Κεφάλαιο 59
20 ώρες μέχρι το τέλος - 19:00 μ.μ.
Η Ιφιγένεια κοιτάζει τον γκρίζο τοίχο του αστυνομικού τμήματος. Πάνω του είναι καρφωμένος ο πίνακας ανακοινώσεων, γεμάτος με φωτογραφίες, δηλώσεις και στοιχεία. Τα μάτια της νεαρής κοπέλας τον εξερευνούν ανυπόμονα και τελικά βρίσκει και την δική της υπόθεση σε μία γωνία. Υπάρχει μια φωτογραφία που την απεικονίζει να κρατάει την τούρτα για τα δέκατα έκτα γενέθλια της και να χαμογελάει. Βέβαια μέσα της ξέρει πως δεν ήταν και τόσο χαρούμενη ανάμνηση.
Όλοι είχαν τσακωθεί μεταξύ τους εκείνη την μέρα αλλά όλοι έβαλαν στην άκρη τα προσωπικά τους και γιόρτασαν αυτό το χαρμόσυνο γεγονός σαν οικογένεια. ''Πόσο ψέμα. Πόση υποκρισία.'' Σκέφτεται απογοητευμένα η νεαρή κοπέλα και αφήνει ένα σύντομο ειρωνικό γέλιο. Δίπλα από την δική της φωτογραφία υπάρχει ένα σκίτσο με το πρόσωπο του Νέιθαν ή αλλιώς Γιάννη. Ο Αλέξης, το όνομα του αστυνομικού όπως έμαθε πριν λίγο, τον έκανε ολόιδιο με εξαίρεση τα μαλλιά του. Τα μαλλιά του απαγωγέα της ήταν πάντα προσεγμένα και φροντισμένα με ζελέ. Ακόμη θυμάται το άρωμα του και τα θλιμμένα του μάτια. Τον άφησε αιμόφυρτο στο έδαφος και έφυγε. Αυτός δεν είχε ποτέ την πρόθεση να την σκοτώσει. Αντιθέτως την έκανε σαν εκείνον.
Μέσα της κυριαρχεί κακία, πόνος και τύψεις. Μακάρι να μην χρησιμοποιούσε ποτέ της το όπλο. Αν δεν το έκανε θα γλίτωνε ένα σωρό ανακρίσεις, άγνωστα πρόσωπα που υποτίθεται πως νοιάζονται, θα γλίτωνε την υποκρισία και δεν θα χρειαζόταν να χαμογελάει σε όλους για να τους διαβεβαιώσει πως είναι καλά. Δεν είναι καλά, το μυαλό της έχει διαλυθεί και η καρδιά της χτυπάει πλέον χωρίς να της δίνει ξεκάθαρα συναισθήματα. Δεν ξέρει τι νιώθει. Όχι εντελώς.
《Ιφιγένεια με συγχωρείς που είσαι αναγκασμένη να μένεις εδώ μέσα. Όμως ο απαγωγέας σου δεν έχει πιαστεί ακόμα. Πολύ πιθανόν να τηλεφώνησε σε κάποιον συνεργάτη του και να έχουν καταφύγει σε ένα νοσοκομείο.》 Ο Αλέξης της εξηγεί ενώ κάθεται δίπλα της. Την κοιτάζει μέσα στα μάτια προσπαθώντας να κρατήσει μια επαφή.
《Η Εύη Βασιλείου. Αυτήν τον βοηθάει.》 Ψιθυρίζει αδιάφορα και γυρίζει το κεφάλι της στην αντίθετη κατεύθυνση. 《Αυτό το τέρας βοήθησε το άλλο τέρας να δημιουργήσει ένα ακόμα τέρας!》 Η ειρωνεία στην φωνή της είναι ευδιάκριτη όπως και η πίκρα που νιώθει.
《Ιφιγένεια πρέπει να ξέρεις πως η Εύη μας βοήθησε πολύ. Όντως αγαπούσε και αγαπάει πολύ τον άντρα που σε απήγαγε αλλά κατάλαβε το λάθος της και μας έδωσε χρήσιμες πληροφορίες.》 Ο Αλέξης μιλάει ήρεμα και προσπαθεί να επιλέγει λέξεις που δεν θα εξαγριώσουν την ανήλικη κοπέλα.
《Ό,τι πεις!》 Σχολιάζει σύντομα η Ιφιγένεια και κλείνει τα μάτια της. Είναι πιο όμορφα στο σκοτάδι. Τουλάχιστον εκεί έχει ως συντροφιά τις σκέψεις της όσο σκοτεινές και υποχθόνιες και αν είναι.
《Δεν είσαι τέρας Ιφιγένεια. Πέρασες από μία πολύ δύσκολη κατάσταση, βγήκες νικήτρια και μπράβο σου. Απλά-》
《Είμαι ακριβώς ένα τέρας! Επέτρεψα στον εαυτό μου να προβεί σε μία απάνθρωπη πράξη. Λειτούργησα μόνο από ένστικτο και δεν μέτρησα καθόλου την λογική ή το συναίσθημα. Η διαφορά ενός τέρατος από τον άνθρωπο είναι ότι τα τέρατα δεν έχουν συνείδηση και εννοείται δεν έχουν ηθικές αρχές. Αυτό αποδεικνύεται από τις πράξεις τους και τις σκέψεις τους. Η περίπτωση μου ανήκει στην κατηγορία ''τέρας'' και νιώθω εντάξει με αυτό.》 Η Ιφιγένεια καρφώνει τον Αλέξη με το βλέμμα της, το οποίο καίει πιο πολύ και από αληθινή φωτιά.
《Αν θέλεις κάπου να μιλήσεις.. μπορώ να σου βρω έναν καλό γιατρό..》Απαντά πελαγομένος ο νεαρός αστυνομικός.
《Με θεωρείς τρελή; Εγώ θα επέλεγα τον όρο συνειδητοποιημένη. Με όσα έχω κάνει δεν αποκλείεται να προβώ σε χειρότερες πράξεις από ό,τι εκείνος. Εκείνος είχε σοβαρότερο λόγο από τον δικό μου αλλά δεν είναι εκεί το θέμα. Δεν θέλω να μιλήσω σε κανέναν για όλα αυτά. Δεν θέλω να νιώσει κανείς οίκτο ή αηδία. Αυτά μπορώ να τα προσφέρω η ίδια στον εαυτό μου. Όσο για τον ψυχίατρο πιστεύω πως η δήθεν καλή μου οικογένεια θα φροντίσει γι' αυτό σύντομα.》 Η Ιφιγένεια σηκώνεται όρθια και καλύπτει με τα χέρια της το πρόσωπο της. Ο Αλέξης ακολουθεί το παράδειγμα της και στέκεται μπροστά της.
《Ιφιγένεια δεν είναι κακό να μιλάς στους ανθρώπους. Δεν μπορώ να φανταστώ τα όσα πέρασες στα χέρια του. Λυπάμαι που δεν σε έσωσα νωρίτερα. Λυπάμαι που ήσουν εσύ το θύμα που ξέσπασε περισσότερο και θα έδινα και την ίδια μου την ζωή για να το αλλάξω, στο ορκίζομαι. Αφού, όμως, δεν μπόρεσα να το κάνω αυτό θα ήθελα να μου δώσεις την ευκαιρία να σε βοηθήσω αλλιώς. Αν μιλήσεις σε κάποιον ειδικό θα το αντιμετωπίσεις. Θα ηρεμήσεις, θα βρεις ξανά το φως, θα είσαι ασφαλής από εφιάλτες. Σταδιακά θα αποκτάς και πάλι κομμάτια του εαυτού σου. Εκτός από την δική μας πρόθεση θέλει και τη δική σου προσπάθεια. Το γνωρίζεις αυτό έτσι;》 Ο Αλέξης κρατάει πλέον τα χέρια της στα δικά του και την κοιτάζει κατάματα με σκοπό να της μεταδώσει όλα του τα συναισθήματα, την αισιοδοξία του αλλά και για να αποδείξει πως όλα του τα λόγια είναι αληθινά.
《Πιστεύεις πως δεν είμαι τέρας;》 Η Ιφιγένεια τρέμει και προσπαθεί να απομακρύνει τα χέρια της από τα δικά του.
《Πιστεύω πως πήρες μια απόφαση επειδή ήσουν αναγκασμένη από τα γεγονότα. Δεν θα επέλεγες ποτέ να πυροβολήσεις έναν άνθρωπο αλλά σε απείλησε έτσι δεν είναι; Σε ανάγκασε έμμεσα να το κάνεις επειδή απείλησε την ζωή σου, προσέβαλε την προσωπικότητα σου και ανέφερε την οικογένεια σου.》 Ο τόνος της φωνής του είναι γλυκός και ήρεμος και για λίγο η Ιφιγένεια χαλαρώνει.
《Δεν ήθελα να φύγω μαζί του.. δεν ήθελα να είμαι αιχμάλωτη.. σκέφτηκα μόνο το συμφέρον μου.. σκέφτηκα μόνο την δική μου πάρτη. Θεέ μου είμαι εγωίστρια! Αν του έχω προκαλέσει σοβαρή ζημιά; Αν του έχω αφήσει κάποιο μόνιμο τραύμα;》 Η Ιφιγένεια αφήνει τα δάκρυα της να τρέξουν στα ροδαλά μάγουλα της.
《Ιφιγένεια δεν είναι νεκρός και είμαι σίγουρος πως οι γιατροί θα κάνουν εξαιρετική δουλειά. Δεν πρόκειται να έχεις αφαιρέσει την ζωή κάποιου..》Στερεώνει τα χέρια του στους ώμους της. 《Εντάξει; Το καταλαβαίνεις;》Η Ιφιγένεια νεύει θετικά και μεταφέρει το βλέμμα της στην πόρτα. Είναι κλειστή όμως κανείς δεν της επιτίθεται. Το σκοτάδι έξω έχει καλύψει τα πάντα. Τέτοια ώρα έμεναν μόνοι τους και αρκετά συχνά ο Νέιθαν ξεσπούσε πάνω της, εξέφραζε τις φαντασιώσεις του και έπειτα την βίαζε όσο πιο άγρια μπορούσε.
《Θέλεις κάτι να φας;》Ξαφνικό αλλά πραγματικό ενδιαφέρον.
《Δεν πεινάω..》Παίρνει μια βαθιά ανάσα και κοιτάζει τα βρώμικα χέρια της. 《Κύριε Αλέξη δεν βρωμάω; Δεν είμαι άσχημη; Δεν είμαι χάλια; Γιατί με βοηθάτε; Θα μπορούσατε να με στείλετε σπίτι ή σε κανένα ψυχιατρείο μετά από όλα αυτά που σας είπα αλλά εσείς προτιμήσατε να με βοηθήσετε..》
Ο Αλέξης γελάει απαλά και τοποθετεί μια τούφα πίσω από το αυτί της νεαρής κοπέλας. Έπειτα απομακρύνεται και πηγαίνει στο γραφείο του. 《Ιφιγένεια όταν ανέλαβα την υπόθεση σου την θεώρησα εύκολη. Βλέπεις για έναν τόσο έμπειρο και νέο αστυνομικό η υπόθεση σου ήταν παιχνιδάκι. Έκανα λάθος όμως. Δεν υπήρχαν στοιχεία ή μάρτυρες. Ο απαγωγέας σου είχε παντού διασυνδέσεις. Δεν το έβαλα κάτω.》 Πιάνει στα χέρια του την φωτογραφία της Ιφιγένειας την οποία είχε βγάλει στην αρχή της πρώτης λυκείου.
《Είχα μόνο αυτή την φωτογραφία και γυρνούσα όλη την πόλη ρωτώντας για σένα. Η υπόθεση διέρρευσε στην τηλεόραση και.. εγώ δεν είχα ιδέα τι έπρεπε να πω. Φοβόμουν για σένα. Μήπως αυτός σου κάνει κάτι. Μου είχες γίνει έμμονη ιδέα. Ήθελα να λύσω την υπόθεση επειδή η οικογένεια σου υπέφερε όσο ποτέ και επειδή ήξερα πως ούτε και εσύ περνούσες καλά στα χέρια του. Όμως δεν έβρισκα στοιχεία..》Παίρνει μια ανάσα και κοιτάζει τον χώρο του δωματίου.
《Εδώ μέσα περνούσα κάθε ώρα της ημέρας προσπαθώντας να βρω το παραμικρό. Ιφιγένεια ξέρω τα πάντα για σένα. Ξέρω τον τρόπο που σκέφτεσαι και που αντιμετωπίζεις τα πράγματα. Σε θεωρώ κάτι παραπάνω από ένα θύμα, από μια υπόθεση. Για μένα είσαι μια καλή κοπέλα, μία έφηβη που αγαπάει την οικογένεια της και φοβάται να ζήσει την ζωή της εξαιτίας των άλλων. Μέσα από όλα αυτά που πέρασες δυνάμωσες και ήρθες να μου αποδείξεις πως ακόμη και αν αναγκάζεσαι να πάρεις μια απάνθρωπη απόφαση, δεν χάνεις ποτέ την αθωότητα και την καλοσύνη σου.》Η φωνή του Αλέξη είναι βραχνή καθώς νιώθει την ανάγκη να απελευθερώσει τα δάκρυα του.
《Όταν ήμουν εκεί μέσα πέρασα πολύ δύσκολα. Έχανα το μέτρημα των μερών, άρχισα να τρελαίνομαι, νόμιζα πως οι γονείς μου με είχαν ξεχάσει. Πίστευα πως η αστυνομία με είχε εγκαταλείψει. Η καθημερινότητα μου ήταν εκείνος. Περίμενα πως και πως για να τον δω. Για να μου γεμίσει το μπολ μου με νερό, για να μου δώσει κάτι να φάω, για να πω μια κουβέντα έστω με έναν τρελό άνθρωπο. Αλλά δεν άντεχα άλλο. Κάθε μέρα και ένα βασανιστήριο. Η πλάτη μου είναι γεμάτη πληγές. Βέβαια αυτές θα γιατρευτούν με το πέρασμα του χρόνου. Οι πληγές, όμως, της ψυχής μου και του μυαλού μου δεν θα γιατρευτούν ποτέ! Δεν θα φύγουν ποτέ. Πρέπει να μάθω να ζω με αυτές.》Η Ιφιγένεια αγγίζει τους τοίχους ανακουφισμένη.
《Το πιο απάνθρωπο βασανιστήριο ήταν το ηλεκτρικό σίδερο. Πρώτα μου πέταξε νερό και μετά με έκαιγε.. σε όλο μου το σώμα. Πιστεύω πως η κατάσταση μου δεν μπορεί να διορθωθεί.》Καταλήγει η νεαρή κοπέλα και κάθεται σε μία καρέκλα.
《Τα πάντα γίνονται αν υπάρχει θέληση. Και πιστεύω πως μέσα σου θέλεις να ζήσεις όσο τίποτα άλλο.》Η Ιφιγένεια προσπαθεί να χαμογελάσει δίχως αποτέλεσμα.
《Θα δείξει με το πέρασμα του χρόνου.》
《Σωστά. Ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός.》Συμπεραίνει ο αστυνομικός και κοιτάζει έξω από το παράθυρο.
Ο χρόνος είναι όντως γιατρός. Τουλάχιστον για την Ιφιγένεια.
Είναι όμως γιατρός για τον Νέιθαν;
Τέλος κεφαλαίου ❤
Ελπίζω να σας αρέσει ❤
Αφήστε μου ένα 💬 και μην ξεχάσετε να πατήσετε το 🌟!
Bye❤
🌹Ίνα🌹
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top