ΚΕΦΑΛΑΙΟ 22
Επιτέλους! Η μέρα που θα γυρνούσαν και οι τελευταίοι απ' το Νησί των Πειρατών, δηλαδή οι βασιλιάδες κι οι αξιωματικοί του Βορρά, έφτασε. Η Κάτια δεν κρατιόταν άλλο να δει την κόρη της και πήγε στο λιμάνι πολύ νωρίτερα από την ώρα που θα έφτανε το πλοίο. Μαζί της ήταν η Έλσα με τον μικρό Πάνο και ο Κώστας. Ο θάνατος της ξαδέλφης του, της Χριστίνας, τον είχε λυπήσει, όμως ο χαμός της κοπέλας του, της αγάπης του, του είχε στοιχήσει ακόμα περισσότερο.
Παρόλα αυτά, κατάφερε να ανέβει πάλι στον Βορρά για να υποδεχτεί την αγαπημένη του ξαδέλφη, την Ανθή. Ήταν ένας τρόπος να ξεχαστεί κιόλας λίγο. Το μαύρο πειρατικό πλοίο, η Γοργόνα, με την κόκκινη σημαία του Βορείου Βασιλείου να ανεμίζει, μπήκε στο λιμάνι και έδεσε κάτω από ένα πλήθος χειροκροτημάτων, γιατί είχε συγκεντρωθεί κι άλλος κόσμος. Πρώτα κατέβηκαν ένας- ένας όλοι οι αξιωματικοί: ο Άκης, η Στέλλα, η Μαριάντζελα, η Θεοδώρα, η Γιάννα, με τελευταίο και καλύτερο τον Φάνη!
«Να τος! Να ο στρατηγός μας!» φώναζαν κάποιοι χαρούμενοι.
«Μπαμπά, μπαμπά!» φώναξε ενθουσιασμένος ο Πάνος κι έτρεξε στην αγκαλιά του πατέρα του.
Ο Φάνης τον σήκωσε και τον ρώτησε:
«Ήσουν φρόνιμος όσο έλειπα;»
«Ναι, αμέ.» απάντησε ο μικρός. Πλησίασαν την Έλσα, η οποία ήταν χαρούμενη όσο ποτέ που γύρισε ο άντρας της. Τώρα πλέον, η ευτυχία τους θα ολοκληρωνόταν όταν γεννιόταν και το νέο μωρό.
«Χαίρομαι που γύρισες σώος και αβλαβής, αγάπη μου.» του είπε και τον φίλησε.
«Οι βασιλιάδες μας!» άκουσαν κάποιον να φωνάζει.
Εκείνη τη στιγμή βγήκαν απ' το πλοίο ο Περικλής, η Άννα και η Ανθή.
«Ανθή μου! Κορούλα μου!» φώναξε η Κάτια κι έτρεξε και αγκάλιασε την κόρη της, κλαίγοντας από συγκίνηση. Ο Κώστας πλησίασε κι εκείνος, όπως και η Έλσα.
«Αχ, επιτέλους. Πόσο χαίρομαι που είσαι καλά. Θα πέθαινα αν πάθαινες κάτι.» έλεγε στην κόρη της η Κάτια.
«Ησύχασε, μανούλα. Όλα πέρασαν. Είμαι εδώ τώρα. Υπόσχομαι να μη σε στενοχωρήσω ποτέ ξανά.» την καθησύχασε η Ανθή.
Το θέμα ήταν πώς θα της ανακοίνωνε τον επερχόμενο γάμο της με τον Σίμο. Αυτό θα ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι της επιστροφής. Στο μεταξύ οι βασιλιάδες χαιρετήθηκαν με τους άλλους.
«Πώς είσαι, φίλη μου;» ρώτησε η Άννα την Έλσα. «Όλα καλά με την εγκυμοσύνη;»
«Τώρα που ήρθατε, ναι, είμαι καλά.» της απάντησε. Ο Περικλής έβαλε το χέρι του στον ώμο του Κώστα.
«Η Ηλιάνα;» τον ρώτησε, αν και ήξερε ήδη την απάντηση από τη θλίψη στο βλέμμα του.
«Δεν τα κατάφερε.» του απάντησε ο ξάδελφος του κι έσκυψε το κεφάλι.
«Λυπάμαι. Κουράγιο, ξάδελφε. Ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός.»
Έπειτα η Ανθή γύρισε και αγκάλιασε την Έλσα και ύστερα τον Κώστα, χαρούμενη που είχε επιβιώσει από αυτόν τον πόλεμο μόνο με μια γάζα στο χέρι του.
«Έχουμε πολλά να πούμε.» της είπε εκείνος. Στα μάτια του διέκρινε θλίψη και κούραση.
«Συνέβη κάτι σοβαρό;» τον ρώτησε.
«Θα μάθεις σύντομα. Όμως τώρα, σημασία έχει ότι επέστρεψες και ότι είσαι καλά.» είπε ο Κώστας.
Στη συνέχεια, πήγαν όλοι τους στο Παλάτι, να γιορτάσουν την άφιξη όλων και ιδιαίτερα την επιστροφή της Ανθής με ένα πλούσιο γεύμα που είχε ήδη σερβιριστεί.
Την επόμενη μέρα ο Κώστας αναχώρησε για να επιστρέψει στη Δύση και η Ανθή του υποσχέθηκε να τους επισκεφθεί σύντομα, ενώ έμαθε τι συνέβη με την Ηλιάνα και λυπήθηκε πολύ. Μετά η στιγμή της αλήθειας έφτασε: ο Περικλής εξήγησε ήρεμα στην Κάτια όλα τα γεγονότα της αγάπης της Ανθής για τον Σίμο και το λόγο που επέτρεψε τελικά να γίνει ο γάμος. Εκείνη στενοχωρήθηκε στην αρχή.
Η Ανθή δεν είναι πλέον το κοριτσάκι μου. Μεγάλωσε. Μεγάλωσε και σε ένα χρόνο θα παντρευτεί και θα φύγει. Σκεφτόταν.
«Μήπως ήταν λίγο βιαστική η απόφαση;» ρώτησε.
«Καθόλου, αν λάβουμε υπόψη μας ότι θα γίνει σε ένα χρόνο. Πολλά μπορούν να αλλάξουν ως τότε. Μπορεί ακόμα και να αλλάξει γνώμη η Ανθή.» τη διαβεβαίωσε ο Περικλής.
*******************************************************************************
Στην Ανατολή το κλίμα ήταν πολύ βαρύ μετά την κηδεία της Χριστίνας. Ο Νίκος είχε κλειστεί στον εαυτό του και είχε σκληρύνει πάλι όπως παλιά, όταν είχε χάσει την πρώτη του γυναίκα. Η Μαρία έμεινε λίγο ακόμα κοντά του, όμως κάθε φορά που προσπαθούσε να τον πλησιάσει, γιατί χρειαζόταν κι η ίδια λίγη παρηγοριά, αυτός την έδιωχνε φωνάζοντας. Δεν υπήρχαν ελπίδες να τα ξαναβρούν. Το διαζύγιο θα έβγαινε σίγουρα. Έτσι, πήγε να μείνει με τον Μάριο στην Ερημιά.
Ο Μάριος φυσικά τη δέχτηκε με αγάπη πίσω και προσπαθούσε να τη στηρίζει όσο καλύτερα μπορούσε. Και σύντομα το ήσυχο περιβάλλον της Ερημιάς την έκανε να νιώσει καλύτερα και για ένα μεγάλο διάστημα ξαναβρήκε τον εαυτό της και χαμογελούσε συχνότερα. Όμως δυστυχώς, και αυτό, όπως και όλα στη ζωή της, ήταν προσωρινό...
Στο μεταξύ ο Νίκος έστειλε ένα γράμμα στην Κάτια στο οποίο της εξηγούσε γιατί είχε σταματήσει να την επισκέπτεται:
Αγαπημένη μου, Κάτια,
Συγνώμη που έχω τόσο καιρό να σε επισκεφθώ, όμως καταλαβαίνεις πιστεύω το λόγο.
Ο θάνατος της Χριστίνας μου, αν και ηρωικός, με έκανε να σκεφτώ πολλά πράγματα και ειδικά τώρα που έχω αρχίσει να συνέρχομαι και να αναλαμβάνω ξανά τα καθήκοντα μου ως Σουλτάνος της Ανατολής. Δεν απέκτησα άξια αυτόν τον τίτλο, καθώς η μακρινή συγγένεια που είχα με τον προηγούμενο Σουλτάνο, είναι ένα τεράστιο ψέμα. Οργάνωσα μέσα σε μια νύχτα μαζί με άλλους μαφιόζους ένα σχέδιο να εισβάλλουμε κρυφά στο Ανάκτορο και τον σκότωσα για να πάρω το θρόνο του, κάνοντας το να φανεί σαν να πέθανε από φυσικά αίτια. Ήταν αρκετά μεγάλος, έτσι κι αλλιώς... όμως αυτό δεν παύει να με κάνει έναν στυγνό δολοφόνο. Ο λόγος που το έκανα ήταν για να βοηθήσω τον Αλέξανδρο και τη Χριστίνα ως σύμμαχος να πολεμήσουν εναντίον σας, εκμεταλλευόμενος και το μίσος που υπήρχε τότε μεταξύ Ανατολικών και Δυτικών. Κανένας δεν το έμαθε ποτέ αυτό, ήταν ένα σχέδιο μέσα στο αρχικό σχέδιο και το γνώριζαν μόνο οι μαφιόζοι με τους οποίους κάναμε τη δουλειά.
Λυπάμαι που στο λέω, αλλά εσύ και εγώ δεν πρέπει να είμαστε μαζί. Ποτέ δεν έπρεπε να γίνει κάτι μεταξύ μας. Δεν είναι μόνο όλα τα εμπόδια που υπάρχουν και που θα συνεχίσουν να υπάρχουν, το φάντασμα του Λεωνίδα ανάμεσα μας, το τι θα πει ο λαός... Είναι και άλλα, πολλά πράγματα που ξέρω και που εσύ δεν πρέπει να μάθεις. Οι οικογένειες μας συνδέονταν κατά κάποιο τρόπο πολύ πριν γνωρίσω εσένα, εκείνη τη νύχτα που σε βρήκα μεθυσμένη στο μπαρ, στο Νότιο Βασίλειο.
Όμως όχι, δεν θα στα πω, δεν θέλω να σε πληγώσω άλλο. Όχι, θα τα κρατήσω μέσα μου για πάντα και η μοναξιά μου θα είναι το τίμημα για όλα αυτά που έπραξα. Αντίο. Να προσέχεις. Νίκος. Έτσι, με αυτό το γράμμα, έφυγε για μία ακόμα φορά από τη ζωή της. Συνέχισε να είναι ο βασιλιάς της Ανατολής, όμως αφοσιώθηκε μόνο σ' αυτό και δεν καταπιανόταν με τίποτα άλλο. Δεν είχε προσωπική ζωή, δεν είχε φίλους, δεν είχε ούτε οικογένεια, όπως παλιά.
********************************************************************************
Στο Νότιο Βασίλειο τα πράγματα ήταν πιο ευχάριστα. Εντελώς ξαφνικά ένα πρωί, η Τόνια ανακοίνωσε στον Αλέξανδρο πως περίμενε το παιδί του. Στην αρχή χάρηκε εκείνος, όμως τώρα τα πράγματα είχαν μπερδευτεί ακόμα περισσότερο. Της εξήγησε πως είχαν τα πράγματα, πως ήταν βασιλιάς και ότι θα γινόταν σκάνδαλο έτσι και μαθευόταν το παρελθόν της, ότι ίσως το μάθαιναν και οι υπόλοιποι συγγενείς- βασιλιάδες του...
«Έπρεπε να μου πεις απ' την αρχή ότι ντρέπεσαι για αυτό που είμαι.» του είπε εκείνη ενοχλημένη.
«Δεν είναι έτσι όπως τα λες τα πράγματα. Απλά προσπαθώ να σου εξηγήσω ότι...»
«Κατάλαβα τι θες να μου εξηγήσεις και δεν θυμώνω μαζί σου.» τον διέκοψε. «Απλώς... αυτό που ήμουν δεν αλλάζει, Αλέξανδρε. Θα στιγματίζει τη ζωή μου για πάντα. Δεν θέλω να στιγματίσει και τη δική σου ζωή.» και πήγε να φύγει, όμως εκείνος την πρόλαβε στην έξοδο και τη σταμάτησε.
«Τι θες να κάνω για να πιστέψεις πόσο σ' αγαπώ; Ε; Θες να σταματήσω να είμαι βασιλιάς; Πες το μου και θα το κάνω. Θέλεις να πετάξω το στέμμα, να τα παρατήσω όλα για να είμαστε μαζί;»
Η Τόνια τον κοίταξε για λίγο στα μάτια και έπειτα του απάντησε:
«Δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτα τέτοιο. Σε πιστεύω.»
«Εσύ με αγαπάς όσο κι εγώ;»
«Ναι, φυσικά και σ' αγαπώ.»
«Τότε παντρέψου με.»
«Τι;» έκανε έκπληκτη.
«Αυτό που άκουσες. Θα γίνεις η γυναίκα μου και βασίλισσα του Νότου, θα μεγαλώσουμε μαζί το παιδί μας και κανένας δεν θα μάθει τίποτα για το παρελθόν σου. Ξέχνα το αυτό, άφησε το πίσω. Εγώ πώς ξεπέρασα τη Χριστίνα και όλα αυτά που έγιναν;»
«Θέλω πολύ να δεχτώ, Αλέξανδρε. Όμως, δεν είναι σωστό. Πώς θα σταθώ εγώ, μια πρώην ιερόδουλη, αντάξια της Βασίλισσας Άννας ή της θείας σου, της σπουδαίας Βασίλισσας Λίζας της Δύσης; Επιπλέον, μπορεί να μάθουν όλοι τα πάντα για μένα.»
«Τότε θα πετάξω το στέμμα μου.» επέμεινε ο Αλέξανδρος.
«Σου είπα όχι!»
«Έχεις δύο μέρες διορία να το σκεφτείς.» της είπε τελικά, όχι σαν απειλή αλλά σαν αστείο. «Αν δεχτείς να παντρευτούμε, αυτό θα γίνει όσο πιο σύντομα μπορέσουμε. Αν όχι, τότε θα δηλώσω παραίτηση και θα κάνω βασιλιά τον στρατηγό μου μήπως και δεχτείς τελικά έτσι.»
Όντως σε δυο μέρες, ο Αλέξανδρος της έκανε κανονική πρόταση γάμου με δαχτυλίδι. Εκείνη δέχτηκε, όμως του είπε:
«Δεν χρειάζεται να παραιτηθείς απ' τα βασιλικά σου καθήκοντα. Ο λαός σε αγαπάει. Όσο για τη δική μου θέση ως δεύτερη βασίλισσα, το ξέρω πως θα είναι δύσκολο στην αρχή, όμως με εσένα πλάι μου θα τα καταφέρω.» και αγκαλιάστηκαν. Με τον κυρ- Θέμη, τον πατέρα της, είχαν κάποια θέματα όταν πήγε να ζητήσει το χέρι της, όμως τελικά τον έπεισε η μητέρα της η Βέττα και συμφώνησε κι αυτός.
Όλα τα υπόλοιπα έγιναν πολύ γρήγορα. Ο Αλέξανδρος το ανακοίνωσε επίσης στους αξιωματικούς του, ανάμεσα τους και στον Βαγγέλα ο οποίος είπε:
«Χαίρομαι πάρα πολύ, μάγκες. Και ζητώ την τιμή να γίνω κουμπάρος σας και νονός του παιδιού, σαν Νονός της Μαφίας που είμαι να πούμε.» και έστριψε ως συνήθως το μουστάκι του.
«Θα είναι και δική μας τιμή, αλλά υπό έναν όρο.» είπε η Τόνια.
«Ποιος είναι αυτός μαντάμ;»
«Δεν θα παρασέρνεις τον άντρα μου και κουμπάρο σου.»
Ο Αλέξανδρος γέλασε και ο Βαγγέλας ανέλαβε να απαντήσει:
«Γιατί, εγώ τον παρέσερνα; Μόνος του ερχότανε.»
«Μωρό μου, εννοείται πως θα συμμορφωθώ για χάρη σου. Αφού σου έλεγα πως μέχρι και το θρόνο μου θα άφηνα.» την καθησύχασε ο Αλέξανδρος.
«Καλά, δεν θα σε κλείσω και στο Παλάτι κιόλας. Μπορείς να βγαίνεις όσο θες με τον Βαγγέλα, όμως κομμένα τα μεθύσια και ο τζόγος.»
«Και οι γκόμενες.» συμπλήρωσε ο Βαγγέλας.
«Κυρίως οι γκόμενες.» συμφώνησε η Τόνια.
«Μην ανησυχείς, κουμπαρούλα. Θα στον προσέχω.»
Στράφηκε στον Βασιλιά και τον χτύπησε φιλικά στον ώμο.
«Αδέρφι μου, ωραία τα περάσαμε, αλλά καιρός ήταν να ξαναφτιάξεις τη ζωή σου. Άλλωστε εγώ την έζησα τη δικιά μου ζωή. Τρεις γάμους έκαμα να πούμε.» του είπε.
«Τρεις γάμους; Αλήθεια;» ρώτησε έκπληκτη η Τόνια.
«Αμέ. Η πρώτη μ' άφησε χήρο κι οι άλλες δυο δεν μ' αντέξανε και μ' αφήσανε γενικώς.»
«Παιδιά έχεις;»
«Μια κόρη μόνο, απ' το δεύτερο γάμο. Αλλά έχω δέκα χρόνια να τη δω. Την πήρε η προκομμένη μαζί της στο Μικρονήσι όταν χωρίσαμε. Αλλά δεν βαριέσαι... Γι' αυτό σου λέω, Αλέκο, θα συνεχίσουμε να διασκεδάζουμε, όμως με μέτρο. Και θα έρχεται κι η Τόνια μαζί μας μερικές φορές.»
Το ζευγάρι συμφώνησε και μετά ο Αλέξανδρος έστειλε γράμμα στους δικούς του στον Βορρά και τους ανακοίνωσε τον αρραβώνα του. Όλοι έμειναν έκπληκτοι, γιατί δεν περίμεναν με τίποτα να παντρευτεί ο άσωτος υιός, όπως τον έλεγαν και μάλιστα τόσο βιαστικά και μετά από πόλεμο. Σύντομα έγινε ο γάμος, αν και δεν ήταν τόσο επίσημος λόγω του πένθους των νεκρών του πολέμου που κρατούσε ακόμα. Ήταν μόνο οι πιο στενοί συγγενείς τους και οι Νότιοι Αξιωματικοί. Απ' τη μεριά του Αλέξανδρου ήταν επίσης και οι θείοι του απ' τη Δύση, καθώς και ο Φάνης, η Έλσα, ο Πάνος και ο Χρήστος.
Ακολούθησε η στέψη της Τόνιας στο Παλάτι και η δεξίωση ήταν σύντομη, για να μη ζαλιστεί ή λιποθυμήσει και γίνει γνωστή η εγκυμοσύνη της, καθώς βρισκόταν ακόμα στον πρώτο μήνα και ένιωθε συχνά ζαλάδες. Παρόλο που ήταν λιτή η τελετή, όλοι πέρασαν υπέροχα. Κάποια έφυγαν, κάποιοι άλλοι φιλοξενήθηκαν εκεί, κυρίως οι Βόρειοι.
Ο Αλέξανδρος είχε βρει τελικά την ευτυχία, όλοι οι δικοί του το έλεγαν αυτό. Από εκείνη την ημέρα κι έπειτα, ξεκίνησε άλλη μια ειρηνική εποχή για τα Πέντε Βασίλεια.
Δύο μήνες μετά, ο Αλέξανδρος και η νέα Βασίλισσα του Νότου ανακοίνωσαν ότι περίμεναν τον διάδοχο. Το παρελθόν της Τόνιας δεν μαθεύτηκε ποτέ. Έμεινε θαμμένο πίσω τους για πάντα.
**************
Πλησιάζουμε προς το τέλος του βιβλίου και θέλω να κλάψω από συγκίνηση 😭 Πότε το ξεκίνησα, ποτέ τελειώνει και αυτό ούτε που το κατάλαβα!!
Στο επόμενο κεφάλαιο μεταφερόμαστε έναν χρόνο μετά. Η πολυπόθητη ημέρα του γάμου της Ανθής και του Σιμου φτάνει!!
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top