Κεφάλαιο 9
Έχουν περάσει τρεις εβδομάδες από τότε που ο Σωτήρης εξαφανίστηκε από το σπίτι μου αφήνοντας πίσω του το απόλυτο χάος. Θυμάμαι πως καθάριζα μέχρι τα ξημερώματα, φυσικά δεν κάλεσα καμία αστυνομία και όσο για τα έγγραφα του Σταύρου σκαρφίστηκα πως ο δυνατός αέρας από το παράθυρο τα έκανε καπνό. Τώρα δεν νομίζω να θυμάται πως ουδέποτε ήταν ανοιχτό. Ώρες ώρες χαίρομαι που οι άντρες δεν είναι ιδιαίτερα παρατηρητικοί και έχουν μικρή μνήμη. Αυτό το διάστημα ο Σταύρος έγινε πιο γλυκός μαζί μου, περάσαμε χρόνο ποιοτικό. Παρακολουθήσαμε δύο παραστάσεις θεάτρου, μαγείρεψα γι' αυτόν χωρίς να τον δηλητηριάσω, φάγαμε στο αγαπημένο του εστιατόριο, ένα βράδυ κοιμήθηκα σπίτι του. Επί τρεις εβδομάδες δεν πέρασε μέρα που δεν τον είδα, που δεν του έστειλα μήνυμα ή που δεν περάσαμε χρόνο μαζί. Η δουλειά του είναι αρκετά ευέλικτη, το ίδιο και η σχολή μου. Έχω δημιουργήσει ένα πρόγραμμα ώστε να προλαβαίνω να μελετώ και ταυτόχρονα να αφιερώνω χρόνο στο αγόρι μου.
Στην σχολή τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η Βαλέρια εντελώς ξαφνικά μου ανακοίνωσε πως θα επέστρεφε για ένα μήνα στην Θεσσαλονίκη για κάτι προσωπικό. Η Γεωργία δεν ξανασυναντήθηκε με τον Σωτήρη, του οποίου η απουσία μου προκαλεί θλίψη. Δεν επικοινώνησε μαζί μου έπειτα από εκείνη την νύχτα, δεν ξαναπήρε το ίδιο δρομολόγιο με μένα, έχει εξαφανιστεί και από τα σόσιαλ! Δεν γνωρίζω που ακριβώς οφείλεται αυτή η συμπεριφορά αλλά εφόσον επέλεξε να απομακρυνθεί δεν μπορώ παρά να το επιτρέψω. Εξάλλου έχω βρει τον άνθρωπο μου.
«Κυρία Οικονόμου θέλετε να δώσετε την λύση στο πρακτικό;» Με κοιτάζει βλοσυρά από το έδρανο και ένα ειρωνικό χαμόγελο στολίζει τα ζουμερά του χείλη. Είναι έγκλημα η επιλογή καθηγητή κοντά στα τριάντα! Πραγματικό έγκλημα να το θυμάστε.
«Φυσικά. Ο ισχυρισμός β είναι νόμω αβάσιμος. Η Α δεν δύναται να απαλλαχθεί καθώς ευθύνεται αντικειμενικά. Το σκυλάκι φροντίδας δεν ανήκει στην παράγραφο 2 του 924 ΑΚ, και επομένως η Α δεν μπορεί να αποδείξει πως έκανε ο,τι μπορούσε για την φύλαξη του. Ευθύνεται αντικειμενικά, δεν ενδιαφέρει η υπαιτιότητα.» Αποφεύγω να εστιάσω στα πράσινα μάτια του καθηγητή μου ενώ εξηγώ όσο το δυνατόν πιο απλά γίνεται την σωστή απάντηση. Μου νεύει καταφατικά και συνεχίζει την διάλεξη αφήνοντας με να πλέω στις σκέψεις μου.
Αφού το βασανιστικό δίωρο φτάνει στο τέλος του, αποφασίζω να επισκεφτώ τον Σταύρο στο σπίτι του ή τουλάχιστον να περιμένω μέχρι να γυρίσει. Ριψοκίνδυνη απόφαση μιας και δεν ξέρω ακριβώς το πρόγραμμά του αλλά αξίζει να περιμένω. Με το που φτάνω στην οικεία του, παρατηρώ τα φώτα ανοιχτά, επομένως ξεκλειδώνω με το δικό μου κλειδί.
«Αγάπη μου ήρθα! Πόσο χαίρομαι που τελείωσες κι εσύ νωρίς!»Σχεδόν ουρλιάζω και με ένα σάλτο ξαπλώνω στον καναπέ.
«Ποιος είναι;» Μια αντρική φωνή φτάνει στα αυτιά μου αλλά δεν ανήκει στον Σταύρο. Ανακάθομαι γρήγορα στον καναπέ, όταν ένας άντρας φτάνει στο σαλόνι. Είναι ψηλός, αρκετά ψηλός, με μαύρα μαλλιά κάπως ατημέλητα και εξίσου μαύρα μάτια. Επίσης φοράει μια ποδιά μαγειρικής και κρατάει μια κουτάλα.
«Εσύ ποιος είσαι και τι θες εδώ; Φύγε πριν καλέσω την αστυνομία!» Τινάζω το μαλλί μου και παίρνοντας θάρρος σηκώνομαι όρθια.
«Αστυνομία; Επειδή μαγειρεύω και καθάρισα το σπίτι του φίλου μου; Είσαι με τα καλά σου;» Με το δάχτυλό του υποδεικνύει την αμφίεση του και ξεσπά σε γέλια. Αυθόρμητα ένα χαμόγελο ξετρυπώνει και στα δικά μου χείλη.
«Κάναμε κακή αρχή λοιπόν. Είμαι η Λυδία Οικονόμου.. η κοπέλα του φίλου σου.» Απλώνω το χέρι μου διστακτικά.
«Ιάκωβος Τσακίρης. Παιδικός φίλος του αγοριού σου και κοινωνικός λειτουργός στον δήμο.» Χωρίς δισταγμό ενώνει τα χέρια μας και στρέφεται προς την κουζίνα. «Δώσε μου ένα λεπτάκι να σβήσω το μάτι και να κατεβάσω την κατσαρόλα. Σαν το σπίτι σου, υποθέτω.» Συμπληρώνει και χάνεται πίσω από την πόρτα.
Ο Σταύρος μου είχε αναφέρει μία δύο φορές την ύπαρξη του Ιάκωβου αλλά πάντα μιλούσε λίγο, χωρίς λεπτομέρειες λες και φοβόταν κάτι, λες και με έκρυβε πολύ καλά. Εμένα μου φάνηκε ένας εξαιρετικά αστείος νεαρός που σίγουρα θα μπορούσαμε να κάνουμε παρέα. Όμως ο Σταύρος σίγουρα τον ξέρει καλύτερα από εμένα.
«Επανήλθα» Κάθεται απέναντί μου και με κοιτάζει αμήχανα. «Ο Σταύρος δεν μου είπε πως θα ερχόσουν, αν και έχω μάθει τα πάντα για σένα..» Ανασηκώνει τους ώμους και ξεφυσάει.
«Ήρθα κάπως.. τυχαία. Τελείωσα το μάθημα και επειδή η καλύτερη μου φίλη λείπει.. αποφάσισα να κάνω κάποιου είδους.. έκπληξη; Ναι κάτι τέτοιο αλλά από ό,τι φαίνεται δεν πήγε καλά..» Γελάω αμήχανα και εξετάζω τον χώρο για να αποφύγω το βλέμμα του.
«Βγαίνετε περίπου ενάμιση μήνα, δεν έχουμε γνωριστεί αλλά ήθελα να σε ρωτήσω, με όλο το θάρρος.. πώς σου φέρεται; Έχει τύχει να βγείτε με παρέα ας πούμε χμ.. την φίλη που ανέφερες;» Γέρνει το σώμα του μπροστά και μιλάει πιο σιγανά από πριν λες και φοβάται μήπως τον ακούσουν οι τοίχοι.
«Είναι αρκετά καλός μαζί μου.. στις αρχές είχαμε κάποιες.. αναποδιές με έναν παλιό γνωστό μου.. αλλά τώρα είναι όλα καλά. Πάντως όχι, δεν έχει τύχει να βγούμε με παρέα.. δεν είναι νωρίς ακόμη;» Εκφράζω την απορία μου ενόσω παρατηρώ την γκριμάτσα έκπληξης που έχει πάρει το πρόσωπο του.
«Νωρίς; Από την εμπειρία μου, τον άνθρωπο τον μαθαίνεις καλύτερα από το πώς συμπεριφέρεται κοντά σε άλλους ανθρώπους.» Ξύνει για λίγο το μούσι του και ξεφυσάει λες και ζυγίζει την επόμενη ερώτηση του. «Ανέφερες κάτι για έναν γνωστό σου.. και κάτι αναποδιές.. δηλαδή; Εάν δεν γίνομαι αδιάκριτος δηλαδή..»
Γουρλώνω τα μάτια μου και νιώθω κρύο ιδρώτα να με λούζει. Για κάποιον λόγο νιώθω λες και περνάω από κάποιου είδους ανάκριση. «Ο Σωτήρης.. ο γνωστός μου.. ήταν κάπως επεμβατικός με την ζωή μου.. με προειδοποιούσε να μην ανοίγομαι τόσο εύκολα σε ανθρώπους.. ειδικά στον Σταύρο αλλά εάν κρίνεις ότι αυτός είναι η αιτία που έχω κλειστεί στον εαυτό μου.. τότε δεν του πέφτει λόγος.» Χαμογελάω όσο πιο αθώα μπορώ και μπλέκω το δάχτυλο μου στα μαλλιά μου.
«Ο Σταύρος πώς αντέδρασε; Είναι κάπως οξύθυμος σε τέτοιες καταστάσεις..»
«Το χειρίστηκε.. καλά..» Καταλήγω αποφεύγοντας να αναφέρω τα ξεσπάσματα του. Χαμογελώ αβέβαια και γλείφω απαλά το χείλος μου.
«Ο Σταύρος είναι γενικ-
«Τι είναι ο Σταύρος αδερφέ;» Γυρίζω απότομα προς το μέρος της πόρτας που στέκει ο Σταύρος χαμογελαστός και ιδρωμένος.
«Ο καλύτερος άνθρωπος που θα γνωρίσεις ποτέ Λυδία, να μην σε αγχώνει αυτό. Δεν θα μετανιώσεις για την γνωριμία σας.» Ολοκληρώνει την φράση του ο Ιάκωβος και πηγαίνει βιαστικά στην κουζίνα.
«Λυδία τι κάνεις εδώ; Δεν θα πήγαινες σε εκείνο το σεμινάριο..;» Ο Σταύρος αφήνει τον χαρτοφύλακα του και κάθεται δίπλα μου.
Τα μάτια μου έχουν μείνει ακόμη στην θέση που καθόταν πριν ο Ιάκωβος.. έγινε καπνός μόλις εμφανίστηκε το αγόρι μου, άλλαξε όλη του η στάση..
«Ακυρώθηκε λόγω.. νομίζω αρρώστησε ο ομιλητής.. ή κάτι τέτοιο» Χαμογελάω βεβιασμένα και παρατηρώ τις γωνίες του προσώπου του να σφίγγουν λίγο παραπάνω.
«Δεν ήθελα να γνωριστείτε έτσι με τον Ιάκωβο.. εάν και τι να ζηλέψει κανείς από κάποιον που φοράει ποδιά στην κουζίνα..» μονολογεί και πάω να υπερασπιστώ τον φίλο του όταν με σταματάει η λογική μου.
«Μα για σένα μαγείρευε.. θα έπρεπε να τον ευχαριστείς..» Και πάλι το συναίσθημα επικράτησε μέσα μου..
«Εάν το κορίτσι μου έκανε αυτά που πρέπει τότε δεν θα ανάγκαζα τον φίλο μου να το κάνει ξέρεις.» Απαντά εντελώς φυσικά και απλώνει τα λασπωμένα του παπούτσια στο τραπέζι.
«Εάν εσύ κουνούσες το χεράκι σου μέσα στο σπίτι τότε δεν θα είχες την ανάγκη κανενός αγαπητέ! Και τώρα με συγχωρείς αλλά τελικά όντως έχω να πάω κάπου.» Σηκώνομαι όρθια και αρπάζω την τσάντα μου ενώ ο Σταύρος δεν κάνει καμία προσπάθεια να με σταματήσει.
«Το βράδυ θέλω λίγη βοήθεια εάν μπορείς να είσαι εδώ!» Μου φωνάζει καθώς έχω ήδη βγει από το εσωτερικό του σπιτιού του.
Δεν αντέχω τους ανθρώπους που ενστερνίζονται τα στερεότυπα και ζουν βάσει αυτών. Δηλαδή γιατί εγώ πρέπει να μείνω κλεισμένη στο σπίτι και να ετοιμάσω το μεσημεριανό ενός ανθρώπου που έχει χέρια και πόδια αλλά και μυαλό για να το κάνει μόνος του; Και γιατί μάλιστα υποχρεώνει τον φίλο του να το κάνει αυτός αντί για τον ίδιο; Μα καλά και αυτός πόσες μέρες την εβδομάδα το κάνει;
Τα νεύρα μου ξεχειλίζουν και περπατώ γρήγορα και αποφασιστικά. Είμαι έτοιμη να περάσω την διάβαση όταν ακούω μία γνώριμη φωνή.
«Δεν ήξερα ότι κυκλοφορείς ακόμη και τώρα, μετά από όσα μας έχεις κάνει!»
Γυρίζω απότομα το σώμα μου προς την κατεύθυνση της φωνής και παγώνω. «Τι θες εσύ εδώ;»
«Πιστεύεις ότι ήρθε μόνος του ο Σωτήρης στην Αθήνα; Εννοείται πως όχι.. ήρθα κι εγώ μαζί του.»
«Δύο κόπανοι καλύτερα από έναν σωστά;» Σηκώνω το φρύδι μου και με πιάνει απότομα από τον καρπό.
«Πρόσεχε πώς μιλάς για εμένα, μικρή.» Ψιθυρίζει απειλητικά μόλις με φέρνει κοντά του.
«Νέστορα δεν έχω χρόνο γι αυτά.. απλά πες μου τι θέλεις..» Ξεφυσάω και αμέσως αφήνει το χέρι μου.
«Ο Σωτήρης είναι ράκος εξαιτίας σου.. τι του έκανες; Δεν πηγαίνει ούτε στην δουλειά Λυδία. Και εσύ δεν απαντάς ούτε στις κλήσεις ούτε στα μηνύματα του. Εάν σε νοιάζει τόσο λίγο τότε γιατί τον κάλεσες σπίτι σου; Μην μιλήσω για τα σαλιαρίσματα με αυτόν τον.. Σταύρο; Ναι αυτόν!» Μένω εμβρόντητη μπροστά από τις αποκαλύψεις του παλιού μου συμμαθητή.
«Ορίστε;»
«Ο Σωτήρης θέλει να μάθει απλά τι το κακό έκανε..θέλει... θέλουμε να διορθώσουμε το παρελθόν Λυδία..»
Αυτό δεν είναι κανένα είδος ονείρου.. αντίθετα.. εφιάλτης είναι. Και μάλιστα ζωντανός..
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top