Jet ski

<Πιστεύω να ξες να πλένεις πιάτα> Είπε καθώς μου έφερνε δικό του πιάτο. 

<Ναι. Αυτό μπορώ να το κάνω> Τον επιβεβαίωσα και έκανα στην άκρη για να βάλει το πιάτο στον νεροχύτη.

<Μπράβο το καλό  κορίτσι> Και μια γρήγορη ξυλιά χτύπησε τον πισινό μου.

<Εεεε...> 

<Συμμάζεψε λίγο μέχρι να ελέγξω εγώ κάτι έξω> Είπε και βγήκε έξω πριν προλάβω να παραπονεθώ.

Το καλό ήταν ότι θα είχα λίγα λεπτά μόνη, ακόμα κι αν αυτά τα ελάχιστα λεπτά έκανα δουλειές. Είχαμε περάσει το πρώτο ήρεμο πρωινό μας. Είχαμε μοιραστεί το ίδιο φαΐ μέχρι να ετοιμαστούν οι υπόλοιπες τηγανίτες. Είχα καθίσει στα γόνατα του και με είχε ταΐσει. Άλλες φορές μου έδινε τον χώρο μου και με άφηνε να φάω μόνη, καθώς εκείνος μαγείρευε. 

Ορισμένες θα έλιωναν στην σκέψη να έχουν έναν τέτοιο άντρα στην κουζίνα τους και να του μαγειρεύει. Αλλά εγώ δεν έπρεπε να το νιώσω αυτό. Δεν θα ήταν σωστό. Είχα κάτι που έπρεπε να ολοκληρώσω πρώτα. Τα όνειρα που έκανα από μωρό θα γινόντουσαν σκόνη, αν ένιωθα αισθήματα για εκείνον. 

Τα χέρια μου πήγαιναν μηχανικά και έπλεναν τα δύο πιάτα που είχαν απομείνει. Δύο ποτήρια στην άκρη. Μία σπάτουλα και δύο μαχαιροπίρουνα. Όλα ήταν από δύο. Σε λίγο θα έστρωνα ένα διπλό κρεβάτι. Το νέο μου κρεβάτι... 

<Τι θα κάνω?> Ρώτησα τον εαυτό μου φωναχτά και έβαλα το πλέον πλυμένο πιάτο στην άκρη με τα υπόλοιπα που είχα πλύνει.

<Τώρα μιλάς και μόνη σου?> Άκουσα την φωνή του,

Ενώ θα έπρεπε να είχα τρομάξει έγινε ακριβώς το αντίθετο. Πλέον μου είχε γίνει συνήθεια να ακούω την φωνή του από εκεί που δεν το περίμενα. Είχα αρχίσει να τον αισθάνομαι παντού. Έκανε την παρουσία του αισθητή με κάθε τρόπο. Είτε με το βλέμμα του, είτε με τον τρόπο που ανάσαινε. Άρχιζε να μπαίνει στην καθημερινότητα μου χωρίς να το θέλω.

<Μερικές φορές ναι> Είπα και έκλεισα την βρύση, βάζοντας το τελευταίο πιάτο μαζί με τα υπόλοιπα.

<Τι θα έλεγες να πάμε μία βόλτα με το jet ski?> Έγειρε και ακούμπησε πάνω στον πάγκο της κουζίνας, βάζοντας τα χέρια του στο στήθος του.

<Δεν θα ήταν άσχημη ιδέα> Γύρισα και τον κοίταξα χαμογελώντας.

Αν και ένιωθε σφιγμένος μπορούσε εύκολα να διακρίνει κάποιος ότι χάρηκε με την απάντηση που του έδωσα. Δεν υπήρχε περίπτωση να του πω όχι. Είχα μεγάλη τρέλα με τα θαλάσσια σπορτ. Με τους φίλους μου έκανα συνέχεια όταν βρισκόμασταν σε διακοπές. Οπότε η απάντηση μου σίγουρα θα ήταν θετική.

<Ωραία. Φόρα μαγιό και έλα να με βρεις έξω> Είπε κλείνοντας το μάτι και  μου γύρισε την πλάτη. 

Τα πόδια μου με πήγαν στο κρεβάτι και τα χέρια μου άρπαξαν σφιχτά το σεντόνι τινάζοντας το ψηλά, για να το απλώσω. Χτύπησα τα μαξιλάρια για να ισιώσουν. Τέντωσα το σεντόνι και αφού έλεγξα αν είναι σωστά στρωμένο πήγα στις βαλίτσες που είχαμε στην μπαλκονόπορτα.

Το είχα ξεχάσει ότι είχαν βραχεί και είμαι σίγουρη ότι θα βρομούσαν. 

<Τζοννν...!!!> Φώναξα και ακούστηκα σε όλο το σπίτι. 

Κοίταξα στην μπαλκονόπορτα και τον είδα να έρχεται. Δεν είχε βάλει μαγιό, αλλά φορούσε εκείνη την καφέ βερμούδα από πριν. Περπατούσε με το ίδιο βάδι που έκανε κάθε φορά. Αυτό που έδειχνε ότι ήταν κυρίαρχος όλου του κόσμου. Η κοιλιά του σε κάθε βήμα έσφιγγε ελαφρώς και έδειχνε τους υπέροχους κοιλιακούς του.

Σήκωσε το χέρι στο ύψος της καρδιάς του και το κούνησε ρωτώντας με τι έγινε. Χωρίς να ακούσω την βραχνή φωνή του, μόνο με αυτήν του την κίνηση σκανδάλιζε το μυαλό μου.

<Δεν έχω μαγιό! Οι βαλίτσες είχαν βραχεί!> Είπα πιο σιγά από πριν, καθώς η απόσταση μεταξύ μας είχε μειωθεί.

<Το είχα ξεχάσει!> Τον άκουσα να λέει και πέρασε με φόρα από δίπλα μου και πήγε στην ντουλάπα του.  <Πάρε αυτήν...> Μου πέταξε μια άσπρη μπλούζα του. <Και....> Έκανε μια παύση κοιτώντας με. <Θα σε πείραζε αν ήσουν γυμνή από κάτω?> 

<Άκυρη η βόλτα με το jet!> Είπα απαλά, αλλά ο τρόπος που το είπα δεν του έδινε ελπίδες να μου αλλάξει γνώμη.

<Τι να κάνω ρε Λίζα δεν έχω γυναικεία εσώρουχα λυπάμαι! Εδώ δεν έχω για εμένα!> Προσπάθησε να δικαιολογηθεί. <Θες να σου δώσω ένα δικό μου μποξεράκι? Είναι ολοκάθαρο!> 

<Τζον όχι ίουυυ...> και αηδίασα μόνο στην σκέψη.

<Θα πάρω τηλέφωνο να μας φέρουν μερικά, αν και θα έλεγα ότι δεν τα χρειαζόμαστε...> Είπε σιγά την τελευταία λέξη προσπαθώντας να μου πάρει τα μυαλά.

<Καλή σου βόλτα Τζον!> Χτύπησα το στήθος του με την μπλούζα και βγήκα έξω.

<Έλα ρε Λιζάκι! Τράβα την μπλούζα απλός πιο χαμηλά και κάτσε. Δεν θα πάθεις τίποτα> Με ακολούθησε και τα βήματα του χτυπούσαν το ξύλινο πάτωμα.

<Εγώ θα κάνω το μπανάκι μου εδώ!> Του ανακοίνωσα το πρόγραμμά μου και έβγαλα το πουκάμισο του, μένοντας γυμνή.

Όχι κύριε Τζονάκο. Δεν θα γίνει το δικό σας. Θέλετε να με αποπλανήσετε με την χροιά της φωνή σας και το καλογυμνασμένο σώμα σας, όμως εγώ θα σας παρασύρω με τα γυναικεία κάλλη. 

<Γιατί γίνεσαι τόσο πεισματάρα τώρα!> Παραπονέθηκε και άκουσα τα χέρια του που έπεσαν με φόρα και χτύπησαν τα πόδια του.

<Δεν γίνομαι πεισματάρα άσκοπα Τζον!> Και άρχισα να μπαίνω στην μικρή πισίνα. <Είναι θέμα υγιεινής!> Του τόνισα την τελευταία λέξη.

<Δεν θα πάθεις τίποτα στο εγγυούμαι> Ανταπάντησε αμέσως.

<Αχ Τζον πάνε όπου θες εγώ θα κάτσω εδώ!> Και μπήκα ολόκληρη στο δροσερό νερό.

<Όπως θες> Τον άκουσα να λέει λίγο πριν βουτήξω το κεφάλι μου. 

Όταν βγήκα στην επιφάνεια του νερού άκουσα την μηχανή από το jet.

<Επιτέλουςςςς....> Δεν πρόλαβα να πω ολόκληρη την λέξη και ένιωσα κάποιον να με τραβά προς τα πάνω. <Άσε με κάτω τώρα!> Φώναξα στο αφτί του.

<Κάτσε φρόνιμα!> Είπε και με γύρισε από την άλλη, λες και ήμουν πούπουλο.

Είχα γαντζωθεί πάνω του, καθώς περνούσε τα πόδια του, γύρω από το κάθισμα του θαλάσσιου μηχανήματος. Το πρόσωπο μου ακουμπούσε πάνω στον ώμο του και τα πόδια μου είχαν τυλιχθεί γύρω από την μέση του.

<Είσαι έτοιμη?> Με ρώτησε και με έσφιξε με το ένα χέρι πάνω του, ενώ με το άλλο κρατούσε το τιμόνι.

<Είμαι δεν είμαι πάλι το δικό σου θα γίνει> Του απάντησα και θα ορκιζόμουν πως τον άκουσα να γελάει.

Με το δεξί του χέρι έκανε όλη την μηχανή να αρχίσει να προχωράει πάνω στην θάλασσα. Στην αρχή δεν έβρισκα για ποιο λόγο έπρεπε να με κρατάει εφόσον το πήγαινε τόσο σιγά, αλλά μόλις απομακρυνθήκαμε από το σπίτι, ομολογώ ότι τα νύχια μου είχαν μπει μέσα στο δέρμα του. Εκεί που πηγαίναμε ήρεμα, αρχίσαμε να πηδάμε πάνω στην θάλασσα δημιουργώντας κύματα. Το αριστερό του χέρι που με κρατούσε με έσφιγγε συνέχεια για να μην φύγω, κάτι που θα γινόταν πολύ δύσκολα, καθώς δεν τολμούσα να τον αφήσω.

Εγώ έβλεπα από πίσω τους διάφορους κυματισμούς που προκαλούσαμε στην θάλασσα και την σκίζαμε στα δύο. Μία εικόνα που πάντα με μάγευε. Ίσως το χρώμα, ίσως το νερό που ενώ ήταν ήρεμο ξαφνικά ταραζόταν.

Τρέχαμε με μεγάλη ταχύτητα και ο αέρας ανέμιζε τα βρεγμένα μαλλιά μου. Αν αύριο ήμουν άρρωστη εκείνος θα έφταιγε σίγουρα!

<Κρατήσου έρχονται απόνερα!> Φώναξε και το Jet ski χτύπησε πάνω στα κύματα που είχαν δημιουργηθεί από ένα άλλο σκάφος απέναντι μας.

<Είναι τέλειο!> Φώναξα στο αφτί του.

Το μόνο σίγουρο με εμάς τους δύο είναι ότι αυτός θα με αρρωστήσει και εγώ θα τον κουφάνω!

<Όταν επιμένω σημαίνει ότι το κάνω για κάποιον λόγο Λιζάκι!> Φώναξε για να τον ακούσω, καθώς ο αέρας χτυπούσε με δύναμη πάνω μας.

<Σε ευχαριστώ πολύ!> Είπα γλυκά και αμέσως μετά έκανα την πλάτη μου προς τα πίσω, για να μπορώ να τον δω και ένωσα τα χείλη μας, προσφέροντας του την χαρά που ένιωθα εκείνη την στιγμή με εκείνο το μοναδικό τρόπο.




Και ναι επιτέλους γύρισα από τις διακοπές μου. Χίλια συγνώμη που άργησα τόσο πολύ. Τώρα τα κεφάλαια θα ανεβαίνουν κανονικά μην αγχώνεστε. Ελπίζω να κάνατε και εσείς διακοπές και να περάσατε καλά! 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top