2


Mετα απο τις 21 πιο βαρετές ώρες της ζωής μου, έφτασα επιτέλους στην Αυστραλία πρωι.
Το jet lag με χτυπησε κατακουτελα(!) μολις πάτησα το πόδι μου στο αεροδρόμιο.Και αυτος ο ήλιος δε θα μπορουσε να βρίσκεται σε χειρότερη θέση.
Τα νεύρα μου!Ο ύπνος μου! Οι βαλίτσες μου! Κόντεψα να τις ξεχάσω.
Αφού τις βρήκα έψαξα στο αεροδρόμιο για τα παιδιά.Σε μια στιγμή μολις είδα το Στέφαν παράτησα ο,τι κρατούσα και έτρεξα καταπάνω του.
Μπορώ να πω ο,τι ειμασταν αγκαλιά 10λεπτα άνετα.Μου είχε λείψει τόσο πολύ!

<<Ρε συ εμείς τίποτα; καλά μιτσο!>> πετάχτηκε απο το πουθενά ο Άστον. Δε θα το παραδεχομουν αλλά μου είχαν λείψει τα πειράγματα και οι τσακωμοι μας.

<<Σταμάτα βλάκα τη γκρίνια ακόμα δεν ήρθα.>>του ειπα καθως τον εσφιγγα στην αγκαλιά μου, όπως κι αυτος. Αμέσως τραβήχτηκε με μια ψεύτικη αηδιασμενη έκφραση. Τυπικός Άστον!

<<Πως ήταν το ταξίδι σου;>>με ρώτησε ο Στέφαν.

<<Α ήταν πολύ βαρετό. Και δε μπορούσα να κοιμηθώ πολύ, γιατί ειχε πολλές αναταράξεις.>> Αλήθεια κάποια στιγμη όταν φταναμε σιγά σιγά Αυστραλία έγινε τόσο μεγάλη ανατάραξη που νόμιζα οτι πεφταμε.
<<Μου λειψατε πολύ ηλίθια!>>είπα καθώς πήγαινα να αγκάλιασω το Μπιλ που ηταν απασχολημένος με το κινητό του, όπως πάντα.

<<Ω μωρέ μικρό>>μου απάντησε και μου μπέρδεψε τα μαλλιά.

<<Ει! 13 μήνες με περνάς!>> εκανα μύτες να δω τι έγραφε παλι εκεί.

<<Ναι και 20 εκατοστά!>> Ε νταξει δεν ηταν και τελείως ψέμα αυτό, ηταν και οι τρεις τους πανηψηλοι. Και κυρίως ο Άστον.

<<Σκασε μωρέ ακόμα δεν ήρθα!Πού ειναι η θεια και ο θείος;>>

<<Είναι στο αμάξι με το μπαμπά. Άργησες. Πάλι ονειροπολουσες στα παράθυρα σαν χαμένο;>> με αγριοκοιταξε ο Άστον. Θεέ, περίοδος.

<<Χαμένο είσαι εσύ και αυτός ο ήλιος με χτυπάει στο κεφάλι οπότε πάμε, θέλω να κοιμηθώ!>>του απάντησα με το ίδιο βλέμμα.

<<Εγω θα σε χτυπήσω στο τέλος με εκνευρίζεις!>>

<<Μην άρχιζετε ρε Ας ακόμα δεν ήρθε.>> μπήκε όπως πάντα στη μέση ο Στέφαν για να καλμαρει τα πράγματα.<<Άντε μωρέ Μπιλ σε ποιον στέλνεις πάλι;>>

<<Ωωω, μήπως σε ποιαν; Βασικά άκυρο ο Μπιλ είναι forever alone!>>
Η αλήθεια είναι οτι απο μικρή θυμάμαι το Μπιλ πάντα κολλημένο σε ενα υπολογιστή και ενα τηλεχειριστήριο. Είχε λίγους φίλους και σχεδόν όλοι απ'οτι θυμάμαι ηταν gamers. Δε θα μου έκανε εντύπωση αν συνέχιζε αυτές τις συνήθειες του.

<<Ντι θα επιλεξω να σε αγνοήσω ή να αφήσω τα καυστικά σχόλια στον Ας. Στέφαν μόλις μου έστειλαν τα παιδια αν τελικά το βράδυ θα παμε από κει για FIFA.>>

Ναι δεν είχε αλλάξει.

<<Πεστους οχι αφού ήρθε η Αντριάνα.>>

<<Ωπα και επειδή ήρθε η Αντριάνα θα χάσω εγώ τον αγώνα της Παρασκευής με το Τζέι;>>

<<Αν και ευχαρίστως θα διαφωνουσα με τον Asshole από δω θα πρωτοτυπισω και θα συμφωνήσω. Μη χαλάτε το πρόγραμμα σας για εμένα Στεφ.>>

<<Ω μην ανησυχείς και να θέλαμε να πάμε η θεια σου σιγά μη μας άφηνε τώρα που ήρθες.>>μου είπε ο Μπιλ που παραδόξως είχε αφήσει το κινητό του και συμμετείχε στη συζήτηση.

<<Δε με νοιάζει θα πάτε. Εξάλλου εγώ θα κοιμάμαι όλη μέρα και όλη νύχτα. Μόνο φαι αφήστε μου.>>

<<Α ξέρω τι θα γίνει! Θα έρθεις και συ μαζί μας! Θα γνωρίσεις και τα παιδιά.>>

<<Ναι καλά Στέφαν, με τίποτα!>>

<<Δε μου αρέσει να συμφωνω με τον Asshole αλλα 20 και ώρες διαθέσιμου ύπνου είναι δελεαστικές. Εξάλλου έχω να τακτοποιηθώ στο σπίτι και αύριο να πάω στο κολλέγιο για χαρτιά και πρόγραμμα.>>

<<Καλά, αλλά ο,τι χρειαστείς να με πάρεις τηλέφωνο ή να έρθεις στο σπιτι απέναντι απο το δικό μας, εκει μένουν τα παιδιά.>> είπε τελικά ο Στέφαν.

<<Ενταξει. Ανυπομωνω να δω το σπίτι και το κολλέγιο.>> είπα καθώς πλησιαζαμε την εξοδο.

<<Σκέφτεσαι να πάρεις αμάξι;>>με ρώτησε ο Μπιλ. Την περίμενα αυτή την ερώτηση απο αυτον.<<Έχω δει κάποια ωραία να πάμε να δεις.>>

<<Φυσικα και έχεις δει.>> του απαντησα κουνωντας το κεφαλι και χαμογελώντας. Τίποτα δεν ειχε αλλάξει.<<Σκέφτομαι να αρχίσω να ψάχνω απο την άλλη βδομάδα, ανάλογα και το αν και ποσό θα το χρειάζομαι.>>

Αφού βγήκαμε απο το αεροδρόμιο, περπατουσαμε για αρκετή ώρα μιλώντας για διάφορα πραγματα όταν κάποια στιγμή, είδα στο τέλος του δρομου τους θειους μου. Αμέσως έτρεξα να τους αγκαλιάσω! Ειχα να τους δω τόσο πολύ καιρό, απο τα Χριστούγεννα.

Μετα τις πολλες χαιρετούρες μπήκαμε στο αμάξι και μετά απο μιση ωρα φτάσαμε στο σπίτι, αφού πρώτα αφήσαμε τους θείους μου στο δικό τους. Η γειτονιά ήταν όμορφη με μονοκατοικίες στη σειρά. Σταματήσαμε εξω απο το σπίτι των παιδιών και ετρεξα στο δικό μου που ήταν δίπλα, με τα παιδιά να ακολουθούν με τις βαλίτσες μου.

Ηταν τοσο όμορφο. Όχι πολύ μεγάλο, ζεστό και με τα αγαπημενα μου χρωματα στις αποχρώσεις του κόκκινου, ροζ πορτοκαλί. Όλα τα έπιπλα είχαν μεταφερθεί απο το σπίτι στο Σικάγο και ταίριαζαν τόσο όμορφα. Πάντως απο εκείνο, ηταν πιο μεγάλο και ευρύχωρο.

Είχα όμως αρκετή δουλεια να κάνω με τόσες κούτες διασκορπισμένες στην κουζίνα και το υπνοδωμάτιο.

<<Λοιπόν σου αρέσει;>>είπε ο Στέφαν που εμφανίστηκε ξαφνικα δίπλα μου.

<<Στεφ με τρόμαξες! Βέβαια είναι πανέμορφο! Ήδη εχω λατρέψει την Αυστραλία. Μόνο ο καλοκαιρινός καιρός!>>

<<Χαίρομαι! Παντως να ξερεις οτι ο Άστον θα σε βρίζει όλη μέρα για το μεγάλο τοίχο στο σαλόνι. Η μαμά τον έβαλε να τον βάψει όλο μόνος του!

<<Χαχαχα αλήθεια; Τη μούρη του ήθελα να δω!>>

<<Ηταν υπέροχη. Τελος παντων, σ'αφηνω να κοιμηθείς. Ο,τι θες πάρε στο κινητό. Εμεις λογικά μεστις 8 θα παμε απέναντι στα παιδιά. Αν θες έλα κι εσυ να τους γνωρισεις. Τους ξέρουμε απ'οταν πρωτοηρθαμε στην Αυστραλία. Είναι πολύ καλά παιδιά, αλήθεια!>>

<<Στεφ σου είπα οτι θα κοιμηθώ και μόλις ξυπνήσω μάλλον θα ξεπακετάρω. Μην ανησυχείς όλο το χρόνο εδώ θα είμαι.>>

<<Χμμ καλά πέσε  για ύπνο μικρή. Όνειρα γλυκά!>>

<<Τα λέμε Στεφ!>>

Μόλις έφυγε έπεσα στο κρεβάτι και αμέσως με πήρε ο ύπνος.

Ξυπνησα απο ενα κουδουνίσμα. Ο ήλιος ειχε ηδη πέσει. Η ώρα ήταν 8. Ήταν το κινητό μου.

'-Ναι;'

'-Μωρο μου εγώ είμαι.'

'-Ω έλα μαμά....Ναι έφτασα..Ναι με πήραν..Τους βρήκα αμέσως...όχι τη Κυριακή μπορεί να πάμε στη θεία...ναι ηρέμησε...είναι ζεστό...όλα είναι καλα μαμά..ναι...πρέπει να κλείσω τώρα..ναι εννοείται πως θα φάω...θα τους τα δώσω..ναι γεια σου ελα ..γεια ειπα!'

Ανακαθισα στο κρεβάτι και πρόσεξα τις κούτες στο πάτωμα και τη βαλίτσα μου πανω στην καρέκλα.

Αμέσως άρχισα να ξεπακεταρω γεμίζοντας τις ντουλάπες και τα συρτάρια και τακτοποιώντας το σπίτι. Μου πήρε 5 ώρες να τα βάλω ολα εκει που έπρεπε και ακόμα δεν είχα τελειώσει εντελώς.

Αλλά δεν άντεχα άλλο. Έτσι αφού έφαγα κατι σάντουιτς που μου είχαν αφήσει τα παιδιά απο το πρωί, έπεσα παλι για ύπνο.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top