ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4


Το ίδιο απόγευμα μετά την απόπειρα αυτοκτονίας της Μαρίας, ο Περικλής, η Άννα, η Κάτια, ο Νίκος, ο Φάνης και η Έλσα έκαναν συμβούλιο με άκρα μυστικότητα.

«Θα σας ρωτήσω για τελευταία φορά.» είπε ο Περικλής, κοιτώντας πότε τη μητέρα του και πότε τον Νίκο. «Τι έγινε το πρωί και οδήγησε τη θεία μου σε αυτό το αδιέξοδο, ώστε να πήδηξε στον Γκρεμό; Γιατί σίγουρα θα έγινε κάτι, δεν μπορεί να έπεσε έτσι στα καλά καθούμενα. Ένας υπηρέτης μου είπε ότι την είδε να μπαίνει μέσα από τους κήπους και εσάς τους δυο να τρέχετε ξοπίσω της. Σας ακούω λοιπόν.»

Ο Νίκος κοίταξε την Κάτια κι έπειτα μίλησε:

«Θα σου πω τι έγινε, Περικλή. Σας άντρας προς άντρα. Η μητέρα σου κι εγώ είχαμε πάει στον τελευταίο κήπο του Παλατιού και φιληθήκαμε. Η Μαρία μας είδε και... μετά έγινε ό,τι έγινε.»

«Τι κάνατε λέει;!» έκανε ο Περικλής, μη μπορώντας να το πιστέψει. «Καλά, δεν ντρέπεστε, μεγάλοι άνθρωποι να σαλιαρίζετε στους κήπους; Εσύ δεν ντρέπεσαι χήρα γυναίκα;» Η Κάτια έσκυψε το κεφάλι δακρυσμένη και η Έλσα κάθισα δίπλα της για να την παρηγορήσει.

«Ηρεμήστε, Μεγαλειότατε.» είπε ο Φάνης, προσπαθώντας να δείξει λίγη κατανόηση.

Εκείνος όμως άρχισε να φωνάζει στον Νίκο:

«Ρε, με τη μάνα μου ρε;! Δεν ντρέπεσαι;! Δεν σέβεσαι καθόλου το βασίλειο μου και την οικογένεια μας;!» και πήγε να του ορμήσει, όμως ο Φάνης και η Άννα τον συγκράτησαν.

«Σταματήστε!» φώναξε η Άννα και όλοι σώπασαν. «Δεν πρέπει να χάσουμε την ψυχραιμία μας. Καταρχάς, εσύ δεν ήσουν εκεί Περικλή. Νομίζεις πως αυτό το φιλί ήταν τυχαίο; Έχεις ιδέα πώς μπορεί να αισθάνεται η μητέρα σου;» είπε ήρεμα στον άντρα της.

«Δεν είναι ώρα για συναισθηματισμούς.» είπε ο Περικλής. «Σημασία έχει να το καλύψουμε. Να μη μαθευτεί αυτό το σκάνδαλο παραέξω διότι θα γίνει σάλος.»

«Έτσι και είναι νεκρή η αδελφή μου...» είπε σιγανά η Κάτια. «Δεν θα το συγχωρήσω ποτέ στον εαυτό μου.»

«Μην ανησυχείς, θα τη βρούμε. Έτσι κι αλλιώς ήταν καλή κολυμβήτρια και λάτρευε το νερό. Μπορεί και να επέζησε.» είπε ο Νίκος.

«Ακριβώς.» συμφώνησε η Έλσα. «Και επιπλέον, είναι άνοιξη. Ο ποταμός δεν είναι τόσο ορμητικός αυτή την εποχή.»

«Πόσες πιθανότητες υπάρχουν να είναι ζωντανή, Περικλή;» ρώτησε ο Νίκος.

«Αν λάβω υπόψη μου αυτό που είπε η Έλσα, υπάρχουν αρκετές. Και όσο προχωράει το ποτάμι προς την Ανατολή, ο Γκρεμός χαμηλώνει. Ελάτε να δείτε στο χάρτη.»

Έβγαλε ένα χάρτη της χώρας και όλοι πλησίασαν να δουν.

«Σ' αυτό το σημείο, εδώ που ενώνονται το δικό μας βασίλειο με το Κεντρικό και το Ανατολικό, υπάρχει ένας μικρός καταρράκτης. Από εδώ και πέρα οι όχθες είναι πιο ομαλές. Αν τα καταφέρει στον καταρράκτη, το πιο πιθανό είναι να βγει σε κάποια όχθη ή να τη βρει κανένας ψαράς. Αν όμως το ποτάμι τη βγάλει στη θάλασσα, δεν ξέρω πόσες πιθανότητες έχει.»

«Και τι το καθυστερούμε;» ρώτησε ο Φάνης. «Πάμε να τη βρούμε.»

«Μισό λεπτό, Στρατηγέ. Πρέπει να οργανωθούμε.»

Το σκέφτηκε λίγο και μετά είπε:

«Λοιπόν. Βρήκα ένα σχέδιο. Ο Στρατηγός Φάνης και η Έλσα, μαζί με δύο ανιχνευτές- κατασκόπους θα ξεκινήσουν και θα ψάχνουν από τη Βόρεια όχθη. Θέλω να ειδοποιήσετε τον στρατηγό του Κέντρου, την αρχικατάσκοπο και δύο δικούς τους ανιχνευτές για να ψάχνουν από απέναντι, που τις ξέρουν καλά τις όχθες τους. Όταν φτάσετε στον Καταρράκτη, τους αποχαιρετάτε και συναντάτε τους Ανατολικούς, οι οποίοι θα ψάχνουν παράλληλα με εσάς απ' τη δική τους μεριά.»

«Οι οποίοι θα είναι η κόρη μου, η Αρχικατάσκοπος Έφη και δύο ανιχνευτές της.» είπε ο Νίκος.

«Ακριβώς.» είπε ο Περικλής. «Λοιπόν, ξεκινήστε. Έλσα.»

«Μάλιστα, Μεγαλειότατε.»

«Στείλε τον πιο γρήγορο αγγελιοφόρο σου στο Κέντρο. Θα βρει τον Στρατηγό Βασίλη και θα του παραδώσει ένα γράμμα μου. Εκεί θα γράφει τι πρέπει να κάνει. Μετά ειδοποίησε δυο απ' τους καλύτερους ανιχνευτές σου να ετοιμαστούν. Περίμενε μια στιγμή να σου δώσω το γράμμα. Εσύ, θείε, πήγαινε όσο πιο γρήγορα μπορείς στην Ανατολή και ειδοποίησε την κόρη σου.»

«Να της πως τι ακριβώς έγινε;»

«Όχι, μόνο για το σχέδιο. Το τι ακριβώς έγινε θα το ξέρουμε μόνο εμείς.»

Ο Νίκος έφυγε αμέσως και ο Φάνης ρώτησε:

«Πότε ξεκινάμε, Μεγαλειότατε;»

«Δεν προλαβαίνουμε σήμερα, Στρατηγέ. Μέχρι να ειδοποιηθούν οι Κεντρικοί και να ετοιμαστούν, θα έχει νυχτώσει και θα είναι δύσκολο οι ανιχνευτές να εντοπίσουν τα ίχνη της. Θα ξεκινήσετε με το πρώτο φως της μέρας. Πήγαινε να ετοιμαστείς τώρα και να κοιμηθείς νωρίς. Και μη σου ξεφύγει τίποτα.»

«Μάλιστα.» και έφυγε. Έπειτα ο Περικλής έγραψε ένα σύντομο γράμμα με το σχέδιο και το έδωσε στην Έλσα:

«Πήγαινε κι εσύ, Έλσα.»

«Αμέσως.» είπε η Έλσα και έφυγε.

Η Κάτια πέρασε μια δύσκολη νύχτα γεμάτη εφιάλτες. Ήξερε πως είχαν καθυστερήσει αρκετά, και πως υπήρχαν ελάχιστες πιθανότητες να ζούσε η αδελφή της, όμως δεν ήθελε να το παραδεχτεί. Ο Περικλής ήξερε πως η ομάδα που είχε ορίσει για τις έρευνες, στην πραγματικότητα θα έψαχναν για το πτώμα της. Όμως, έστω κι έτσι, ήθελε να βεβαιωθεί. Ήθελε οπωσδήποτε κάποια απόδειξη για το αν ήταν ζωντανή ή νεκρή.

Η επόμενη μέρα, που ήταν και η πρώτη του Απρίλη, ξημέρωσε. Οι δυο ομάδες, η Βόρεια ομάδα και η Κεντρική στέκονταν στις δυο όχθες του ποταμού. Ήταν εφοδιασμένοι με τρόφιμα, νερό και οπλισμό.

«Καλημέρα!» φώναξε ο Φάνης στους απέναντι.

«Καλημέρα σύντροφοι! Είστε έτοιμοι;!» φώναξε ο Βασίλης.

«Έτοιμοι!» απάντησε η Έλσα.

«Ωραία, ας ξεκινήσουμε!» είπε η Μήνα και ξεκίνησαν.

Ήταν μια ωραία μέρα και ο καιρός ευνοούσε τις έρευνες. Οι δυο ομάδες περπατούσαν παράλληλα. Οι στρατηγοί με τις αρχικατασκόπους περπατούσαν στην άκρη σχεδόν του γκρεμού, κοιτάζοντας τριγύρω και κάθε τόσο έπαιρναν τα κιάλια και κοιτούσαν κάτω, στο ποτάμι, μήπως βρουν κάποιο στοιχείο. Οι ανιχνευτές τους προπορεύονταν αρκετά, για να ψάχνουν καλύτερα και να βεβαιώνονται ότι ο δρόμος ήταν ασφαλής. Δεν μιλούσαν μεταξύ τους για να μην κουραστούν.

Κάθε τόσο έκαναν στάσεις για να ξαποστάσουν και το μεσημέρι έκαναν στάση για φαγητό.

«Αγάπη μου, μεταξύ μας τώρα.» είπε ο Φάνης στην Έλσα. «Πιστεύεις πως υπάρχουν ελπίδες;»

«Ποτέ δεν πρέπει να σταματάμε να ελπίζουμε.» απάντησε η Έλσα. Εκείνη την ώρα γύρισαν και οι ανιχνευτές και κάθισαν για φαγητό.

«Κανένα νέο;» τους ρώτησε η Έλσα.

«Τίποτα δεν βρήκαμε.» απάντησε ο ένας. «Βέβαια είμαστε μακριά ακόμα από το σημείο που υπολογίζουμε να την έχει φτάσει το ρεύμα.»

Μετά σηκώθηκαν και συνέχισαν. Οι όχθες είχαν αρχίσει να χαμηλώνουν και οι διαδρομές ήταν κατηφορικές κυρίως.

«Βρήκατε τίποτα;» ρωτούσε συνεχώς ο Βασίλης από απέναντι.

«Όχι, συνάδελφε! Θα σας ειδοποιήσουμε αν βρούμε!» απάντησε ο Φάνης. Όμως οι Κεντρικοί είχαν αρχίσει να χάνουν ελπίδες και ανυπομονούσαν να γυρίσουν στην Πρωτεύουσα, γιατί είχαν κι άλλες δουλειές. Όμως έκαναν υπομονή, ώσπου το απόγευμα έφτασαν στον Καταρράκτη.

Τότε σταμάτησαν για αρκετή ώρα, καθώς οι ανιχνευτές έψαχναν πολύ προσεκτικά την περιοχή. Η Έλσα στάθηκε πάνω απ' τον Καταρράκτη και κοίταξε κάτω. Το ύψος ήταν περίπου πέντε μέτρα. Δεν ήταν πολύ ψηλά και κυρίως δεν είχε βράχια από κάτω για να χτυπήσει. Μετά από λίγο οι ανιχνευτές επέστρεψαν τρέχοντας.

«Τι έγινε;» τους ρώτησε ο Φάνης.

«Βρήκαμε αυτό.» είπε ο ένας απ' αυτούς και έδειξε ένα γαλάζιο κομμάτι λεπτό ύφασμα. Η Έλσα το πήρε και είπε:

«Μα, αυτή είναι μια κορδέλα για τα μαλλιά. Που τη βρήκες;»

«Κάτω, στην όχθη δίπλα από την εκβολή του Καταρράκτη. Μάλλον θα της λύθηκε όταν έπεσε. Αν προχωρήσουμε κι άλλο, ίσως βρούμε κι άλλα στοιχεία.»

Αφού αποχαιρέτησαν τους Κεντρικούς και εκείνοι ξεκίνησαν για την Πρωτεύουσα, η Βόρεια ομάδα συνέχισε. Κατέβηκαν με προσοχή τα βράχια που βρίσκονταν δίπλα στον Καταρράκτη και απέναντι αντίκρισαν την Ανατολική ομάδα.

«Επιτέλους, ήρθατε!» είπε η Χριστίνα. «Πάμε;»

«Πάμε!» είπε ο Φάνης και οι ανιχνευτές έφυγαν μπροστά.

«Βρήκατε κανένα στοιχείο;» ρώτησε η Χριστίνα καθώς προχωρούσαν.

«Ναι, αυτό!» απάντησε η Έλσα και σήκωσε ψηλά την κορδέλα.

«Ω Θεέ μου...! Έλσα, λες να είναι ζωντανή;»

«Μα τι τη ρωτάς τώρα, Στρατηγέ; Αποκλείεται.» είπε η Έφη.

«Υπάρχουν ελπίδες!» είπε η Έλσα από απέναντι.

«Εγώ λέω πως είναι χαμένος κόπος! Έχουν περάσει πάνω από είκοσι τέσσερις ώρες και δεν...» πήγε να πει η Έφη, μα η Χριστίνα τη διέκοψε:

«Εσύ να πας πίσω αν θες! Αλλά εγώ, όσο υπάρχει ακόμα ελπίδα να ζει η μητέρα μου δεν τα παρατάω!»

«Συγνώμη, Στρατηγέ. Παραφέρθηκα.» είπε η Έφη χαμηλώνοντας το κεφάλι.

«Καλώς. Κι εσείς τελειώνετε, προχωράτε πιο γρήγορα!» φώναξε η Χριστίνα στους απέναντι.

Ο Φάνης ήξερε πως είχε τα νεύρα της και τη δικαιολογούσε. Για αυτό δεν είπε τίποτα.


**************************************************************************************

Οι δυο ομάδες ψάχνουν με αγωνία τη Μαρία ενώ εκείνη κάνει "διακοπές" με τον μυστηριώδη ερημίτη Μάριο και ο Περικλής είναι έξαλλος με τον θείο και τη μητέρα του για αυτό που συνέβη μεταξύ τους. Εν ολίγης, ένας χαμός! Πού πιστεύετε ότι θα οδηγήσει όλο αυτό; 

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top