Ας το διασκεδάσουμε!

Ο φριχτός πονοκέφαλος που ένιωθα δεν ήταν τίποτα μπροστά στην ζαλάδα που είχα. Η μέση μου και η πλάτη μου είχε μουδιάσει ολόκληρη και με το ζόρι μπορούσα να κουνηθώ. Με το ζόρι άνοιξα τα μάτια μου και είδα ένα ξύλινο δοξάρι με άσπρη κουρτίνα. Αν είναι δυνατόν που είμαι! Κούνησα το χέρι μου και αισθάνθηκα κάτι απαλό και τρυφερό να με ακουμπάει. Ήταν μικρά κομματάκι από κάτι βελούδινο και όταν το έπιασα και το έφερα μπροστά στα μάτια μου για να το δω αντιλήφθηκα ότι ήταν τα πέταλα από τα τριαντάφυλλα.

<Άρε μάνα που μάδησες τόσα τριαντάφυλλα> Είπα και άκουσα την βραχνή φωνή μου.

<Μωρέ! Ξύπνησε η γυναίκα μου?> Ακούστηκε η φωνή του από απέναντι μου.

Πήγα να σηκώσω το κεφάλι μου ή τουλάχιστον προσπάθησα να μετακινηθώ, μιας και ήμουν πόσες ώρες ανάσκελα και είχα πιαστεί, αλλά δεν κατάφερα τίποτα.

<Μου δίνεις ένα χεράκι?> Τον ρώτησα και προσπάθησα να τον κοιτάξω, αλλά έπεσα πίσω αναστενάζοντας.

Τον άκουσα να ξεφυσάει και τα βήματα του που με πλησίαζαν.

<Αχ επιτέλους!> Με σήκωσε κι ακούστηκαν δέκα χιλιάδες κρακ.

<Πως κοιμήθηκες πριγκιπέσα?> Με ρώτησε ειρωνικά και πήρε το ποτήρι με κρασί και κάθισε πάλι στον καναπέ.

<Το κεφάλι μου πονάει λες και με βαράνε με σφυρί!> Παραπονέθηκα και έπιασα το κεφάλι μου. <Θα μπορούσα και καλύ....> Όμως ένιωσα κάτι να ανεβαίνει προς τα πάνω και άρχισα να τρέχω στην τουαλέτα.

<Ποιος το περίμενε ότι την πρώτη μέρα μετά τον γάμο μου θα την περνούσα κάπως έτσι!> Άκουσα την φωνή του όσο εγώ έβγαζα ότι είχα πιει. 

Μου μάζεψε τα μαλλιά σε έναν κότσο, όσο εγώ ακόμα προσπαθούσα να συνέλθω αλλά δεν τα κατάφερνα. Είχε σκύψει από πάνω μου και με χάιδευε λέγοντας μου να ηρεμήσω. Το χέρι μου πήγε να τον απομακρύνει, αλλά έτσι όπως ήμουν εκείνη την στιγμή ο αγκώνας μου τον βρήκε στο σημείο του, και  τον άκουσα να γρυλίζει και απομακρύνθηκε βρίζοντας.

Αφού ήμουν λίγο κάπως καλύτερα και είχα βγάλει όλο το περιεχόμενο του στομαχιού μου γύρισα να τον δω πως είναι. Καθόταν πάνω στο μάρμαρο της μπανιέρας και είχε βάλει τους αγκώνες του πάνω στα γόνατα με το κεφάλι να είναι πεσμένο στα χέρια του και να τραβάει τα μαλλιά του.

<Σόρρυ δεν το ήθελα> Είπα ήρεμα, αλλά μόλις με άκουσε με αγριοκοίταξέ και δεν είπε τίποτα. <Αυτή είναι συμπεριφορά δωδεκάχρονου!> Τον φώναξα!

<Αν η δικιά μου συμπεριφορά είναι δωδεκάχρονου εσύ είσαι πεντάχρονο μπροστά μου! Και είμαι σίγουρος πως το ήθελες πολύ, αλλά μην στεναχωριέσαι δεν θα σε αφήσω έτσι!> Μου φώναξε και έφυγε από το μπάνιο κλείνοντας την πόρτα από πίσω του.

Αφού σκούπισα με μια λίγο χαρτί το στόμα μου, σηκώθηκα ήρεμα προσπαθώντας να βρω την ισορροπία μου και πήγα στο υπνοδωμάτιο που ήμουν. Όταν μπήκα μέσα πήγα και κάθισα μπροστά στην μπιζουτιέρα στον μεγάλο καθρέφτη. Δεν μπορούσα να πω πως ήμουν έτσι όπως το περίμενα. Το μόνο που είχε χαλάσει ήταν το μαλλί και το κραγιόν είχε φύγει από τα χείλη μου. Το νυφικό είχε τσαλακωθεί, αλλά όχι σε πολύ μεγάλο βαθμό. Έλυσα τα μαλλιά μου από τον άτσαλο κότσο που μου είχε κάνει. Τα χτένισα λίγο με τα χέρια μου και τα έκανα αλογοουρά. 

Το δωμάτιο ήταν πολύ ωραίο σε αποχρώσεις του μπεζ και του σκούρου καφέ που έκαναν αντίθεση. Υπήρχε ένα διπλό  ξύλινο κρεβάτι που το προσκέφαλο ήταν κολλημένο στον τοίχο και αριστερά και δεξιά υπήρχαν κομοδίνα από το ίδιο υλικό φτιαγμένα. Το κρεβάτι είχε άσπρες κουρτίνες που ήταν μαζεμένες στα τέσσερα δοξάρια. Δεξιά ήταν η μπιζουτιέρα και αριστερά της μια μπαλκονόπορτα. Τράβηξα στην άκρη την μπεζ κουρτίνα και μπροστά μου εμφανίστηκε μια πεδιάδα γεμάτη με διάφορα είδη λουλουδιών. Έκλεισα την κουρτίνα και πήγα να δω και το υπόλοιπο σπίτι. Αφού βγήκα από το δωμάτιο αριστερά μου είδα την τουαλέτα που είχα επισκεφτεί πιο πριν και δεξιά μια κυκλική ξύλινη σκάλα. Άρχισα να κατεβαίνω   σιγά σιγά ένα ένα τα σκαλοπάτια κρατώντας το νυφικό μην σκαλώσει στα πόδια μου. Μπροστά μου φάνηκε η εξώπορτα. Αριστερά ήταν το σαλόνι και δεξιά ακολουθώντας ένα διάδρομο πήγαινες στην κουζίνα. 

Το σαλόνι που πήγα πρώτα ήταν γεμάτο με τζαμαρία. Το πάτωμα ήταν ξύλινο σε όλο το σπίτι από ότι είχα συμπεράνει. Στον τοίχο απέναντι μου υπήρχε ένα τεράστιο τζάκι και από γύρω του άσπροι δερμάτινοι καναπέδες και ένα τραπεζάκι στην μέση. Αριστερά από το τζάκι υπήρχε μια βιβλιοθήκη γεμάτη με βιβλία και  και δεξιά ένα τραπέζι που είχε πάνω του ένα πικ απ. Στον άλλο τοίχο είχε ράφια που ήταν γεμάτα με διάφορους δίσκους από παλιούς καλλιτέχνες. Δίπλα από την  βιβλιοθήκη υπήρχε μια μπαλκονόπορτα που σε έβγαζε στην πισίνα του σπιτιού. Το σπίτι ήταν μικρό, αλλά η διακόσμηση του φανέρωνε το ακριβό γούστο που είχε ο ιδιοκτήτης.  

Στον διάδρομο που σε οδηγούσε στην κουζίνα είχε έναν πίνακα ζωγραφικής που απεικόνιζε ένα λιβάδι. Δεν έδωσα πολύ σημασία και συνέχισα ευθεία. Η κουζίνα ήταν όλοι άσπρη και το δωμάτιο ήταν και αυτό γεμάτο με μεγάλα παράθυρα. 

Τον είδα να στύβει πορτοκάλια στον και τον παρατήρησα καλύτερα από ότι πριν. Είχε λύσει τη γραβάτα και την είχε πάνω στον λαιμό του να κρέμεται. Τα μανίκια από το λευκό πουκάμισο ήταν μαζεμένα και οι φλέβες από τα χέρια του πετάγονταν κάθε φορά που έστυβε το πορτοκάλι. Η παρουσία μου έγινε αντιληπτή, καθώς με κοίταξε και πήγα κάθισα στην καρέκλα μπροστά από τον πάγκο. 

Έβαλε το χυμό μέσα σε ένα ποτήρι και το έβαλε μπροστά μου, αλλά μου γύρισε αμέσως πλάτη και πήγε να πλένει τα χέρια του στον νεροχύτη.

<Σε ευχαριστώ> Είπα και τον είδα να σταματά και να ξανά συνεχίζει. <Δεν θα πεις ούτε ένα παρακαλώ?> Τον ρώτησα γλυκά και περίμενα την αντίδραση του. 

Τον είδα να γυρίζει και να πηγαίνει στην άλλη άκρη της κουζίνας. Έβγαλε από την πρίζα την τοστιέρα και άνοιξε το καπάκι. Άνοιξε ένα ντουλάπι από πάνω και έβγαλε ένα πιάτο. Έβγαλε τα τοστ και τα έβαλε στο πιάτο. Πήρε ένα μαχαίρι και άρχισε να κόβει το καθένα σε τέσσερα κομμάτια. Αφού τα έκοψε ήρθε και κάθισε ακριβώς δίπλα μου, βάζοντας το πιάτο με τα δύο τοστ πάνω στον πάγκο σπρώχνοντας το προς την μεριά μου.

<Δεν κάνει τίποτα!> Μου απάντησε στο ευχαριστώ που του είχα πει και άρπαξε ένα κομμάτι και το δάγκωσε.

Η στάση που καθόταν μου προκαλούσε νευρικότητα. Ακουμπούσε τον αγκώνα του στον πάγκο και έγερνε όλο του το σώμα. Είχε γυρίσει προς τα εμένα και με κοιτούσε συνέχεια, ενώ είχε βάλει βάλει το δεξί πόδι του πάνω στο στήριγμα της καρέκλας και το άλλο το είχε αφήσει να ακουμπά το πάτωμα και τα είχε ανοιχτά.

<Μπορείς να πάρεις ξες. Έτσι κι αλλιώς για εσένα είναι> Είπε μιας και δεν άγγιξα τίποτα από το πιάτο. <Δεν δαγκώνω!> Ξανά μίλησε και εγώ τον κοίταξα. <Τουλάχιστον όχι ακόμα> Και μου έκλεισε το μάτι.

Εγώ μόλις το άκουσα κατέβασα τον χυμό μονορούφι από το σοκ και σηκώθηκα να φύγω.

<Αν δεν φας δεν πας πουθενά> Είπε ήρεμα, αλλά εγώ συνέχισα. <Είπα αν δεν φας δεν πας πουθενά!> Φώναξε και χτύπησε το χέρι του στον πάγκο ταρακουνώντας το πιάτο.

<Ότι θέλω θα κάνω!> Του φώναξα και πήγα να φύγω, όμως το χέρι του με τράβηξε πίσω.

<Η θα φας μόνη σου ή θα σε ταΐσω με το ζόρι διάλεξε!> Είπε απειλητικά, εν΄΄ω με είχε βάλει να κάτσω πάνω στα πόδια του και με έσφιγγε.

<Καλά!> Είπα και προσπάθησα να διώξω τα χέρια του από πάνω μου.

<Εδώ θα φας> Είπε με λίγο πιο ήρεμο τόνο.

<Πάνω στα πόδια σου?> 

<Μην αγχώνεσαι δεν θα είναι το μόνο πράγμα που θα κάνεις πάνω στα πόδια μου!> 

Και χωρίς δεύτερη κουβέντα άρπαξα γρήγορα ένα κομμάτι και άρχισα να το τρώω.

<Έτσι μπράβο!> Είπε και το ένα χέρι του κρατούσε το δικό μου και το άλλο πήγε στο μπούτι μου.

<Το χέρι σου!> Είπα με μπουκωμένο το στόμα.

<Ότι θέλω θα κάνω!> Είπε και με κοίταξε πάλι με εκείνο το βλέμμα του κυρίαρχου.

Αφού έφαγα γρήγορα το ένα κομμάτι πήρα και δεύτερο. Ο άτιμος το είχε κάνει γευστικότατο. Όταν το τελείωσα κι αυτό πήγα να πάρω ακόμα ένα, αλλά έσπρωξε το πιάτο στην άκρη του πάγκου.

<Φέρ' το> Είπε και εγώ στην αρχή δεν είχα καταλάβει τι πρόθεση είχε.

Χαλάρωσε τα χέρια του και εγώ τεντώθηκα πάνω στο πάγκο για να φτάσω το πιάτο. Για κάποιο λόγο όμως γύρισα να τον κοιτάξω και τον είδα να κοιτά τους γοφούς μου.

<Εεεε!> Του φώναξα και απομακρύνθηκα από κοντά του.

Αμέσως με έπιασε από το χέρι και με πήρε αγκαλιά.

<Τώρα που πήρες και δυνάμεις ήρθε η ώρα να δείξεις στον άνδρα σου τα κρυφά προσόντα σου> Και άρχισε να ανεβαίνει στο υπνοδωμάτιο.

Εγώ προσπαθούσα να τον σταματήσω χτυπώντας τον όσο πιο δυνατά μπορούσα, αλλά όλα γινόντουσαν άδικα. Μπήκε μέσα κλωτσώντας την πόρτα και την έκλεισε με τον ίδιο τρόπο. Με έριξε στο κρεβάτι με δύναμη και εγώ έπιασα το κεφάλι μου, που ακόμα δεν είχε περάσει εντελώς ο πονοκέφαλος.

<Σήκω> Είπε απαλά και κάθισε στην απέναντι πολυθρόνα. 

<Μα μόλις με έριξες στο κρεβάτι> Τον ειρωνεύτηκα και το πρόσωπο του σκλήρυνε αμέσως.

<Έλα εδώ> Με πρόσταξε και εγώ ούτε κουνήθηκα.

Αφού πήρε το μήνυμα ότι δεν θα του έκανα την εύκολη σηκώθηκε γρήγορα νευριασμένος και έτσι όπως καθόμουν έσκυψε και τράβηξε με δύναμη το πόδι μου προς τα πάνω. Εγώ γλίστρησα και βρέθηκα ξαπλωμένη πίσω με το πόδι μου στο χέρι του. Τοποθέτησε την  πατούσα μου πάνω στο στέρνο του και άρχισε να διώχνει το λευκό ύφασμα από πάνω του αφήνοντας το γυμνό έχοντας μόνο τους καλτσοδέτες. Προσπάθησα να του ξεφύγω, αλλά εκείνος συνέχισε να με τραβά και να με φέρνει πάλι στην ίδια θέση. Ενώ το ένα χέρι του κρατούσε σφιχτά το πόδι μου το άλλο συνέχισε να ανηφορίζει και να φτάνει στο τέλος του καλτσοδέτη. Το χέρι του ακούμπησε το γυμνό δέρμα μου και ανατρίχιασα. Ήταν τόσο κοντά σε αυτό που έχουν οι γυναίκες ανάμεσα στα πόδια τους και εγώ φοβόμουν. Τα δάχτυλα του μπήκαν μέσα στον καλτσοδέτη και άρχισαν να τον τραβάν προς τα κάτω. Το έκανε τόσο αργά και ήρεμα και οι άμυνες μου άρχισαν να πέφτουν. 

Ήξερα ότι κάποια στιγμή θα χρειαζόταν να φτάσω σε αυτή την θέση και από ότι έβλεπα όταν δεν του αντιστεκόμουν αντιδρούσε πολύ ήρεμα, ενώ όταν τον ζόριζα αγρίευαν τα πράγματα. Το χέρι του είχε περάσει από όλο το μήκος του ποδιού μου χαϊδεύοντας το απαλά. Έβγαλε τον έναν καλτσοδέτη και έκανε το ίδιο και στο άλλο μου πόδι. Τα έβαλε και τα δύο στο στέρνο του και πιάνοντας τα καλά με γύρισε ολόκληρη μπρούμυτα. Από το απότομο της στροφής μου βόγκηξα και γύρισα γρήγορα το κεφάλι μου πίσω για να δω τι θα ερχόταν στην συνέχεια. 

Τα χέρια του πήγαν στην πλάτη μου και το σώμα του άρχισε να σκύβει από πάνω μου με αποτέλεσμα να ακουμπήσει τα γόνατα του πάνω στο κρεβάτι και το σώμα του να έχει καλύψει το δικό μου. Εκείνα συνέχισαν να ανεβαίνουν προς τα πάνω κάνοντας μου ένα απαλό μασάζ και έφτασαν στα κουμπιά του νυφικού. Τα μάτια μου παρακολουθούσαν κάθε κίνηση του όσο τα δικά του ήταν καρφωμένα στην κάθε μου αντίδραση στο άγγιγμα του.

<Και τώρα πριγκιπέσα ας το διασκεδάσουμε> Μου ψιθύρισε στο αφτί και έλυσε το πρώτο κουμπί.


Hey!!!Δεν έχετε παράπονο ανέβασα γρήγορα. Χαίρομαι που διαβάζω σχόλια σας που μου λέτε να συνεχίσω και πως σας αρέσει και πραγματικά αισθάνομαι πολύ ωραία. Σας ευχαριστώ όλους που κάθε φορά με ενθαρρύνεται να συνεχίσω και υπόσχομαι να θα σας κρατάω συνέχεια το ενδιαφέρον με διάφορες ιστορίες μου και να δεν σας απογοητεύσω.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top