Κεφάλαιο 9°
Πόση νηνεμία να αντέξει πια;
Ούτε μια μέρα δε κράτησε...
Και πως να κρατήσει με ψέματα;
Τα λάθη έφεραν πάθη κι αυτά τα πάθη , δεν ισορροπούν στο σχοινί...
Το βάζουν φωτιά και καίγεται...
°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°
"Πήρες και προσωπικό;" Η Πόπη πλησίασε στο μπαρ και τραβώντας το ψηλό κάθισμα, βολεύτηκε. Τελικά η Ιφιγένεια αποφάσισε να κάνει το χατίρι του Πάνου. Πραγματικά ήταν καλή και γρήγορη. Τα παιδιά είχαν αραξει κάτω και μάλιστα ο Νεκτάριος βρήκ0ε ευκαιρία και για βουτιά μαζί με την Εύα.
Έκανε τη δουλειά της χωρίς πολλά πολλά ώσπου μισή ώρα πριν ήρθε η Πόπη. Ένιωθε το βλέμμα της έντονα κάθε φορά που ο Χριστόφορος έμπαινε μέσα από το μπαρ πλάι της. Η Ιφιγένεια απέφευγε να του πιάσει τη κουβέντα πέρα από τα βασικά. Δεν ήθελε να τραβήξει παραπάνω τη προσοχή της. Εκτός αυτού, για ένα περίεργο λόγο ένιωθε και άβολα.
Ο Πάνος από την άλλη, το απολάμβανε. Γύριζε συνεχώς τη κοιτούσε και της έστελνε αεράτα φιλιά.
Συμφώνησαν να τους βοηθήσει αυτή τη βδομάδα που ήταν και δύσκολη. Μετά άλλωστε θα πήγαιναν στα Κύθηρα τρεις μέρες να γνωρίσει τους γονείς του και ύστερα θα επέστρεφαν για να συνεχίσουν τις διακοπές τους εκεί.
"Η κοπέλα του Πάνου είναι .." Ο Χριστόφορος τη πλησίασε
"Σοβαρά; Βρήκε κοπέλα ο Πανούλης;" η Ιφιγένεια ήταν ένα μέτρο μακριά και εκείνη μιλούσε θαρρείς και ήταν φάντασμα. Ετριψε ενοχλημένη τη καφετιέρα χωρίς να γυρίσει. Κανονικά θα είχε μια πολύ όμορφη απάντηση να δώσει αλλά δεν ήθελε εντάσεις.
"Δε τη περίμενα έτσι..."
"Πόπη τι θες;" είπε κοφτά ο Ρήγας
"Αφήσαμε κάτι στη μέση χθες. Ούτε τηλέφωνο με πήρες!"
"Δε σε πήρα γιατί είχα δουλειά. Και δεν αφήσαμε κάτι στη μέση. Ήμουν ξεκάθαρος"
"Είπες θα δούμε!" Η Πόπη πίεζε τη κατάσταση ξαφνικά και του Χριστόφορου δε του άρεσε καθόλου.
"Και μετά σου είπα ότι δε κάνω εγώ για αυτά όταν βγήκαμε στο πάρκινγκ!"
"Πάλι με άλλη ήσουν έτσι; Γιατί ρε Ρήγα κλείνουμε τις πόρτες μεταξύ μας;"
"Δεν ήμουν με άλλη!"
"Έχεις πιπιλιά..." είπε σοβαρή
"Τατουάζ είναι!" η Ιφιγένεια σαστισε... Ήξερε καλα ότι δεν ήταν τατουάζ και ένιωσε αμήχανα.
"Βαρέθηκα να σε περιμένω. Αυτό το καλοκαίρι το πήρα απόφαση και εσύ γυρνάς πάλι με τη μία και με την άλλη. Όλο ψέματα λέμε ανάμεσα μας. Το ξέρω ότι με θες. Σε θέλω και εγώ! Ας το προσπαθήσουμε επιτέλους.."
"Χριστόφορε εγώ πάω λίγο στα παιδιά..." γύρισε η Ιφιγένεια μην αντέχοντας άλλο να ακούει. Ήταν άβολο.
"Πόπη!" είπε κοιτώντας την έντονα και συστήθηκε όταν τους διέκοψε θαρρείς και ήταν καμιά βασίλισσα
"Μπράβο σου..." της βγήκε αυθόρμητα και βριζοντας τον εαυτό της, έφυγε.
"Ωραίοι τρόποι..." σχολίασε στον Ρήγα και εκείνος την άγριοκοίταξε
"Ποιο είναι το πρόβλημα σου;"
"Εσύ! Εσύ και οι αποφάσεις που δε παίρνεις..." χαμήλωσε το ύφος της "Και από ποτε οι γκόμενες του Πάνου σε λένε και με το όνομα σου;"
"Τι σε έπιασε ξαφνικά μου λες;"
"Μεγαλώνω. Μεγάλωσα ήδη. Δε νομίζεις ότι κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας;"
Η έκρηξη της δεν ήταν τόσο αδικαιολόγητη. Τόσα χρόνια ο ένας έπαιζε με τον άλλο. Φλέρταραν και η Πόπη δεν καταλάβαινε την αλλαγή του. Την ενόχλησε αμέσως. Πήγε στο μαγαζί και εκείνος είχε εξαφανιστεί , αυτό έγινε δύο φορές. Συνήθως όταν βρίσκονταν στα Κύθηρα δεν έφευγε από κοντά της. Πάντα της μιλούσε με νόημα και τώρα ήταν περίεργος.
"Έχω κι εγώ τα δικά μου. Αυτό δεν έχει να κάνει με εμάς..."
"Κάτι μου λέει πως ξέχασες το -εμας-" είπε κάπως ενοχλημένη και σηκώθηκε "Αν δε με θέλεις καθόλου, πες το μου να ξέρω... Έλα το βράδυ από το σπίτι να μιλήσουμε" η Πόπη πήγε στο τραπέζι της και εκείνος γύρισε και έβαλε ένα σφηνάκι. Σε κάθε άλλη περίπτωση η εξομολόγηση και η έκρηξη της Πόπης θα έβρισκε ανταπόκριση ίσως. Ίσως και να το προσπαθούσε. Όχι ότι της είχε πει ποτέ ανοιχτά κάτι. Δεν έλεγε ψέματα στον εαυτό του ούτε στα παιδιά. Δεν ήθελε να μπλέξει και να της κάνει μαλακία. Μα αυτή η δικαιολογία μέσα του, δεν έστεκε αυτή τη στιγμη.
Κοίταξε προς τα παιδιά. Ο Πάνος είχε πάρει την Ιφιγένεια στα πόδια του, ο Νεκτάριος έπαιζε με την Εύα και η Θάλεια καθόταν μόνη της. Έψαξε με το βλέμμα το Σώτο και τον είδε να μαζεύει ένα τραπέζι.
Κάτι δε πήγαινε σωστά...
Κάτι που τον εκνεύριζε...
°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°°••°°•°•°•°•°•°•°•°°•
"Μάλωνε με τη Πόπη;" ρώτησε ο Πάνος και η Ιφιγένεια ξεφυσησε
"Δε ξέρω. Δεν έδωσα και σημασία" τράβηξε τα χέρια του από πάνω της αλλά εκείνος την αγκάλιασε ξανά
"Ε πώς ρε μάτια μου... Δίπλα ήσουν"
"Ρε Πάνο, με τον Χριστόφορο θα ασχολούμαι; Είχα δουλειά..."
"Καλά μην αρπάζεσαι... Είπα μήπως τα βρήκαν. Φιλαράκι μου είναι... Ξέρω ότι περνάει μαζί της δύσκολη φάση"
"Ειλικρινά δε ξέρω. Και δεν με απασχολεί... Και πάρε τα χέρια σου!, δουλεύω σου είπα!"
"Τέλος πάντων, πως σου φάνηκε η δουλειά;"
"Ήρεμη. Καμιά σχέση με την Αθήνα"
"Αλήθεια;" την αγκάλιασε και την φίλησε. Βάθυνε ελαφρώς το φιλί και εκείνη τραβήχτηκε
"Έχει κόσμο. Σερβίρω. Πόσες φορές θα σου το πω;"
"Αμάν εσύ και οι παραξενιές σου..."
"Αφού ξέρεις ότι όταν δουλεύω κάπου δε θέλω τέτοια ρε Πάνο..."
"Το ξερω. Αλλά δε σε είδα και δε σε χόρτασα ρε μωρό μου. Ούτε βρεθήκαμε ακόμα..." της είπε με νόημα
"Δε θα χαθούμε... Απλά είμαι αδιαθετη. Αυτό είναι όλο..."
"Το ξέρεις ότι αυτό δε μου είναι εμπόδιο..."
"Είναι για μένα. Και τώρα κάτσε φρόνιμος γιατί δουλευω. Εσείς ήθελες να βοηθήσω. Δε θα βλέπει ο κόσμος να με πασπατευεις και μετά να τους φτιάχνω ποτό" Τον μαλωσε.
"Καλά καλά... Έχουμε μέρες άλλωστε. Θέλω να σε πάω και στη σπηλιά κάποια στιγμή..."
"Ποια σπηλιά;"
"Εκείνη πίσω από τα βράχια..." είπε δείχνοντας με το χέρι "Πάντα ήθελα να σε πάω εκεί και να σου κάνω έρωτα..." παρά τις αντιρρήσεις της, την έπιασε και τη φίλησε πάλι.
"Πάω στο μπαρ" η Ιφιγένεια σηκώθηκε και έφυγε με εκείνον να της χαμογελάει πονηρά.
"Ιφιγένεια! Θα φτιάξεις ρε κορίτσι μου ένα με Κουρακάο;" της είπε ο Σώτος πλησιάζοντας την "Σαν εκείνο που γύρισες του Ρήγα τις προάλλες" αστείευτηκε και εκείνη του χαμογέλασε. Ήταν καλός ο Σωτήρης και τον συμπαθούσε.
"Τώρα πάω... Ένα;"
"Ναι ένα..."
Η Ιφιγένεια πλησίασε στο μπαρ και μπήκε μέσα. Ο Χριστόφορος δεν ήταν εκεί.
Άρχισε να φτιάχνει το κοκτέιλ αλλά είδε ότι ο πάγος είχε τελειώσει.
"Γαμώτο..." Έψαξε για το Σώτο αλλά ήταν μακριά. "Τέλος πάντων... Πάω μόνη μου" βγήκε από τη πίσω μεριά του μαγαζιού. Το πρωί την ενημέρωσε ο Χριστόφορος όταν έφτασαν πως πάγο θα έβρισκε στο κοντέινερ στο καταψύκτη αν δεν ήταν εκείνος εκεί να φέρει.
Η πόρτα ήταν μισάνοιχτη σχεδόν.
Μόλις όμως την άνοιξε, έμεινε στατική.
"Πάγο φέρνεις;" ρώτησε βλέποντας το Χριστόφορο στο καταψύκτη
"Για αυτό ήρθες;"
"Ναι. Έχω ένα κοκτέιλ..."
"Πήγαινε και θα φέρω..." η Ιφιγένεια γύρισε μα εκείνος άπλωσε το χέρι και τη σταμάτησε.
"Νόμιζα ήσουν επαγγελματίας..." Της είπε περίεργα "Οταν κάποιος δουλεύει, δε χαμουρευεται στην παραλία..." τόνισε κάπως ατσαλα και εκείνη ενοχλήθηκε αμέσως
"Δε το έκανα. Ξέρω να βάζω όρια!"
"Το είδα... Ποτέ ακριβώς τα έβαλες; Πριν η μετά τη γλώσσα του Πάνου που έφτασε στον ουρανίσκο σου;"
"Δεν το επιδίωξα!"
"Μια χαρά καθοσουν και στα πόδια του! Δουλεύουμε Ιφιγένεια!"
"Τι σε έπιασε; Και στη τελική κάνε παράπονα στο φίλο σου! Αυτός με τράβηξε! Εγώ ξέρω πολύ καλα τι να κάνω όταν δουλεύω!" Γύρισε για να φύγει έξαλλη και εκείνος τη τράβηξε και έκλεισε τη πόρτα.
"Χριστόφορε τι θες;" είπε με ύφος
"Κακή ιδέα να δουλέψεις εδώ τελικά"
"Ωραία. Τελειώνουμε και δεν έρχομαι ξανά. Εντάξει; Αν θέλεις φεύγω και τώρα! Και στη τελική, είμαι ας πούμε υπάλληλος! Φαντάσου πως φαίνεται στο κόσμο να γκομενιζει το αφεντικό στο μπαρ!" του αντιγυρισε και κοιταχθηκαν έντονα.
"Δεν γκομενιζα!'
"Α ναι σωστά... Η Πόπη είναι καψούρα δεν είναι μια απλή γκόμενα. Με συγχωρείς!" Η Ιφιγένεια άνοιξε τη πόρτα και εκείνος την άρπαξε και την τράβηξε μέσα. Την έσπρωξε πάνω σε μια στοίβα από γεμάτα κασόνια και τη φυλάκισε βάζοντας τα χέρια του δεξιά και αριστερά από το κεφάλι της.
"Αν δεν μου έμοιαζες τόσο, θα ήμουν σίγουρος ότι ζηλεύεις!" είπε έντονα
"Ψάξε τότε στον εαυτό σου τις απαντήσεις για τις μαλακίες που μου λες αφού μοιάζουμε!" η Ιφιγένεια έσκυψε για να φύγει και εκείνος την έπιασε από πίσω και τη κόλλησε πάνω του δυνατά.
"Τι είναι αυτό τώρα;" είπε αλλάζοντας το τόνο του.
"Χριστόφορε παράτα με!" ξεκλείδωσε το κράτημα του και ανοίγοντας ξανά τη πόρτα, βγήκε γρήγορα έξω. Μένοντας μόνος, έδωσε μια κλωτσιά τα κασόνια και σφίχτηκε. Καυγαδισαν; Πρώτη φορά έβλεπε την Ιφιγένεια εκνευρισμενη με κάτι. Δεν είχε δει ποτέ αυτή τη πλευρά της όσες μέρες ήταν μαζί και ανάθεμα τον, το μόνο που ήθελε, ήταν να βγει και να την αρπάξει. Από την άλλη, ούτε τη δική του έκρηξη δικαιολόγησε εντελώς. Έπιασε το κεφάλι του, πήρε μια σακούλα πάγο, και βγήκε... Έλειπε ήδη αρκετή ώρα και δεν είχε όρεξη για άλλες εντάσεις.
°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°•°°•°•°•°•°•°
"Στέγνωσε το στόμα μας ρε Σωτηράκη..." Ο Πάνος του έδειξε το ποτήρι του και εκείνος σήκωσε το φρύδι στο θεό.
"Σήκω και πάρε ρε! Μας τρέχουν που μας τρέχουν όλη μέρα όλοι! Τώρα που έκατσα βρήκες; Εκτός αυτού, έχεις ήδη πιεί το κωλο σου, δε φτάνει;"
"Νταξει ρε μαλάκα. Μια κουβέντα είπα!"
"Πανούλη, εκεί είναι το μπαρ, εκεί είναι και τα ποτά... Σάλτα και φέρε και σε μενα κάτι. Μου βγήκε ο πάτος να μαζέψω το τρία. Έριξαν πατατάκια μέχρι και στις σχισμές της ξαπλώστρας τα μαλακισμένα! Αλλά επιμένω, έχεις ήδη πιεί!"
"Καλά ντε! Σιγά που ήπια. Εφτά ποτά..." ο Πάνος σηκώθηκε και ανηφόρισε προς το μπαρ.
"Και τρία κοκτέιλ και πέντε σφηνάκια..."ψέλλισε ο Σώτος
Η Ιφιγένεια με το Χριστόφορο έκαναν διαφορετικές δουλειές. Ο ένας έκλεινε το ταμείο έξω, και εκείνη μέσα έστρωνε τη κάβα χωρίς να μιλούν. Λέξη δεν είπαν από την ώρα που επέστρεψαν. Ούτε καν βλέμμα αντάλλαξαν.
"Μαναρακι μου, να φτιάξουμε ένα τελευταίο;" Προσπέρασε το Χριστόφορο και μπήκε μέσα από το μπαρ. Την έπιασε από πίσω και την ώθησε πανω του
"Νομίζω ήπιες αρκετά. Και βγες έξω. Δουλεύω ακόμα..." είπε ενοχλημένη
"Ψυχή δεν έμεινε ρε μωρό μου, το μαγαζί έκλεισε. Τι σε ενοχλεί;"
"Πάνο να χαρείς. Άσε με να τελειώσω. Πάρε ότι θέλεις για να πιεις και θα κατέβω και εγώ κάτω μετά..."
"Εγώ έλεγα να σε πάω στη σπηλιά μετά..." είπε πονηρά και ο Ρήγας σήκωσε φρύδι και κεφάλι μαζί. "Να κάνουμε λίγες αγαπούλες στα βραχάκια..." κόλλησε σαν βεντούζα πίσω της
"Σου είπα είμαι αδιαθετη!" Τον έσπρωξε και εκείνος της χώθηκε πάλι
"Και εγώ σου είπα και νωρίτερα πως δεν έχω θέμα..."
"Έχω εγώ! Να επαναληφθω;"
"Ρε μανάρι μου... Ούτε σε ένιωσα απο χθες!...Αν θέλεις , μπορούμε επιτέλους να δοκιμάσουμε κι αλλιώς... Μου το υποσχέθηκες κάποια στιγμή..." Η Ιφιγένεια σαστισε και ένιωσε ντροπιασμένη προς στιγμήν
"Πάνο μα τη Παναγία, θα σηκωθώ και θα φύγω! Τι μαλακίες λες;"
"Δεν είπα κάτι ρε Ιφιγένεια..." είπε σιγανα
"Τράβα κάτω και θα έρθω μόλις τελειώσω!" Η Ιφιγένεια ήταν έξαλλη. Και όχι, δεν ήταν επειδή ήταν ο Χριστόφορος εκεί. Θα αντιδρούσε το ίδιο ακριβώς σε κάθε άλλη περίσταση. Του είχε ξεκαθαρίσει χρόνια τη στάση της στη δουλειά καθώς και το γεγονός ότι δεν ήθελε σεξ στις περίεργες μέρες της. Μπορεί να μην ήταν αληθινά αδιαθετη αλλά αν ήταν εκείνος έδειχνε ασέβεια στα θέλω της..
"Μόνο λίγο; Έλα αφού θα σου αρέσει...Τι χάνουμε να δοκιμάσουμε;" Ο Χριστόφορος ήταν έτοιμος να σηκωθεί. Ναι ήταν γυναίκας. Πήγαινε με αρκετές γκομενες αλλά το όχι ήταν όχι και αυτο ήταν νόμος στη ζωή του. Βλέποντας το Πάνο να επιμένει, ήθελε απλά να του ρίξει ένα χαστούκι να συνέλθει.
"Έχεις πιει. Λες παπαριές. Αν δε φύγεις παίρνω αεροπλάνο και φεύγω αυτή τη στιγμή για Αθήνα!.."
"Αμάν ρε Ιφιγένεια!"
"Δεν έχει αμάν! Τα έχουμε πει δεκάδες φορές αυτά. Πίνεις και μετά λες πάλι μαλακίες. Αν σε πειράζει στο είπα , μη το πίνεις το ρημάδι!" η Ιφιγένεια πράγματι είχε έναν χαρακτήρα σπαθί σε αυτά. Δεν ανεχόταν την άσχημη περίεργη ή προσβλητική συμπεριφορά. Την έκανε τόσο έξαλλη που ούτε έδωσε σημασία στο Χριστόφορο που καθόταν στο τραπεζάκι.
"Άντρας είμαι ρε φίλε... Έχω να σε δω μια εβδομάδα. Μη κάνεις έτσι... Παρασύρθηκα... Με συγχωρείς..." Την έπιασε γλυκά από το πρόσωπο και τη κοίταξε "Συγνώμη. Αλήθεια..." ζήτησε και εκείνη ξεφυσησε. "Έχεις δίκιο. Ήπια αρκετά... Από χαρά είναι όμως... Πρώτη φορά ερχόμαστε εδώ και ανυπομονώ να τα ζήσουμε όλα..."
Η Ιφιγένεια πήρε μια βαθιά ανάσα
"Εντάξει... Θα το συζητήσουμε κάποια άλλη στιγμή. Μπορείς να πας πίσω; Θέλω να τελειώσω εδώ .."
"Αργείς πολύ;"
"Κανένα τέταρτο..."
"Εντάξει .." Τη φίλησε πεταχτά στα χείλη , πήρε ένα μπουκάλι ουίσκι και έφυγε.
Το βλέμμα της βρήκε του Χριστόφορου στιγμιαία και γύρισε πάλι προς τη κάβα.
Ένιωσε τον αέρα πίσω της να αλλάζει και κατάλαβε ότι μπήκε μέσα από το μπαρ μα εκείνη συνέχισε να στρώνει τα ποτά.
Ηταν σηκωμένη και προσπαθούσε να φτάσει στο ψηλό ραφι για να αντικαταστήσει το μισοτελειωμένο ουίσκι
"Ανάθεμα σε κι εσύ..." ψέλλισε μέσα από τα δόντια της όταν ξαφνικά τον ένιωσε να κολλάει πίσω της. Είδε το χέρι του να μπαίνει μπροστά της και με εξαιρετική ευκολία έπιασε το ουίσκι και το κατέβασε στο πάγκο.
"Αν θέλουμε βοήθεια, τη ζητάμε..." της είπε χωρίς να απομακρυνθεί
"Χριστόφορε κάνε ένα βήμα πίσω γιατί θα τη πληρώσεις εσύ τώρα!" ο Χριστόφορος ξαφνιάστηκε με την απάντηση της. Ήταν πραγματικά εξαγριωμένη
"Να πληρώσω τις μαλακίες που σου κάνει ο γκόμενος σου; Ή μήπως έχεις ορεξουλες και δε μπορείς να τις κάνεις πράξη; Βάλε λίγο πάγο στο μπουτακι σου και αύριο θα είσαι περδικι..." Η Ιφιγένεια γύρισε και τον κατακεραύνωσε με το βλέμμα της.
"Διακόπτω κάτι;" ο Σώτος πλησίασε και εκείνος γύρισε.
"Όχι. Είναι κάπως κοντή. Τι να κάνουμε;" σχολίασε και εκείνη έκλεισε τα μάτια της πριν φτάσει στην έκρηξη
"Ο άλλος είναι ζάντα... Θα τον πάω στα Κύθηρα..."
"Σε μένα να τον πας..." πετάχτηκε η Ιφιγένεια και ο Ρήγας σήκωσε το φρύδι του ασυναίσθητα "Αγόρι μου είναι... Θα τον περιποιηθώ εγώ" Συνέχισε κοφτά "Έχει ξαναπιει. Να μην είναι μόνος"
"Είσαι σίγουρη; Κομμάτια είναι..." της είπε ο Σωτήρης.
"Πήγαινε τον σε μένα και άσε τις μαλακίες της" επενέβη ο Χριστόφορος
"Σίγουρα ρε Ρήγα;"
"Εσύ ποιος είσαι είπαμε και κανείς επιλογές για μένα;" Η Ιφιγένεια εξαγριώθηκε
"Ο κολλητός του. Θα πάει σπίτι μου. Τέλος συζήτησης"
"Και εγώ είμαι η κοπέλα του!"
"Βλέπεις να με απασχολεί;"
"Παιδιά θα ηρεμήσετε;!" ο Σώτος φώναξε ένα τσακ παραπάνω "Που να τον πάω; Πάρτε μια απόφαση!"
"Σε μένα!"
"Σε μένα!"
Είπαν και οι δύο μαζί και ο Σωτήρης ήθελε να βάλει τα κλάματα
"Τι θες και ανακατευεσαι;" γύρισε η Ιφιγένεια εκνευρισμενη "Είπα θα πάει σε μένα και τέλος!"
"Κάνε ότι σκατά θες! Κράτησε τον να ξερναει κι όλας τη νύχτα!" ο Χριστόφορος βγήκε από το μπαρ και πήγε χωρίς δεύτερη κουβέντα να μαζέψει όσα είχαν μείνει.
"Ηλίθιε..." είπε μέσα από τα δόντια της και ο Σώτος τη πλησίασε.
"Ιφιγένεια; Είσαι σίγουρη;"
"Ναι ρε Σωτήρη. Θα έχω και τη Θάλεια..."
"Εμ... Η Θάλεια θα έρθει σε μένα σήμερα.."
"Υπέροχα..." είπε και αναστεναξε "Ναι, πήγαινε τον στο σπιτάκι. Όλα καλά..."
"Όπως αγαπάς..."
Ο Σωτήρης κατέβηκε, σήκωσαν μαζί με τη Θάλεια τον Πάνο και τον πήγαν μέχρι το αμάξι. Η Ιφιγένεια ήταν εκτός εαυτού. Ο Χριστόφορος εξαφανίστηκε. Δεν έβλεπε πλέον την Εύα με τον Νεκτάριο πουθενά και βγαίνοντας από το μπαρ, κάθισε να στρίψει ένα τσιγάρο πριν πάει να μαζέψει το καναπεδακι. Σπάνια ο Πάνος έλεγε τόσες πολλές μαλακίες μαζεμένες και πάντα τις έλεγε όταν έπινε λιγάκι παραπάνω. Για αυτό και στην Αθήνα, απέφευγαν το ποτό. Τον πείραζε. Πέρα από αυτό ήταν πάντα γλυκός και τρυφερός μαζί της. Δεν καυγαδιζαν σε τέτοιο βαθμό. Η Ιφιγένεια το έλεγχε. Παρόλα αυτά, αύριο θα του έριχνε μια κατσαδα που δε θα είχε προηγούμενο για όσα είπε.
Έσβησε το τσιγάρο της και πήγε κάτω. Τα πράγματα της Εύας και του Νεκτάριου ήταν άφαντα.
"Ούτε καληνύχτα δεν είπαν..." σχολίασε και αφού μάζεψε , έκλεισε τις κουρτίνες και ανέβηκε. Ο Χριστόφορος δεν ήταν πουθενά αλλά έτσι όπως την είχε κάνει, δεν είχε τη διάθεση να τον δει και να της πετάξει καμιά εξυπνάδα.
Πήρε τα πράγματα της, έκλεισε και τις τελευταίες μηχανές και πήγε πάρκινγκ μα έβρισε τη ζωή της.
"Ρε Πάνο γαμώ τη τρέλα μου..." βλέποντας τα φώτα του αυτοκινήτου ανοιχτά, φρικαρε. Εκείνος οδηγούσε το πρωι και η Ιφιγένεια γρηγορεψε το βήμα της. Άνοιξε και βάζοντας το κλειδί στη μίζα ο φόβος της επιβεβαιώθηκε. Έμεινε από μπαταρία...
Δεν είχε κουράγιο για τίποτα εκείνη τη στιγμή. Ούτε καν να μαλώσει με θεούς και δαίμονες. "Πάρε μπροστά!" έπαιξε λίγο με τη μίζα αλλά τίποτα. Εκεί που ήταν παρκαρισμένο ήταν αδύνατο να το σπρώξει κι όλας. Κάθισε στη θέση της, κατέβασε λίγο το κάθισμα και έκλεισε τα μάτια της απελπισμένη.
"Εδώ θα κοιμηθείς;" δεν άνοιξε καν τα μάτια της να τον δει. "Μάλιστα..."
"Δεν έφευγες;"
"Σήκω να σε πάω σπίτι"
"Θα πάω με τα πόδια!" άρπαξε τα πράγματα της , έκλεισε και ξεκίνησε να περπατάει
Ένα λεπτό αργότερα εκείνος ήταν πίσω της με το αμάξι. Την έφτασε και τη πλάγιασε
"Ιφιγένεια μπες μέσα..."
"Χριστόφορε άφησε με..."
"Μπες μέσα είπα! Είναι ερημιές εδώ"
"Ξέρω να προστατεύω τον εαυτό μου, μην ανησυχείς. Για κοντή τα καταφέρνω άψογα"
Ο Χριστόφορος ξεφυσησε. Πεισματάρα μέχρι αηδιας. Ακόμα ένα χαρακτηριστικό της μου μάθαινε.
"Αν δε μπεις θα κατέβω και θα πάμε μαζί με τα πόδια. Τι προτιμάς; Δέκα λεπτά στο αμάξι ή δύο ώρες με τα ποδαράκια μας;" Η Ιφιγένεια κοντοσταθηκε.
"Δε θα τολμήσεις!"
"Πας στοίχημα;" Τον κοίταξε εχθρικά "Μπες μέσα" εγυρε και της άνοιξε τη πόρτα. Η Ιφιγένεια όμως την έκλεισε και άρχισε να περπατάει. "Μαλάκα δε παίζει να είναι τόσο ξεροκέφαλη..." ψελλισε και φτάνοντας τη ξανά, τη προσπέρασε και τράβηξε χειρόφρενο. "Αν δε μπεις θα βγω και θα σε βάλω!"
"Τι θες πια;!" τσιριξε έξαλλη
"Να μπεις όμορφα στο αμάξι. Να σε πάω στο γκόμενο σου και να πάω σπίτι μου!" είπε εξίσου απότομα "Έχεις και ένα νταντεμα να κάνεις..."
"Δε πάω πουθενά μαζί σου!"
"Θα πας αλλά ακόμα δε το ξέρεις..." Ο Χριστόφορος κατέβηκε μα εκείνη άρχισε να περπατά πιο γρήγορα. Με δύο τρία μεγάλα βήματα όμως την έπιασε και τη γύρισε.
"Γιατί έχεις τρελαθεί έτσι;!" της είπε εκνευρισμένος
"Γιατί έτσι γουστάρω..." χαμήλωσε τη φωνή της και τον κοίταξε έντονα "Και τώρα με συγχωρείς... Έχω έναν γκόμενο που περιμένει να χώσει τη γλώσσα του στον ουρανίσκο μου!" Η Ιφιγένεια πήγε να τον προσπεράσει μα ήταν μάταιο και ο Χριστόφορος έφερε στο μυαλό τα λόγια του Πάνου... Όντως κρατούσε πράγματα και τα πετούσε εκεί που ήθελε... Ίσως αυτά που την πείραξαν πραγματικά.
"Ψέματα είπα;!"
"Γιατί εγώ ψέματα είπα;!" του φώναξε "Και την επόμενη φορά, μάθε τρόπους στο Ποπάκι όχι σε μένα!" την έπιασε στο στόμα της και ο Χριστόφορος έπιασε με τη σειρά του το κεφάλι του. "Ένα μέτρο μακριά ήμουν! Ποια νομίζει ότι είναι; Με ξέρει και από χθες για να ανεχτώ το ύφακι της επειδή θες να τη πηδήξεις;"
"Ιφιγένεια..." είπε απελπισμένα το όνομα της
"Παράτα με!"
"Ιφιγένεια!" φώναξε και εκείνη τον άγριοκοίταξε
"Ο διάλογος μας ήταν υπέροχος. Σε ευχαριστώ μα τώρα πρέπει να πάω στο γκ..." την έπιασε από το πίσω μέρους του λαιμου της πριν ολοκληρώσει και σαν τεράστιο άγριο κύμα, τα χείλη του εσκασαν στα δικά της...
Η Ιφιγένεια τον έσπρωξε και προσπαθώντας να σταματήσει το φιλί του χάρισε ένα περιποιημένο χαστούκι...
🥰
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top