Kεφάλαιο 11

Το Σάββατο είχε έρθει. Η μαμά της Αλίκης ήταν ήδη μία μέρα στο σπίτι και ήταν όλη την ώρα ξαπλωμένη. Πονούσε με την παραμικρή κίνηση και για αυτό σηκωνόταν μόνο όταν έπρεπε να επισκεφτεί την τουαλέτα. Οπότε όλες οι δουλειές του σπιτιού είχαν πέσει πάνω στον πατέρα της και στην Αλίκη, αλλά κυρίως στην τελευταία αφού ο μπαμπάς της έπρεπε να πηγαίνει και στη δουλειά.

<Μαμά μου, πρέπει να βγω για λίγο. Σε μία ώρα θα είμαι πίσω. Αν χρειαστείς το οτιδήποτε να με πάρεις αμέσως στο κινητό και θα έρθω όσο πιο γρήγορα μπορώ.> της είπε καθώς είχε ετοιμαστεί για να βγει με τον Αχιλλέα.

<Μην ανησυχείς. Πήγαινε να περάσεις καλά. Ααα και μετά περιμένω να μου πεις εντυπώσεις.> της είπε και της έκλεισε πονηρά το μάτι. Είχε καταλάβει ότι θα έβγαινε με αγόρι αλλά δεν είχε πει τίποτα για να μην την φέρει σε δύσκολη θέση. 

Η Αλίκη κοκκίνησε με τα λόγια της μητέρας της αλλά δεν είπε κάτι. Απλά άνοιξε την πόρτα του σπιτιού και ξεκίνησε να πηγαίνει προς την πλατεία που είχαν δώσει ραντεβού. Του είχε ζητήσει να συναντηθούν κάπου κοντά στο σπίτι της για να είναι κοντά στη μαμά της μήπως χρειαστεί κάτι. Εκείνος το δέχτηκε με χαρά και σε πέντε λεπτά από τώρα θα βρισκόντουσαν.

Μόλις έφτασε η Αλίκη στην πλατεία τον είδε να κάθεται σε ένα απομονωμένο σχετικά παγκάκι. Κατευθύνθηκε προς το μέρος του και μόλις την είδε σηκώθηκε όρθιος. Όταν έφτασε κοντά του για λίγα λεπτά δεν μίλαγαν και απλά κοιτούσαν ο ένας στα μάτια του άλλου. 

Ο Αχιλλέας της έδωσε κάτι και εκείνη ξαφνιάστηκε γιατί δεν είχε δει ότι είχε κάτι μαζί του. Το ξάφνιασμα έγινε μεγαλύτερο όταν είδε τι κράταγε και τον κοίταξε με την απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο της. 

<Είπα αντί να στο αφήσω στο ντουλαπάκι σου να στο δώσω εγώ ο ίδιος.> της είπε και περίμενε με αγωνία την αντίδραση της.

Η Αλίκη πήρε στα χέρια της το τριαντάφυλλο και είδε ότι είχε και αυτό ένα σημείωμα όπως και τα προηγούμενα. Το κοίταξε και είδε ότι ο γραφικός χαρακτήρας είναι ίδιος με αυτόν στα υπόλοιπα ραβασάκια. 

Είμαι ερωτευμένος μαζί σου. έλεγε το σημείωμα και η Αλίκη δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που συνέβαινε. 

<Εσύ είσαι;> ρώτησε όταν βρήκε το κουράγιο να μιλήσει. Τον κοίταξε και εκείνος απλά κούνησε καταφατικά το κεφάλι του. <Μα... πως;> 

<Δεν μπορούσα να στο δώσω εγώ ο ίδιος γιατί οι περισσότεροι εκεί ξέρουν τη σχέση μου με τη Στέλλα. Οπότε στο άφηνα στο ντουλαπάκι σου για να το βρεις και για να είμαι κατά έναν τρόπο δίπλα σου. Όταν αργούσα να φτάσω στο νοσοκομείο, παρακάλαγα τον Θάνο να το αφήσει. Όμως αυτό έγινε μόνο δύο φορές. Ήθελα να βλέπω την αντίδραση σου όταν θα το έβρισκες.> της εξήγησε και η Αλίκη τον άκουγε με φανερή έκπληξη.

<Νομίζω ότι πρέπει να μιλήσουμε.> είπε απλά και κάθισε στο παγκάκι δίπλα του κρατώντας το λουλούδι στο χέρι της.

<Ναι πρέπει.> συμφώνησε μαζί της και παίρνοντας μία μεγάλη ανάσα ξεκίνησε να της εξηγεί. <Όπως ξέρεις ο πατέρας μου είναι γιατρός και μάλιστα από τους καλύτερους της γενιάς του. Το ίδιο όμως και ο μπαμπάς της Στέλλας. Ο πατέρας μου με έναν φίλο του από τη σχολή είχαν από τότε το όνειρο να φτιάξουν την δική τους διαγνωστική κλινική και να την πάνε στην κορυφή. Αυτό όμως που χρειάζεται ένα τέτοιο έργο είναι χρήματα και μάλιστα πολλά. Εδώ μπαίνει ο μπαμπάς της Στέλλας. Δέχτηκε να χρηματοδοτήσει το έργο τους με έναν όρο. Να παντρευτώ με την Στέλλα και η κλινική να μείνει στην οικογένεια. Τότε ήμουν στο πρώτο έτος. Γιατρός και εγώ και η κόρη του οπότε σίγουρα θα ήταν οικογενειακή επιχείρηση. Ο πατέρας μου δέχτηκε. Είχε παλέψει πολλά χρόνια για να βρει το κεφάλαιο που χρειαζόταν και πριν δέκα χρόνια τα είχε καταφέρει μαζί με τον φίλο του. Όμως ο φίλος έπαθε ένα ατύχημα και μετά από τρείς μέρες στην  εντατική πέθανε. Οπότε το όνειρο τους έμεινε στην άκρη και αναβίωσε ξανά πριν τρία χρόνια. Ο πατέρα μου ήθελε έναν συνέταιρο και τον βρήκε. Δεν σκέφτηκε τις συνέπειες μιας τέτοιας συμφωνίας με αυτό τον άνθρωπο. Αυτός είναι και ο λόγος που τα τελευταία χρόνια οι σχέσεις μας δεν είναι και οι καλύτερες αφού εγώ ήμουν αρνητικός από την αρχή.> είπε και έκανε μία μικρή παύση.

<Απίστευτο.> αναφώνησε η Αλίκη. Δεν περίμενε ότι ένας πατέρας θα έβαζε πιο ψηλά μία κλινική από ότι το ίδιο του το παιδί.

<Και λίγα λες. Από τους πολλούς τσακωμούς μας άρχισε να έχει πρόβλημα με την καρδιά του. Δεν ήταν κάτι σοβαρό απλά ήθελε ξεκούραση και να ήταν μακριά από εντάσεις και φασαρίες. Οπότε μίλησα με τη μητέρα μου και αποφασίσαμε να κάνω αυτό που μου ζήτησε τουλάχιστον μέχρι να τελειώσω τη σχολή. Μετά θα βλέπαμε. Την Στέλλα δεν την άγγιξα ποτέ ερωτικά. Τουλάχιστον όχι όταν ήμασταν μόνοι μας. Η σχέση μας είχε γίνει γνωστή στον ιατρικό κλάδο άρα όταν ήμασταν με κόσμο έπρεπε να παίζουμε τους ερωτευμένους. Ούτε εκείνη νοιώθει κάτι για εμένα ούτε εγώ για αυτή. Απλά συμφωνήσαμε σε μία προσωρινή λύση. Μάλιστα εκείνη είναι χρόνια ερωτευμένη με ένα παιδί από τη σχολή αλλά δεν μπορεί να κάνει κάτι για αυτό λόγω αυτής της βλαμμένης συμφωνίας.> τελείωσε την εξιστόρηση των γεγονότων και την κοίταξε βαθιά στα μάτια κρατώντας της γλυκά τα χέρια. <Είμαι ερωτευμένος μαζί σου από την πρώτη φορά που σε είδα. Ο Θάνος τα ξέρει όλα. Εγώ τον έβαλα να σου μιλήσει την πρώτη μέρα αλλά σου ορκίζομαι ότι δεν περίμενα να κάνει τόσο θεαματική είσοδο.> σχολίασε και η Αλίκη γέλασε με την θύμηση αυτής της στιγμής παρασέρνοντας και εκείνον. <Αλίκη δεν θέλω να σε χάσω από τη ζωή μου. Είναι η πρώτη φορά που νιώθω έτσι για κάποια και θέλω να είναι και η τελευταία. Έχω σκοπό να μιλήσω σύντομα με τη Στέλλα και να βρούμε μία λύση. Σου υπόσχομαι ότι θα κάνω τα πάντα για να είμαστε μαζί. Το μόνο που ζητάω είναι να με περιμένεις να ξεμπερδέψω με αυτή την συμφωνία. Θα το κάνεις;> ρώτησε με αγωνία.

<Θα σε περιμένω όσο χρειαστεί.> του απάντησε εκείνη με σιγουριά. Μόλις το άκουσε αυτό ο Αχιλλέας δεν έχασε άλλο χρόνο και την φίλησε δείχνοντας της τον έρωτα του. 

Έμειναν για λίγο αγκαλιασμένοι χωρίς να μιλάνε. Ένοιωθαν και οι δύο ολοκληρωμένοι εκείνη τη στιγμή. 

<Το ξέρεις ότι ο Θάνος και η Χαρά είναι μαζί και ότι γνωρίζονται από παλιά;> την ρώτησε ο Αχιλλέας κάποια στιγμή.

<Το ότι γνωρίζονται που το έχει πει η Χαρά εδώ και ένα μήνα περίπου. Ήρθαν πριν δύο μέρες στο νοσοκομείο και ήταν και οι δύο με ένα χαμόγελο ως τα αυτιά και μου ανακοίνωσαν για τη σχέση τους. Χαίρομαι πολύ για αυτούς.> είπε η Αλίκη χαμογελώντας.

<Ναι και εγώ. Αξίζει στον Θάνο ένα καλό κορίτσι όπως η Χαρά.> της είπε χαρούμενος για τον φίλο του.

<Ταιριάζουν πολύ.>

<Όχι πιο πολύ από εμάς.> είπε ο Αχιλλέας με παιχνιδιάρικο βλέμμα και την φίλησε. <Αλίκη μου, θα ήθελα να μην πούμε ακόμα τίποτα σε κανέναν για τη σχέση μας. Ποτέ δεν ξέρεις πότε θα σε βρει το κακό.> της ζήτησε με γλυκό ύφος

<Με δύο όρους.> είπε εκείνη κοιτώντας τον. Ο Αχιλλέας ανησύχησε και δεν μπορούσε να το κρύψει. <Πρώτον θα συνεχίσεις να φέρνεις τριαντάφυλλα. Ήταν το καλύτερο κομμάτι της ημέρα μου. Και δεύτερον, θα ήθελα να γνωρίσω τη Στέλλα αν δεν έχεις πρόβλημα.> του ζήτησε.

Εκείνος μόλις άκουσε τους όρους της χαμογέλασε πλατιά και την αγκάλιασε.

<Δεν χρειαζόταν καν να τα ζητήσεις. Θα τα έκανα και από μόνος μου.> της ανακοίνωσε δίνοντας ένα φιλί στα μαλλιά της. <Νόμιζα ότι θα ήθελες το κορμί μου για αντάλλαγμα και είχα ανησυχήσει.> της είπε μετά από λίγο και η Αλίκη δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα γέλια της. 

<Δεν νομίζω να σε χάλαγε αν στο ζήταγα.> του είπε πονηρά.

<Με έπιασες. Θα ήθελα να το ζητήσεις.> της είπε σαν μικρό παιδί που το έπιασαν να κάνει ζαβολιά και η Αλίκη γέλασε ακόμα πιο δυνατά. <Αλλά έχουμε καιρό για αυτά.> είπε και σφράγισε τα χείλη τους για ακόμα μία φορά.

Κάθισαν λίγο ακόμα στο παγκάκι αλλά κάποια στιγμή η Αλίκη έπρεπε να επιστρέψει στο σπίτι γιατί είχε αφήσει μόνη της την μαμά της. Κανένας από τους δύο δεν ήθελε να φύγει αλλά έπρεπε. Έδωσαν ένα φιλί προσωρινού αποχαιρετισμού και ο καθένας πήρε το δρόμο της επιστροφής.




Ελπίζω να σας άρεσε το κεφάλαιο. 

Τα λέμε σύντομα στο επόμενο. Φιλιά πολλά!!!

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top