17. Τα αισθήματα είναι αμοιβαία

Δεύτερο κεφάλαιο για σήμερα μην μπερδευτείτε❤️

~Δύο Μήνες Αργότερα~

Κάπως έτσι ξαναγύρισα στην καθημερινή ζωή μου μετά τον τσακωμό με τον Άλεξ. Είναι σαν να
μην συνέβη τίποτα ποτέ, σα να μην υπήρξε ποτέ.

Όπως όταν παρακολουθείς μια σειρά στην τηλεόραση ανελειπώς και κάποια στιγμή η οθόνη γεμίζει παράσιτα λόγω κακοκαιρίας διακόπτοντας το πρόγραμμα.

Αυτό ήταν ο Άλεξ Κίνγκ. Τα παράσιτα που στιγμιαία εμπόδισαν το πρόστυχο πρόγραμμα μου.

Όταν έφυγαν όμως... Όταν αυτός έφυγε, συνέχισα την αμαρτολή ζωή μου. Άφησα πίσω κάθε συναίσθημα, ξέχασα το πόσο με πόνεσαν τα λόγια του και συνέχισα να κάνω το μόνο πράγμα που ξέρω ... Να είμαι πόρνη.

Γιατί πληγώθηκα τόσο πολύ άλλωστε;
Ότι είπε είναι απόλυτα σωστό. Δεν είχα δικαίωμα να του ζητήσω να μου ανοιχτεί γιατί όντως δεν ήμασταν τίποτα. Και είμαι αυτή που είμαι. Το έχω αποδεχτεί και πότε δεν θα ντρεπόμουν για αυτό. Τότε όμως ...
Ένιωσα μειονεκτικά. Πολύ.

Δεν ξέρω αν πέρασαν μέρες, βδομάδες ή μήνες. Ξέρω όμως ότι καθένας μας παίρνει αυτό που του αξίζει. Κι εμένα αυτό μου αξίζει....

Εκείνη την νύχτα όταν έκλεισα την πόρτα πίσω μου ζητώντας του να φύγει, το ένιωθα, το ήξερα ότι δεν πρόκειται να ξανάρθει. Ότι δεν θα
τον ξανά δω..

Κι αυτό για ένα γαμημένο λόγο πονούσε. Ποίο πολύ απ'όσο θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ.

Η ιδέα πως μπορεί να νιώθω κάτι
για αυτόν, πως μπορώ να αισθάνομαι πράγματα όπως οι κανονικοί άνθρωποι με τρόμαζε.
Με στοίχειωνε.

Οπότε φρόντισα να την ξεφορτωθώ.
Την απέβαλα την ίδια στιγμή που την έκανα.

Με πολύ, πολύ, πολύ αλκοόλ. Τόσο που δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια μου ή να αρθρώσω λέξη.

Δεν πήγα στο μπουρδέλο εκείνη την νύχτα. Περίμενα κρυμμένη πίσω από το κτίριο να φύγει. Δεν άργησε να το κάνει. Λίγες στιγμές μετά από μένα τον είδα να βγαίνει έξω αμίλητος και σκεπτικός με το ένα χέρι στην πληγή του. Έφυγε γρήγορα χωρίς να κοιτάξει πίσω του.

Ελπίζω μόνο να είναι καλά..

Μόλις απομακρύνθηκε έτρεξα πάνω στο δωμάτιο μου. Στο δωμάτιο που πρίν λίγο βρισκόταν αυτός...

Έκλαψα περισσότερο από όσο έχω κλάψει σε όλη μου την ζωή, χωρίς να ξέρω το ' γιατί ' .

Τότε αποδέχτηκα για πρώτη φορά
ότι είμαι όντως τρελή για δέσιμο.

Ήπια ολόκληρες μπουκάλες που
δεν έχω ιδέα κάν τι είχαν μέσα, σπάζοντας κάθε μία που άδειαζε στον τοίχο απέναντι μου. Ξέρναγα, ξανά έπινα, κάπνιζα, πόναγα εσωτερικά. Και αυτό συνεχίστηκε ως το πρωί.

Που με βρήκε ο Μπόρχες να κάθομαι στο πάτωμα περιτριγυρισμένη από χιλιάδες γυαλιά, ξερατά και αποτσίγαρα.

Ήμουν ένα χάλι, βρώμικη από κάθε άποψη και συχαινώμουν τον εαυτό μου.

Άρχισε να φωνάζει απαιτώντας να του πω τι έπαθα.

" Τί στο διάολο συμβαίνει Άν;!" Λέει ταρακουνόντας με από τους ώμους.

" Μη σε νοιάζει γαμώτο Λούις! Μην ανακατεύεσαι!"

"ΜΊΛΑ!"

" Παράτα με!!"

Με χαστούκισε. Πολλές φορές. Τον δάγκωσα, με χτύπησε στην κοιλιά.

Δεν ξέρω πόσο συνεχίστηκε αυτό
μα δεν ήμουν σε θέση να αμυνθώ.
Ο πόνος ήταν πολύς. Λιποθύμησα.

Και να σκεφτεί κανείς ότι εγώ του είχα στείλει μήνυμα να έρθει για να περάσουμε καλά...

Μετά από αυτό το περιστατικό γύρισα πάλι στην Γλυφάδα, στο διαμέρισμα μου. Επιτέλους σπίτι.. Εκεί συνέχισα κανονικά την δουλειά μου στα πεζοδρόμια τα βράδια όπως παλιά.

Λιγότερα χρήματα, μα για μένα πολύ καλύτερα από το να είμαι στα μπάρ σαν 'πουτάνα πολυτελείας' .

Όλα είναι πλέον γνώριμα. Ανούσια, αλλά τουλάχιστον γνώριμα.

Ο Λούις έρχεται που και που για να πάρει 'την δόση του'. Ποτέ δεν με ρώτησε ξανά για το χάλι μου εκείνη την νύχτα και χαίρομαι για αυτό. Επίσης δεν τον ρώτησα ποτέ από
που ξέρει τον Άλεξ γιατί αυτό απλά
θα περιέπλεκε περισσότερο την κατάσταση. Ούτως ή άλλως έχω
ήδη τα δικά μου προβλήματα να ασχολούμαι.

Σύν το ότι κάθε φορά που πέρασε
από το μυαλό μου να τον ρωτήσω
για εκείνον, κάτι, κάπου μέσα μου ούρλιαζε ' όχι ' .

Σήμερα ο Μπόρχες θέλει να μου μιλήσει για κάτι σημαντικό όπως μου είπε στο τηλέφωνο. Να συναντηθούμε το πρωί στην καφετέρια. Μην τυχόν και αργήσω, είπε.

"Καλημέρα αγάπη μου!" Λέει δυνατά μόλις μπαίνω στον χώρο.

"Καλημέρα γλυκέ μου" Ανταποδίδω
με ένα ειρωνικό χαμόγελο και αγκαλιαζόμαστε.

Τα γνωστά κόλπα για τα μάτια του κόσμου. Πόσο πιο fake...

"Τί θες;" Ρωτάω χαμηλόφωνα μόλις καθόμαστε στο συνηθισμένο, απομονωμένο τραπέζι μας.

Πίνει λίγο από τον καφέ του ατάραχος πριν μιλήσει.

"Σου έχω δουλειά"

Ξέρω ήδη ότι δεν θα μου αρέσει αυτό. Ειδικά μετά την τελευταία ' δουλειά '
που μου ανέθεσε. Την πρώτη που δεν κατάφερα να ολοκληρώσω...

Η αποστολή μου ήταν να μείνω
εκεί, στην Ομόνοια, τις πρώτες εβδομάδες λειτουργίας, μέχρι
να πάρει τα πάνω του το μαγαζί.

Αλλά τελικά άντεξα τρεις μέρες.
Και φταίει μόνο ένας για αυτό..

"Πού;" Ρωτάω άχρωμα προσπαθώντας να καταπνίξω τις σκέψεις μου.

"Μην προτρέχεις Άννα" Προειδοποιεί.

Οχ. Είπε το όνομα μου ολόκληρο. Κάτι δεν πάει καθόλου καλά.

Ετοιμάζεται να ξαναμιλήσει αλλά τον διακόπτω.

"Πού είναι η παγίδα;"

Εκνευρίζεται ,το βλέπω. Τα χέρια του σφύγγουν σε γροθιές κάτω από το τραπέζι. Δεν θα μου βγει σε καλό να του πηγαίνω κόντρα και το ξέρω.

Αλλά μαντέψτε;

Χέστηκα.

"Δεν είναι μπουρδέλο." Λέει μέσα από τα σφυγμένα δόντια του.

"Στριπτιτζάδικο;"

"Όχι"

"Μπαράκι;"

"Ούτε"

Πιάτσα σε πεζοδρόμιο;;" Ρωτάω με ελπίδα.

"Όχι γαμώτο!" Γρυλίζει μέσα από τα δόντια του.

"Μήπως τότε.."

"Σήκω!"

Σηκωνόμαστε σχεδόν ταυτόχρονα και αφού πετάξει ένα γενναίο ποσό πάνω στο τραπέζι, βγαίνουμε έξω.

Μόλις απομακρυνόμαστε κάπως από το μαγαζί πιάνει δυνατά τον καρπό μου και αρχίζει να προχωρά τόσο γρήγορα που καταλήγω να σέρνομαι από πίσω του. Διάολε, αυτό σίγουρα θα αφήσει σημάδι!

Χώνεται σε ένα μικροσκοπικό σοκάκι ανάμεσα σε δύο πολυκατοικίες και πριν προλάβω να αντιληφθώ τι συμβαίνει με κολλάει απότομα
στον τοίχο κόβοντας μου την ανάσα.

Τυλίγει τα χέρια του βίαια γύρω από τον λαιμό μου και δυσκολεύομαι να αναπνεύσω κανονικά. Προσπαθώ να τον απομακρύνω δίχως αποτέλεσμα.

Τα χνότα του χτυπούν το πρόσωπο μου γρήγορα και ακανόνιστα.

"Δεν φαντάζεσαι πόσο γαμημένα πολύ θέλω να σε σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια." Ψελλίζει μέσα στην ένταση και ξέρω ότι το εννοεί. Αν είχε τα κότσια όμως θα το είχε κάνει τόσα χρόνια. Δεν με τρομάζει πλέον.

Τα χαρακτηριστικά του φανερώνουν οργή και πόθο. Εμένα πάλι τα μάτια μου που τον καρφώνουν έντονα δείχνουν ξεκάθαρα το μίσος και το πάθος μου για αυτόν τον άνδρα.

"Κι εγώ το ίδιο" Παραδέχομαι ειλικρινά.

Απότομα επιτίθεται στα χείλη μου φιλώντας τα μανιασμένα, σε μια προσπάθεια να αποβάλλει τον θυμό και την ένταση που τον κατακλύζουν.
Ανταποδίδω το ίδιο εξοργισμένη.

Σφύγγει τον λαιμό μου κι εγώ την μπλούζα του γρατζουνόντας κατά καιρούς τον θώρακα του.

Το οξυγόνο τελειώνει, τα χείλη μας ματώνουν από την πίεση και τις δαγκωνιές. Νιώθω την μεταλλική γεύση του αίματος του σε συνδυασμό με το δικό μου. Οι γευστικοί μου κάλυκες φωνάζουν ότι είναι ένας αρρωστημένα τέλειος συνδυασμός.

Ρουφάω και ρουφάει απορροφώντας
ο ένας τον άλλο. Δαγκώνει το κάτω χείλος μου κι εγώ το δικό του. Δεν
του δίνω την ικανοποίηση να αφήσω ελεύθερους τους αναστεναγμούς μου.

Οι γλώσσες μας παλεύουν έντονα.
Τα στήθη μας κολλημένα κι εγώ να νιώθω πάνω από το δικό μου μικρούς, έντονους χτύπους, που θα ορκιζόμουν πως είναι η καρδιά του.

Αν είχε.

Και συχαίνομαι τον εαυτό μου, γιατί λατρεύει αυτό που συμβαίνει. Με καταριέμαι γιατί είμαι εθισμένη
σε έναν σχιζοφρενή ψυχάκια.

Και δυστυχώς ή ευτυχώς
τα αισθήματα είναι αμοιβαία..

{......}

Υπόσχομαι από εδώ και πέρα, κεφάλαιο κάθε μέρα, μέχρι να ανοίξουν ξανά τα σχολεία.
(Καλά, όχι ότι μετά θα αφήσω την ιστορία)

ΕΡΏΤΗΣΗ:
Σιπάρετε Αλάννα ή Λουισάννα?

Spoiler: Η Άννα Τζόρνταν αλλάζει επάγγελμα?!?! Καλά, περίπου!

😘😘😘😘

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top