Κεφάλαιο Δώδεκα- Τυφλή Εμπιστοσύνη
« Αναχώρησε ..» μονολογούσε ξανά και ξανά μήπως το χωρέσει ο εγκέφαλος και η καρδιά της κυρίως η δεύτερη οπού τρυπήθηκε θανάσιμα από το βέλος του ερωτά και αιμορραγούσε .
Διπλά της σιωπηλή φιγούρα ο Ρομπερτο κάλυπτε το παγωμένο χέρι της για να διαπιστώσει αυτό οπού ήδη φανταζόταν κρίνοντας από το απλανές θλιμμένο βλέμμα της που αποζητούσε απαντήσεις στα τόσα αναπάντητα ερωτήματα .
« Κόρη μου τι σου συμβαίνει ?» ψιθύρισε γνωρίζοντας ήδη την απάντηση η εικόνα κραύγαζε από μονή της πως μια καρδιά είχε ληστεύει αγριωπά από τον γιο του αφήνοντας πίσω μονάχα συντρίμμια και σωρεία γιατί .
Πάνω στην ώρα πρόβαλε από την κεντρική μπαλκονόπορτα ο Χόρχε κεφατος ντυμένος πολύ προσεγμένα και αριστοκρατικά στην όψη της το χαμόγελο πάγωσε στα χείλη του ενώ ένα σκίρτημα διαπέρασε και την δική του καρδιά .
Έσπευσε ταχύτατα στο πλάι της φοβισμένος μα εκείνη φάνταζε να μην τους έχει αντιληφθεί βυθισμένη στις σκέψεις και τις φαντασίες της , αν και από την εμπειρία του ως γιατρός δεν άργησε να καταλήξει στο συμπέρασμα πως βρισκόταν υπο την επήρεια ισχυρότατου σοκ .
« Γιατρέ κάνε κάτι ..δεν βαστάω να την αντικρύζω σε αυτή την κατάσταση !»
Έγνεψε με το χέρι του να σωπάσει καθώς ο πανικός δεν της προσέφερε καμία απολύτως βοήθεια αντιθέτως την βύθιζε χειροτέρα στην απώλεια .
« Καλμάρετε κύριε Ρομπερτο ..είναι σοκαρισμένη τα συναισθήματα της έχουν παγώσει ενώ ο εγκέφαλος της δίνει μάχη να επεξεργαστεί τις πληροφορίες με αντιπερισπασμό την θλίψη που την έχει καταλάβει ..»
« Θεέ μου άτυχο μου πλάσμα ..εγώ φταίω δεν ήξερα πως ότι ξεστόμιζα τόσο αυθόρμητα θα σου στερούσε την ζωντάνια !»
Στράφηκε προς το μέρος της χαϊδεύοντας τρυφερά τα μαλλιά της σε μια προσπάθεια να την επαναφέρει ομαλά στην πραγματικότητα από τον κόσμο της φαντασίας που πλανιοταν. « Σελινα μου κοίταξε μας είμαστε εδώ στο πλευρό σου ..μην διστάσεις να εκφράσεις όσα σε βασανίζουν ενώπιον μας !» ψιθύρισε απαλά δίχως να διακρίνει καμία ανταπόκριση .
« Ας της δώσουμε λίγο χρόνο ..»
« Μα γιατρέ δεν υπάρχει κάτι οπού μπορούμε να πράξουμε για να συνέλθει ? Για όνομα του υψίστου δεν βλέπεις πως είναι ακίνητη σαν άψυχη κούκλα ?
Κάνε κάτι εκτός από το να μιλάς !» διαμαρτυρήθηκε έντονα ο Ρομπερτο οπού δεν δύναται να ελέγξει τον πανικό του .
« Όσο φωνάζουμε από πάνω της τόσο την αγχώνουμε ..σας εξήγησα την κατάσταση !
Είναι άνθρωπος όχι ρομπότ να αντιδρά με την δική μας βούληση ..παρακαλώ για ακόμη μια φορά να ανακτήσετε την χαμένη σας ψυχραιμία για το καλό της !»
« Πως μπόρεσε ..?»συλλάβισε παγερά με την ιδιά έκφραση χαραγμένη ανεξίτηλα στο εκθαμβωτικό πρόσωπο της που είχε στραγγίξει από χρώμα .
« Ποιος σε έβλαψε κορίτσι μου ?»
έσπευσε ανυπόμονος για πολλοστή φορά ο Ρομπερτο να εξακριβώσει τι συνέβαινε γύρω του δίχως να αντιλαμβάνεται ο ίδιος, έπειτα από ώρα κοίταξε τους δυο άνδρες μελαγχολικά ενώ ένας λυγμός πνιγόταν στα βαθύ του λαιμού της .
« Με συγχωρείται για την αναστάτωση ..χρειάζομαι λίγη ώρα μοναχή μου ..» ψέλλισε καθώς σηκωνόταν από την θέση της τρεκλίζοντας ζαλισμένη ενώ έσκυψε να συμμαζέψει παράλληλα το ραγισμένο ποτήρι από το έδαφος .
« Άφησε το ποτήρι θα το μαζέψει το προσωπικό ..πήγαινε ..» την συμβούλεψε τρυφερά ακινητοποιώντας την με το χέρι του ο άνθρωπος οπού υποσχέθηκε να την προστατεύει , δυστυχώς δεν τολμούσε να φανταστεί πως ο γιος του αποτελούσε τον κίνδυνο .
Ο Χορχε ακούμπησε ανεπαίσθητα τους ωμούς της γνέφοντας της να προχωρήσουν στο εσωτερικό του οικήματος δίχως να προβάλει αντιστάσεις αφέθηκε στα χεριά του αναζητώντας λίγη από την χαμένη της θαλπωρή .
« Είμαστε μονοί τώρα αν θέλεις να μου μιλήσεις ..τι σου έκανε ?» ρώτησε ευθέως δίχως να χάσει χρόνο σαν προσέγγισαν το καθιστικό , αμέσως τύλιξε τα χεριά της γύρω από το σώμα της ενώ του γύρισε την πλάτη για να μην δει τα δάκρυα που απειλούσαν να στάξουν .
« Δεν έχω να σου πω τίποτε απολύτως !»
« Άμυνα το πρώτο στάδιο της άρνησης ..πάμε παρακάτω ..είναι πασιφανές γλυκιά μου τι συμβαίνει !»
« Κάνεις πως τα ξέρεις όλα έτσι γιατρουδακο ?
Μπορείς να μας γιατρέψεις τις πληγές με τα δηλητήρια που μας ποτίζεις ?
Όλα είναι ευκολά για εσένα ! Όμως ένα σου λέω και βάλτο καλά στο νου δεν έχεις ιδεα τι αισθάνομαι !»
« Έχεις δίκιο ..ποιος είμαι άλλωστε εγώ να κρίνω με γνώμονα τις ανούσιες γνώσεις μου την ψυχοσύνθεση σου ..μα ενώπιον σου στέκεται ο άνθρωπος και όχι ο επιστήμων ..» στράφηκε προς το μέρος του αφήνοντας τον να διακρίνει την οργή οπού έβραζε μέσα της σε αλληλουχία με χιλιάδες αλλά συναισθήματα που προφανώς έρχονταν σε δεύτερη μοίρα .
« Τι θέλεις κι εσυ ?
Μια ερωμένη να περάσεις το βραδύ σου και έπειτα να γυρίσεις στην όμορφη ζωούλα σου διαγράφοντας την ανόητη που σου δόθηκε μια για πάντα από τα κατάστιχα του μυαλού σου ?»
« Όχι ! Αν και παραδέχομαι πως έχω διαπράξει διάφορων ειδων αμαρτήματα με μια γυναικά σαν εσένα δεν θα την έσβηνα ευκολά ..»
« Είδες ? Ίδιοι είστε με τον φίλο σου ..ήρθες εσυ να με παρηγορήσεις επειδή με παράτησε ?
Δεν χρειάζεται κανέναν δεν έχω ανάγκη ..μονή παλεύω από παιδί και έτσι θα πορευτώ!» φώναζε θυμωμένη όσο ποτέ εκτοξεύοντας βέλη και κατηγορίες προς όλες τις κατευθύνσεις .
« Σε παράτησε ?» επανέλαβε ξαφνιασμένος .
« Ακριβώς ήμουν το σκεύος ηδονής του ...» ψέλλισε προτού την πνίξουν οι λυγμοί και γονατίσει πλάι στους πανάκριβους καναπέδες , έτρεξε πλάι της σαν άγρυπνος φρουρός δίχως να την αγγίζει μα έτοιμος να επέμβει εάν χρειαζόταν την βοήθεια του .
Αφού την άφησε για λίγη ώρα να εξωτερικεύσει όλη την πικρία οπού έκρυβε μέσα της τύλιξε τα χεριά του γύρω από τους ωμούς της υποστηρικτικα.
« Δεν σου αξίζει ..σύντομα θα το αντιληφθεί μα θα είναι αργά ..»
« Ούτε ένα σημείωμα δεν άφησε πίσω του ..τόσο άξιζα για εκείνον ! Ήμουν όσα είχε πλάσει ο νους του για εμένα ενσάρκωσα την πόρνη οπού ονειρευόταν από το μπαρ ..εγώ φταίω ποσό αδαής φάνηκα να πάρει !»
« Όχι δεν ευθύνεσαι εσυ ..σε παρέσυρε ! Είναι άπιαστος στο φλερτ και τα τεχνάσματα μα δεν δίνει συναίσθημα απορώ εάν υπάρχει κάτι στα βαθύ της καρδίας του ..» μονολογούσε απογοητευμένος με το κεφάλι της να ακουμπά στον ωμό του .
« Είναι κενός !
Το ήθελα τόσο ..δεν περίμενα τέτοιο φέρσιμο ..μα γιατί σου τα εκμυστηρεύομαι όλα αυτά ? Εσυ είσαι φίλος του το δικό του μέρος θα πάρεις ότι κι αν λες ! Με συγχωρείς.» τραβήχτηκε απότομα μακριά κοιτώντας τον επιφυλακτικά παρόλη την καλή διάθεση και την υποστήριξη που έλαβε από εκείνον .
Το χέρι του στον καρπό της ζητούσε λίγα δευτερόλεπτα ακρόασης « Σε καμία περίπτωση θα έπαιρνα το μέρος του !
Μα μην βιάζεσαι να με κρίνεις ..θα φυλάξω όσα μου εξομολογήθηκες ως κόρη οφθαλμού αυτό να θυμάσαι ..»
Δίχως να αρθρώσει λέξη με την ιδιά ποιητική μελαγχολία στο πρόσωπο της και βαρύ φορτίο στις πλάτες ανέβηκε αργά προς το δωμάτιο οπού έχασε ότι πολυτιμότερο φυλούσε μέσα σε μερικά λεπτά .
Έριξε μια ματιά στο ματωμένο κατωσέντονο ζωντανή απόδειξη της αγνότητας μιας άλλης εποχής που κούρσεψε ο λάθος άνδρας , από τα σχολικά της κιόλας χρονιά αρνιόταν την επαφή με αγόρια όσο την κυνηγούσαν τόσο κρυβόταν κάποιοι την περιγελούσαν αποκαλώντας την ανέραστη , ξενέρωτη κι αλλά πολλά που ίσως δεν έφθασαν ποτέ στα αυτιά της .
Αστούς να λένε σκέφτοταν δίνοντας κουράγιο στον εαυτό της αν και οι φίλες της επέλεγαν να την κρατούν πάντοτε σε αποστάσεις εφόσον δεν είχαν με ποια να μοιραστούν τις αστείες ερωτικές τους περιπέτειες όπως συνήθιζε να της χαρακτηρίζει .
Έως και σήμερα που πλέον αισθανόταν στο πετσί της το αίσθημα της εγκατάλειψης έχοντας βιώσει την ηδονή στο μέγιστο βαθμό ίσως και λίγη από την γλυκά του ερωτά που φρόντισε να της κλέψει σήμερα το πρωί ο ίδιος άνδρας .
Κοιτάζοντας το ξέστρωτο κρεββάτι οι εικόνες ξεπηδούσαν από κάθε πιθανή γωνιά του μυαλού της κρατώντας την εγκλωβισμένη σε ένα λάθος , κάθισε σε μια γωνιά στο πάτωμα δίχως να τραβά το βλέμμα της .
Τα σεντόνια κρατούσαν την μυρωδιά του , κάθε γωνιά του δωμάτιου διηγούνταν την σύντομη ιστορία του ειδυλλίου οπού έζησαν μπορούσε ακόμη αν έκλεινε τα ματιά της να αισθανθεί το άγγιγμα του στο δέρμα της , τα χείλη του στα δικά της ξύπνησε με μια γλυκιά προσμονή να ξεκινήσουν από την αρχή το ερωτικό παιχνίδι να έχει την ευκαιρία να τον γευτεί .
Μα εκείνος απέδειξε περίτρανα πως μόνο η ικανοποίηση του τον ενδιέφερε εκτονώθηκε επάνω στο σώμα της λίγο προτού επιστρέψει στην επίσημη όπως φανταζόταν , εισέβαλλε στο μπάνιο έξαλλη αφήνοντας τους πίδακες του νερού να τον αποβάλουν από την σάρκα της .
Μα μια εφιαλτική φωνούλα μέσα της ούρλιαζε πως όσο και να έτριβε το δέρμα της το φίλτρο του ερωτά του είχε ριζωθεί για τα καλά στην καρδιά της κυλούσε στο αίμα της , κυρίευε το μυαλό της, ανέπνεε από τους δικούς της πνεύμονες η καρδιά του χτυπούσε στην δική της .
« Όχι να σε πάρει ..δεν θα σου δώσω αξία με το να κατοικείς στο σώμα μου από σήμερα κιόλας σε έχω ξεχάσει Ρικάρντο !» φώναξε θυμωμένη πετώντας το λευκό μπουρνούζι στο πάτωμα σαν να έδιωχνε εκείνον .
Ο Ρομπερτο έτρωγε σιωπηλός το μεσημεριανό του με συντροφιά έναν συννεφιασμένο και μουντό ουρανό έτοιμο να ποτίσει την γη με άγιο ύδωρ ευλογημένο , το φαγητό φάνταζε άνοστο στον ουρανίσκο του καθώς η σκέψη του πλανιόταν γύρω από την πληγωμένη φιγούρα του επάνω ορόφου .
Ύψωσε το βλέμμα του προς την μεριά του μπαλκονιού με την ελπίδα να την αντικρύσει να ξεπροβάλει χαμογελαστή λαμπερή σαν ήλιος μονομιάς να διώξει την συννεφιά και την μαυρίλα επουλώνοντας την πληγή προχωρώντας μπροστά .
Οι σκέψεις τον οδήγησαν και πάλι πίσω στην εύθραυστη χλωμή νεαρή κοπέλα με τα μαύρα ίσια μαλλιά και το κατάλευκο δέρμα με εκείνες τις λίμνες των γκρίζων ματιών της οπού χανόσουν για ώρες θαυμάζοντας το μεγαλείο της ψυχής που κουβαλούσε .
Η Ζηνοβία υπήρξε όλος του ο κόσμος από την πρώτη ημέρα που την γνώρισε σε εκείνη την βαρετή δεξίωση επίδειξης πλούτου και δύναμης που τον είχαν τρέξει οι γονείς του με το ζόρι , έπληττε θανάσιμα πίνοντας το ένα μετα το άλλο τα ποτήρια γαλλικής σαμπάνιας καταπατώντας τους κανόνες ευπρέπειας .
Στο τέταρτο απανωτό ποτήρι που κυλούσε ήδη στον λαιμό του δροσερό εμφανίστηκε σαν οπτασία περνώντας από μπροστά του παρέα με την αδελφή της που κρατούσε αγκαζέ , το άρωμα που φορούσε ταξίδεψε το νου του πίσω στα παιδικά του χρονιά τα καλοκαίρια παίζοντας ανέμελος στο εξοχικό του πλάι στις μυρωδάτες λεμονιές .
Ζαλισμένος την ακολουθήσε με σκοπό να την γνωρίσει καλυτέρα έμοιαζε βγαλμένη από παραμύθι ίσως έφταιγε το ροζ μέχρι το γόνατο φουστάνι της εποχής , η μήπως τα πιασμένα με μια λευκή κορδέλα καλοχτενισμένα μαύρα σαν τον έβενο μαλλιά της μάλλον η φυσική της ομορφιά κατέληξε μαγεμένος .
Άδραξε την ευκαιρία να βρεθεί στο πλευρό της σαν η μεγαλύτερη αδερφή της έπιασε την κουβέντας με έναν ζάμπλουτο ζεν πρεμιε μιας και οι γονείς της αναζητούσαν διακαώς έναν υποψήφιο γαμπρό να την φορτώσουν λόγω της μη φανταχτερής εμφάνισης που κατείχε μα και της δυστροπίας του χαρακτήρα της .
Φόρεσε το ομορφότερο χαμόγελο απορεια της γοητείας που του ασκούσε και πλησίασε φιλώντας ιπποτικά το χέρι της ντροπαλής κοπέλας οπού κοκκίνησε αστραπιαία πιάνοντας με την άκρη του ματιού της το επικριτικό βλέμμα της αυστηρής μητρός της .
« Σε παρακαλώ φύγε ..είναι ικανή να δημιουργήσει σκάνδαλο ενώπιον τόσου κόσμου !» τον προειδοποίησε με τρεμάμενη φωνή που του πηρέ τα μυαλά ακόμη περισσότερο « Μοιάζεις με άγγελο. Θα μου χαρίσεις το όνομα σου ?»
« Όχι ..να με αφήσεις ήσυχη παρακαλώ προτού γίνουμε μαλλιά κουβάρια ..»
« Για εσένα ακόμη κι ο θάνατος φαντάζει μικρή θυσία ..!» ψέλλισε εκστασιασμένος αποστομώνοντας την ενώ στις άκρες των χειλιών της χαρασσόταν ένα αμυδρό χαμόγελο « Ζηνοβία με λένε κύριε ποιητή !» αστειεύτηκε αδιαφορώντας για τα βλέμματα όλων .
« Εμείς οι δυο θα παντρευτούμε μικρή μου πριγκίπισσα αυτό να το θυμάσαι ..» είχε ψιθυρίσει στο αυτί της φεύγοντας χαμογελαστός και ευτυχισμένος από την δεξίωση για να επιστρέψει ένα μηνά αργότερα με ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα στα χεριά στο πατρικό της να ζητήσει το χέρι της .
Την ρητή άρνηση των γονιών την είχε ψυλλιαστεί καθώς δίχως τα χρήματα του πανίσχυρου πατερά του δεν θεωρούνταν περιζήτητος γαμπρός εκτός αυτού μια ηλίθια παράδοση της οικογένειας τους επέβαλε να παντρεύεται πρώτα η μεγαλύτερη θυγατέρα ιεραρχικά και έπειτα να ακολουθούν οι επόμενες .
« Με αγαπάς όσο εγώ εσένα έτσι δεν είναι Ζηνοβία ?»
« Νομίζω ναι.. μα δεν γνωρίζω τίποτα για εσένα ..ούτε καν το όνομα σου πως μου ζητάς να θυσιάσω τους ανθούς της νιότης μου για εσένα ?»
« Τι σημασία έχουν τα ονόματα εμπρός στην κάψα του ερωτά που στοιχειώνει τα όνειρα μας μέρα νύχτα ?
Αν με αρνηθείς θα ραγίσεις την καρδιά μου σε χίλια κομμάτια ..αν σε απασχολεί η οικονομική μου κατάσταση δεν θα στερηθείς κάτι ..! Είμαι ο Ρομπερτο Γκουτιερεζ γόνος της γνωστής οικογένειας εφοπλιστών αρκεί ?» ρωτούσε με το καρδιοχτύπι του να έχει χτυπήσει κόκκινο ερχόμενος αντιμέτωπος με χίλια δυο εμπόδια από την ημέρα που ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και παντοτινά .
« Φύγε από εδώ μέσα η αδερφή μου δεν είναι για τις δάγκανες σου ! Άλλωστε εγώ δεν έχω παντρευτεί ακόμη στην ηλικία των είκοσι πέντε .. ποσό μάλλον η Ζηνοβία που είναι μόνον δεκαοκτώ !»
« Όσο για εσένα δεσποσύνη το μέλλον προβλέπεται δυσοίωνο. Θα σε τρώει πάντοτε ο φθόνος για την αδερφή σου γιατί δεν έχεις τίποτα από όσα είναι προικισμένη εκείνη ! Μα εγώ ο κόσμος να χαλάσει θα την κάνω γυναικά μου !» δεν δίστασε να απαντήσει εμπρός στους έκπληκτους γονείς και την εξαγριωμένη αδερφή της .
Έπειτα μέσα στον αναβρασμό στράφηκε ξανά προς την εκλεκτή της καρδίας του αναμένοντας μονάχα ένα νεύμα το οποίο και έλαβε ως ανταμοιβή της μάχης που είχε δώσει να την κατακτήσει ενώ ταυτόχρονα με δάκρυα στα ματιά αποχαιρετούσε την οικογένεια της αρπάζοντας σφικτά το χέρι του ταξιδεύοντας μακριά στο πλευρό του .
« Πάμε οπού η καρδιά ορίζει !» Ψέλλισε συγκινημένη κουρνιάζοντας στην αγκαλιά του φοβισμένη για το αύριο όπως ο ίδιος μα η τόλμη του ξεπερνούσε το εγώ του , δίχως καμία βοήθεια παντρευτήκαν ολομόναχοι σε ένα μεσαιωνικό ξωκλήσι χτισμένο στην κορυφή ενός βουνού .
Η ανάμνηση της μέσα στο ολόλευκο ραμμένο εξ ολοκλήρου από δαντέλα λιτό φόρεμα και τα ανέμελα μακριά μαλλιά της που κοσμούσαν λεμονανθοί πλεγμένοι σε στεφάνι δεν θα σβηνόταν από το νου του ακόμη κι όταν θα άφηνε την τελευταία του πνοή θα την κουβαλούσε στην ψυχή του αιωνία ως κληρονομιά καθώς η αμαρτωλή του ύπαρξη δεν θα του επέτρεπε να την συναντήσει στον παράδεισο οπού αναπαυόταν .
Έσμιξαν για πρώτη φορά σε μια ερημική ακτή επάνω στην παγωμένη άμμο με το κύμα να γλύφει τα γυμνά κορμιά τους και την σελήνη να φωτίζει τον ερωτά τους που αποκτούσε σάρκα και οστά επισφραγίζοντας τους γαμήλιους όρκους που μόλις είχαν ανταλλάξει .
Ζούσαν ανέμελα τα πρώτα χρονιά του γάμου τους προσπερνωντας το γεγονός πως οικογένειες τους αμφότερες φρόντισαν να τους αποκληρώσουν εγκαταλείποντας τα καλοαναθρεμμένα τεκνά τους στο έλεος του θεού , μα εκείνοι δεν δείλιασαν στιγμή με την λέξη σ αγαπώ να μην σταματά να βγαίνει από τα χείλη τους καθημερινά και τον ερωτά να θριαμβεύει ξεκίνησαν από το μηδέν και κατέκτησαν το παν .
Πολύ γρηγορά κατέκτησε τον επιχειρηματικό κόσμο με τις μοντέρνες για την εποχή ιδέες του που επέφεραν χρυσό στα αφεντικά του έως ότου τον αποκάλεσαν μηδα της σύγχρονης εποχής , η Ζηνοβία υπομονετική στεκόταν στήριγμα στο πλάι του ενώ παράλληλα οι ρομαντικές της ιστορίες πωλούσαν εκατοντάδες αντίτυπα τοποθετώντας την στην λίστα με τις εμπορικότερες συγγράφεις .
Τα πρώτα σύννεφα στον ερωτά τους παρουσιάστηκαν στα δέκα χρονιά εγγάμου βίου που ενώ είχαν κατακτήσει τον κόσμο και οι περιουσία τους αυξανόταν καθημερινά η μεγαλύτερη επιθυμία και των δυο δεν έλεγε να πραγματοποιηθεί εμμέναν άκληροι .
Ταλαιπωρίες , φάρμακα ,γιατροί αλλεπάλληλοι και αποτυχημένες εγκυμοσύνες την μια μεριά του ανακοίνωνε πως ήταν έγκυος υπο το φως των κεριών και τους ήχους κλασσικής μουσικής την επόμενη ακολουθούσε θρήνος η μήτρα της δεν δύναται να κρατήσει τα έμβρυα .
Απελπισία , θλίψη , δάκρυα η ζωή τους είχε μετατραπεί σε καθημερινή κόλαση οι καυγάδες αποτελούσαν ρουτίνα μέσα στην ημέρα με την ιδιά φράση να αντηχεί στα αυτιά του ακόμη και σήμερα.
« Θέλω να γινώ μανά !
Ας τα χάσω όλα αρκεί να αποκτήσω ένα Μωρό !
Η μοίρα μας τιμωρεί για τα πλούτη και τις ματαιότητες που απολαμβάνουμε !» επαναλάμβανε μέσα σε υστερίες και λυγμούς .
Έφθασε στο ζενίθ κουράστηκε η αγάπη του πλέον δεν ήταν αρκετή δεν κάλυπτε τα κενά για εκείνον η πατρότητα δεν αποτελούσε προτεραιότητα όσο η ψυχική υγειά της μονάκριβης του , μα μέσα στο νου της είχε καρφωθεί η ιδεα υπερνικώντας τα πάντα .
Τον εγκατέλειψε ένα χιονισμένο πρωινό καταστρέφοντας όλα όσα έκτιζε τόσα χρονιά τον κατάντησε ερείπιο για να επιστρέψει τέσσερις μήνες μετά., σαν να μην είχε συμβεί τίποτα με την ευτυχία να λαμποκοπά στο πρόσωπο της αναζητώντας την χαμένη τους αγάπη που η ιδιά είχε διαγράψει μονομιάς για ένα παιδί το οποίο πλέον έτρεφε στα σπλάχνα της ..η ευχή της είχε πραγματοποιηθεί μα θα της στοίχιζε πολλά στο μέλλον που να το φανταζόταν η άμοιρη .
Η ονειροπόληση τον είχε συνεπάρει τόσο που μπορούσε να ακούσει την φωνή της να ψιθυρίζει στο αυτί του « Κάτι κακό μας προσεγγίζει ολοένα πιο κοντά όσο περνάει η ώρα το αισθάνομαι..» ποσό προφητικά φάνταζαν εκείνη την αποφράδα μέρα που ξημέρωσε για εκείνους .
« Κύριε Ρομπερτο βρέχει ..θα κρυώσετε αν μείνετε λίγο ακόμη εδώ κάτω !» τον μάλωσε στοργικά η Σελινα που σαν σωστή επαγγελματίας επέστρεψε να τον φροντίσει παραβλέποντας την θλίψη που καταπλάκωνε την καρδιά της .
« Σε ευχαριστώ που με νοιάζεσαι ..» ψιθύρισε κλείνοντας τα βλέφαρα του με την ελπίδα να κρατήσει την όψη της για μερικά ακόμη λεπτά εμπρός του , ήθελε τόσο να την αγκαλιάσει να της ζητήσει ένα τεράστιο συγνώμη μα για εκείνη ο χρόνος σταμάτησε να κυλά ..
« Εκείνη σκέφτεστε έτσι ?» μάντεψε ορθά καθώς τον βοηθούσε να ξαπλώσει για την μεσημεριανή του σιεστα , εκείνος σήκωσε αργά το ένοχο βλέμμα του στηλώνοντας στο πρόσωπο της.
« Ήρθε να με επισκεφτεί είχε τόσα να μου πει ! Θυμήθηκα όλη μας την ιστορία μην με περάσεις για τρελό ..έχουμε μια επαφή ακόμη και έπειτα από χρονιά !»
Το γλυκό χαμόγελο της ζέστανε αμέσως την καρδιά του ηλικιωμένου άνδρα διώχνοντας μακριά τις ενοχές που τον κατέκλυζαν για την μοίρα οπού της είχε υποσχεθεί μα δεν της προσέφερε και αλλά πολλά αμαρτήματα του .
« Οι μεγάλες αγάπες δεν ξεχνιούνται ..ούτε ο θάνατος δεν τις νικά !»
« Έτσι είναι κόρη μου ..μα εσυ τι έχεις πες μου τώρα που ηρέμησες ..τι σου τρώει τα σωθικά ?» άλλαξε απότομα το θέμα προκαλώντας την επιστροφή της απόμακρης έκφρασης που από το πρωί αναστάτωνε την ζωή τους .
« Έλαβα κάποια άσχημα νέα νωρίς το πρωί ..αυτό είναι όλο !»
« Η φυγή του Ρικάρντο σε πλήγωσε ? Δεν μπορείς να κρυφτείς από εμένα μικρή μου μόλις σου το ανακοίνωσα παρέλυσες ..» έστρεψε έξω από το παράθυρο στα δεξιά της το πρόσωπο της χαζεύοντας την βροχή οπού χτυπούσε ρυθμικά το τζαμί .
« Θεώρησα πως είμαι η αίτια της ξαφνικής φυγής ..δεν ήθελα να σας διαλύσω ..μα εκεί που πηγαίνει σιγουρά θα είναι ευτυχισμένος χωρίς την ενοχλητική μου παρουσία αναμεσά στα ποδιά του !» ψέλλισε μονολογώντας πασχίζοντας να συγκρατήσει τα δάκρυα οπού όσο κι αν έκλαψε δεν έλεγαν να στερέψουν .
Το ροζιασμένο χέρι του άνδρα κάλυψε το δικό της ξανά όπως το πρωί πατρικά ξεχειλίζοντας στοργή ενώ σαν αγκάθι τα λογία της χαρασσόταν στο νου του « Δεν έφυγε εξαιτίας σου ..πάντοτε οι δουλείες είχαν αξία για εκείνον !»
« Θα αργήσει να επιστρέψει ..?» ρώτησε επιβεβαιώνοντας τις υποψίες του άνδρα με μαθηματική ακρίβεια .
« Τώρα υπάρχει λόγος ..» αποκρίθηκε κοφτά χαμογελώντας με νόημα ενθαρρύνοντας την πεσμένη της ψυχολογία ενώ μια ελπίδα γεννιόταν μέσα της .
« Σας αφήνω να ξεκουραστείτε ..θα σας δω το απόγευμα ..» πρόφερε βιαστικά ενώ έτρεξε να κλειδωθεί στον δικό της κόσμο.
Άνοιξε την μεγάλη μπαλκονόπορτα στο καθιστικό βγήκε με τα χεριά ανοιχτά αφήνοντας την βροχή να την εξαγνίσει επιθυμούσε να αποκτήσει την χαμένη αγνότητα της πίσω , σαν να μην πέρασε ποτέ το βραδύ στο πλάι του μα ο πόθος την νίκησε τι κρίμα που δεν σήμαινε τίποτα για εκείνον .
« Μάργκαρετ ένα σκετο εσπρέσο στο γραφείο μου !» πρόσταξε με τον γνώριμο αυστηρό του τόνο την επι χρόνια γραμματέα του που τον κοίταζε λες και έβλεπε φάντασμα « Κύριε Στόουν δεν σας περιμέναμε! Επιστρέψατε νωρίτερα από την προγραμματισμένη ημερομηνία !»
« Υπάρχει κάποιο πρόβλημα ? Άφησε τα άσκοπα σχόλια και ετοίμασε μου τον καφέ έχουμε πολύ δουλεία εμπρός μας !
Κάλεσε τους συντελεστές της νέας ταινίας στο γραφείο μου σε μισή ώρα έκτακτο μίτινγκ !»
« Μάλιστα κύριε ..» πρόφερε χαμηλόφωνα η νεαρή κοπέλα παρατηρώντας το ανταριασμένο πρόσωπο του αφεντικού της που χάθηκε σαν σίφουνας στο ασανσέρ για τον δωδέκατο όροφο του ουρανοξύστη που φιλοξενούσε το γραφείο του .
Κάθισε αναπαυτικά στην θέση του απολαμβάνοντας την ελευθέρια του ξανά έπειτα από τις προηγούμενες ημέρες οπού αφήσαν σημάδια επάνω του μα όχι ανεξίτηλα αναλογίστηκε ακουμπώντας τις ουλές από τις σφαίρες που δέχθηκε .
Μα όλα εκείνα ανήκαν πλέον στο παρελθόν την υπόθεση είχε αναλάβει η αστυνομία ενώ οι ένοχοι εξέπνευσαν στο νοσοκομείο το προηγούμενο βραδύ κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.
Οπως ενημερώθηκε σήμερα το πρωί αυτό σαφώς του κίνησε τις υποψίες καθώς τα στοματά έπρεπε πάση θυσία να σιωπήσουν !
Άνοιξε εμπρός το φορητό του υπολογιστή βυθίστηκε στην εργασία διώχνοντας από το μυαλό οποιαδήποτε ενοχλητική ανάμνηση απειλούσε να του αποσπάσει την προσοχή.
Ξεφυλλίζοντας διαφορά βιογραφικά και φωτογραφίες μοντέλων και ηθοποιών για τον κενό μέχρι στιγμής ρολό της πρωταγωνίστριας το πρόσωπο της εμφανίστηκε από το πουθενά δακρυσμένο ζητώντας δικαίωση .
Τινάχτηκε πίσω τρίβοντας τα ματιά του μα το θλιμμένο πρόσωπο της δεν έλεγε να σβήσει από την οθόνη του ούτε τα δάκρυα της που αρχίσαν να ξεχειλίζουν βρέχοντας τις άκρες των δάκτυλων του σε ένα θέαμα που δεν έβγαζε νόημα , έκλεισε βίαια τον υπολογιστή μα η βροχή από δάκρυα μετατράπηκε σε καταρράκτη να στάζοντας στο γυάλινο δάπεδο .
Ενώ ένα γιατί αντήχησε κατά μήκος του χώρου και έπειτα όλα σταμάτησαν ως δια μαγείας όλα επέστρεψαν στους κανονικούς ρυθμούς , ο υπολογιστής του βρισκόταν στην θέση του ανοιχτός όπως πριν με μια άγνωστη κυριά να απεικονίζεται στην οθόνη « Η κούραση φταίει ..» μονολόγησε ενώ συνέχισε να πληκτρολογεί άσκοπα στην οθόνη .
Το επόμενο πρωινό την βρήκε κουρνιασμένη στον καναπέ του καθιστικού σκεπασμένη με μια πλεκτή κουβέρτα που προφανώς κάποιος είχε ρίξει από πάνω της ενώ λίγο πριν ανοίξει τα ματιά της μια γυναίκεια φιγούρα ντυμένη στα μαύρα την πλησίαζε αργά κατηφορίζοντας αριστοκρατικά από την σκάλα .
Το σκυθρωπό πρόσωπο της νέας γυναίκας την τρομοκράτησε μα δεν της ήταν άγνωστη από κάπου την γνώριζε ..μα ναι !
Η γυναικά του πορτρέτου , αμέσως τρόμος την κατέκλυσε ενώ το σώμα της άρχισε να τρέμει .
« Τι θέλετε από εμένα ..?» ψέλλισε με τρεμάμενη φωνή ενώ η αγωνιά χάρασσέ το πρόσωπο της ολοζώντανης μορφής που στεκόταν λίγα μετρά από την ιδιά , κοιτάζοντας την θλιμμένα δίχως να απαντά στην ερώτηση της .
« Σελινα βοήθησε με να δικαιωθώ ..»
« Πως ..δεν καταλαβαίνω εσείς έχετε πεθάνει ..πως γίνεται να σας βλέπω ?» ρωτούσε υστερικά ενώ η φωνή της όσο κι αν προσπαθούσε να φωνάξει πνιγόταν στο λαιμό της δημιουργώντας ένα κόμπο .
« Του είχα τυφλή εμπιστοσύνη μα το πλήρωσα ..με βλέπεις με την καρδιά σου είσαι αγνή ..εσυ μόνο μπορείς να με βοηθήσεις ! » πρόφερε η γυναικά απελπισμένη ενώ φλόγες αρχίσαν να την κυκλώνουν καίγοντας το κορμί της δίχως να αλλοιώνεται η αλαβάστρινη ομορφιά της .
« Που πηγαίνεις θεέ μου ..μην φεύγεις περίμενε !» στρίγκλισε υστερικά ξυπνώντας απότομα από το ολοζώντανο εφιάλτη κοιτάζοντας τριγύρω της το ίδιο δωμάτιο από οπού είχε περάσει η μορφή της .
Η ανάσα της δεν είχε αποκατασταθεί πλήρως ενώ ιδρώτας την έλουζε και το σώμα της έτρεμε ακριβώς όπως το όνειρο μα τι ζητούσε εκείνη η γυναικά από εκείνη ?
Σε ποιον απευθυνόταν?
Δεν έβγαζε άκρη μα αποφάσισε να μην ασχοληθεί περαιτέρω με ένα χαζό όνειρο ήταν επηρεασμένη από την καθημερινότητα .
Σηκώθηκε βιαστικά για να ετοιμαστεί σε λίγη ώρα θα ξυπνούσε ο Ρομπερτο έπρεπε να τον ετοιμάσει για το πρωινό του οπότε κι της έμενε λίγος χρόνος για να κάνει ένα μπάνιο και να ετοιμαστεί το επιβλητικό ρολόι του τοίχου το πιστοποιούσε η ώρα ήταν εφτά το πρωί και είχε κοιμηθεί ώρες ολόκληρες .
Καθώς κατευθυνόταν προς την σκάλα παρατήρησε ένα κομμάτι μαύρο ύφασμα πεσμένο στην άκρη του σκαλιού εκεί από οπού πέρασε γυναικά στο όνειρο , ακούμπησε με δέος το ύφασμα τρομαγμένη ενώ μια γλυκιά αύρα την τύλιξε σαν στοργική αγκαλιά .
« Τι συμβαίνει εδώ μέσα ?» αναρωτήθηκε τρομαγμένη δίχως να αντιληφθεί τον Χορχε που κατέβαινε φορτσάτος βαστώντας την βαλίτσα του ανά χείρας « Μονή σου μιλάς?» ρώτησε τρομοκρατώντας την .
« Χα ..καλημέρα Χορχε μάλλον σκέφτομαι φωναχτά θα το έλεγα. Εσυ φεύγεις ?»
« Δεν υπάρχει πλέον λόγος να βρίσκομαι σε αυτό το σπίτι ..είσαι μια χαρά ξεπέρασες τον τραυματισμό σου με επιτυχία !»
« Μμ. Έχεις δίκιο μα δεν ήθελα να χάσω κι εσένα τόσο γρηγορά.. Δεν έχω κανέναν να μιλήσω εσυ τουλάχιστον με άκουσες άντεξες το παραλήρημα μου ..»
« Ει δεν με χάνεις γλυκιά μου σε παρακαλώ ..είμαι εδώ για εσένα το ξέρεις θα βρισκόμαστε έξω οπότε θέλεις !
Δεν πρόκειται να σε αφήσω έρμαιο στα χεριά του Ρικάρντο ! Ότι κι αν συμβεί θα μιλάμε ..»
« Θέλω μια χάρη ..μείνε μόνο για απόψε να πιούμε ένα κρασί και να μιλήσουμε θέλω να μοιραστώ πολλά μαζί σου ..»
« Εννοείτε γλυκιά μου ..με χαρά θα ακούσω όσα έχεις να μου πεις ! Ξέρω πως το έχεις ανάγκη σου λείπει ήδη έτσι ?»
«Ίσως ..δεν έχω ξεκαθαρίσει τα συναισθήματα μου ..μα πρέπει να ετοιμαστώ σε λίγο θα πιάσω δουλειά ..θα τα πούμε το βραδύ!
Βαλέ την βαλίτσα πίσω στην θέση της ..μονάχα για απόψε ..» ψέλλισε γελώντας τόσο αθώα που δεν του πήγαινε η καρδιά να αρνηθεί .
« Το βραδύ λοιπόν ..»
Η μέρα ξεγλίστρησε από τα χεριά της δίχως να το αντιληφθεί οι ώρες που περνούσε στο πλάι του αφεντικού της φάνταζαν πιο ξέγνοιαστες από ποτέ γελούσε , άφηνε πίσω τις άσχημες σκέψεις και την ανάμνηση του γιου του .
Μονάχα το όνειρο που άφησε πίσω ίχνη απασχολούσε το νου της εδώ και ώρες ενώ το κομμάτι μαύρο ύφασμα το είχε φυλάξει ως κόρη οφθαλμού στο συρτάρι του κομοδίνου , ενέδιδε μια γλυκιά μυρωδιά κάτι μεταξύ κίτρου και πορτοκαλιού που μπορούσε να μυρίσει ακόμη στα δάκτυλα της .
Ο Ρομπερτο είχε πέσει για ύπνο από ώρα ενώ εκείνη ανέμενε τον Χορχε έτοιμη να του ανοίξει την καρδιά της πίνοντας ένα ποτήρι κόκκινο κρασί στον ελαφρά φωταγωγημένο κήπο με ένα υπέροχο γλυκό αεράκι να της ανακατεύει τα μαλλιά που ανέμελα κυμάτιζαν .
Βήματα ακουστήκαν πίσω της και στράφηκε χαμογελαστή να τον καλωσορίσει εκείνος εμφανώς ταλαιπωρημένος έπειτα από την κουραστική ημέρα στην δουλειά , κάθισε βαρύς στην καρεκλά εμπρός της αφού πρώτα χάιδεψε τρυφερά τα μαλλιά της .
« Τι κάνεις όμορφη ?
Πως ήταν η μέρα σου ?»
« Μια χαρά ..μου αρέσουν οι ιστορίες του αφεντικού μου ξέρεις αν και λίγο ιδιόρρυθμος είναι πολύ γλυκός άνθρωπος !»
« Έχεις δίκιο ..σε έχει αγκαλιάσει με πολύ θερμή είσαι πολύ τυχερή γλυκιά μου !»
« Όντως.. εσένα πως πήγε η μέρα σου ?» ρώτησε με ενδιαφέρον γεμίζοντας και το δικό του κολονάτο ποτήρι με κόκκινο ημίγλυκο κρασί .
« Μμ.. Άστα τα δικά μου δεν είναι ευχάριστα ..ασθενείς αγχωμένοι , εγχειρήσεις ένας χάος γενικά και μέσα σε όλα η εγκυμοσύνη της συζύγου μου δεν εξελίσσεται αρμονικά γι’ αυτό βιάζομαι να επιστρέψω στο σπίτι μου ..έχει κατανόηση αλλά και δίκιο έλειψα καιρό !»
« Ω θεέ μου ..πρέπει να σε αγαπά πολύ !
Δεν γνώριζα πως ησουν παντρεμένος αλλά χαίρομαι πολύ για εσένα ..εύχομαι να πάνε κάτ ευχήν όλα και να αποκτήσετε σύντομα το παιδάκι σας !»
« Σε ευχαριστώ Σελινα ..όμως πες μου τώρα τι σου συμβαίνει τι σε πνιγεί ?» διέκρινε στα ματιά της έναν δισταγμό οπού γρηγορά εξαφανίστηκε πίσω από την γνώριμη ζωντάνια της που επανήλθε σταδιακά .
« Ο Ρικάρντο ..» ψέλλισε αφήνοντας έναν βαθύ αναστεναγμό να ελαφρύνει το βάρος της θλίψης που κουβαλούσε σιωπηρά .
« Τον ερωτεύτηκες ..»
« Δεν είμαι σίγουρη μόνο αυτό το συναίσθημα που με κάνει να τον ζητάω συνεχώς , οργή με πόνο ανάμειχτα γιατί να μου φερθεί τόσο σκάρτα ?»
« Έτσι είναι ο χαρακτήρας του από παλιά ..παίζει μα δεν δίνεται, παίρνει μα δεν δίνει , ξεχνά μα δεν λησμονιέται ! Γιατί δεν πας να τον βρεις να του ζητήσεις εξηγήσεις στα ίσια ?»
« Δεν θα πεσώ τόσο χαμηλά !
Κάποια θα υπάρχει στην ζωή του δεν θα είναι μονός !
Δεν θα εξευτελιστώ άλλο ..αρκετά με ταπείνωσε με το να κοιμηθεί μαζί μου και έπειτα να με πετάξει!»
« Ξέρω γλυκιά μου ..καταλαβαίνω θέλεις να του μιλήσω εγώ ? Αν και δεν έχουμε τις καλύτερες σχέσεις αξίζει μια προσπάθεια για εσένα !» συγκινημένη αποφάσισε να εμβαθύνει στην συζήτηση ζητώντας αυτό που πραγματικά χρειαζόταν από εκείνον εκτός από την φιλία του .
« Χορχε ..ξέρεις θα ήθελα την βοήθεια σου σε ένα σοβαρότερο ζήτημα στην ζωή μου ..ξέρεις η μητέρα μου είναι βαριά άρρωστη εδώ και περίπου ένα χρόνο έχει διαγνωσθεί με ..δεν μπορώ ούτε να το προφέρω ! Θα ήθελα να την αναλάβεις εσυ είσαι κάλος γιατρός φυσικά με το αζημίωτο ..μα θέλω να ζήσει καταλαβαίνεις ?» ο άνδρας την κοιτούσε συγκλονισμένος με μια παγωμάρα να καλύπτει την όψη του δεν περίμενε πως η χαμογελαστή γεμάτη ζωή καλλονή ανέβαινε σιωπηρά τον Γολγοθά της .
« Σελινα ..σαφώς θα ήθελα να βοηθήσω μα δεν γνωρίζω ποσό άσχημα είναι τα πράγματα θέλω αύριο κιόλας να την φέρεις από το ιατρείο μου ..θα κάνω τα πάντα να την βοηθήσω μην στεναχωριέσαι ..υπάρχουν λύσεις !» πρόφερε ακουμπώντας στοργικά το χέρι της καθώς δάκρυα έσταζαν ξανά στο όμορφο πρόσωπο της ενώ η ελπίδα δεν έλεγε να σβήσει στην καρδιά της για να κερδίσουν την μάχη .
« Είναι τα πάντα για εμένα θέλω να ζήσει !» επέμεινε μένοντας εμβρόντητη αντικρύζοντας από το πουθενά τον Ρικάρντο στα σκοτεινά με την βαλίτσα του ανά χείρας , να παρατηρεί με ύφος βλοσυρό την τρυφερή συζήτηση αναμεσά τους .
« Γύρισε ..» ψέλλισε ενώ τα συναισθήματα μέσα της περιπλεκόταν και διαδεχόταν το ένα το άλλο την ιδιά ώρα ο Χορχε αντίκρυζε τον φίλο του στο κατώφλι σιωπηλό πράγμα που δεν συνήθιζε .
« Μην στέκεσαι εκεί Ρικάρντο πλησίασε !»
« Δεν με περιμένατε βλέπω το γιορτάζετε ?
Που είναι ο πατέρας μου ?» αναφώνησε θυμωμένος κοιτώντας μονάχα την Σελινα καταπρόσωπο .
« Επάνω κοιμάται ..λοιπόν τόσο γρηγορά τέλειωσαν οι δουλείες σου ?»
« Εκείνες δεν τελειώνουν ποτέ ..μα εδώ έχω ανοιχτούς λογαριασμούς που πρέπει να τακτοποιήσω εξάπαντος !» πρόφερε κοιτώντας την εξεταστικά λες και θα την έτρωγε από λεπτό σε λεπτό η γνώριμη φλόγα πηρέ την θέση αναμεσά τους .
« Καλυτέρα να σας αφήσω μονούς ..είμαι πολύ κουρασμένος ..» έσπασε την αμήχανη σιωπή ο Χορχε μα σαν να μην υπήρχε πέρασε από μπροστά τους και εισέβαλλε στο εσωτερικό χαμογελώντας ενθαρρυντικά στην Σελινα .
« Δεν έχουμε τίποτα να πούμε εμείς οι δυο ..καληνύχτα !» φώναξε καθώς περνούσε εκνευρισμένη πλάι από τον αλλιώτικο άνδρα που εμφανιζόταν να συνταράξει την ζωή της για άλλη μια φορά .
Το χέρι του της έφραξε το δρόμο ενώ στα ματιά καθρεπτιζόταν γλυκιά και ποθητή όσο ποτέ με το κόκκινο μακρύ της φόρεμα και την μαύρη εσάρπα από φίνα μουσελίνα ριγμένη στους ωμούς της σαν ζακέτα .
« Είσαι πανέμορφη ..δεν έχω αντικρύσει πιο όμορφη γυναικά από εσένα !»
« Άφησε με ψεύτη ..δεν είμαι σιγουρά για τα μούτρα σου ..μην τολμήσεις να με ακουμπήσεις ποτέ ξανά !»
« Για εσένα ήρθα ..η μοίρα με καλούσε και δεν έσφαλα !»
« Εγώ αντιθέτως δεν θέλω να σε βλέπω ..θα κάνει καλό στον πατερά σου η παρουσία σου σε εμένα δεν προσφέρει απολύτως τίποτα !» φώναξε παλεύοντας να ελευθερωθεί από το τραχύ άγγιγμα του που δεν την άφηνε να κουνήσει .
« Εγώ άλλο αισθάνομαι ..τι μπορεί να σου έκανα που σε πείραξε τόσο ?» ρώτησε με θράσος εξοργίζοντας την όσο ποτέ , τράβηξε με φορά το χέρι της κοιτώντας τον απορημένη
« Α.. δεν έπραξες καμία ανομία εναντίον μου έτσι ?
Πολύ ευκολά ξεχνάς ..αλλά εγώ δεν είμαι σαν τις άλλες που γνωρίζεις μια φορά έκανα το λάθος !»
« Θα το ξανακάνεις μην ορκίζεσαι ..» πρόφερε αισθησιακά λίγο προτού τον αφήσει μόνο του συντροφιά με τον αχαλίνωτο πόθο που είχε ανάψει μέσα του..
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top