Kεφάλαιο 44

«Νεαρή γυναίκα;» ρώτησε ο βασιλιάς πραγματικά απορημένος.

«Μάλιστα βασιλιά μου».

«Πολύ περίεργο. Σου είπε μήπως το λόγο που ζητά ακρόαση;»

«Όχι, βασιλιά μου. Δεν μου είπε τίποτα. Το μόνο που μπορώ να σου πω με σιγουριά είναι ότι αν κρίνω από την ενδυμασία της ανήκει σε ανώτερη κοινωνική τάξη».

«Αυτό μόνο;»

«Αυτό».

«Καλά Πιέρ. Πάω να δω τί θέλει. Η αλήθεια είναι πως είμαι πολύ περίεργος. Πρώτη φορά τυχαίνει κάτι τέτοιο».

Και ο Πέτρος ανέμελα ξεκίνησε για την αίθουσα του θρόνου.

Μόλις όμως μπήκε και αντίκρυσε τα τεράστια θλιμμένα μπλε της μάτια τον καθήλωσαν.

Ένιωσε να βουτάει στα βάθυ του ωκεανού.

Πρώτη φορά αντίκρυζε τόση γλύκα αλλά συνάμα και τόση θλίψη σε μάτια. Σε βλέμμα.

Το βλέμμα της αν και γεμάτο πόνο έσταζε μέλι. Μέλι και ωκεανό. Ακαταμάχητος συνδυασμός. Μοναδικός!

«Πολύ περίεργο» σκέφτηκε ο Πέτρος «πως γίνεται να συνυπάρχουν τόσο αρμονικά δυο αντίθετα συναισθήματα σε ένα βλέμμα; Τί να προκάλεσε τόσο πόνο σε αυτά τα πανέμορφα μάτια;»

Πάλεψε με τον εαυτό του να βρει και πάλι την αυτοκυριαρχία του.

Προχώρησε προς το θρόνο με ελαφρά ασταθές βήμα. Τα βήματα του για την ακρίβεια τον οδηγούσαν κοντά της αλλά αυτός τα έσπρωχνε να προχωρήσουν προς το θρόνο.

Ένιωσε μεγάλη ανακούφιση όταν επιτέλους κάθησε στην σταθερή ασφάλεια του θρόνου.

Το σώμα του με λίγη βία μπορούσε να το κουμαντάρει. Τα μάτια του όμως ήταν αδύνατον να τα πάρει από πάνω της.

«Λοιπόν, σε ακούω» της είπε με φωνή που έτρεμε ελαφρά και από μέσα του έβρισε τον εαυτό του γι'αυτό. Δεν ήθελε να αντιληφθεί τίποτα η κοπέλα, που όντως δεν έδειξε ότι είχε καταλάβει κάτι. Μάλλον τα προβλήματά της ήταν αρκετά σοβαρά και της αποσπούσαν όλη την προσοχή.

Η κοπέλα υποκλίθηκε βαθιά με σεβασμό και κατόπιν άρχισε να λέειː

«Ονομάζομαι Ιωάννα ντ'Αλεμάν και εδώ στην Κύπρο ήρθα πριν από μερικούς μήνες μετά από επιθυμία του συζύγου μου».

Κεραμίδα έπεσε στο κεφάλι του Πέτρου. Η απογοήτευση του δημιούργησε έντονη την επιθυμία  να τη διώξει όμως δεν το έπραξε. Τα μάτια της δεν του άφηναν άλλη επιλογή.

Και έτσι απλά συνέχισε να ακούει χωρίς όμως το αρχικό ενδιαφέρον είναι η αλήθεια.

»...θα μέναμε μόνο για λίγους μήνες, όμως, ο σύζυγος μου αρρώστησε βαριά με αποτέλεσμα να παρατείνουμε τη διαμονή μας εδώ, αφού, μας ήταν αδύνατο να ταξιδέψουμε υπό αυτές τις συνθήκες. Χρειαζόταν περίθαλψη και φροντίδα. Αλλά ότι και να έκανα δε στάθηκε αρκετό για να τον κρατήσει στη ζωή. Λίγο καιρό αφότου αρρώστησε απεβίωσε. Ήταν βλέπετε και αρκετά μεγάλος, δεν άντεξε τη βαριά αρρώστεια».

Η διάθεση του Πέτρου άλλαξε διαμιάς, τα μάτια του φωτίστηκαν ξανά.

»...όπως καταλαβαίνεις τώρα έμεινα μόνη. Χωρίς βοήθεια από πουθενά. Εδώ στο νησί δεν γνωρίζω κανέναν για να ζητήσω βοήθεια και γι'αυτό πήρα το θάρρος να έρθω να σε δω».

«Έπραξες ορθά. Όμως, τί βοήθεια ζητάς ακριβώς;»

«Να επιστρέψω με ασφάλεια πίσω στην πατρίδα μου την Καταλονία. Το ξέρω πως θα μπορούσα να πάρω κάποιο καράβι από το λιμάνι. Τόσα έρχονται και φεύγουν. Όμως πόσα φτάνουν σώα  και ασφαλή στον προορισμό τους; Οι πειρατικές επιθέσεις είναι συνεχείς. Έχω ακούσει τόσα που τρέμω μόνο στη σκέψη. Λεφτά υπάρχουν άφθονα. Μπορώ να διαθέσω όσα χρειάζονται για να επιστρέψω σώα και ασφαλής πίσω στην πατρίδα μου και στην οικογένειά μου».

Το μυαλό του Πέτρου δούλευε πυρετωδώς υλοποιώντας ένα σχέδιο.

Το σχέδιο που θα οδηγούσε την Ιωάννα στην αγκαλιά του...

«Λοιπόν» της είπε με σοβαρό ύφος όπως άρμοζε στην περίσταση και που σίγουρα η Ιωάννα αυτό περίμενε.

«Άκουσα προσεκτικά όσα μου είπες και οφείλω να ομολογήσω πως με συγκίνησες. Όντως σου έτυχε μεγάλη δυστυχία, και γι'αυτό αποφάσισα να σε βοηθήσω» της είπε με επίπλαστη θλίψη.

«Ω, μεγαλειότατε σ' ευχαριστώ» του είπε όλο θέρμη η Ιωάννα που πίστεψε στη δήθεν θλίψη του. Τον πλησίασε και ο Πέτρος ένιωσε την καρδιά του να κλωτσά στο στήθος του. Η Ιωάννα γονάτισε εκεί μπροστά του και ευχαριστώντας τον προσπάθησε να του φιλήσει τα πόδια.

«Όχι, Ιωάννα σταμάτα. Δεν χρειάζεται να το κάνεις αυτό. Άσε τα πόδια μου. Σε παρακαλώ σήκω» στάλες ιδρώτα γυάλισαν στο μέτωπό του.

«Μα πως να σε ευχαριστήσω αλλιώς; Θέλω τόσο πολύ να σας εκφράσω την βαθιά ευγνωμοσύνη που νιώθω».

«Μου είπες ευχαριστώ και αυτό φτάνει. Λοιπόν πήγαινε να φέρεις τα πράγματα σου. Μέχρι να φύγεις θα μένεις εδώ».

Τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα από την έκπληξη.

«Να μείνω εδώ; Στο παλάτι;» ρώτησε ξέπνοα.

«Μα φυσικά. Πώς αλλιώς θα σε ενημερώσω ότι όλα είναι έτοιμα; Πού να τρέχω να σε βρώ; Ενώ αν είσαι ήδη εδώ όλα θα γίνουν πιο εύκολα». «Και ειδικά για εμένα» συμπλήρωσε από μέσα του ο Πέτρος.

Η Ιωάννα φάνηκε να το σκέφτεται για λίγο και δεν το βρήκε παράλογο.

«Εντάξει λοιπόν. Νομίζω ότι έχεις δίκιο. Θα έρθω να μείνω εδώ» του χαμογέλασε και ο Πέτρος είδε το δωμάτιο να φωτίζεται. Πίεσε τα χέρια του πάνω στο κορμί του για να μην τα απλώσει προς το μέρος της. Και το κατάφερε με υπεράνθρωπες προσπάθειες.

«Ωραία. Θα καλέσω έναν ιππότη να σε συνοδεύσει και να σε βοηθήσει με την μεταφορά».

«Πολύ ευγενικό εκ μέρους σου. Σ' ευχαριστώ. Χίλιες φορές σ' ευχαριστώ».

«Παρακαλώ μην με ευχαριστείς τόσο. Δεν έκανα και τίποτα».

«Μα πώς; Τα πάντα κάνατε. Με σώσατε πάνω που είχα χάσει όλες μου τις ελπίδες».

«Τώρα όλα πήραν το δρόμο τους» της είπε και από μέσα του συμπλήρωσε «ειδικά προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση» σελάγισε το βλέμμα του σκεφτόμενος τις άδηλες προθέσεις του.

Έτσι και έγινε. Η Ιωάννα εγκαταστάθηκε στο παλάτι με άκρα μυστικότητα. Η ίδια όμως δεν το ήξερε. Θεωρούσε, και με το δίκιο της, ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος να κρύβεται. Δεν είχε τίποτα να κρύψει. Πίστευε πως υπήρχε πλήρη επίγνωση για την περίπτωσή της. 

Η κάμαρα που της παραχώρησαν ήταν υπέροχη. Με μαλακό κρεβάτι και πολλά αφράτα μαξιλάρια. Υπήρχε ένα τεράστιο ανατολικό παράθυρο από το οποίο φαινόταν  ο κάμπος έξω από το παλάτι. Καθόλου δεν την έβαλε σε υποψίες η απομακρυσμένη κάμαρα που της παραχώρησαν. Όλα τα έβλεπε φυσιολογικά. Όπως επίσης της παραχώρησαν και μια αποκλειστική υπηρέτρια η οποία ήταν πλήρως αφοσιωμένη στον Πέτρο και εννοείται πως δε θα μαρτυρούσε το παραμικρό στην Ελεονώρα.

Όπως και η Ελεονώρα αντίστοιχα έχει δικές της υπηρέτριες που είναι πλήρως αφοσιωμένες σε αυτήν...

Ανέμελα και χαλαρά πέρασαν οι πρώτες μέρες για την Ιωάννα. Τίποτα δεν της προκάλεσε υποψίες. Ούτε ότι το φαγητό της το σερβίριζαν στην κάμαρά της, ούτε ότι δεν την άφηναν να πολυκυκλοφορεί στο παλάτι. Όλα τα λάμβανε σαν περιποιήσεις.

Περιποιόντουσαν τη θλίψη της. Ένα είδος παρηγοριάς, και όλα τα δεχόταν με μεγάλη ευχαριστήση και ευγνομωσύνη. Με όλες αυτές τις περιποιήσεις και την καλοπέραση πέρασαν μέρες που ούτε τις κατάλαβε η Ιωάννα.

Μια μέρα λοιπόν που καθόταν στην κάμαρά της μπροστά στο τεράστιο παράθυρό της και ρέμβαζε, κτύπησε η πόρτα.

Σηκώθηκε αναστατωμένη. Ποιός θα μπορούσε να ήταν άραγε; Τέτοια ώρα ποτέ κανείς δεν την επισκεπτόταν.  Έφτιαξε τα ρούχα της και τα μαλλιά της βιαστικά με τα χέρια και πήγε να ανοίξει.

Δέχτηκε την μεγαλύτερη έκπληξη της ζωής της.

Μπροστά στα μάτια της στεκόταν ο ίδιος ο βασιλιάς.

«Μεγαλειότατε» είπε σαστισμένη και υποκλίθηκε τόσο βαθιά που κόντεψε να γονατίσει «πέρασε παρακαλώ μη μένεις στην πόρτα».

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top