21
Σκηνές από το χθεσινό βράδυ ξεπηδούν από το μυαλό μου. Εμένα να έχω καταρρεύσει στο ασανσέρ έπειτα από μία κρίση πανικού, τον Ιάκωβο να με ψάχνει απεγνωσμένα και εν τέλει να με βρίσκει τρομερά αγχωμένος. Με έφερε σπίτι, μετέφερε όλα τα πράγματα μου από το σπίτι του και του φίλου του και περίμενε μέχρι να σιγουρευτεί πως είμαι καλά. Πρότεινε μέχρι και να επισκεφτώ κάποιον ψυχολόγο και να του μιλήσω αλλά αυτή η επιλογή είναι η τελευταία της λίστας μου. Τελικά φάγαμε δημητριακά και έπειτα με αποχαιρέτησε για να μπορέσω να ξεκουραστώ λίγο. Και είχε δίκιο χρειαζόμουν τρομερά έναν καλό ύπνο μακριά από τις χαώδεις σκέψεις μου. Η κούραση βέβαια που νιώθω από την ώρα που ξύπνησα δεν συγκρίνεται με καμία άλλη. Εδώ και μία ώρα δεν έχω το κουράγιο και την δύναμη να σηκωθώ από το κρεβάτι. Το κινητό μου δεν έχει πάψει να δονείται είτε για να δεχτώ συγχαρητήρια από όσους παρακολούθησαν την ομιλία μου είτε μηνύματα από τον Σταύρο, τον Ιάκωβο και τον Σωτήρη. Δεν ανοίγω κανένα από αυτά καθώς υποσχέθηκα στον εαυτό μου μία μέρα χαλάρωσης και ξεκούρασης. Μέσα μου με τρώει να μάθω τι ακριβώς θέλει ο Σωτήρης, εάν πίστεψε όλο το ψέμα που του αράδιασα χθες και πώς του φάνηκα στην ομιλία.
Ένα αχνό χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπο μου καθώς θυμάμαι το ενδιαφέρον που έδειξε χθες για εμένα, για τα τραύματα μου, πραγματικά ταράχτηκε. Σε μία άλλη ζωή, σε ένα παράλληλο σύμπαν, σε μία παράλληλη γη ίσως να ήμασταν ζευγάρι και να μου είχε κλέψει την καρδιά με τα υπέροχα εξωτερικά του χαρακτηριστικά. Θα μπορούσα να βρίσκομαι στην θέση της Γεωργίας, να ξυπνώ κάθε πρωί στο πλάι του και να νιώθω ευγνώμων για κάθε στιγμή που περνάω μαζί του. Όμως σε αυτήν την γη, στην δική μας πραγματικότητα εγώ και ο Σωτήρης είμαστε δύο αιώνιοι εχθροί με περιόδους ανακωχής και ένα αδιόρατο τείχος ανάμεσα μας να κρατώ ερμητικά κλειστά τα συναισθήματα μας. Εγώ και ο Σωτήρης, αυτός ο επίγειος άγγελος με ψυχή δαίμονα δεν θα μπορέσουμε ποτέ να σταματήσουμε το κυνηγητό της λύτρωσης, ο ένας από τον άλλο. Πάντα θα αναζητούμε την συγχώρεση και επάνω στην προσπάθεια της απόκτησης της θα δημιουργούμε νέους λόγους και νέες πληγές. Δύο αέναοι εχθροί με περισσότερα κοινά παρά διαφορές. Η μορφή του τριγυρνάει στο μυαλό μου και πονάει περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Ισχυρίστηκε ότι άλλαξε αλλά καμία αλλαγή δεν είναι εμφανής επάνω του. Και εάν αυτή κρύβεται με περίτεχνο τρόπο τότε δεν είμαι διατεθειμένη να μείνω κοντά του περισσότερο από όσο πρέπει για να την ανακαλύψω.
Η καρδιά μου δεν θα του ανήκει ποτέ ολοκληρωτικά, πάντα θα υπάρχει ένα μέρος που θα τον φοβάται και θα τον απεχθάνεται για τότε. Το ίδιο και με τον Σταύρο. Όσο και να τον αγαπώ, όσο και εάν θέλω να του δοθώ πάντα κάτι θα με κρατά πίσω, η κακοποίηση που έχω υποστεί από εκείνον και το μίσος στα μάτια του εκείνη την βραδιά θα με στοιχειώνουν για μια ζωή. Η μνήμη μου δεν είναι επιλεκτική ώστε να ξεχνώ τα αρνητικά των ανθρώπων που συναναστρέφομαι. Όμως, αντλώ από μια ανεξήγητη πηγή δύναμη για να συγχωρώ και να προχωρώ με τα ίδια πρόσωπα. Πορεύομαι μαζί τους, πληγώνομαι, πληγώνω ίσως γιατί αυτό είναι το νόημα της ζωής. Συγχώρεση και προσπάθεια. Ίσως είναι προορισμένο από μια ανώτερη δύναμη όπως η μοίρα ή ο Θεός να μένω κολλημένη σε αυτά τα πρόσωπα ώσπου να μου διδάξουν αυτά που πρέπει. Και τότε θα προχωρήσω, όσο και εάν δεν το θέλω.
Ο εκνευριστικός ήχος του κουδουνιού με διακόπτει από τις βαθυστόχαστες σκέψεις μου. Κυριολεκτικά σέρνω τα πόδια μου ως την πόρτα και ελέγχω από το ματάκι ποιος κρύβεται στην άλλη πλευρά. Γεμάτη ενθουσιασμό ανοίγω και υποδέχομαι με μια ζεστή αγκαλιά την Βαλέρια! Μου είχε λείψει περισσότερο από όσο είχα συνειδητοποιήσει.
«Θεέ μου σε ευχαριστώ γι΄αυτό το δώρο!» Αναφωνώ και την σφίγγω πιο πολύ στα χέρια μου. «Μου φαίνεται σαν ψέματα το ότι βρίσκεσαι εδώ..» Ψελλίζω και απομακρύνομαι ελάχιστα για να κοιτάξω το πρόσωπο της.. το όλως περιέργως σοβαρό πρόσωπο της. «Τι συνέβη;» Συνοφρυώνομαι και της αφήνω χώρο να εισέλθει στο σπίτι.
«Αχ βρε Λυδία.. δεν σου είπα να απομακρυνθείς από αυτούς τους δύο; Δεν σου κάνουν καλό βρε ψυχή μου.» Ξεφυσάει και αφού βγάζει τα παπούτσια μου προσφέρει μία ακόμη ζεστή αγκαλιά. «Συγγνώμη για την απουσία μου, τελικά έλειψα παραπάνω..» Κοιτάζει το σπίτι γύρω της αποφεύγοντας το βλέμμα μου.
«Βαλέρια τι συνέβη; Έφυγες πολύ απότομα.. σαν κυνηγημένη για την ακρίβεια. Ούτε ένα μήνυμα, ούτε ένα τηλέφωνο πέρα από εκείνο το μυστήριο ανώνυμο κειμενάκι. Γιατί όλα αυτά;»
«Λυδιάκι μόλις γύρισα σε ικετεύω μην αναλύσουμε αυτά. Με χρειαζόταν κάτι ο πατέρας μου πίσω στην Θεσσαλονίκη και έπρεπε να επιστρέψω εκτάκτως. Όμως, έμαθα τα υπέροχα νέα για την ομιλία σου και πόσο καταπληκτικά τα πήγες!» Γεμάτη ενθουσιασμό προσγειώνεται στον καναπέ με ένα σάλτο.
«Πραγματικά πήγε πολύ καλά! Από την ώρα που ξύπνησα όλο μηνύματα έχω.» Χαμογελώ ανάλαφρα και κάθομαι δίπλα της. «Τα δικά σου νέα θέλω να μάθω.!»
«Ε έχω και εγώ κάποια νέα.. αλλά πρώτα. Τι έπαθε το πρόσωπο σου;»
«Τίποτα δεν είναι τίποτα, απόπειρα ληστείας τίποτα το σημαντικό! Λέγε τώρα τα νέα σου!» Το αίσθημα ενοχής τσιμπάει την καρδιά μου και οι τύψεις τρώνε το μυαλό μου αλλά όχι, δεν πρέπει να ξέρει κανείς πέρα από εμένα και τον Ιάκωβο.
«Λίγο πριν γυρίσω συνάντησα κάποιον που ξέρουμε και οι δυο μας, εσύ λίγο περισσότερο από την κακή του πλευρά. Με προσέγγισε πολύ όμορφα! Κράτησε επαφή και όσο ήμουν Θεσσαλονίκη, ήρθε εκεί, βγήκαμε ε και έχουμε σχέση.» Σχεδόν ουρλιάζει την τελευταία πρόταση και ένα αχνό χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπο μου. Σε ικετεύω Θεέ μου να μην εννοεί αυτόν που σκέφτομαι.
«Κακή του πλευρά απευθύνεσαι στα μαθητικά χρόνια.» Νεύει καταφατικά και νιώθω την καρδιά μου να χάνει παλμούς και ένας κρύος ιδρώτας με κατακλύζει. «Π-Ποιος είναι;»
«Αχ είναι πανέμορφος περίμενα να το έχεις βρει ήδη!» Το δωμάτιο γύρω μου γυρίζει απίστευτα γρήγορα και τρίβω τα χέρια μου μεταξύ τους. «Ο Νέστορας βρε χαζούλα! Ο Βούλγαρης! Από το λύκειο πίσω στην Θεσσαλονίκη!» Μου φωνάζει και με ταρακουνάει καθώς έχω μείνει παγωτό.
Απευθείας τα χαρακτηριστικά μου χαλαρώνουν, το χρώμα επανέρχεται στο πρόσωπο μου, τα παραλυμένα μέρη του σώματος μου αποκτούν ζωντάνια και αγκαλιάζω την Βαλέρια! «Χαίρομαι πολύ για εσένα!» Εννοώ κάθε λέξη που βγαίνει από το στόμα μου.
«Νόμιζες ότι θα αναφέρω τον Σωτήρη, έτσι δεν είναι;» Σηκώνει το φρύδι της και με κοιτάζει στα μάτια.
«Ε-Εμ.. όχι βρε ούτε καν. Εξάλλου εγώ τα έχω με τον Σταύρο και τον αγαπάω πολύ.» Χαμογελώ απαλά και παίρνω μία βαθιά αναπνοή.
«Ακούστηκε ότι το λήξατε..» μουρμουρίζει και παίζει με το κάτω μέρος της μπλούζας της για να αποφύγει το βλέμμα μου.
«Ποιος τα λέει αυτά μωρέ;» Ξεφυσώ και κοκαλώνω όταν ακούω το κουδούνι να χτυπά. Με αβέβαια βήματα ανοίγω την πόρτα και αντικρίζω τον Σταύρο να κρατάει μία ανθοδέσμη με τριαντάφυλλα, μπαλόνια και σοκολατάκια.
«Αχ πράγματι δεν χωρίσατε! Έχεις δίκιο, άντε σας αφήνω πιτσουνάκια και εμείς θα τα πούμε αύριο!»Η Βαλέρια εξαφανίζεται αφότου χαιρετάει τον Σταύρο, ο οποίος είναι πολύ μαζεμένος και αγχωμένος.
«Δεν ήξερα ότι θα είναι εδώ συγγνώμη. Θα ερχόμουν άλλη ώρα.» Ανασηκώνει τους ώμους του και με κοιτάζει στα μάτια.
«Σταύρο τι θες εδώ;»
«Να μιλήσουμε μόνο αυτό θέλω, να με ακούσεις, να απολογηθώ.» Του επιτρέπω να περάσει και παίρνω τα λουλούδια κάπως άκομψα για να τα αφήσω στο τραπέζι.
«Λυδία εγώ.. συγγνώμη. Ήμουν απαίσιος σύντροφος. Σε πλήγωσα με τον χειρότερο τρόπο, δεν έχω σηκώσει χέρι σε γυναίκα, σέβομαι το φύλο σου και σε αγαπώ. Ναι είμαι ζηλιάρης και μάλλον περισσότερο από όσο θα έπρεπε και συγγνώμη. Είμαι διατεθειμένος να κάνω επιπλέον ψυχοθεραπείες -γιατί κάνω ούτως ή άλλως απλά δεν στο έχω πει. Σε αγαπώ και θα αλλάξω για σένα. Δεν θα σου σηκώσω ποτέ χέρι, με συγχωρείς έβγαλα βιαστικά συμπεράσματα και σε πλήγωσα. Πραγματικά δεν ξέρω τι σκεφτόμουν. Είμαι απαράδεκτος. Εάν δεν θελήσεις να με ξαναδείς θα το δεχτώ και θα εξαφανιστώ..》 Παίρνει μια βαθιά αναπνοή και κοιτάζει με απόγνωση το ταβάνι. 《Εύχομαι απλά οι γονείς μου να με είχαν διδάξει να αγαπώ, να σέβομαι περισσότερο, να υπομένω. Λυδία μεγάλωσα σχεδόν μόνος μου. Έχω ζήσει άρρωστες καταστάσεις.》 Με κοιτάζει πληγωμένα και με αργές κινήσεις κάθεται στο πάτωμα. 《Δεν ξέρω πώς αγαπάνε οι σωστοί άνθρωποι, δεν γνωρίζω πώς φερόμαστε σε μια σχέση, ό,τι ξέρω το ξέρω από τα άγραφα πρέπει της κοινωνίας μας. Με συγχωρείς για όλα.》Μουρμουρίζει και χώνει το κλαμμένο του πρόσωπο στις παλάμες του.
Ένα συνονθύλευμα συναισθημάτων ξεσπά μέσα μου, το πρέπει παλεύει με το θέλω, η αγάπη με τον φόβο και το κυριότερο ένα αίσθημα ευθύνης παλεύει να αναδυθεί από τα βάθη των σκοτεινών μου παρορμήσεων. Οφείλω να τον βοηθήσω γιατί γνωρίζω πως είναι να βρίσκεσαι σε μία δύνη, μία άβυσσο δίχως πάτο και κανένα χέρι να μην φαίνεται στον ορίζοντα. Όμως πώς θα καταφέρω να υπερασπιστώ έναν άνθρωπο που καταστρέφει τους γύρω του και τους πληγώνει ανεξέλεγκτα; Δεν νιώθω αρκετά δυνατή να εισέλθω σε μία άνιση μάχη με παραπάνω από ένα εχθρούς και με έλλειψη δυνάμεων και κρυφών όπλων.
《Ήδη αλλάζω μαζί σου, η επαφή που έχουμε με κάνει καλύτερο άνθρωπο Λυδία. Δώσε μου μία ευκαιρία, μία δεύτερη και μοναδική ευκαιρία για να σου αποδείξω ότι μπορώ να γίνω η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου.》Σχεδόν με ικετεύει γονατιστός και τα δάκρυα του βρέχουν τα κρύα πλακάκια του διαμερίσματος μου.
Η καταιγίδα συναισθημάτων κοπάζει για λίγο μέσα μου και επιτέλους καταφέρνω να τον κοιτάξω στα μάτια με κάτι άλλο πέρα από φόβο και πόνο. Η αγάπη που πάλεψα να θάψω καιρό τώρα μέσα μου ανάβει σιγά σιγά σαν δύο ξυλαρακια στα χέρια ενός άμαθου παιδιού που παλεύει να ανάψει φωτιά. Σταδιακά υπενθυμίζω στον εαυτό μου πόσα έχει θυσιάσει τόσο καιρό ο Σταύρος για εμένα, τις υποχωρήσεις του και τις ξεχωριστές στιγμές που μαζί δημιουργήσαμε. Ξαφνικά νιώθω πως έχω υπέρ αρκετή δύναμη για να τον συγχωρέσω και να χτίσω από την αρχή μαζί του κάτι μοναδικό ίσως όχι τέλειο αλλά ρεαλιστικό.
《Σε όλους αξίζει μία δεύτερη ευκαιρία αγάπη μου. Πολύ περισσότερο σε κάποιον που έχει υποστεί τόσο αισχρά τραύματα από ένα τέρας που καλείται γονέας. Λυπάμαι για όσα πέρασες και ελπίζω πως θα είμαι η αιτία για να τα ξεπεράσεις. 》Ψελλίζω τρυφερά και με αργές κινήσεις κλείνω τον σοκαρισμένο Σταύρο στην αγκαλιά μου.
《Σε ευχαριστώ για όλα..》
《Εγώ σε ευχαριστώ που μου δίνεις αφορμές να γίνομαι καλύτερος άνθρωπος.》
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top