Σκέψου, τι προτιμάς; / 1ο

Ο Σάββας ήταν ο πρώτος που μπήκε στην ασφάλεια εκείνο το πρωί. Καλημέρισε τους εξωτερικούς φρουρούς και κάθισε στο γραφείο του. Προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να κρατήσει τα μάτια του ανοιχτά αλλά είχε φροντίσει για το αντίθετο η Ιόλη την προηγούμενη νύχτα. Κρατούσε στις παλάμες του το κεφάλι του και αναρωτιόταν πόσο ακόμα θα κρατούσαν οι πρωινές οι βάρδιες. Ξαφνικά ένιωσε ένα έντονο σκούντηγμα, οριακά του έπεσε το κεφάλι πάνω στο γραφείο.

-Όπα! Όρθιος!

-Όπα τι έγινε!

Αναφώνησε. Μόλις είχαν μπει μέσα οι δυο υπαστυνόμοι, ο Άρης Σπανός και ο Ιάκωβος Λιουδάκης. Ήταν χαμηλόβαθμοι αλλά εξαιρετικοί στη δουλειά τους. Συνήθως ο ένας έφευγε και ο άλλος ερχόταν. Δούλευαν εναλλάξ.

-Τίποτα Αρχηγέ. Απλά κοιμήθηκες πάνω στο τραπέζι..πάλι.

Είπε ο Ιάκωβος που ήταν λίγο μικρότερος στα χρόνια από τον Άρη. Ίσως και ο νεότερος από όλους τους αξιωματικούς του τμήματος.

-Όλα καλά. Όλα υπό έλεγχο.

Έτριψε τα μάτια του και σαν να αναθάρρεψε λίγο. Άρχισε σιγά σιγά να συνειδητοποιεί ότι βρίσκεται στη δουλειά του.

-Ναι ναι πως....

-Έλα έλα Σπανέ. Άσε τις εξυπνάδες. Αρχικά γιατί είστε δύο;

-Εγώ τώρα φεύγω. Σας αφήνω στα χέρια του Λιουδάκη σήμερα. Σχόλασα.

-Πριν φύγεις θέλω πλήρη ενημέρωση για τα βραδινά περιστατικά.

-Έχω ενημερώσει τον Λιουδάκη μην ανησυχείτε. Καλημερίζω και φεύγω. Τα λέμε αύριο!

-Κοίτα χαρά...!

Πάντα ο Σάββας ήταν ο πιο πρόσχαρος στο τμήμα. Αυτό ήταν ένα προτέρημα που η Ιόλη δεν δίστασε να το αγαπήσει πάνω του. Τον έκανε φίλο της από τη πρώτη εβδομάδα. Την είχε εντυπωσιάσει ο τρόπος που χειρίζεται τα πράγματα, η υπομονή και η ψυχραιμία του. Ίσως επειδή η ίδια δεν τα είχε. Μπορεί ωστόσο να ήταν πλακατζής και εύθυμος αλλά δεν άφηνε ποτέ να ξεπεραστούν τα όρια. Όπως και να είχε, ήταν ανώτερος και όφειλαν να τον σέβονται. Όταν έφυγε ο Σπανός, ο Ιάκωβος έδωσε ένα χαρτί με τα νεότερα της βραδινής βάρδιας.

-Μμμ...Ένα τηλεφώνημα για διατάραξη κοινής ησυχίας, τέσσερις κλήσεις για παράνομο παρκάρισμα, και μια εξαφάνιση. Τι γνωρίζουμε για την εξαφάνιση;

-Γυναίκα, μετρίου αναστήματος γύρω στα 45, φορούσε λευκό πουλόβερ, μπλε τζιν, καφέ τσάντα και έχει εξαφανιστεί και το αμάξι της. ΑΡΚ 2233 τογιότα άιγκο, τη δήλωση την έκανε η κόρη της. Εξαφανίστηκε χθες.

-Όνομα;

-Εριέττα Κίκα.

-Μάλιστα. Μιλήσατε με την οικογένεια;

-Με την κόρη μόνο. Μας είπε τα στοιχεία.

-Κάτσε. Χτες είπες; Γιατί τη δηλώσατε από σήμερα; 48 ώρες πρέπει να περάσουν.

Ο Ιάκωβος έδειξε με το στυλό του τον πάνω όροφο και έκανε έναν μορφασμό απόγνωσης. Στον από πάνω όροφο είχε το γραφείο του ο διοικητής του τμήματος, Παύλος Γερασιμάτος. Ήταν άνθρωπος της πιάτσας, είχε πολλή πείρα στα αστυνομικά. Πολλά παράσημα, χρυσές πλακέτες. Τον είχε βραβεύσει τελευταία ο υπουργός προστασίας του πολίτη και φαίνεται πως είχε δώσει ακόμα περισσότερο κύρος στη θέση του. Ο διοικητής, λοιπόν, είχε δώσει εντολή στον Ιάκωβο, παρόλο τον λίγο χρόνο που είχε περάσει από την εξαφάνιση της γυναίκας, να γίνει η απαραίτητη καταγραφή. Ο λόγος..άγνωστος. Δεν τόλμαγαν πολλοί να κάνουν ερωτήσεις στον διοικητή είναι η αλήθεια. Φοβόντουσαν την πιθανή απάντηση, ότι θα τους αποστομώσει και δεν θα έχουν τι να απαντήσουν. Ήταν μια τακτική που χρησιμοποιούσε συχνά ο διοικητης : να απαντά με αινιγματικά ερωτήματα, ρητορικά ή να μην δίνει απαντήσεις καθόλου. Ποιος ξέρει; Ίσως ήταν ένας από τους λόγους που ήταν τόσο αποτελεσματικός στη δουλειά του.

-Κατάλαβα. Θα ανέβω να δω τι γίνεται. Πήγαινε.

-Δεν είναι πάνω. Έφυγε πριν δύο ώρες.

-Μάλιστα. Μπορείς να πηγαίνεις.

Η ώρα κόντευε επτά το πρωί. Η Ιόλη ξύπνησε, πριν το καθιερωμένο ξυπνητήρι της, και όταν απλώθηκε, πάλι δεν βρήκε τον Μάρκο στο πλάι της. Που είσαι πάλι; Σκέφτηκε. Σηκώθηκε από το κρεβάτι, έκανε τη καθιερωμένη ρουτίνα της για να πάει στην υπηρεσία, φόρεσε τη στολή της και ήταν έτοιμη να βγει όταν είδε τα κλειδιά της μηχανής πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού με ένα σημείωμα.

"Για να μην έχεις μπελάδες"

Όσο σκληρός και να ήταν, την αγαπούσε. Οι δουλειές και η απόσταση τους είχανε φέρει σε σημεία που δεν θα ήθελαν να βρίσκονται. Τώρα σκεφτόταν, αφού έφερε τη μηχανή, ο ίδιος που είναι. Για μια στιγμή σκέφτηκε πως πήγε στη δουλειά όσο εκείνη κοιμόταν, αλλά ήταν υπερβολικά νωρίς και σίγουρα θα τον άκουγε. Τότε παρατήρησε την μπαλκονόπορτα μισάνοιχτη. Παραμέρισε τα κλειδιά, και βγήκε στο μπαλκόνι.

-Τι κάνεις μέσα στο κρύο; Εδώ κοιμήθηκες;

Τον ρώτησε ψιθυριστά. Εκείνος ίσα που άνοιξε λίγο τα μάτια του.

-Σου 'πα να μη με περιμένεις. Με έπιασε ο ύπνος.

Βρωμοκοπούσε αλκοόλ. Το μπουκάλι εκείνο με το ουίσκι ήταν σχεδόν άδειο. Εκείνη το άνοιξε, άλλος το έπινε όλο το βράδυ.

-Εσύ το κατέβασες όλο αυτό;

-Παράτα με.

Της είπε και άλλαξε πλευρό. Η Ιόλη δεν μπορούσε να κάνει κι αλλιώς, αν ασχολούνταν περισσότερο θα τσακωνόντουσαν άγρια και θα αργούσε στη δουλειά. Από τα νεύρα της, κλώτσησε την μπαλκονόπορτα, πήρε ό,τι βρήκε μπροστά της και έφυγε. Δεν άντεχε άλλον έναν καβγά. 

Ως καθημερινή συνήθεια είχε να αγοράζει καφέδες για τη δική της διεύθυνση του τμήματος. Πήγαινε στον φούρνο της κολλητής της φίλης, τον είχε ο πατέρας της χρόνια και η Αδελαΐδα τον κληρονόμησε. Αγόραζε κάθε πρωί τα ίδια. Πλέον η φίλη της την είχε μάθει και τις τα είχε έτοιμα δύο λεπτά πριν φτάσει. Εκείνο το πρωινό όμως, άργησε. Ο τσακωμός που είχε προηγουμένως ήταν η αιτία. Η Αδελάιδα αμέσως το κατάλαβε.

- Καλημέρα φιλενάδα.

- Καλημέρα μικρή

- Τι έγινε; Δεν σε ακούω καλά σήμερα. Τσακώθηκες με τον λεγάμενο;

-Πως τα καταλαβαίνεις ρε Λίδα. Κάθε πρωί τα ίδια.

- Τι έγινε αυτή τη φορά;

- Έφυγε χθες σαν το κλέφτη με τη μηχανή. Νόμιζα ήταν στους δρόμους όλο το βράδυ και το πρωί τον βρήκα να κοιμάται στο μπαλκόνι, με τα κλειδιά της μηχανής στο σπίτι, αλλά η μηχανή ήταν άφαντη τώρα που το σκέφτομαι.

-Που είχε πάει βραδιάτικα;

- Δεν έχω ιδέα. Δεν μου λέει. Έχουμε πολύ καιρό να μιλήσουμε για αυτά του τα ξεσπάσματα. Ώρες ώρες πιστεύω ότι ήτανε λάθος που συγκατοικίσαμε.

- Τουλάχιστον κοιμήθηκες με την ησυχία σου.

- Ναι πες το ψέματα.

- Πάλι είχες αυτούς τους εφιάλτες;

- Ναι. Σαν να με ανησυχούν. Δεν ξέρω, έχω αρχίσει να χάνω τον ύπνο μου και για αυτό το λόγο.

- Φαντάζομαι πάλι κοιμήθηκες πάνω από καμιά υπόθεση.

- Άστα. Τουλάχιστον βρήκα άκρη. Τέλος πάντων. Έτοιμα;

- Ορίστε. Καλή δουλειά. Χαιρετίσματα στον Σάββα να δώσεις.

- Θα του τα δώσω! Μην ανησυχείς.

Της απάντησε με ένα πονηρό ύφος. Πήρε τον δίσκο με τους καφέδες, το καθιερωμένο πρωινό και κατευθύνθηκε για την υπηρεσία. Η Ιόλη γνώριζε την ιδιαίτερη συμπάθεια που έτρεφε η Αδελάιδα για τον Σάββα αλλά δεν μιλούσε. Ήθελε να κάνουν μόνοι τους το πρώτο βήμα. Προσπάθησε μια μέρα να βγουν όλοι μαζί, αλλά ως συνήθως ο Μάρκος της χάλασε τα σχέδια με την νευρικότητα και τη ζήλεια του.

Μπαίνοντας στο γραφείο βρήκε τον Σάββα να σημειώνει κάτι έγγραφα και τον Ιάκωβο το ίδιο. Τους καλημέρισε και μοίρασε τους καφέδες.

- Λέγε

- Κάλεσα εδώ πατέρα συμπληρωματική κατάθεση. Ας ελπίσουμε ότι τώρα θα τα ομολογήσει όλα.

- Μπράβο. Πάει και αυτός. Τι άλλα νέα είχαμε;

- Μία γυναίκα από την περιοχή της Γλυφάδας, έχει εξαφανιστεί και το αμάξι της ,λογικά ,το έχει πάρει η ίδια.

- Χα! Κοίτα σύμπτωση. Και εμένα έχει εξαφανιστεί δια μαγείας η μηχανή μου, βασικά όχι η δικιά μου, της υπηρεσίας.

Είπε σχεδόν ψιθυριστά την τελευταία πρόταση.

- Ο κανακάρης σου την πήρε; Του έδωσες πάλι τα κλειδιά; Θυμάσαι τι έγινε πέρυσι.

- Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Ήταν έξαλλος πάλι. Και ήταν ατύχημα πέρυσι. Το ξέρεις καλά.

Αποκρίθηκε και πήρε στα χέρια της το έγγραφο με την εξαφάνιση. Της έκανε και εκείνης εντύπωση ότι δεν είχαν περάσει 48 ώρες για τη δήλωση. Ο Σάββας της έκανε και αυτός το νόημα που είχε κάνει προηγουμένως ο Ιάκωβος. Κατάλαβε αμέσως. Δεν ρώτησε άλλα. Ήταν πολύ νωρίς για συμπεράσματα. Έκανε να μπει στο γραφείο της για την καθημερινή αρχειοθέτηση, όμως ένα περιστατικό την σταμάτησε. 

-Αστυνόμε. Έχει έρθει ένας κύριος...

Είπε ο Ιάκωβος κάπως σαστισμένα. 

-Ο Μαραγκόζης; Να περάσει στην αίθουσα ανακρίσεων. Θα έρθει ο αστυνόμος Πορτοκάλης. 

-Όχι κυρία Καστριώτη...ήρθε ο άντρας της αγνοούμενης. 

-Και τι θέλει; Δε του είπατε ότι είναι νωρίς να ψάξουμε από τώρα; Χθες χάθηκε η γυναίκα. 

-Ισχυρίζεται ότι η γυναίκα του έχει εξαφανιστεί εδώ και οκτώ μέρες...

- Τι; 


Εσύ; Σκέψου, τι θα προτιμάς; Να γνωρίζεις ότι η μητέρα σου χάθηκε χτες ή ότι ο πατέρας σου ξέρει πως χάθηκε εδώ και οκτώ μέρες και δεν σου είπε τίποτα; 




*Καλησπέρα παιδάκια!! Με συγκίνησε και μου έδωσε πολύ θάρρος η θετική σας ανταπόκριση στην νέα αυτή ιστορία. Πολλά τα θετικά σας σχόλια για τον αστυνόμο Σάββα Πορτοκάλη και είμαι σίγουρη πως θα γίνουν περισσότερα και με αυτό το κεφάλαιο. Ανέβασα και ένα υποτυπώδες κάστ, για να υπάρχει μια εικόνα. Αν σας άρεσε το νέο κεφάλαιο, κάντε ένα σχόλιο και πατήστε το αστεράκι κάτω στις οθόνες σας. Ευχαριστώ πολύ!*

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top