Τωρα ξεκιναει το παιχνιδι!
<Επιτέλους σπίτι!> Φώναξα χαρούμενη ανοίγοντας την πόρτα με τα κλειδιά του Τζον.
Ο Τζον βρισκόταν ακριβώς από πίσω μου, κρατώντας τις δύο βαλίτσες μας. Το σπίτι μύριζε κλεισούρα και αφού άφησε κάτω τις βαλίτσες πήγε και άνοιξε όλα τα παράθυρα. Ένα απαλό αεράκι μπήκε μέσα και άρχισε να κουνάει σε έναν απαλό χορό τις κουρτίνες από πίσω του.
Ήταν ένα σπίτι που επικρατούσε το λευκό και το καφέ χρώμα. Μπορεί να ήταν μικρό, όμως έβγαζε μια ζεστασιά. Ένα φιλόξενο σπίτι για δύο. Μια φωλίτσα για τα πουλάκια μου, όπως θα έλεγε και η γιαγιά μου, αν ζούσε.
<Εγώ πάω να ετοιμαστώ, γιατί σε μία ώρα έχουμε συνεδρίαση> Και σήκωσε ξανά τις βαλίτσες, για να τις ανεβάσει πάνω.
<Θες να ετοιμάσω να φάμε κάτι?> Τον ρώτησα βάζοντας τα γυαλιά ηλίου μου στην ειδική θήκη τους. Την ακούμπησα στο ξύλινο τραπεζάκι που είχαμε για να αφήνουμε τα κλειδιά μας και γύρισα να τον κοιτάξω, να δω την έκφραση που είχε πάρει από αυτό που άκουσε.
<Δεν χρειάζεται σήμερα θα βγούμε έξω> Και άρχισε να ανεβαίνει τις σκάλες. <Εξάλλου δεν νομίζω να προλάβεις να ετοιμάσεις κάτι> Και πλέον άκουγα την φωνή του με το ζόρι.
Έτρεξα προς την σκάλα και γρήγορα άρχισα να ανεβαίνω ένα ένα τα σκαλοπάτια, πιασμένη από τα κάγκελα.
<Τι εννοείς?> Τον ρώτησα λαχανιασμένη, ανοίγοντας την πόρτα.
Ήταν γυρισμένος την πλάτη και έβγαζε την άσπρη μπλούζα του. Από τον καθρέφτη που είχε μπροστά του, μπορούσα να δω όλο το καλοσχηματισμένο σώμα του, αλλά και τα μάτια του που ήταν καρφωμένα πάνω μου.
<Δεν άκουσες τι είπα?> Με ρώτησε τρίβοντας τον αυχένα του και γύρισε να με κοιτάξει κανονικά. <Είπα ΈΧΟΥΜΕ συνεδρίαση> Και τόνισε την λέξη "έχουμε". Έβαλε την μπλούζα στο καλάθι με τα άπλυτα, δίπλα από τον καθρέφτη και κατευθύνθηκε στην μεριά της ντουλάπας του.
<Έχουμε?> Τον ρώτησα και έβγαλε ένα γκρι πουκάμισο.
<Ακριβώς. Είπαμε θα ξεκινήσεις να δουλεύεις μαζί μου. Θέλω η γραμματέας μου να είναι εκεί και να σημειώνει πράγματα που θεωρεί σημαντικά. Για να δούμε τι κρίση έχει η γυναίκα μου!> Έβγαλε και ένα μαύρο παντελόνι και περνώντας από δίπλα μου μου ψιθύρισε με την αντρική του χρεία την τελευταία πρόταση.
<Πόση ώρα έχω για να ετοιμαστώ?> Τον ρώτησα και γύρισα απότομα προς την μεριά του με μια περίεργη χαρά να έχει σχηματιστεί στο πρόσωπο μου.
<Αν κάνουμε μαζί μπάνιο νομίζω πως θα σου φτάσει η ώρα> Και κοιτώντας με σήκωσε το φρύδι του και άνοιξε την πόρτα του μπάνιου μας.
<Γρήγορα!> Έτρεξα προς τα πάνω του. <Δεν έχουμε χρόνο!> Και τον τράβηξα μέσα, κλείνοντας την πόρτα γρήγορα.
****************
<Άντε ρε Λιζάκι!> Τον άκουσα να φωνάζει από κάτω.
<Τώρα κατεβαίνω!> Φώναξα κλείνοντας την πόρτα του υπνοδωματίου μας.
Τα τακούνια μου ηχούσαν σε κάθε μου βήμα και ένα χαμόγελο χαράχτηκε στα χείλη μου. Για κάποιο λόγο τα τακούνια με έκαναν πάντα να αισθάνομαι δυνατή. Ήταν κάτι που λάτρευα από μικρή. Όταν έλειπαν όλοι από το σπίτι έπαιρνα τα τακούνια της μαμά μου και μάθαινα να περπατάω. Έπειτα από τα τόσα χρόνια εξάσκησης περπατάω σαν τα μοντέλα πάνω στην πασαρέλα.
Το σφύριγμα που έκανε ο Τζον μου θύμισε εκείνο που έκαναν τα δεκαπεντάχρονα στα κοριτσάκια και εκείνα κοκκίνιζαν αμέσως. Όχι ότι εγώ στο άκουσμα του σφυρίγματος δεν έσκυψα το κεφάλι μου και κοκκίνισα, αλλά εκείνη την στιγμή το ένα πόδι χτύπησε στο άλλο και παραλίγο να ήμουν στο πάτωμα αν δεν ερχόταν εγκαίρως να με πιάσει.
<Δεν ήθελα να σε αναστατώσω> Είπε απολογητικά και ενώ τα χέρια του είχαν ακόμα πιασμένα τα μπράτσα μου.
<Όχι μην αγχώνεσαι> Του χαμογέλασα για να τον καθησυχάσω. <Αναστατωμένη είμαι από την στιγμή που μου ανακοίνωσες ότι θα έρθω στην εταιρία> Και του χαμογέλασα γλυκά.
<Πάμε γιατί δεν νομίζω να τους αρέσει η καθυστέρηση μας> Και εγώ τον τράβηξα από την γραβάτα φέρνοντας τον ίσα ίσα να ακουμπιουνται τα χείλη μας
<Τους αρέσει δεν τους αρέσει εσύ είσαι το αφεντικό!> Και τον φίλησα, περνώντας την γλώσσα μου πάνω από τα χείλη του.
<Σαν να ζωηρεψες μου φαίνεται!> Είπε έχοντας κλειστά τα μάτια του.
<Είναι να έχεις καλό δάσκαλο!> Και εγλυψε τα χείλη του με έναν άκρως ελκυστικό τρόπο.
<Και εσύ είχες τον καλύτερο!> Και έβαλε το χέρι γύρω από την μέση μου. < Αλλά τώρα με συγχωρείς πρέπει να πάμε στην εταιρεία> και με έσπρωξε μπροστά.
**********
<Πάρε αυτό εδώ> Μου έδωσε ένα ντοσιέ. < Σημείωνε ότι νομίζεις πιο σημαντικά από την συζήτηση που θα έχουμε> και άρχισε να προχωράει με μεγάλη ταχύτητα μπροστά μου. <Δεν ξέρω πόσο θα κρατήσει, αλλά θα ήταν καλύτερο να μην μιλήσεις> και φτάσαμε μπροστά σε μια μεγάλη πόρτα, που λογικά θα ήταν το γραφείο συνεδριάσεων. < Δεν έχω κάποιο θέμα εγώ για κάποια ιδέα σου, αλλά υπάρχουν αρκετοί μυστήριοι> και αυτά τα λόγια του μου ήταν αρκετά.
Κούνησα θετικά το κεφάλι μου και εκείνος έβαλε το χέρι του πάνω στο χερούλι για να ανοίξει την πόρτα. Μόνο που την ώρα που πήγε να την ανοίξει άνοιξε από μόνη της. Και οι δυο κάναμε δύο βήματα πίσω για να μην χτυπήσουμε.
<Τζον!> Φώναξε μια κοπέλα και τον αγκάλιασε αμέσως.
<Τζέσικα!> Είπε κάπως άβολα ο Τζον και σιγά σιγά την απομάκρυνε από πάνω του.
<Τι έγινε δεν την αντέξεις και την παρατησες την γυναίκα σου?> Είπε μόλις πήρε τα χέρια της από πάνω του.
<Δεν νομίζω πως θα το έκανα για κάποιον λόγο αυτό. Και μπορεί να στο επιβεβαιώσει και η ίδια!> Και της έδειξε εμένα, που στέκουν ακριβώς από πίσω της.
Η κοπέλα, που είχε κοντά πορτοφόλι μαλλιά γύρισε στην μεριά μου, έχοντας μια φάτσα που τα έλεγε όλα. Φαινόταν ότι εγώ και εκείνη στην εταιρεία δεν θα είχαμε και τις καλύτερες σχέσεις. Το αριστερό φρύδι είχε σηκωθεί πάνω και άρχισε να με εξετάζει ολόκληρη. Είχε πράσινα μάτια πολύ ωραία, αλλά ήταν πολύ κρίμα αυτά τα τόσο ωραία ζαφιρενια μάτια να ανήκουν σε μια ξυνή.
<Τζέσικα Ρόμπερτς!> Είπε και εφερε το χέρι της μπροστα, για να συναψουμε χειραψία.
<Λίζα Γουοραλντ!> Ανταπέδωσα με το ίδιο ύφος και κάναμε μια δυνατή χειραψία.
<Λυπάμαι που σας το λέω, αλλά αργήσατε πολύ και έχουν αρχίσει να διαμαρτύρονται μεσα> Γύρισε και παραπονέθηκε στον Τζον και πήγε να ανοίξει την πόρτα για να μπούμε.
<Μην αγχώνεστε Δεσποίνης Ρόμπερτς> Έλεγξα πρώτα άμα είχε βέρα στο χέρι της και διαπίστωσα ότι δεν ήταν "κυρία". Κάτι που στην συνέχεια ήμουν σίγουρη ότι θα καταλάβαινα πως δεν ήταν καθόλου "κυρία"
<Μετά από εσένα> Μου είπε ο Τζον βάζοντας το χέρι του πίσω από την μέση μου. <Τώρα ξεκινάει το παιχνίδι!> Είπε ενθουσιασμένος στο αφτί κου και εγώ γέλασα.
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top