Μιας νύχτας παλιόκαιρος (Μέρος 2ο)

 Η μεγάλη μπόρα είχε περάσει. Ο παφλασμός της θάλασσας στο μικρό λιμανάκι είχε κοπάσει. Ο αέρας είχε γαληνέψει. Ένα ψιλό εκνευριστικό ψιλόβροχο μούσκευε τώρα την προβλήτα. Από μακριά τα φώτα στις κολόνες έγιναν ένα θαμπό σύμπλεγμα με τους φανούς των αυτοκινήτων που αναβόσβηναν στις οροφές τους. Άξαφνα το ερημικό εκείνο κομμάτι είχε πάρει ζωή μέσα στη νύχτα.

Το μαύρο υπηρεσιακό Audi σταμάτησε εκεί κοντά στην άκρη. Ο Αστυνόμος Δεναξάς κατέβηκε μουρμουρίζοντας διάφορα για το εκνευριστικό ψιλόβροχο και το προχωρημένο της νύχτα. Βημάτιζε γρήγορα με άγχος προς το μέρος όπου ένα νοσοκομειακό αυτοκίνητο, δύο περιπολικά της Αστυνομίας και δύο μοτοσυκλέτες ήταν παρκαρισμένα εκεί ακανόνιστα. Οι αναμμένοι φανοί έδιναν στην ατμόσφαιρα μια νότα διαστημικού κέντρου.

Ο Δεναξάς πλησίασε τους συγκεντρωμένους. Έφτασε κοντά τη στιγμή που οι δύο διασώστες φόρτωναν ένα φορείο με κάποιο σώμα τυλιγμένο σε νάυλον θήκη.

-"Αστυνόμε, καλησπέρα...!"

Ο Δεναξάς μόρφασε δυσαρεστημένα.

-"Που την είδες Καραλή ; τι έχουμε εδώ ; τι συμβαίνει ;"

-"Τα παιδιά, το ζευγάρι από εδώ, τραβήχτηκαν εκεί κάτω στη γωνία στο σκεπαστό την ώρα της καταιγίδας, άκουσαν θόρυβο, είδαν κάποιον να πέφτει στη θάλασσα και μέχρι να έρθουν με όλο αυτό το χαλασμό, τον βρήκαν να επιπλέει...".

Ο Αστυνόμος πλησίασε με γρήγορα βήματα στο νοσοκομειακό. Σταμάτησε λίγο τους διασώστες. Τράβηξε το φερμουάρ προς τα κάτω. Το παγωμένο, ακίνητο πρόσωπο ενός ώριμου άντρα πρόβαλε στο ημίφως"

-"Αυτός εδώ είναι ;"

-"Ναι, Αστυνόμε".

-"Έχουμε στοιχεία ; βρήκες τίποτα ; ποιος είναι ;"

-"Στο σακάκι του βρέθηκε το πορτοφόλι του. Μέσα είναι και η ταυτότητά του".

Ο Δεναξάς κούμπωσε το φερμουάρ ως τα πάνω μέχρι που το πρόσωπο του θύματος κλείστηκε πάλι στον δικό του κόσμο έχοντας γίνει πλέον ένα άψυχο φορτίο.

-"Είναι όλα εντάξει ; να φύγουν τα παιδιά Καραλή ; τελειώσατε ;"

-"Ναι, ναι όλα εντάξει".

Ο Δεναξάς γύρισε στους διασώστες. "Εντάξει παιδιά, μπορείτε να φύγετε. Καλό ξημέρωμα".

Γύρισε προς τον υφιστάμενό του τον Υπαστυνόμο Καραλή.

"Έχεις τα παιδιά που τον βρήκαν εδώ ;"

-"Ναι είναι εκεί, τους είπα να περιμένουν λίγο μέχρι να 'ρθείτε".

Τράβηξε τον Υπαστυνόμο προς το μέρος τους. Ήταν δύο νεαρά παιδιά κάπου γύρω στα 23-25. Βρεγμένα αρκετά και ταλαιπωρημένα. Ο Δεναξάς τους μίλησε ευγενικά.

-"Καλησπέρα παιδιά, που τον βρήκατε πως έγινε ;"

Ο Νεαρός ξεκίνησε να εξηγεί με μικρές παρεμβάσεις της φίλης του.

-"Κάναμε μια μικρή βόλτα εδώ στο λιμανάκι. Η Καταιγίδα μας έπιασε απότομα. Τρέξαμε κάτω από το Υπόστεγο εκεί μπας και κοπάσει να φύγουμε για το αυτοκίνητο. Την ώρα της καταιγίδας κάπου εδώ είδαμε μια σκιά, μια ανθρώπινη φιγούρα..."

-"Ήταν μόνος ;"

-"Ναι, ναι"

-"Είστε σίγουροι ; θέλω να πω, η καταιγίδα, η ορατότητα δεν είναι καλή, μήπως εκεί κοντά του ή πιο πριν κάποιος ;"

-"Όχι κ. Αστυνόμε", παρενέβη η κοπελιά. "Τον είχαμε δει και νωρίτερα. Η προβλήτα είναι στην ευθεία μεγάλη. Πριν την καταιγίδα τον είδαμε να περπατά μόνος. Μετά κάποια στιγμή μέσα στην όλη αντάρα τον χάσαμε, προς στιγμή τον είδαμε να πέφτει στο νερό. Τρέξαμε ως εδώ. Η καταιγίδα λυσσομανούσε. Είχε χαθεί το σώμα του ανάμεσα στις βάρκες στο λιμανάκι. Δεν βλέπαμε τίποτα. Ο Νίκος πήδηξε στη βάρκα από εκεί που ήταν πιο εύκολα αλλά και πάλι τίποτα. Μετά από λίγα λεπτά φάνηκε να επιπλέει πέρα εκεί..." τελείωσε η κοπέλα με έναν κόμπο και έντονα τα σημάδια του σοκ στη διάθεσή της.

Ο Δεναξάς, την σκέπασε διακριτικά με το μουσκεμένο μπουφάν της.

-"Εντάξει παιδιά, μπορείτε να φύγετε, ευχαριστούμε. Είστε χάλια. Μόνο, αν θέλετε σας παρακαλώ αύριο να έρθετε να υπογράψετε μια κατάθεση, σας είπαν τα παιδιά εδώ έτσι ;"

-"Ναι έχουμε συνεννοηθεί" μπήκε στην κουβέντα ο Καραλής , "έχουμε κρατήσει και στοιχεία".

-"Καληνύχτα παιδιά και προσπαθείστε να ηρεμήσετε" τα καληνύχτισε ο Αστυνόμος γυρνώντας στον υφιστάμενό του.

-"Ο Θεοδώρου ήρθε ;"

-"Ναι, πριν από σας, εκεί είναι νάτος, φεύγει" του έδειξε προς τα αριστερά ένα ανθρακί Πεζό στο οποίο κάποιος είχε ήδη ανάψει τη μηχανή. Ο Δεναξάς στράφηκε στο μέρος του φωνάζοντας

-"Γιατρέ....! γιατρέ....!"

Ο άλλος έμεινε μέσα στο αυτοκίνητο να περιμένει.

-"Γειά σου Αστυνόμε".

-"Καλησπέρα, τι έχουμε ; τι είδες ;"

-"Περίπου πενηντάρης, άντρας καθώς είδες, πνιγμός κατά 90% με την πτώση στο νερό".

-"Είδες τίποτα περίεργο ;"

-"Αν εννοείς χτυπήματα Δεναξά, στα εμφανή του σημεία, πρόσωπο, χέρια, όχι είναι πεντακάθαρος, τα υπόλοιπα θα στα πω μετά, αύριο"

-"Τι έχεις κατά νου Γιατρέ ;"

-"Βιάζεσαι Αστυνόμε...! βιάζεσαι...! ο άνθρωπος πνίγηκε. Τραύμα από χτύπημα ή κάτι άλλο δεν έχει. Τώρα αν τον έσπρωξε κανείς να πέσει μέσα τι να σου πω, αυτό είναι δική σου δουλειά, τα υπόλοιπα αύριο, θα έχεις επίσημη αναφορά"

-"Εντάξει Γιατρέ, ευχαριστώ, θα μιλήσουμε, καλή σου νύχτα"

-"Καληνύχτα παιδιά" είπε ο Γιατρός και έφυγε.

Στην προβλήτα άρχισε να πέφτει και πάλι ησυχία. Το ασθενοφόρο έφυγε, οι μοτοσυκλετιστές της αστυνομίας επίσης. Έμεναν τα δύο περιπολικά. Ο Δεναξάς έπιασε τον Καραλή απ τον ώμο βαδίζοντας προς το αυτοκίνητό του.

-"Έλα θα σε πάρω εγώ, θέλω μια παρέα στο γυρισμό, ενημέρωσε τα παιδιά να φύγουμε εκτός αν έχουν κάτι άλλο.

Σε λίγο βάδιζαν δίπλα-δίπλα στην προβλήτα προς το αυτοκίνητο του Δεναξά.

-"Τι πιστεύεις Καραλή ;"

-"Δεν φαίνεται για έγκλημα Αστυνόμε, μάλλον ατύχημα το βλέπω. Βάδιζε κοντά στην άκρη, έπιασε η βροχή, έτρεξε, γλίστρισε, έπεσε. Με τόσα ρούχα δύσκολα να γλυτώσεις σε τέτοιες συνθήκες.

-"Και δεν βρέθηκε πουθενά να πιαστεί ; να γαντζωθεί ; γεμάτο σχοινιά ολόγυρα, βάρκες, πανάθεμά το..."

-"Δεν θέλει και πολύ Αστυνόμε να γίνει, εκτός αν...."

-"Εκτός αν ;" τον κοίταξε έντονα ο Δεναξάς.

-"Δεν θέλει και πολύ ο άνθρωπος να φύγει..."

-"Αυτοκτονία ;"

-"Είναι πιθανό"

-"Αποκλείεις το έγκλημα ;"

-"Όχι αλλά οι ενδείξεις δεν το προκρίνουν, θα δούμε..."

Ο Δεναξάς κοίταξε ολόγυρα. Το ψιλόβροχο συνέχιζε να πέφτει εκνευριστικά. Άπλωσε τη ματιά του πέρα στον σκοτεινό ορίζοντα και στα νερά της θάλασσας.

-"Τι μπορεί να θέλει ένας άνθρωπος, μόνος απ ότι δείχνουν τα πράγματα, μέσα σε τούτη την αντάρα. Ποια βήματα και σκέψεις τον έφεραν ως εδώ. Τι ήταν εκείνο που τελικά τον έσπρωξε στο νερό ; ένα παραπάτημα ίσως ; κάτι άλλο βαθύτερο, που θα μείνει μαζί του για πάντα χωρίς ποτέ να μαθευτεί ;"

-"Φιλοσοφική διάθεση απόψε κ. Αστυνόμε", τον διέκοψε ο συνεργάτης του. Ο Δεναξάς γύρισε και τον κοίταξε.

-"Πάντα με τρόμαζε η διαπίστωση του πόσο πρόστυχα και εύκολα χάνεται μια ζωή Καραλή σε αντιδιαστολή με το πόσο βασανιστικά δημιουργείται".

-"Έχετε δίκιο".

Είχαν φτάσει ήδη στο αυτοκίνητο.

-"Έλα μπες, πάμε να φύγουμε, παλιόκαιρος απόψε και μας πήρε πάλι η νύχτα..."
Το αυτοκίνητο γλίστρισε αθόρυβα μέσα στον βροχερό δρόμο. Η προβλήτα έμεινε παντελώς έρημη, με τα φώτα να λαμπυρίζουν παράξενα μέσα στα μουσκεμένα μέρη του δρόμου. Οι σκιές έπαιζαν το δικό τους παιχνίδι με αλλόκοτα σχήματα και μορφές.

Στη γωνιά του δρόμου, στο πιο βαθύ σκοτάδι, πρόβαλε αργά μια γνώριμη σκοτεινή ανθρώπινη φιγούρα. Το μεγάλο σκούρο παλτό κάτω στην άκρη του έκανε έναν μικρό κυματισμό στη δύναμη του αέρα. Ο Σηκωμένος γιακάς κάλυπτε μέρος του προσώπου του. Ο γνώριμος όμορφος νεαρός έκανε κάποια βήματα και στάθηκε ακίνητος στη μέση της προβλήτας. Τα μάτια του έπεσαν μέσα στο μικρό λιμανάκι στο νερό της θάλασσας. Το χέρι του κινήθηκε στο εσωτερικό της τσέπης του παλτού του. Ένα μικρό χαρτί κιτρινωπό σε σχήμα μισής σελίδας ανοίχτηκε στο χέρι του. Μια μικροβιολογική εξέταση. "Τεστ θετικόν" οι λέξεις με τα κλασικά γράμματα της γραφομηχανής στην ένδειξη "αποτέλεσμα εξετάσεως".

Δίπλωσε το χαρτί ακανόνιστα κάνοντας το μια τσαλακωμένη μικρή μπάλα στο χέρι του. Άνοιξε τη χούφτα του και το άφησε λεύτερο στη δύναμη του ανέμου. Το μικρό χαρτί στροβιλίστηκε ακανόνιστα και πέταξε στην επιφάνεια της θάλασσας λίγο πριν γίνει ένα μαζί της. Λικνίστηκε λες σαν μικρή χάρτινη βαρκούλα πάνω στην επιφάνεια και σιγά-σιγά, καθώς το νερό το μούσκευε ολότελα βάραινε μέχρι που έγινε μια σφιχτή μουλιασμένη μπάλα που χάθηκε για πάντα στα σκοτεινά νερά.

Ο Νεαρός σήκωσε τα μάτια του ψηλά. Έκανε μια στροφή με το βλέμμα του σαν αποχαιρετισμό. Μόνος εκείνος ήταν εκεί να ακούσει τα λόγια του:

"Δεν χρειάζομαι πια αγαπητέ μου...! η παρουσία μου έφτασε στο τέρμα της. Δεν έχει νόημα άλλο πια. Ώρα να πηγαίνουμε στον κόσμο μας. Εκεί που ανήκουμε. Στον δικό μας κόσμο. Στην ανυπαρξία...."

Έριξε μια τελευταία ματιά στο μέρος που βρέθηκε το πνιγμένο σώμα του ώριμου άντρα.

"Καληνύχτα...." ψιθύρισε και κίνησε το βήμα του.

Ένα δάκρυ σαν κρύσταλλο κύλησε στο μάγουλό του και έγινε ένα με τις ψιλές σταγόνες της βροχής, που συνέχιζαν να πέφτουν στο δικό τους μονότονο τραγούδι.

Αν ήταν κάποιος εκεί γύρω και παρακολουθούσε θα του ήταν αδύνατον να δει ή να διακρίνει κάτι απ τη μορφή του.Η μεγάλη μπόρα είχε περάσει. 

(Τέλος)

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top