Ρίσκο
<Μιχάλη?> Τον φώναξα ήρεμα όσο του χάιδευα τα μαλλιά.
<Μμμμ> Μούγκρισε.
<Πρέπει να σηκωθούμε> Και συνέχισα να ανακατεύω τα μαλλιά του.
<Γιατί ποιος μας βιάζει?> Ρώτησε και άνοιξε τα μάτια του.
<Δεν πρέπει να πάμε στο σπίτι?> Τον ρώτησα και σηκώθηκε να με φιλήσει.
<Εγώ έχω άλλα σχέδια> Ένωσε τα χείλη μας γρήγορα και έπεσε ξανά στο μαξιλάρι.
<Τι σχέδια?> Αλλά δεν μου απαντούσε. <Μιχάλη!!!> Τον σκούντηξα και άρχισα να τον κουνάω πιο δυνατά.
Με μια του κίνηση έπιασε τα χέρια μου και χωρίς να το καταλάβω είχα βρεθεί από κάτω του.
<Ακούω>
<Τι σχέδια έχεις για σήμερα?> Τον ρώτησα ναζιάρικα.
<Να μην σε αφήσω να σηκωθεί από το κρεβάτι> Και όρμησε στον λαιμό μου.
<Αυτό το έκανες όμως όλο το βράδυ> Και σπρώχνοντας τον τον σήκωσα από τον λαιμό μου.
<Μα που πήγε το μυαλό σου πονηρούλα. Όλο το βράδυ ήμουν σε ώρα εργασίας και σήμερα θέλω να κοιμάμαι όλη την ημέρα>
<Ήσουν σε ώρα εργασίας?>
<Ναι. Ξες για να μπορέσουμε να σας ευχαριστήσουμε καρδιά μου πρέπει να εργαστούμε σκληρά!> Μου ψιθύρισε στο αφτί.
<Δεν θα σε καλά που θα κάτσω σε ένα κρεβάτι όλη μέρα> Είπα γρήγορα και τον βρήκα απροετοίμαστο και τον έριξα από πάνω μου. <Εγώ θα πάω για ένα μπανάκι> Συμπλήρωσα την πρόταση μου και σηκώθηκα από το κρεβάτι γυμνή και άρχισα να προχωράω προς το μπάνιο.
<Όπως θες!> Μου φώναξε και άκουσα το σώμα του να πέφτει στο κρεβάτι και εκείνο έτριξε από το βάρος.
Όταν έφτασα στην πόρτα του μπάνιου ένιωσα το σώμα του πάνω μου και το χέρι του πήγε στην κοιλιά μου όσο το άλλο έπιασε το πόμολο της πόρτας και την άνοιξες.
<Είπα να σε βοηθήσω!> Και με έσπρωξε μέσα κλείνοντας την πόρτα από πίσω του.
<Σας ευχαριστώ κύριε Λόρενς αλλά δεν χρειάζομαι την βοήθεια σας> Και πήγα στην μπανιέρα να ανοίξω το νερό.
<Εσείς κάνετε μεγάλο λάθος αγαπητή μου> Έκανε παύση και άρχισε να με πλησιάζει με τα αποφασιστικά του βήματα δηλώνοντας τον σκοπό που είχε. <Θα σου είμαι πολύ χρήσιμος!> Είπε με νόημα και μου έκλεισε το μάτι.
Αφού γεμίσαμε την μπανιέρα μπήκαμε και οι δύο μέσα και καθίσαμε αντικριστά. Κανένας από τους δυο μας δεν έκανε τίποτα, αλλά τα μάτια μας στην δικιά τους γλώσσα επικοινωνούσαν και τα βλέμματα μας διεκδικούσαν το ένα το άλλο.
<Πολύ ήσυχο σε βλέπω> Του είπα και έπιασε την πατούσα μου και την έσφιξε κάνοντας την ελαφρό μασάζ.
<Γιατί πότε υπήρξα ζωηρός?> Με ρώτησε και με κοίταξε πονηρά.
<Έλα μου ντε!> Και έσφιξε παραπάνω το πόδι μου.
<Εσύ πώς και τόσο ήσυχη?>
<Μην αγχώνεσαι δεν θα είμαι πολύ!> Του απάντησα και αμέσως τράβηξα το πόδι μου άρχισα να τον πλησιάζω.
Έβαλα τα πόδια μου αριστερά και δεξιά από την μέση του και τα χέρια μου τύλιξαν τον λαιμό του.
<Λοιπόν θα παραμείνεις τόσο ήσυχος?> Και τα χέρια μου άρχισαν να χαϊδεύουν ερωτικά την πλάτη του.
<Αχά> Μου έγνεψε και εγώ πήρα το σαπούνι
Άρχισα να τρίβω πρώτα το ένα χέρι του και στην συνέχεια το άλλο. Τα κρυστάλλινα μάτια του δεν είχαν σταματήσει να με κοιτάν, όσο εγώ έτριβα το σώμα του με το σαπούνι. Αφού τελείωσα με τα χέρια του συνέχισα στο στήθος του και εκείνος ξάπλωσε πάνω στην πορσελάνινη μπανιέρα βολεύοντας το σώμα του καλύτερα.
<Έχεις αλλάξει πολύ> Έσπασε την ησυχία και τράβηξε τα μάτια του από πάνω μου.
<Γιατί εσύ δεν έχεις αλλάξει?> Τον ρώτησα και τον κοίταξα, όμως είχε κλειστά τα μάτια του.
<Όλοι μας αλλάζουμε με τον καιρό> Απάντησε με ήρεμο τόνο και ξεφύσιξε.
<Μιχάλη τι θα γίνει με τον Άλμπερτ?> Τον ρώτησε και όταν πέρασαν κάμποσα δευτερόλεπτα για να χωνέψει την ερώτηση άνοιξε τα μάτια του και ξαναπήρε την προηγούμενη θέση.
<Που τον θυμήθηκες τώρα?>
<Δεν ξεχνιούνται έτσι εύκολα αυτές οι υπέροχες προσωπικότητες που σου προσφέρουν τόσες ευχάριστες αναμνήσεις!> Είπα ειρωνικά και εκείνος έπιασε τα χέρια μου.
<Ζωή> Έκανε μια παύση και με κοίταξε στα μάτια. <Ξέρω ότι έχεις περάσει πολλές άσχημες στιγμές από τοτε που με γνώρισες αλλά σε παρακαλώ> Και έκανε ξανά παύση ξεφυσώντας. <Συγχώρεσε με>.
Πόσες φορές είχα ευχηθεί να μου το πει. Να μου πει ένα συγνώμη, αλλά και τώρα που το άκουγα δεν με γέμιζε, δεν ένιωθα να απαλυνόταν ότι είχα περάσει.
<Συγνώμη Μιχάλη αλλά δε ξέρω> Είπα και βγήκα από την μπανιέρα αφήνοντας τον μόνο.
Την ώρα που ντυνόμουν βγήκε από το μπάνιο αλλά δεν μου μίλησε. Ο καθένας ήταν στην μεριά του και ντυνόταν με την ησυχία του. Όταν τελείωσε σηκώθηκε και έφυγε αφήνοντας εμένα τώρα μόνη. Μάζεψα το δωμάτιο, καθάρισα τα νερά από το μπάνιο και κάθισα στο κρεβάτι περιμένοντας τον Μιχάλη να έρθει.
Όταν μου είπε <Συγχώρεσε με > τι περίμενε? Ότι όλα όσα πέρασα θα τα διέγραφα και θα ξεκινούσε ξανά από την αρχή η ζωή μου? Ότι μου είχε κάνει ο ίδιος, ότι μου κάναν άλλοι ενώ έφταιγε ο Μιχάλης δεν γίνεται να εξαφανιστούν. Αλλά αυτό που με πείραξε ήταν ότι εγώ η ίδια δεν ήθελα να τον συγχωρέσω. Κάτι με κρατούσε βαθιά μέσα μου που δεν μπορούσα να τον συγχωρέσω. Κι αν δεν το ήθελα επειδή....
Το απότομο άνοιγμα της πόρτας με τάραξε και διέκοψε τις σκέψεις μου.
<Έλα φεύγουμε!> Είπε και άνοιξε τέρμα την πόρτα για να περάσω.
Σηκώθηκα από το κρεβάτι και πήγα να περάσω την πόρτα. Είχε κάνει στην άκρη και στεκόταν κάτω από την πόρτα κρατώντας με το χέρι του το πόμολο. Όταν πέρασα από μπροστά του δεν τον κοίταξα και έφυγα γρήγορα. Άρχισα να προχωράω μέσα στο δάσος για να βρω το αμάξι. Ο Μιχάλης είχε μείνει πίσω για να κλειδώσει το σπίτι, αλλά λογικά θα ήταν πέντε βήματα πιο πίσω μου.
Τα δέντρα ήταν τόσο ψηλά που έκρυβαν τον ήλιο και άφηναν μόνο τις ακτίνες του να φωτίσουν το πυκνό πράσινο που υπήρχε παντού. Δεν άργησα να βρω το αμάξι αν και ήταν αρκετά μακριά μπορώ να πω. Μπήκα μέσα και κάθισα ήσυχα περιμένοντας τον Μιχάλη να κάνει την εμφάνιση του.
Μετά από δύο λεπτά τον είδα να βγαίνει από το δάσος και να πλησιάζει το αμάξι. Όταν μπήκε μέσα δεν είπε τίποτα. Στον δρόμο δεν μίλησε κανείς μας. Εγώ κοιτούσα έξω και εκείνος δεν μου είχε ρίξει ούτε μια ματιά. Δεν θυμόμουν αν είχαμε κάνει και εχθές τον ίδιο δρόμο, αλλά και πάλι βρισκόμασταν σε ερημιά.
<Σε πόσο φτάνουμε?>
<Έχουμε ακόμα> Είπε και συνέχισε να οδηγεί και πάτησε περισσότερο το γκάζι.
Έγειρα πάνω στο παράθυρο και έκλεισα τα μάτια μου αφήνοντας να με πάρει ο γλυκός ο ύπνος. Δεν ξέρω πόση ώρα κοιμόμουν, αλλά όταν άνοιξα τα μάτια μου είδα τον Μιχάλη να έχει καρφωμένα τα μάτια του μπροστά και να έχει σφίξει το τιμόνι. Γύρισα να κοιτάξω αυτό που έβλεπε και είδα ένα μεγάλο σπίτι. Πρώτη μου φορά το έβλεπα και σίγουρα δεν ήταν το σπίτι του Μιχάλη αυτό.
<Που πάμε?> Τον ρώτησα όμως δεν πήρα καμία απάντηση.
Πλησιάζαμε όλο και περισσότερο το σπίτι και για κάποιο λόγο με έπιανε άγχος. Άρχισα να φοβάμαι και αυτό το είχε καταλάβει, αλλά δεν μου μιλούσε. Πάρκαρε μπροστά στο σπίτι και όταν έκλεισε την μηχανή του αυτοκινήτου ξεφύσιξε και ύστερα με κοίταξε.
<Λοιπόν θα κατέβεις?> Με ρώτησε και εγώ τον κοίταξα περίεργα.
<Και που να πάω?>
<Η ζωή είναι ένα ρίσκο μικρή> Είπε και μου χάιδεψε το μάγουλο.
Ο,τι και να με περίμενε μέσα σε αυτό το σπίτι δεν με έκανε φοβάμαι. Μέσα σε λίγους μήνες είχα ζήσει ότι χειρότερο μπορούσε να μου συμβεί τι θα ήταν αυτό που θα με έκανε να φοβηθω.
Πήγα να ανοίξω την πόρτα του αμαξιού όμως το χέρι του με σταμάτησε.
<Δεν θα πεις τίποτα?> Με ρώτησε και τα μάτια του γυαλισαν.
<Όπως είπες και εσύ η ζωή είναι ένα ρίσκο για αυτό και εγώ επιλέγω να ρισκάρω να μην πω τίποτα> είπα και άνοιξα την πόρτα για να φύγω όμως το χέρι του να τράβηξε ξανά πίσω.
<Ζωή!> Έκανε παύση και με κοίταξε προσπαθώντας να μου πει κάτι μόνο με το βλέμμα του. < Μην με ξεχάσεις>
<Μην ανησυχείς> του χαμογέλασα γλυκά. <Έχεις γίνει ο εφιάλτης μου> και αυτά ήταν τα τελευταία μου λογιαυ.
Έκλεισα την πόρτα πίσω μου και άρχισα να προχωράω προς την πόρτα.
Όσο εκείνη προχωρούσε ο Μιχάλης σήκωσε το τηλέφωνο και είπε <Άνοιξε>. Ήταν θεατής του ίδιου του του εφιάλτη και αυτό ήταν που τον έτρωγε. Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα για να τον σταματήσει.
Η πόρτα άνοιξε μόλις έφτασε η Ζωή και μπροστά της εμφανίστηκε ο Μάνος .
Ο Μάνος μου άνοιξε την πόρτα και έκανε στην άκρη και χωρίς να προλάβω να δω ένιωσα τα χέρια κάποιο να με σφίγγουν σε μια δυνατή αγκαλιά.
<Παιδί μου!> Άκουσα μια τόσο γνώριμη φωνή που θα ήξερα να την ξεχωρίζω από χιλιόμετρα μέτρα μακριά.
Προσπάθησα να βγω από την αγκαλιά του και μόλις κοίταξα καλύτερα το πρόσωπο που με αγκάλιαζε πιο πριν τον τράβηξα και τον έσφιξα όσο περισσότερο μπορούσα αφήνοντας τα πρώτα δάκρυα ελεύθερα.
<Μπαμπά!>
Η ιστορία αυτή σιγά σιγά φτάνει στο τέλος της. Λογικά σε 4 με 5 κεφάλαια θα τελειώσει. Τι πιστεύετε να γίνει στο τέλος?
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top