Όλα.

Ο Billy με βοηθά να ανέβω στην μηχανή. Τα πόδια μου τρέμουν και ούτε γι αυτό είμαι ικανή.

Βλέπω κάποιους να μας ακολουθούν απο πίσω με κινητά. Νιώθω το φρικιό του τσίρκου.

Ανεβαίνει στην μηχανή και γυρνά να με κοιτάξει.

Κλαίω .

Φεύγει με ταχύτητα και νιώθω τον αέρα στο σώμα μου. Η άσφαλτος γλιστρά γρήγορα απο δίπλα μου και για μια στιγμή αφήνω χαλαρά τα χέρια μου και σκέφτομαι πως αν χαλαρώσω θα πέσω και θα συντριβώ. Και τίποτα απο αυτά δεν θα με νοιάζει.

-Κρατήσου !ακούω την φωνή του Billy καθώς την παρασέρνει ο αέρας και φτάνει στα αφτιά μου σαν όνειρο.

Να κρατηθώ..απο που?

Σφίγγω τα χέρια μου σε δυο μπουνιές και του χτυπάω μανιασμένα την πλάτη. Τα δάκρυα μου έχουν μπλέξει με τις μύξες μου. Ένα κουβάρι σκατά νιώθω.

-Που να σε πάω?ακούω την φωνή του και πάλι.

Και αρχίζω να γελάω και να κλαίω και νιώθω μια τρύπα , μια χοάνη να γεννιέται στο στομάχι μου και να εξαπλώνεται εντός μου και να τα καταπίνει όλα. Δεν θα αφήσει τίποτα μέσα μου. 

Έχω ξαναπέσει εκεί, έκανα τόσο καιρό να βρω τον εαυτό μου πάλι. Μάζεψα και τότε τα σκατά μου και τα έφτιαξα σε ανθρώπινη μορφή και απο τότε κουβαλάω αυτό το σαρκίο. Μέχρι και να χαμογελάω έμαθα και να γελάω πολύ καμιά φορά με την καρδιά μου.

Πως άφησα τον εαυτό μου να πέσει χαμηλά?γιατί να είμαι τόσο αδύναμη?γιατί να μην συνεχίσω να ζω στην μοναξιά μου χωρίς φίλους?τι ήθελα να αποδείξω..?

Ξέρω ποιά είμαι. Ξέρω πως με έχω χτίσει. Δεν θα μπορούσα ποτέ να ταιριάξω με κανέναν τους. 

Ο Άλεξ..έπρεπε να φωλιάσουν τα μάτια του μέσα μου?μόνο γιατί την ημέρα εκείνη που με έπρηζε η Κάτια ένιωσα τα μάτια του να μου δίνουν πίστη. Πίστη να συνεχίσω να είμαι δυνατή. 

Δυνατή..αυτό πρέπει να λέω μέσα μου. 

-Στο σπίτι του πατέρα μου..λέω και μειδιάζω. 

Θα μπορούσε να είναι. Το κρύο απρόσωπο προσωπείο του Μαλτέζου ταιριάζει απόλυτα με την εικόνα που έχω για τον άφαντο πατέρα μου.

Υποθέτω είναι και ο πραγματικός εξίσου σκληρός. Δεν αναρωτήθηκε ποτέ για μένα. Κι έτσι με άφησε στα δώδεκα μου να γνωρίσω τον θάνατο. Χαίρομαι που ο πατριός μου είναι νεκρός. Χαμογέλασα γαλήνια όταν έριξα πρώτη χώμα στο λάκκο του. Προσπαθούσα να ξορκίσω την εικόνα του. Την εικόνα μου σκυμμένη στα 4.

Πολύ μετά θα ανακάλυπτα πως ακόμη και πεθαμένος , βρήκε τρόπο να συρθεί απο το τάφο του και με χίλιους δυο τρόπους μεταμορφωμένους να έρθει πάλι πάνω μου . Μια ζωή με γαμάει. 

Σκατά. Δεν πρέπει να το σκέφτομαι αυτό. Δεν βγαίνει ποτέ σε καλό να τα σκέφτομαι και καταλαβαίνω οτι έχω μπήξει γερά τα νύχια μου ήδη στο δέρμα μου. Και απορώ γιατί δεν με πονάει. 

Ίσως αν το δοκίμαζα με άλλο τρόπο να ένιωθα πόνο. Να νιώσω κάτι άλλο..εκτός απο αυτή την τρύπα μέσα μου. Θέλω να κάνω εμετό.

Δεν είχα καταλάβει οτι ο Billy είχε σταματήσει την μηχανή και καθόταν απέναντι μου αμίλητος. Άναψε ένα τσιγάρο και μου το έδωσε. Του έγνεψα αρνητικά .

-Με τον Άλεξ είστε δηλαδή αδέρφια?μου λέει σιγανά.

-Οι γονείς μας παντρεύτηκαν πριν λίγο καιρό..τυπικά ναι είμαστε αδέρφια..αλλά απ'όσο βλέπεις η κατάσταση..λέω και δεν ξέρω τι να πω. 

Δεν έχει σημασία να δικαιολογούμαι. Τίποτα δεν έχει σημασία πια. Είμαι μια ηλίθια , ευκολόπιστη, ηλίθια, άχρηστη. Και ηλίθια. Και με μισώ τόσο πολύ.

-Σκατά..λέει και φέρνει το χέρι του στον ώμο μου.

-Φιλαράκι ξέρεις τι λένε..ζωή είναι θα περάσει..μου λέει και τραβά το κινητό μου απο την τσέπη μου. Γράφει κάτι και το ξαναχώνει στο ίδιο σημείο.

-Όποτε θέλεις..απλά πάρε με τηλέφωνο φιλαράκι..μου λέει και με αγκαλιάζει.

Χώνομαι στην αγκαλιά του ευγνώμων και κλαίω.

Τον σκουντάω και κάνω ένα βήμα πίσω κοιτώντας τον ανέκφραστα.

-Είμαι έτοιμη . Φεύγουμε, λέω και πάνω στην μηχανή ανακαλύπτω οτι ο αέρας μπορεί να περάσει απο μέσα μου. 

Μέσα απο την τρύπα του στομαχιού μου που σιγά σιγά τρώει τα πάντα.

Δεν τον αποχαιρέτησα , ούτε είπα ευχαριστώ. Μπροστά μου το τεράστιο οίκημα του Μαλτέζου με περίμενε σαν πρόκληση. Ένιωθα να γεύομαι στα χείλη μου ξαφνικά λίγο απο την μεταλλική γεύση της εκδίκησης. Είχε άσχημη γεύση. Αλλά σαν την γευόμουν έπαυα να νιώθω θλίψη. Και ηλίθια. 

Μπαίνω μέσα και προχωράω προς την δυτική πτέρυγα. Ακούω αναστεναγμούς.

Ο Μαλτέζος θα πηδάει την μάνα μου.

Προχωράω και στέκομαι μπροστά απο την πόρτα.

-Μαμά..λέω έντρομη.

Συχαίνομαι να την αποκαλώ μαμά. Δεν έχει τα χέρια μητέρας. Είναι σκέτο τέρας.

-Έχουμε δουλειά!μου φωνάζει ελαφρώς εκνευρισμένα.

-Πάω στη βιβλιοθήκη μαμά..ελάτε..δεν είμαι καλά..κάτι άσχημο συνέβη..λέω και κλαίω επιδεικτικά.

Ανοίγει την πόρτα θυμωμένα. Στο βάθος βλέπω τον Μαλτέζο να με κοιτά γυμνός.

-Ο Άλεξ ..μαμά..με πείραξε..πολύ..λέω και κλαίω ξανά.

Ο Μαλτέζος σηκώνεται σαν ελατήριο και έρχεται κατά πάνω μου ενώ κρατά τα χέρια του σε δυο μπουνιές.

-Σε .πείραξε.αυτός?λέει και χαίρομαι που επαληθεύομαι.

Ο Μαλτέζος φαίνεται πως ήδη του έχει γυρίσει το μάτι. Και ξέρω σε ποιόν θα ξεσπάσει.

Και θα φροντίσω να ξεσπάσει τόσο πάνω του , ώστε να σπάσει στα δυο.

-Κατεβαίνω μου λέει αυταρχικά καθώς βλέπω να σχηματίζει ένα νούμερο.

-Τσακίσου εδώ. Τώρα. λέει και μου ξεφεύγει ένα χαμόγελο. 

Δεν περνά απαρατήρητο απο την "μαμά".

-Πάλι σε πειράξαν?πως γίνεται πάντα να είσαι το θύμα?μου λέει ψιθυρίζοντας και μου μπήγει τα νύχια της βαθιά. 

Αλλά ούτε αυτά νιώθω.

Θα τα γαμήσω όλα.

Και πρώτα τον Άλεξ.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top

Tags: #xxx