Κεφάλαιο 5ο
Η καφετέρια είναι σχετικά άδεια αν εξαιρέσουμε μια παρέα κοριτσιών που πίνουν το τσάι τους και κοτσομπολεύουν κάθε παιδί από τον πρωινό αγιασμό του σχολείου.
Ο Νέιθαν οδηγεί την Ιφιγένεια σε ένα απόμακρο τραπέζι και κάθεται απέναντι της. Εκείνη τον κοιτάζει χαμογελώντας ευγενικά.
《Λοιπόν εκτός από τα ονόματα μας δεν έχουμε πει τίποτα άλλο.》 Αφήνει ένα γελάκι και τοποθετεί το χέρι του στην επιφάνεια του τραπεζιού.
《Σαν.. τι να πούμε;》 Απαντά δειλά η μικρή κοπέλα και παρατηρεί την νεαρή σερβιτόρα που έρχεται και αφήνει τα ποτήρια και το νερό.
《Τι θα πάρετε;》Δεν έχει ιδιαίτερη όρεξη για δουλειά και ίσως αυτό φταίει που το μαγαζί είναι σχετικά άδειο.
《Εγώ θέλω.. ένα Fredo Cappuccino γλυκό.》
《Εγώ μία κρύα γλυκιά σοκολάτα.》
Η σερβιτόρα αφού τα σημειώνει φεύγει κάπως βιαστικά από το τραπέζι.
Ο Νέιθαν κολλάει τα μάτια του στην Ιφιγένεια η οποία παρατηρεί τον δρόμο.
《Πόσο είσαι;》Ρωτά τελικά για να ανοίξει θέμα συζήτησης.
《16. Πηγαίνω πρώτη λυκείου..》Τα μάτια της γυρίζουν προς αυτόν. 《Εσύ;》
《26. Δουλεύω παντού αρκεί να με προσλάβουν κάπου. Δηλαδή κάποιος μπορεί να με πάρει τηλέφωνο και να μου ζητήσει το οτιδήποτε... ε και εγώ το κάνω》
《Ωραία.. νομίζω. Εγώ θέλω να σπουδάσω νηπιαγωγός. Λατρεύω τα παιδιά!》Χαμογελάει στην θύμησή τους.
Ο Νέιθαν κοιτάζει για λίγο έξω προσπαθώντας να σκεφτεί πως θα μάθει περισσότερα για εκείνη.
《Τι τρέχει με την οικογένειά σου; Πριν φάνηκες εντελώς ταραγμένη.》Η Ιφιγένεια τον κοιτάζει διστακτικά.
Μπορεί να τον εμπιστευτεί; Είναι ένας άντρας που γνώρισε πριν λίγο και δεν τον έχει ξαναδεί στην πόλη. Όμως προσφέρθηκε να την βοηθήσει και την έφερε σε καφετέρια. Δεν την έχει πειράξει και φαίνεται ήσυχος.
《Βλέπεις.. εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους. Δεν έχω φίλους, ούτε μου αρέσει να μιλάω για εμένα. Η αδερφή μου με μισεί και προσπαθεί να με κάνει σκουπίδι. Ο αδερφός μου από την άλλη νοιάζεται μόνο για το ποια γκόμενα θα ρίξει στο κρεβάτι του και σπάνια μου μιλάει. Ο μπαμπάς μου είναι αυστηρός μαζί μου. Από μικρή με προσέχουν λες και είμαι από γυαλί. Δεν με άφησαν ποτέ μου να κάνω κάποια παρέα. Απλά..》Ένα δάκρυ κυλά στο πρόσωπο της γρήγορα και έπειτα καταλήγει στα κάτασπρα χέρια της. 《Εύχομαι να είχα το κουράγιο να τους εξηγήσω. Να είχα το κουράγιο να βάλω την αδερφή μου στην θέση της.》
《Δυστυχώς όμως η οικογένεια είναι οικογένεια και δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι γι' αυτό. Σίγουρα δεν θα με πιστέψεις αλλά και η δική μου η οικογένεια είναι.. διαλυμένη.》
Τον κοιτάζει ξαφνιασμένα ενώ προσπαθεί να εστιάσει σε κάποια λεπτομέρεια που ίσως φανερώνει το ψέμα που λέει.
Όμως ο Νέιθαν αυτή τη φορά μιλάει ειλικρινά. Ποτέ ξανά δεν έχει πει την ιστορία του. Ποτέ ξανά κάποιος δεν του έδωσε την προσοχή και την αγάπη που χρειάζεται κάποιος άνθρωπος.
《Βλέπεις.. ο Μάικλ είναι από την Αγγλία. Και ζούσαμε ήρεμα εκεί. Όμως απολύθηκε από την εταιρία στην οποία δούλευε και τότε άλλαξαν όλα. Άρχισε να χτυπάει την μητέρα μου, εμένα και την μικρή μου αδερφή. Έβγαζε τον θυμό του, την οργή του πάνω στα σώματα μας. Μας ανάγκαζε να κάνουμε ό,τι ήθελε. Μέχρι.. μέχρι που η μητέρα μου πήρε την αδερφή μου και εξαφανίστηκαν. Όμως με άφησαν εκεί. Με άφησαν μαζί του. Με άφησαν αντιμέτωπο με το τέρας. Και..》Παίρνει μία βαθιά αναπνοή. 《Το μισούσα. Μισούσα να είμαι αδύναμος. Μισούσα το ότι η ίδια μου η οικογένεια με αντιμετώπιζε χειρότερα από τους έξω.》
Η Ιφιγένεια τον ακούει αφοσοιωμένη. Συμμερίζεται τον πόνο του, καταλαβαίνει την θλίψη και την οργή του γι αυτούς τους ανθρώπους, μα δεν μπορεί να κάνει κάτι. Αν του πει κάτι που θα τον θυμώσει και τον κάνει να φύγει; Όχι, δεν θέλει να τον χάσει. Δεν θέλει να χάσει αυτή την συντροφιά, την αλληλοκατανόηση.
《Πες κάτι..》Μουρμουρίζει ο Νέιθαν με ένα αίσθημα ανακούφισης να διατρέχει την ψυχή του. Επιτέλους μίλησε σε κάποιον για τα βάσανα του, για την οργή τόσων χρόνων.
《Πώς γλίτωσες;》Τον κοιτάζει στα μάτια.
《Υπομονή. Εξάσκηση. Αντεπίθεση.》Επαναλαμβάνει με ηρεμία εκείνος.
《Είναι όλα θέμα συνήθειας και αντοχής. Αν αντέξεις πάνω από τέσσερις εβδομάδες τότε περνάς το πρώτο στάδιο - την υπομονή. Έπειτα γυμνάζεσαι κρυφά. Μαθαίνεις, μετά από κάθε χτύπημα του, να μετατρέπεις τον πόνο σε δύναμη. Έτσι κάνεις εξάσκηση. Και όταν είσαι έτοιμος και σίγουρος για την επιτυχία σου ανεπιτίθεσαι. Χρησιμοποιείς ένα κόλπο για να τον ξεγελάσεις. Το διορθώνεις συνεχώς ώσπου να είναι πραγματικά τέλειο. Τότε απελευθερώνεσαι. Τότε είσαι εντάξει.》
Ακούει προσεκτικά τα λόγια του. Τα απομνημονεύει στο μυαλό της με την ίδια σειρά, με την ίδια προφορά, με το ίδιο πάθος.
Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο πως αυτός ο άνθρωπος, όταν ήταν έφηβος, κατάφερε και γλίτωσε από τον πατέρα του. Από ένα τέρας που φορούσε ένα γνώριμο κουστούμι. Ώσπου το κουστούμι έγινε ένα με το τέρας.
《Νέιθαν... σκ-σκότωσες τον μπαμπά σου ή..》Αρχικά ήταν μία θολή σκέψη όμως αμέσως έγινε ένα σοβαρό ενδεχόμενο.
《Καταρχάς δεν ήταν μπαμπάς μου. Ήταν ο Μάικλ, ένα τέρας. Αλλά όχι δεν το έκανα. Βλέπεις.. όταν τον νίκησα ήμουν ικανοποιημένος μόνο και μόνο που τον έβλεπα αβοήθητο. Πήρα τα χρήματα του και αφού μάζεψα έναν σάκο, έφυγα. Ήρθα εδω και άρχισα μια νέα ζωή.》
《Ζ-Ζει; Η μαμά σου; Έχεις νέα τους;》Παρά τον θυμό της Ιφιγένειας για τους δικούς της ανθρώπους, τους αγαπά και μάλιστα πολύ.
《Δεν ξέρω! Δεν αξίζει να ξέρω τίποτα γι' αυτούς. Αυτή η γυναίκα δεν αξίζει να λέγεται μητέρα εφόσον διαλέγει ανάμεσα στα παιδιά της. Αυτή δεν αξίζει για τίποτα.》Το βλέμμα του είναι αγριεμένο. Νιώθει το αίμα του να κυλά γρήγορα κάτω από τις φλέβες του. Νιώθει πως πρέπει να εκτονωθεί και σε αυτό δεν πρέπει να είναι μπροστά η Ιφιγένεια.
《Φύγε.》Της λέει ξερά καρφώνοντας το άγριο βλέμμα του στο αγνό και αθώο δικό της.
《Τι; Μα.. ούτε καφ..》
《Είπα πως θέλω να φύγεις!!》Η φωνή του είναι ψυχρή, χωρίς συναίσθημα.
《Μα... έχω χαθεί..》Του θυμίζει έκπληκτη.
Εκείνος απλά σηκώνεται και κατευθύνεται προς το μπάνιο, αφήνοντας την Ιφιγένεια δακρυσμένη με ένα σωρό απορίες.
Αυτό ήταν για σήμερα ❤
Ελπίζω να σας άρεσε 😄
Σχολιάστε μου για να δω αν σας αρέσει ❤
Καλό μήνα κιόλας. Εύχομαι να είναι ένας μήνας με έμπνευση και χαρά ❤
🌟Ina🌟
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top