσα>>

Α: Αριαννα δεν κάνει τίποτα

Μ: Πρώτη χρονιά εδώ;

Α: ναι κι εσύ α

Μ:όπως βλέπεις ξέρεις που είναι το 72;

Α: ναι ειναι στον δεύτερο όροφο μπορώ να σε παω εγω είναι δίπλα με το δικό μου

Μου χαμογέλασε και ανεβήκαμε μαζι μεχει πάνω και επιτέλους είχα κάποιον να μιλάω εδω πέρα

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top