Σημειο 9 διαλυμένα κομμάτια χρόνος δεύτερος 1/2

Πέντε μήνες μετά την έξοδο από το ψυχίατρειο...

«Αυτός ο καναπές είναι ότι χειρότερο σε κρεβάτι έχω δοκιμάσει»

«Λυπάμαι που δεν μπορώ να ανταπεξέλθω στις πολυτετλιες σου Όλιβερ, αλλά εγώ είμαι μια νέα ασκούμενη δικηγόρος· και εσένα σου έχουν παγώσει όλοι οι λογαριασμοί σου και δεν θες να τους ενεργοποιήσεις για να μην γίνεις αντιληπτός στον Σπενσερ. οπότε μην παραπονιέσαι γιατί θα κοιμάσαι για πολύ ακόμα σε αυτόν τον καναπέ. Εκτός αν θες να έρθεις να κοιμηθείς στο κρεβάτι με εμένα.»

Δεν μπορώ να πιστέψω ότι έχω καταλήξει να είμαι στο έλεος ενός νέου χιτλερ. Ότι πει είναι κανόνας!
Πραγματικά με έχει κάνει να μετανιώσω την κάθε βοήθεια που της ζήτησα και το κακό είναι ότι με απειλεί αν φύγω θα με καταδώσει η ίδια.

«Προτιμώ να κοιμάμαι στο πάτωμα παρα να μυρίζω το αρωμα βανίλιας που έχεις επάνω σου.»

Της λέω ενώ τελικά σηκώνομαι. Δεν είχα σκοπό να πάω σήμερα στην συνέδρια μου όμως εκείνη όπως πάντα μπορεί να εκνευρίσει και το τελευταίο εγκεφαλικό μου κύτταρο.

Εκείνη δεν απαντάει και εγώ βγαίνω έξω φορώντας ενα ελαφρύ μπουφάν. Νιώθω σαν μικρό παιδί η αντελάιν πληρώνει για τα πάντα. Αλλά το κακό είναι ότι δε με αφήνει να φύγω, με θέλει εκεί μέχρι εγώ να γίνω καλά. δεν ξέρω πως θα περάσει αυτή η περίοδος, και πως θα αντέξω αυτή τη συγκατοίκηση μαζί της, γιατί είναι ανυπόφορη· είναι ανυπόφορη και δεν μπορώ να την αντέξω. όμως πέντε μήνες τώρα η ψυχανάλυση πάει πολύ καλά, όμως έχω τρεις συνεδρίες που αποφεύγω να πηγαίνω γιατί έφτασε η στιγμή που θα πρέπει να αρχίσω να μιλάω για την Άλλισον.  έφτασα στο σημείο που εγώ γνώρισα εκείνη. Στο σημείο που τη συνάντησα εκείνη την ημέρα.

Αποφεύγω τρεις εβδομάδες να κάνω αυτή τη συνάντηση και αποφάσισα τελικά να πάω γιατί δεν μπορώ να αντέξω την Αντελάιν.

Ζω πέντε μήνες σαν σκιά απλά πηγαίνω στην ψυχανάλυση, γυρίζω στο σπίτι της Αντελάιν, κοιμάμαι στον καναπέ, διαβάζω και ξανά το ίδιο· δεν ξέρω πως την αντέχω! σίγουρα  δεν μπορώ να την διαχειρίζομαι,  το δέχομαι όλο αυτό και κάνω υπομονή, κάνω υπομονή!

Διστάζω να χτυπήσω την πόρτα της γιατρού όμως τελικά παίρνω μια βαθιά ανάσα και αποφασίζω να πάω μέσα. να αρχίσω να καταριέμαι την ώρα και τη στιγμή που η καρδιά μου άρχισε να έχει αισθήματα για την Άλλισον.

«Καλησπέρα σας δε σας περίμενα είναι οκτώ  η ώρα και εφτάμιση ώρα έπρεπε να ήσασταν εδώ»

«Συγγνώμη αλλά κάτι έτυχε στο σπίτι με την Αντελάιν»

Εκείνη σχηματίζει ένα μικρό χαμόγελο φτιάχνει λίγο τα γυαλιά της και εγώ απλά κάθομαι στην θέση μου· ξαπλώνω λίγο, χαλαρώνω το σώμα μου, και απλά περιμένω την ερώτηση της· περιμένω την ερώτηση που θα αρχίσει να με βασανίζει.

«Την προηγούμενη φορά είχαμε σταματήσει στο σημείο που παρέλαβες την διαθήκη!
Θέλω να μου πεις γιατί καθυστερήσες να παραδώσεις την διαθήκη στην Άλλισον Χάβαρντ;»

Απλά κλείνω τα μάτια μου και προσπαθώ να γυρίσω πίσω σε εκείνη την φορτωμένη μέρα· να γυρίσω σ' αυτό το σημείο που όλα ήταν διαφορετικά, που η Άλλισον δεν υπήρχε στη ζωή μου.

«Απλά ήταν μια δουλειά που είχα ήδη πληρωθεί οπότε δεν βιαζόμουν να την τελειώσω. Είχα περίπου έξι μήνες την διαθήκη που έπρεπε να παραδώσω στην Άλλισον αλλά πάντα το παραμελούσα. Όταν ο Σπένσερ Ντερν μου τηλεφώνησε και με ενημέρωσε για να παραβρεθώ στην σύσκεψη νευρίασα για μια στιγμή, όμως το ξεπέρασα. Το κακό ήταν όταν μπήκα μέσα, εκεί στην αίθουσα συσκέψεων. Εκεί ήταν όλοι τους, ο πατέρας του Σπένσερ, ο Ριτς Ντερν, ο Σπενσερ οι δηκηγοροι τους, και τρεις μικρό μέτοχοι. Όμως τα μάτια μου κόλλησαν πάνω της.  ήταν σαν ένα χρυσόψαρο έξω από το νερό, δεν μπορούσε ούτε να αναπνεύσει καθαρά. Ήταν η πρώτη στιγμή που καταράστηκα την καθυστέρηση μου, την επί έξι μήνες  καθυστέρηση για να παραδώσω την διαθήκη. Εγώ έπρεπε να είχα παραδώσει την διαθήκη, εγώ τότε θα την γνώριζα πρώτος!»

«Θέλεις λίγο νερό;»
Απλά σταματάω Για μία στιγμή και αντιλαμβάνομαι δεν αναπνέω καλά ότι εγώ νιώθω σαν ψάρι έξω απ' το νερό. Απλά γνέφω θετικά και εκείνη μου φέρνει ένα ποτήρι νερό, πίνω μία γουλιά και ούτε σταγόνα παραπάνω.
συνεχίζω μόνος χωρίς να περιμένω την γιατρό να μου το πει.

«Εκείνη την στιγμή είχα ήδη συνειδητοποιήσει ότι είχα κάνει μεγάλο λάθος που καθυστερούσα αυτήν την δουλειά. Όμως συνέχισα πήγα συστήθηκα και εκεί αντιλήφθηκα το δολοφονικό βλέμμα του Σπενσερ επάνω μου. φώναζε είναι δίκη μου, το βλέμμα του φώναζε είναι δίκη μου! Το ξεπέρασα σχετικά γρήγορα αλλά κάθε στιγμή που τα μάτια της πέφταν επάνω στα δικά μου ένιωθα λίγο καλύτερα, δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί το ένιωθα αυτό. Είχα έντονες σχέσεις με τις γυναίκες και στο παρελθόν αλλά αυτό ήταν περίπλοκο, πρωτόγονο, ήταν μια κοπέλα που δεν προκαλούσε, που δεν σου μίλαγε καν. Όχι όπως η αντελάιν που το στόμα της δεν κλεινει ποτέ. Η Άλλισον δεν έκανε κάτι για σε προκαλεί ερωτικά· όμως αυτό που δεν έκανε ήταν τόσο ξεχωριστό που σε έκανε να θέλεις εσυ. Αλλά αυτή η συνεδρίαση τελείωσε άδικα και εγώ δεν μπόρεσα να κάτσω μόνος μαζί της πάρα μόνο πέντε λεπτά. Ήταν αυτός εκει!»

«Πως ένιωσες που ο άνθρωπος που πλήρωσε εν τελεί την υποτροφία σου που σου είχε στερήσει ο Ριτς Ντερν· είναι ο ερωτικός ανταγωνιστής σου.»

Το κακό με το να βρίσκεσαι στο έλεος των πλουσίων. Ο Ριτς Ντερν μου αφαίρεσε την υποτροφία και ο γιος του μου πλήρωσε όλα τα δίδακτρα όταν ανακάλυψε τι είχε κάνει ο πατέρας του. Έκανε ένα καλό πράγμα και δεν το ανέφερε ποτέ σε κανέναν. Ακόμα και όταν ανακάλυψα ότι εκείνος είχε πληρώσει τα δίδακτρα μου και πήγα να τον ευχαριστήσω. Απλά μου είπε να φύγω! Και από τότε αυτό δεν το ξανά ανέφερε κανένας από τους δυο μας.

«Εκείνη την στιγμή απλά ένιωθα ωραία κοντά της, δεν έδειχνα να ενοχλούμε από αυτό. Όμως την επόμενη που εκείνη ήρθε στο γραφείο μου, ήταν κοντά μου και εγώ απλά άρχισα να νιώθω ωραία με αυτήν την απόκοσμη συμπεριφορά της. Αλλά το θέμα άρχισε να διαφέρει, και να αλλάζει όταν εκείνη κατέβηκε κάτω μαζί μου για να φύγει μαζί μου προς το ξενοδοχείο αλλά ο Σπενσερ Ντερν ήταν έξω. Εκείνη απομακρύνθηκε κατευθείαν, πήγε κατευθείαν σε εκείνον.»

«Όλιβερ! Τι θα μαγειρέψεις το βράδυ;»

Για μια στιγμή σοκάρομαι με την ερώτηση της γιατρού αλλά μετά αντιλαμβάνομαι ότι φώναζα, ότι η συμπεριφορά μου δεν ήταν φυσιολογική.

«Δεν νομίζω ότι θα μαγειρέψω κάτι θα φάω κάτι πρόχειρο γιατί η αντελάιν έχει επιστρέψει και θα τσακωθούμε αν κάτσουμε και οι δυο μαζί.»

«Ακόμα να συνηθίσετε την συγκατοίκηση;»

«Τι να συνηθίσω ότι με εκβιάζει για να κάνω ψυχανάλυση; Ή το γεγονός οτι μόνο που υπάρχει είναι ενοχλητική; Κάνει την ζωή μου δύσκολη κάθε μέρα... υπάρχει παντού και με ενοχλεί για τα πάντα, και το χειρότερο είναι ότι δεν έχω επιλογή. Δεν μπορώ να φύγω από κοντά της γιατί κρατάει όλα μου τα χαρτιά...»

Απλά σηκώνεται από την καρέκλα της και βγάζει τα γυαλιά της. «Νομίζω πως για σήμερα είναι αρκετό Όλιβερ! Θέλω να μην μου ξανά ακυρώσεις ραντεβού αν δεν διακινδυνεύει η υγεία σου.»

Όλες αυτές οι συνεδρίες με έχουν κάνει να σκέφτομαι όλη μέρα και όλη νύχτα όλα αυτά που συνέβησαν. αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται με την απώλεια της Άλλισον από την ζωή μου. Ο πόνος από το κενό που εκείνη γέμιζε!

Γυρίζω επιτέλους στο σπίτι της Αντελάιν αλλά δεν θέλω να μπω μέσα, δεν αντέχω εκεί. Πρέπει οπωσδήποτε να καταφέρω να πάρω τα χαρτιά μου για να φύγω. Δεν αντέχω την καλοσύνη της!

«Επιτέλους ήρθες! Έχω αγοράσει τάκος να φάμε παρέα μιας και ξέρω ότι σου αρέσουν. Πήρα με κιμά κοτόπουλο.»

Την πλησιάζω κοντά και εκείνη με κοιτάει στα μάτια ενώ βρίσκεται από την μέσα μεριά του πάγκου της κουζίνας. Το σπίτι είναι αρκετά μικρό και έχει ένα υπνοδωμάτιο και ένα σαλόνι μαζί με την κουζίνα οπότε ο χώρος είναι ανεπαρκείς θα πέφτω πάντα πάνω της όσο και να προσπαθώ να ξεφύγω.

Εκείνη με κοιτάει στα μάτια δεν ξέρω τι περιμένει από εμένα όμως εγώ δεν αντέχω άλλο.
«Κάτι πρέπει να κάνουμε γιατί δεν γίνεται να είμαστε μαζί στο ίδιο σπίτι. ο χώρος είναι μικρός και εγώ δεν αντέχω να σε βλέπω κάθε μέρα. Ή άσε με να φύγω ή να αλλάξουμε σπίτι δεν μπορώ να μείνω άλλο έτσι δεν αντέχω να βλέπω εσένα να προσπαθείς χωρίς λόγο να βρίσκεσαι κοντά μου.» Της λέω κατάμουτρα και γυρίζω να φύγω. «Αυτό θα το μετανιώσεις!»
Ξανά γυρίζω μπροστά της και απλά είμαι ανεξέλεγκτος τα λόγια μου βγαίνουν βίαια από το στόμα μου και συνεχίζω την επίθεση.

«Με κρατάς αιχμάλωτο χωρίς την θέληση μου, τι δεν καταλαβαίνεις; Προτιμώ να γυρίσω στο ψυχιατρείο, δεν μπορώ να μείνω άλλο εδώ. Δεν την αντέχω την καλοσύνη σου. Είπες στον πατέρα μου ότι θα με πάρεις μακριά από την Ισπανία, και το έκανες! Τι άλλο θέλεις από εμένα;»

Γυρίζω προχωράω με γρήγορα βήματα και βγαίνω έξω κοπανώντας την πόρτα προτιμώ να είμαι άστεγος παρα σαν σκλάβος.

Τρέμω ολόκληρος από όλη την ένταση!
Δεν αντέχω την καλοσύνη της!
Αυτό δεν είναι καλοσύνη με κρατάει εδώ πάρα την θέληση μου, γιατί εκείνη θέλει να κάνει κάτι για εμένα. Όμως δεν μπορεί να καταλάβει ότι εγώ δεν το θέλω αυτό. Δεν θέλω τίποτα!

Θέλω να μπορούσα να πω τον πόνο μου στην Άλλισον! Να κάτσω μαζί της, και να της πω ποσό υποφέρω.
Ποσό υποφέρω από την απουσία της πως δεν κατάφερα να δείξω στην Άλλισον όσα θέλω . Κατεβαίνω τις σκάλες γρήγορα και απλά προσπαθώ να κρατήσω της ανάσες μου· αλλά ο πανικός με καταβάλει και όλα γίνονται περίεργα. τα χέρια μου τρέμουν, η καρδιά μου θα βγει από την θέσει της, και αισθάνομαι χάλια!


Η γιατρός!

Το τηλέφωνο, να ανοίξω το τηλέφωνο και να μιλήσω λίγο με την γιατρο. Δεν το έχω! Πανικοβάλλομαι, και απλά τρέχω προς το σπίτι πάλι όμως η πόρτα είναι κλειστή! Εγώ την έκλεισα. Προσπαθώ να σκεφτώ αν θέλω να χτυπήσω την πόρτα για να ξανά έρθω αντιμέτωπος με την Αντελάιν όμως πρέπει όπωσδηποτε να πάρω την γιατρό, και έτσι χτυπάω την πόρτα.

Αργεί δεν ανοίγει! Μου το κάνει επίτηδες!
Όμως μετά το δεύτερο χτύπημα ανοίγει η πόρτα και εκείνη γυρίζει κατευθείαν την πλάτη της.
Δεν θέλει ούτε να με βλέπει δεν ξέρω γιατί προσπαθεί να με κρατήσει εδώ. Πάω να περάσω δίπλα της και ένα δειλό ρούφηγμα της μύτης της με κάνει να κολλήσω.

Έκλαιγε! Είμαι σίγουρος ότι αυτό προέρχεται από δάκρυα.

Ξέσπασα πάνω της! Ξέσπασα όλη την ένταση της συνεδρίας επάνω της! Είναι η Τρίτη φορά που της το κάνω αυτό αυτούς τους πέντε μήνες που είμαι εδώ.
Όχι δεν μου φταίει!

Την βλέπω να πηγαίνει στον καναπέ και ν α κουλουριάζετε με το μαξιλάρι αγκαλιά. «Αντελάιν.»

Ψιθυρίζω και πηγαίνω κοντά της, γονατίζω για να την αντικρίσω και απλά μου δείχνει με το χέρι της το τραπέζι. Επάνω στο τραπέζι, ακουμπάει το δάχτυλο της επάνω στο τραπέζι. Διαφορά χαρτιά και ένα διαβατήριο!

Όμως για πρώτη φορά μετά από τόσο καιρό δεν νοιάζομαι για αυτό. Θέλω απλά να ζητήσω συγγνώμη στην αντελάιν. Χαϊδεύω με το χέρι μου το πρόσωπο της και εκείνη σηκώνεται απομακρυνόταντας το χέρι μου όμως σηκώνομαι και εγώ όρθιος και απλά της πιάνω το χέρι για να μην φύγει.

«Ειλικρινά αντελαιν σου ζήτω συγγνώμη!»
Την κοιτάω στα μάτια αλλά εκείνη καταβζει το βλέμμα της κάτω. «Εγώ ζήτω συγγνώμη Όλιβερ που προσπάθησα να ελέγχω την ζωή σου! Εκεί είναι τα χαρτιά σου και ευελπιστώ να φύγεις από αυτό το αχούρι που εγώ έχω για σπίτι.»

«Τι δεν μπορείς να καταλάβεις ότι δεν εννοούσα όλα αυτά τα λόγια. Δεν ήμουν καλά είχα μια έκρηξη θυμού, μια έκρηξη φυγής. Αν δεν ήσουν εσύ αντελάιν εγώ μάλλον η θα ήμουν μέσα ή θα ήμουν νεκρός.»

Πρώτη φορά παραδέχομαι μπροστά της όλα αυτά.

Ζούμε μαζί πέντε μήνες και ποτέ δεν είπα έναν καλό λόγο για εκείνη. Ακόμα και αν το άξιζε! Άξιζει πολλά!
Δεν της αξίζει να ζει με έναν ψυχοπαθή μέσα στο σπίτι της. Με έναν ψυχοπαθή που κάνει την καθημερινότητα δύσκολη.

Σηκώνει το κεφάλι ψηλά και με κοιτάει κατάματα, μάτια καφέ σαν την γη σκούρα να μην σε αφήνουν να αντιληφθείς την κορη του ματιού. Με κοιτάει και με ένα ειρωνικό χαμόγελο που σκοτεινιάζει όλο το πρόσωπο της. «Όλιβερ εννοούσες την κάθε λέξη! Σε είδα πως με κοίταζες. Τώρα είσαι ελεύθερος να κανείς ότι θέλεις.» «Μπορώ να μείνω εδώ;» Την ρωτάω και πάω μαζεύω τον φάκελο και το διαβατήριο μου της τα δίνω στο χέρι και απλά αποδέχομαι ότι αυτό που κάνει η αντελαιν για εμένα είναι η καλύτερη επιλογή.

Την αγκαλιάζω και της ζητάω συγνώμη. Όσο εγώ προφέρω την συγγνώμη ένας κόμπος ενοχλεί το στομάχι μου. Και η ανάσα της αντελαιν που χτυπάει στο στέρνο μου με κάνει να ηρεμώ. Εκείνη δεν αντιδράει απλά κάθεται μεσα στην αγκαλιά μου χωρίς να πει λέξη. Εγώ κάθομαι στον καναπέ μαζί της και την αγκαλιάζω πιο δυνατά. Μυρίζοντας το αρωμα βανίλιας που τελικά δεν μου σπάει τόσο τα νεύρα απλά πάντα όταν το μυρίζω μου θυμίζει την Αντελάιν.

Δεν απάντησε τίποτα εκείνη απλά έλυσε στην αγκαλιά μου χωρίς να μιλάει. Δεν ξέρω αν αυτό είναι φυσιολογικό γιατί η αντελάιν δεν σταματάει ποτέ να μιλάει. Όμως εγώ δεν την άφησα την αγκάλιαζα και εκείνη απλά ανάσαινε απλά στον λαιμό μου.

Πονάει όλο μου το κορμί! Πραγματικά εγώ παραπονιόμουν όταν κοιμόμουν μόνος στον καναπέ. Και τώρα η αντελαιν αποκημηθηκε επάνω στην αγκαλιά μου και εγώ δεν μπορώ να κουνηθώ.
Μπορώ να την πάω στο κρεβάτι της όμως δεν θέλω να την ξυπνήσω και έτσι βολεύομαι μαζί της στον καναπέ.
Τελικά αυτό το άρωμα είναι πιο ωραίο όταν βρίσκεσαι τόσο κοντά της. Ξαφνικά αντιλαμβάνομαι ότι έχω βάλει το κεφάλι μου στο λαιμό της και εκείνη αγκαλιάζει το κεφάλι μου σφίγγοντας με περισσότερο.
Οι ανάσες μου ξαφνικά αλλάζουν το ρυθμό τους και τα δάχτυλα μου ιδρώνουν, και η μονη μου σκέψη αυτή την στιγμή είναι να την αγκαλιάσω ακόμα πιο δυνατά για να μείνω εκεί στην αγκαλιά της.






༆༆༆༆༆༆༆

1 εβδομάδα μετά....

«Ένιωσα πολύ άσχημα για αυτό! Δεν ήθελα να της φερθώ έτσι όμως είχα μια έξαρση θυμού! Την έκανα να φοβάται να κλαίει. Προσπάθησα να την ηρεμήσω και την κράτησα στην αγκαλιά μου αφού αποκοιμήθηκε επάνω μου· όμως το πρωί όταν ξύπνησε έφυγε χωρίς να μου μιλήσει. Την πλήγωσα!»

«Όλιβερ έχουν περάσει σαράντα λεπτά να μου εξηγείς αυτό που συνέβη με την Αντελάιν. Έχεις καταλάβει ότι είναι η πρώτη φορά μετά από τόσο καιρό που αναφέρεσαι στα συναισθήματα κάποιου άλλου ατόμου.»

Σηκώνω λίγο το κεφάλι μου και απλά ξανά ξαπλώνω. Όχι δεν έχει δίκιο εγώ πάντα μιλάω για την Αλλισον.
«Μιλάω για την Αλλισον πάντα οπότε αυτό που λες δεν στέκει.»
«Μιλάς πάντα για αυτά που αισθάνεσαι εσύ για την Αλλισον! Μιλάς για το αν η Αλλισον θα συγχωρέσει εσένα για το δικό σου όφελος. Μιλάς για εκείνη, αλλά μιλάς μόνο για τα δικά σου συναισθήματα. Πότε δεν έχει γίνει κάποιος το επίκεντρο εκτός από εσένα! Ποτέ μέχρι σήμερα που όλα γυρίζουν γύρω από την Αντελάιν.»

Τα λόγια της με κάνουν να βουλιάζω! Να πνίγομαι!
Δεν θέλω να είμαι έτσι! Δεν μιλάω δεν λέω τίποτα απλά προσπαθώ να σκεφτώ ποτέ είπα κάτι για αυτό που πέρασε η Αλλισον! Αλλά δεν θυμάμαι· δεν θυμάμαι γιατί πάντα εστίαζα σε αυτά που νιώθω εγώ.

«Μπορούμε να συνεχίσουμε την αφήγηση των γεγονότων για την Αλλισον; Θέλω να ολοκληρώσουμε αυτό το στάδιο.»

«Μάλιστα» της λέω ενώ συνεχίζω να αφήσουμε με κάθε λεπτομέρεια πως βρήκα την Άλλισον σαν φάντασμα έξω από το κτήριο να με περιμένει. Πως αποφάσισα να την βοηθήσω και να μην την αφήσω. Δεν το έκανα για να κερδίσω την εύνοια της απλά δεν μπορούσα να της πω όχι δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι την αφήνω μονη της. Όμως κάθε λέξη που έβγαζα ήταν σαν μαχαιριές που αφαιρούνται από το σώμα μου.
«Μετά από αυτό το τρελο βράδυ που εκείνη κοιμήθηκε σε εμένα μετά από όλη την ένταση που πέρασα αυτό το βράδυ. Ήταν εκεί κοντά μου που παραλίγο να με φιλήσει και εγώ απλά αποτραβήχτηκα γιατί δεν ήθελα να είμαι άλλο ένα τέρας σαν τον Σπένσερ. Και το ευχαριστώ ποιο ήταν; Ότι όλη νύχτα φώναζε το όνομα του όσο κοιμόταν. Είχα πολλά νεύρα το πρωί και δεν μπορούσα να πω τίποτα. Δεν μου έφταιγε πουθενά αλλά εγώ ένιωθα περίεργα που εκείνη φώναζε το όνομα κάποιου που την είχε κάνει να τρέμει..» σταματάω και προσπαθώ να καταλάβω πως στο καλό τον ερωτεύτηκε μεσα σε τρεις μόνο ημέρες.. πως έδωσε την καρδιά της σε έναν τέτοιο άνθρωπο.
Όμως δεν έχει απαντης καμία λογική απάντηση δεν μπορεί να δωθεί σε αυτό.

«Θέλεις μήπως μοιραστείς μαζί μου αυτό που σκέφτεσαι;»

«Πως γίνεται να τον ερωτεύτηκε τόσο γρήγορα; Πως γίνεται ένα άτομο που έχει υποστεί τόσο κακό από το πατέρα αυτουνού να νιώθει έτσι για εκείνον;»

«Δυστυχώς Όλιβερ αυτήν την απάντηση μπορεί να σου την δώσει μόνο και μόνο η Αλλισον. Οποιοσδήποτε άλλος σου δώσει μια απάντηση για αυτό θα είναι απλές εικασίες. Όμως τώρα είμαστε εδώ για να λύσουμε εσύ γιατί την ερωτεύτηκες τόσο νωρίς! Για αυτό θα μπορούσες να μου λύσεις μια απορία μου; πως γίνεται να ερωτεύτηκες μια κοπέλα που μόλις γνώρισες και ηξερες ότι είναι με κάποιον άλλον ή έστω το κατάλαβες μόνος χωρίς να σου το αναφέρει κανένας.;» Εκείνη με κοιτάει και περιμένει την απάντηση μου καθώς φτιάχνει κάτι χαρτιά στο γραφείο της.

Αλλά εγώ ξέρω καλύτερα από όλους οτι δεν μπορώ να απαντήσω, δεν μπορώ! « Νιώθω σα να την αγαπούσα πάντα. δεν μπορώ να διακρίνω πότε την ερωτεύτηκα ξέρω ότι νοιαζόμουν από την πρώτη στιγμή! Και όσο την έβλεπα να καίγεται για έναν άντρα ψυχρό σαν τον Σπένσερ δεν μπορούσα να το διανοηθώ ήθελα να την προστατέψω από εκείνον. Σε εκείνον δεν άξιζε η Αλλισον.»

« Δηλαδή θέλεις να μου πεις ότι όλα τα συναισθήματά σου για εκείνη είναι εξαιτίας του Σπενσερ. δηλαδή μπορεί να την γνώριζες πριν από το Σπενσερ και να μην την ερωτευόσουν;» Μένω αποσβολωμένος κοιτώντας την γι' αυτό που είπε δεν μπορεί να καταλάβει πως αισθάνομαι για την Άλλισον απλά σηκώνομαι όρθιος και της λέω «φεύγω»
Βγαίνω έξω κοπανάω την πόρτα και απλά κατέβαινε από τις σκάλες γιατί δεν θέλω να ξανά κλειστώ ποτέ σε ένα ασανσερ. Γιατί όλα μου θυμίζουν εκείνη.

Έχοντας πλέον φτάσει στο σπίτι μετά από ένα περπάτημα σαράντα λεπτών σκέφτομαι ότι δεν έπρεπε να είχα φύγει έτσι από το γραφείο της γιατρού.
Αλλά πλέον δεν μπορώ να κάνω κάτι ξεροκαταπίνω και προχωράω προς το πάγκο της κουζίνας που στο σκαμπό με περιμένει η αντελάιν και με το χέρι της μου δείχνει το άλλο σκαμπό. Δεν ξέρω τι σκεφτόμουν Όταν υπέκυψα στα χέρια της και έδωσα ο ίδιος τα χαρτιά μου και την ελευθερία μου στην Αντελάιν.
Προχωράω ήρεμος και απλά κάθομαι δίπλα της. « Μπορείς να με κατσαδιάζεις ελεύθερα τώρα. πες μου; Φώναξε μου! Πες ότι στο καλό έχεις να πεις και μετά άσε με γιατί θέλω να κοιμηθώ.»

Και δεν αντιδράει δεν μιλάει και Απλά σηκώνει το ποτήρι της και κατεβάζει μονομιάς ότι υπήρχε μέσα. Αντιλαμβάνομαι ότι δεν ήταν νερό· αλκοόλ κάτι έπινε. « Είσαι μεγάλο παιδί Όλιβερ είναι δική σου η ζωή όπως είπες κι εσύ εφόσον τηρήσα την συμφωνία μου και σε απομάκρυνα από την Ισπανία μπορείς να κάνεις ότι θέλεις.» Δεν μιλάω, νιώθω αρκετά ντροπιασμένος μπροστά της για να μπορέσω να πω κάτι.
Απλά μια ψιθυριστή συγνώμη ενώ πάω και ξαπλώνω στο καναπέ.



༆༆༆༆༆༆༆

Δεν απέφυγα την επόμενη συνεδρία μου η οποία ήτανε τρεις μέρες μετά όμως η γιατρός έκατσε και μου ανέλυσε όλη την κατάσταση της φυγής  μου.
Και έτσι βρίσκομαι τώρα μία βδομάδα μετά στην πόρτα της γιατρού και αναστενάζω όσο αντιλαμβάνομαι ότι μόλις περάσω μέσα θα πρέπει να ξαναγυρίσω εκεί να ξαναγυρίσω στην συμφωνία του Σπενσερ. Τελικά ανοίγω την πόρτα και μπαίνω μεσα στο γραφείο της. Εκείνη με περιμένει χαμογελαστή ενώ βγάζει τα γυαλιά της. με ενοχλεί που την κοιτάω συνέχεια να πειράζει τα γυαλιά της όμως δεν της αναφέρω τίποτα.

Κάθομαι στην θέση μου και απλά περιμένω την ερώτηση της αλλά δεν έρχεται. Εκείνη δεν με ρωτάει τίποτα. Έχουν ήδη περάσει πέντε λεπτά και εγώ δεν μπορώ να συγκρατηθώ άλλο.

«Το ξέρω ότι έπρεπε να είχα αρνηθεί την πρόταση του αλλά δεν μπόρεσα. Του είπα ότι θα προσέχω την Αλλισον και θα τον ενημερώνω έναντι ενός εκατομμυρίου το μήνα.» Η γιατρός ξεροβήχει και απλά εγώ συνεχίζω. «Και έτσι έβαλα σε εφαρμογή το σχέδιο ώστε η Αλλισον να έρθει το συντομότερο στην νέα Υόρκη.. της βρήκα σπίτι ενώ δεν το περίμενε έψαχνε μονη της και εγώ της βρήκα σπίτι δυο οικοδομικά τετράγωνα από το δικό μου για να την έχω κοντά. Είπα στον Σπενσερ ότι την έπεισα να έρθει. Όσο και να ήθελε να μάθει νέα της νευριάζε κάθε φορά που του τα έλεγα. Όταν μετακόμισε και άρχισα να είμαι πιο κοντά της. Έκανα κάποια στιγμή το λάθος να μπλέξω με την σαρα την σχέση μου από τα φοιτητικά μου χρόνια. Έμπλεξα μονάχα για να αποφύγω της έντονες ερωτικες σκέψεις για την Αλλισον.»

«Δηλαδή πρωτημησες αυτές της σκέψεις να της πεις και κανείς σε κάποια άλλη πάρα στην Αλλισον που δεν ήταν με τον Σπενσερ εκείνη την περίοδο;»

«Δεν μπορούσα να το κάνω αυτό στην Αλλισον ήθελε έναν φιλο όχι έναν ακόμα επιδειξίο γκόμενο.. ήθελα να ήμουν κοντά της το να είμαι κοντά της άξιζε πολύ παραπάνω από όλες τις ερωτικες σκέψεις.»

«Κατανοητό! Αλλά γιατί άλλαξε αυτό στην πορεία;»

«Θα σε πάω πολύ μπροστά.. η φιλία της άξιζε τα πάντα για εμένα. Όμως από τότε που γενήθηκε ο Στιβ η Άλλισον χάθηκε. Υπήρχε ο Στιβ ο Σπένσερ η δουλειά η Άνν και μετά εγώ... δεν μπορούσα να διαχειριστώ την απώλεια, δεν μπορούσα να διαχειριστώ ότι εκείνη απομακρύνεται από εμένα.»

«Μάλιστα μπορείς να συνεχίσεις την αφήγηση.»

Λέει η γιατρός και εγώ συνεχίζω να μιλάω για εκείνη για της ατέλειωτες ώρες που περνούσαμε μαζί. Κοιμόταν ακόμα και στο σπίτι αυτούς τους πέντε τέσσερις μηνες που ο Σπενσερ δεν υπήρχε στην ζωή της. Ξερεις τι είναι να έχεις την γυναίκα που ποθείς να κοιμάται δίπλα σου και εσυ απλά να την σκεπάζεις για να μην κρυώσει; Δεν ήθελα να γίνω σαν εκεινον δεν ήθελα να της δείξω οτι ενδιαφέρομαι για το ερωτικό κομμάτι γιατί με ενδιέφερε περισσότερο εκείνη. Με ενδιέφερε το χαμόγελο της και η παρουσία της στην ζωή μου αν δεν τα είχε βρει με τον Σπενσερ Ντερν εξαιτίας των δολοπλοκιών της ανν εγώ και εκείνη θα ήμασταν μαζί. Συνεχίζω να λέω όλα αυτά που έκρυβα μέχρι το σημείο που άνοιξα την πόρτα του γραφειου της και είδα τον Σπενσερ σκυμμένο  ανάμεσα στα πόδια της.

Εκεί σταματάω μην μπορώντας να αναφέρω κάτι άλλο είχα πει ήδη πάρα πολλά και δεν άντεχα άλλο. Είχα ήδη αρχίσει να τρέμω και να μην μπορώ να αναπνέω.

«Όλιβερ τα πηγές περίφημα!»
Αλλά τα λόγια της ακούγονται μακριά οπότε κλείνω για ένα λεπτό τα μάτια μου και παίρνω βαθιές ανάσες.
Και προσπαθώ να συγκρατήσω τον εαυτό μου από μια ερώτηση που με βασανίζει. Από κάτι που θέλω να κάνω αλλά δεν ξέρω πως να το κάνω.

«Γιατρέ θέλω μια βοήθεια!» Τελικά λέω! Είναι διατακτική και με κοιτάει εξονυχιστικά όμως τελικά γνέφει για να ακούσει τα λόγια μου.
«Η αντελάιν από την ημέρα που συνέβη αυτό δεν μου έχει ξανά μιλήσει. Νιώθω περίεργα και απλά ήθελα να μου πεις πως να ελαφρύνω το κλίμα μαζί της.»

Σηκώνει τα φρύδια της έκπληκτη προς τα πάνω και απλά με ρωτάει «πόση ώρα σκεφτόσουν αυτήν την ερώτηση;» Ξεροκαταπίνω και μετά ξεροβηχω μην θέλοντας να απαντήσω. Όμως αν εγώ δεν απαντούσα έτσι και εκείνη με την σειρά της δεν θα βοηθούσε. «Απο την προηγούμενη συνέδρια» λέω τελικά ντροπιασμένος και απλά περιμένω μια αντίδραση της η οποία αντίδραση δεν ήρθε ποτέ.

«Θέλεις την γνώμη μου ως γυναίκα ή ως γιατρός;»
Ρωτάει εν τελεί.
«Και τα δυο αν και γενικά η αντελάιν δεν είναι και τόσο γυναίκα στα μάτια μου. Όμως θα ήθελα να μου πεις και την άποψη σου ως γυναίκα.»

«Ξέρω πολύ καλά ότι δεν κανείς τίποτα είσαι εκεί μαζί της σχεδόν επτά μήνες και απλά κάθεσαι. Επειδή ξερω από πρώτο χέρι την συμφωνία σας και δεν μπορώ να θεωρήσω κάτι τέτοιο φυσιολογικό. Όμως από την στιγμή που εσύ της ζήτησες μόνος σου να μείνεις μαζί της μήπως πρέπει να γίνεις λίγο πιο δεκτικός με αυτήν την κατάσταση; Προσπάθησε να είσαι λίγο πιο ευγενικός και να δέχεσαι οτι μένεις εκεί. Σε φροντίζει ενώ σε εγκατέλειψαν όλοι. Μήπως να σκεφτείς ότι τελικά δεν είναι τόσο κακιά όσο την παρουσιάζεις.»

Απλά την ευχαριστώ και φεύγω ξανά κάνοντας την ίδια διαδρομή. Είναι πρωί και η αντελάιν δεν θα επιστρέψει πριν το βραδινό. Ασχολείται με το γραφείο της αν και δεν ξέρω σε πιο μέρος της πόλης έχει νοικιάσει από την στιγμή που της είπα να φύγει από εκεί που την είχα στείλει εγώ.

Και έτσι μόλις φτάνω αρχίζω να καθαρίζω και να μαζεύω και να κάνω κάποια πράγματα που δεν έκανα ποτέ. Ζούσα εδώ μεσα κάθε ημέρα μόνο για να την βασανίζω. Εκείνη δεν απαντούσε και απλά έφερνε μια κοπέλα κάθε εβδομάδα. Το ξέρω ότι της κόστιζε απλά ήθελα να της σπάσω τα νεύρα. Όμως η γιατρός είχε δίκιο τώρα εγώ της ζήτησα να μείνω. Πρέπει όπωσδηποτε να κάνω κάτι η έστω κάπως να ενεργοποιήσω τους λογαριασμούς μου.

Αν και μόνο με την σκέψη αυτή το ξέρω· ξέρω ότι θα έρθω αντιμέτωπος με τον Σπένσερ μπορεί και με την Άλλισον. Όμως δεν μπορώ να κρύβομαι για πάντα.

Έχω κάνει τα πάντα και απλά μαγειρεύω κάτι για να φάει. Αυτό το σπίτι σχεδόν δεν έχει τίποτα πάντα και απλά μακαρόνια με σάλτσα έτοιμα στο τραπέζι δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο με αυτά που υπήρχαν.

Στην πόρτα ακούγεται ήχος και η αντελάιν μπαίνει μεσα ανοίγοντας διάπλατα τα μάτια της. Κοιτάει τον χώρο αναλυτικά και απλά αδιαφορεί. Σοβαρά τώρα;

Αφήνει την τσάντα και τα πράγματα της και συνεχίζει προς την κουζίνα που στον πάγκο της υπάρχουν δυο πιατα με μακαρόνια και τα κοιτάει.

«Ετοίμασα κάτι να φάμε!» Της λέω ενώ πάω και κάθομαι στο ένα σκαμπό. Περιμένω σαν μικρό παιδί την αντίδραση της. Περιμένω να πει έστω μια κουβέντα όμως τίποτα. Την  βλέπω να παίρνει το πιάτο με τα μακαρόνια και να πεταει το περιεχόμενο μέσα στον κάδο. Η καρδιά μου χτυπάει έντονα ενώ έχω αρχίσει να θολώνω. Μόλις πέταξε ότι μαγείρεψα για εκείνη;

Ένα «γιατί;» μου ξέφευγε ενώ θέλω να σπάσω ότι υπάρχει μπροστά μου όμως δεν αντιδράω. Απλά κάθομαι και σφίγγω τα χέρια κάνοντας τα μπουνιές μέχρι που δεν τα νιώθω. «Γιατί δεν έχω σκοπό να δηλητηριαστώ, δεν τρελάθηκα να φάω κάτι που έφτιαξες εσύ για εμένα. Ξέρω πολύ καλά ότι το μόνο άτομο για το οποίο λέρωνες τα χέρια σου για να μαγειρέψεις είναι η Αλλισον. Και για να λέρωσες τα χέρια σου μάλλον δεν ήταν για καλό.»

Και απλά πάει στον νεροχύτη ξεπλένει το πιάτο και τον τοποθετεί στο πλυντήριο ενώ το αίμα μου βράζει.
Αυτή η ηλίθια γυναίκα απλά πέταξε τον κόπο μου στα σκουπίδια σαν να μην ήταν τίποτα.

Τρώω μια μπουκιά μόνο μέσα στα νεύρα και πάω και πεταω και το δικό μου. «Αχάριστη» ψιθυρίζω μόνος μου και πάω να φύγω. «Αν εγώ είμαι αχάριστη εσύ τι μπορεί να είσαι;» Για μια στιγμή δεν μιλάω· δεν μπορώ να προφέρω λέξεις όμως έχει δίκιο εγώ ήμουν τόσο καιρό ο άχρηστος, αλλά όχι σήμερα!
«Αντελάιν έχεις δίκιο ήμουν αχάριστος όλον αυτόν τον καιρό, αλλά όχι σήμερα. Σήμερα απλά προσπάθησα να σε ευχαριστήσω!» Λέω περιφρονητικά και βγαίνω έξω από την κουζίνα κατευθυνόμενος στο σαλόνι κ καναπέ κρεβάτι μου. «Πιστεύεις ότι αυτή είναι η ευχαρίστηση που αξίζω; Πιστεύεις ότι είμαι ο άνθρωπος που θα ενθουσιαστεί επειδή έκανες μια προσπάθεια; Τι να το κάνω Όλιβερ; Τι να το κάνω αφού κάθε μέρα λες τα χειρότερα για εμένα. Δεν ήμουν εγώ που σε έφερα σε αυτή την κατάσταση όμως εγώ είμαι εδώ και ακούω τα πάντα. Και πραγματικά πιστεύεις ότι μπορείς να δείξεις καλή συμπεριφορά με ένα γεύμα;»

Η κάθε ερώτηση της με κάνει μα βουλιάζω στις σκέψεις μου ακόμα και πιο πολύ ως που δεν την ακούω πλέον και απλά αντιλαμβάνομαι το ποσό λάθος της φέρομαι. «Έχεις δίκιο!» Και απλά χάνομαι ξανά!






Γεια σας, γεια σας γλυκά μου παιδιά!

Θα τρελαθώ να είστε σίγουροι!

Δεν ξέρω αν θα διαβάσετε όλοι αυτά τα κεφάλαια αλλά πραγματικά είναι λίγο βαριά και περίεργα.

Ψυχοπλάκωνω κάθε φορά που αρχίζω να γράφω.

Συγγνώμη γιατί τα κεφάλαια βγαίνουν πολύ μεγάλα 🥲

Σας φιλώ ❤️

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top