4. Το φαινόμενο της Σκιάς - Ψυχολογία
Όταν οι ανθρωποι χάνουν τη πιστη τους σε έναν Θεό , δημιουργούν αλλους για να πιαστούν απο μια ψευδαίσθηση που ονομάζεται ελπίδα.Υπάρχουν μικροί Θεοί εκεί έξω, που μπορούν να σχεδιάσουν εναν αγγελικά πλασμένο κόσμο και να καταλάβουν τα χρώματα της ψυχής σου, καλύτερα απο τον καθένα, χωρίς να βαδίζεις σε ένα μονοπάτι με διλήμματα και αμφιβολίες που θα σε οδηγήσουν στη τιμωρία. Αυτοί ειναι οι Συγγραφείς και οι Ψυχολόγοι.
- Πυρόξανθη.
Μετά τη κατάθεση ψυχής, έρχεται η κάθαρση...Οφείλω να παραδεχτώ στον εαυτό μου ότι η ιδεα της εξομολόγησης ως αρχή για να καθαρίσει η ψυχη μου δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα. Ίσως επειδή ένιωθα την αυστηρότητα του μέρους να ερχεται σε σύγκρουση με την ευαισθησία και την ειλικρίνεια που απαιτεί η συγκεκριμένη διαδικασια.Αλλωστε βρισκόμουν σε ένα αιώνιο δίλημμα: Ηθελα να αποβάλλω το βάρος των δικών μου για να ειμαι καθαρή εγώ ως Λυδία ή ήταν μια αντίδραση που προερχοταν απο απωθημένα τα οποια στοίχειωσαν τα εφηβικά μου χρόνια;
Έτσι, αποφάσισα να προβώ στον επόμενο τρόπο κάθαρσης. Να απευθυνθώ σε έναν ψυχολόγο.Στην αρχή, το μόνο που με κρατούσε πίσω ήταν ιδεολογία της μητέρας μου γύρω απο αυτό.Εχει μια διαφορετική σφαιρική εικόνα για το τι στ'αληθεια σημαίνει «συνεδρία με ψυχολόγο». Πιστεύει ότι η ανατροφή της κόρης της αγγίζει τη τελειότητα, με καμία απολύτως έλλειψη. Ακόμα και για τον αέρα που αναπνέει, έχει χύσει ιδρώτα, δάκρυα και αίμα.
Κατα δεύτερον, θεωρεί ότι κάθε ασθενής έχει την ιδια αντιμετώπιση απο τον περίγυρο του: 'ο δακτυλοδεικτούμενος της κοινωνίας' που βιώνει τον αποκλεισμό επανειλλημένα.
Σκιά στην αναλυτική ψυχολογία ονομάζεται το κατώτερο τμήμα της προσωπικότητας, το άθροισμα όλων των προσωπικών και συλλογικών ψυχικών στοιχείων τα οποία, εξαιτίας της ασυμβατότητάς τους με την επιλεγμένη συνειδητή στάση, δεν εκφράζονται στη ζωή και επομένως ενώνονται σε μία σχετικά αυτόνομη «διχασμένη προσωπικότητα» με αντιθετικές τάσεις μέσα στο ασυνείδητο. Η σκιά συμπεριφέρεται αντισταθμιστικά στη συνείδηση. Για αυτό τα αποτελέσματά της μπορούν να είναι τόσο θετικά όσο και αρνητικά. Στα όνειρα, η σκιά έχει πάντα το ίδιο φύλο με τον ονειρευόμενο.
«Λυδία, ίσως να μην είδες ποτέ μια σκιά με γιγάντιο κεφάλι μωρού και μικρο σώμα, αλλά ήταν μια ψευδαίσθηση του μυαλού σου. Ίσως αυτό να οφείλεται στη κούραση ή όπως προ-ανέφερα στην μάχη που υπάρχει μέσα στο μυαλό σου. Έχεις τοποθετήσει τον εαυτό σου σε διάφορες αντιθέσεις, σε διλήμματα-ίσως ασυνείδητα- και όλο αυτό βγαίνει προς τα έξω. Τέλος, μπορεί αυτή η σκιά που είδες να εισαι εσυ. Όπως φαντάζεσαι εσυ τον εαυτό σου. Μέσα σου παλεύεις να κρατήσεις τη παιδική πλευρά σου αλλά ταυτόχρονα σε πνίγουν οι υποχρεώσεις της ενήλικης ζωής.» τελειώνει τον μονόλογο της η ψυχολόγος και παίζω αμήχανα με το μανίκι της μπλούζας μου.
Να είμαι εγώ;
Θα μπορούσε. Το βάρος επιλογών των δικών μου, δεν μου επέτρεψε ποτέ να ζήσω μια ζωή όπως ονειρευόμουν.
Κάποτε είχα διαβάσει ότι σύμφωνα με τον Carl Jung, ότι οι σκιές συμβολίζουν τη σκοτεινή πλευρά της προσωπικότητας, η οποία τρέφεται απο απωθημένα και απο αρνητικά συναισθήματα αλλά και επειδή το συνειδητό δεν γνωρίζει την ύπαρξη της.. Όπως σε κάθε παραμύθι, η σκια αποτελει τη σημασία του εμποδίου, ακόμα και των "στοιχειωμένων" στοιχείων που το άτομο δυσκολεύεται να δαμάσει και να αντιμετωπίσει με καθαρή ψυχή και συνείδηση. Για να καταφέρεις να ξεπεράσεις τη σκιά, πρέπει να γνωρίσεις όλες τις πτυχές του εαυτού σου και να τις ελέγξεις. Παρόλα αυτά, από τον Jung, εκείνο που έμεινε χαραγμένο στη μνήμη μου είναι : "Κανείς δεν μπορεί να φτάσει στην εσωτερική φώτιση με το να οραματίζεται φωτεινές οντότητες, αλλά με το να κάνει τα σκοτεινά κομμάτια συνειδητά."
Μόνο αν καταλάβεις τα σκοτάδια σου άλλωστε μπορείς να τα αντιμετωπίσεις.
Είμαι όμως έτοιμη να γνωρίσω τον εαυτό μου;
«Γνωρίζω ότι κατά τη διάρκεια που τα παιδιά που διανύουν την πορεία τους στο δημοτικό, βλέπουν διάφορα πράγματα, ανεξήγητα, ακόμα και σκιές, μέσα στη προσπάθεια τους να διαμορφώσουν και να κατανοήσουν τον κοσμο, αλλά, οι συγκεκριμένες σκιές δεν με επισκέφθηκαν μόνο στην ηλικία των οκτω αλλά και στην ηλικία των έντεκα και αργότερα στην ηλικία των δεκαπέντε. Εκείνο το καλοκαίρι ετοιμαζόμουν να πάω Πρώτη Λυκείου, δηλαδή είχα φτάσει σε ένα στάδιο που είχα διαμορφώσει τις ιδεολογίες μου και είχα ενταχθεί σωστά στη πραγματικότητα.» αναλύω τον προβληματισμό μου και το βλέμμα της μένει σταθερό στις ζωγραφιές.Η ψυχολόγος μου ζήτησε να ζωγραφίσω όσο πιο πιστά μπορώ τις σκιές έτσι ώστε να καταλάβει καλύτερα τη μορφή τους και τον εσωτερικό μου κόσμο.
«Τι έκανες όταν τις είδες; Και τις τρεις φορές.» ρωτάει χωρίς να πάρει το βλέμμα της από πάνω τους.
«Τη πρώτη φορά έπαιζα με τα παιχνίδια μου και εντελώς τυχαία έστρεψα το βλέμμα μου προς το παράθυρο. Ήξερα ότι κανένας από τους γονείς μου δεν βρισκόταν έξω, άρα, υπέθεσα ότι μπορεί να είναι κάποια καρέκλα ή να έχει πέσει κάποιο αντικείμενο κάτω. Άρχισα να παρατηρώ ακόμα περισσότερο τη σκιά και μετα από κάποια λεπτά,κατάλαβα ότι πρόκειται για ανθρώπινη φιγούρα. Κουνήθηκα από τη θέση μου βασικά γιατί σκέφτηκα ότι μπορεί να είμαι εγω ή μπορεί να κουράστηκα από το πολυ παιχνίδι. Βασικά- το έκανα και για να με ξυπνήσω αλλά και για να δω την αντίσταση της. Η σκιά δεν άλλαξε. Μετά δεν θυμάμαι τι έγινε. Νομίζω έφυγα από τη θέση μου και έψαξα τους γονείς μου, αλλά δεν θυμάμαι αν έγινε αυτό και αν ναι,για ποιον λόγο.»
«Θα μπορούσε να είναι κάποιος κλέφτης.Γιατί δεν το είπες σε κάποιον ότι κάποιος βρίσκεται έξω;» ρώτησε και τοποθέτησε καλύτερα τα γυαλιά της.
Ανασήκωσα τους ώμους μου.«Δεν ξέρω. Ίσως επειδή δεν ένιωθα φόβο ή άγχος. Ένιωθα σαν να μην θέλει η ίδια η σκιά να τη δουν· σαν να με παρακαλούσε με τον δικό της τρόπο να μην την προδώσω. Μπορεί η όψη της να ήταν τρομακτική αλλά μέσα μου ήξερα δεν θέλει το κακό μου. Κινήθηκα με βάση το ένστικτο, κατά κάποιο τρόπο.»
«Μάλιστα. Μετά; Πότε την ξανά είδες;»
«Ήταν βράδυ και ετοιμαζόμασταν με τη μητέρα μου να πάμε για ύπνο. Καθώς έσβηνα τα φώτα από το σαλόνι, παρατηρούσα τους τοίχους χωρίς λόγο και το βλέμμα μου επικεντρώθηκε στο ταβάνι. Ήταν εκεί και με κοιτούσε. Δεν ζήτησα από τη μητέρα μου να κοιτάξει προς το συγκεκριμένο σημείο,καθώς ένιωθα πάλι το ίδιο : ήρθε για να δει αν είμαι καλα και αργότερα, χωρίς να πειράξει κανέναν, θα έφευγε. Συνέχισα κανονικά τη κουβέντα με τη μητέρα μου, χωρίς να αντιδράσω περίεργα για να μη καταλάβει κάτι, έχοντας όμως το βλέμμα μου καρφωμένο στη σκιά.»
«Ανέφερες ότι ήσουν με τη μητέρα σου,σωστά; Εκείνη πως ξέρεις ότι δεν είδε τη σκιά και δεν σου είπε κάτι για να μη σε τρομάξει ίσως;» ρώτησε και το βλέμμα της έγινε ακόμα πιο έντονο, προσπαθώντας να καταλάβει.
«Αυτό δεν το γνωρίζω.» απαντάω με την ειλικρίνεια να κυλάει στις φλέβες μου. «Η μητέρα μου εκείνο το βράδυ βρισκόταν πίσω από τη πλάτη μου και ίσως να μην ήθελα κι ολας να δω αν τη κοιτάζει-δεν ξέρω πως ένιωθα και γιατί έπραξα όπως έπραξα. Μου ήταν αρκετό που είχε εμφανιστεί ξανά σε εμένα. Παρόλα αυτά,δεν έδωσα μεγαλύτερη σημασία, όπως είπα ήθελα να κοιμηθώ και ήθελα να εχω καθαρό μυαλό, άρα θυμάμαι ότι απλά έκανα σαν να μην έγινε ποτέ και συνέχισα—» σταματάω απότομα. «Βασικά, μετά από λίγες ημέρες, συζήτησα με τη μητέρα μου για τις σκιές. Της αφηγηθηκα αναλυτικά και τα δυο γεγονότα αλλά μπορούσα να δω στο βλέμμα της, την αμφισβήτηση προς τα λόγια μου και χωρίς να πει κάτι άλλο,απλά με συμβούλεψε να μην τα υπέρ—αναλύω τόσο και αποτελεί προϊόν της φαντασίας μου. Προσπαθούσε να καθησυχάσει περισσότερο τον εαυτό της παρά εμενα, λέγοντας μάλιστα ότι είναι λογικό και ότι αυτά συμβαίνουν σε αυτές τις ηλικίες.»
«Εσυ;Την πίστεψες;»
«Οχι.» η απάντηση μου ξεχείλισε αμέσως από τα χείλη μου,χωρίς δεύτερη σκέψη.
«Γιατί;»
«Ένστικτο.» απάντησα τονίζοντας για μια ακόμη φορά την δυναμική των ενστίκτων μου.
«Είπες όμως ότι από τα δεκαπέντε σου και μετά βρίσκεσαι σε ένα στάδιο όπου έχεις διαμορφώσει την νοητική και την κοινωνική πραγματικότητα άρα γιατί χρησιμοποιείς το ένστικτο και οχι τη λογική;» ρώτησε και στην αρχή κάγχασα.
«Αν δεν ήταν σημαντικό το ένστικτο δεν θα το είχε κανένας ζωντανός οργανισμός. Άλλωστε αφού το εχω γιατί να μην το χρησιμοποιήσω; Ξέρω ότι διαφέρουμε από τα άλλα είδη διότι έχουμε ένα ακόμα όπλο,τη λογική, αλλά πρέπει να συσχετίζεις και τα δυο για να επιβιώσεις. Τουλάχιστον αυτό έκανα και κάνω.» δεν ήξερα αν ήθελα να δώσω τη συγκεκριμένη απάντηση ή όχι, πάντως ένιωθα ότι είναι αρκετή για την ερώτηση της όποτε αποφάσισα να μην συμπληρώσω μια ακόμη πληροφορία.
«Μάλιστα.» ψιθύρισε. «Γιατί είπες ότι η μητέρα σου προσπαθούσε να πείσει περισσότερο τον εαυτό της παρά εσενα;»
«Ίσως επειδή φοβήθηκε για το παιδί της.Δηλαδή μπορεί να πίστεψε ότι αρχίζω να τρελαίνομαι. Άλλωστε αυτό κάνουμε όλοι. Οταν φοβόμαστε και όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με ακραία σκηνικά, προσπαθούμε να δώσουμε μια λογική εξήγηση, τις περισσότερες φορές για να νιώσουμε εμείς καλύτερα. Άρα κλίνω προς το ότι προσπάθησε να πείσει περισσότερο τον εαυτό της από ανάγκη.»
«Τη τρίτη φορά που είδες τη σκιά;Πως έγινε;»
«Η τρίτη επίσκεψη...Είναι και ο λόγος άλλωστε που οχι μόνο με έφερε εδώ, αλλά και που με έκανε να το σκέφτομαι και να το επεξεργάζομαι χρόνια. Ήταν βράδυ πάλι, συζητούσα με τη μητέρα μου για ποικίλλα θέματα και κοίταξα έξω από το παράθυρο. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει σε υπερφυσικούς ρυθμούς, κρύος ιδρώτας άρχισε να με λούζει και με δυσκολία μπορούσα να μιλήσω. Τα συναισθήματα ήταν διάφορα. Στην αρχή ενιωσα για ανεξήγητο λόγο φόβο αλλά αργότερα τη θέση του φόβου την πήρε το αίσθημα της απορίας. Τι κάνει,γιατί είναι εδώ,τι θέλει, ποιος είναι, γιατί τώρα πάλι;»
«Η μητέρα σου εκείνη τη στιγμή; Δεν παρατήρησε κάποια απότομη αλλαγή στη συμπεριφορά σου που να την κάνει να αναρωτηθεί τι έπαθες;» ανασήκωσε το ένα της φρύδι.
«Όσο παράλογο και να ακουστεί, οχι. Δεν με κοιτούσε ούτως ή άλλως.Αργότερα έφυγε από τον χώρο της κουζίνας για να βγει στο μπαλκόνι, όπου ήταν ο πατέρας μου.Γενικά εκείνο το βράδυ θα το περνούσαμε οικογενειακά -αν μπορώ να χαρακτηρίσω έτσι την κατάσταση για να σας βοηθήσω να καταλάβετε το κλίμα που επικρατούσε-. Την παρατηρούσα καθώς έφευγε και όταν έστρεψα το βλέμμα μου προς το παράθυρο για να δω τη σκιά, εκείνη είχε εξαφανιστεί.»
«Και στις τρεις περιπτώσεις ήταν βράδυ. Στις δυο τελευταίες ήταν μαζί η μητέρα σου. Στη πρώτη; Ήσουν μόνη;» ρώτησε και κοίταξε τις σημειώσεις της ξανά.
«Έπαιζα σε ένα σημείο με τα παιχνίδια μου και λίγο πιο μακριά μου ήταν ο μπαμπας μου αλλά δεν μιλούσαμε. Εγω βασικά ήμουν μέσα σε μια ροζ σκηνή με τα παιχνίδια μου άρα κατά κάποιο τρόπο ήμουν μόνη;Δεν ξέρω- θέλω να πω, δεν είχα κάποιον τόσο κοντά μου,ούτε συνομιλούσα με κάποιον όπως τις άλλες δύο φορές.» απάντησα και δάγκωσα τα χείλη μου στο τέλος.
«Πως ήταν η ψυχολογική σου κατάσταση τότε;Ήσουν χαρούμενη;»
«Οχι. Σε καμία από αυτές δεν ήμουν. Ειδικά την τρίτη φορά που συναντήθηκα με τη σκιά.» απάντησα και το μυαλό μου άρχισε να ταξιδεύει προς το παρελθόν.
«Μικροσκοπικό σώμα,κεφάλι μωρού...» κρατάει σημειώσεις. «Η σκιά κατά κάποιο τρόπο απεικονίζει εσενα και τον σκοτεινό εσωτερικό σου κόσμο. Δεν είναι τυχαίο που εμφανίζεται πάντα όταν δεν εισαι καλα ψυχολογικά. Εσυ του επιτρέπεις να επεμβαίνει στη ζωή σου. Τρέφεται από τη θλίψη σου. Είμαι σίγουρη ότι στην αρχή η σκιά ήταν μικρή, αργότερα μεσαία και στο τέλος μπορεί να είχε την μορφή ενός εφήβου όπως ήσουν εσυ. Αναπτύσσεται μέσα από τους φόβους σου. Δεν νιώθεις οικεία ούτε ασφάλεια, προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι δεν φοβάσαι από ανάγκη.» έκανε μια παύση.
«Ξέρεις ότι είναι η ψυχή σου αυτή που σε καλεί, γιαυτο δε φοβάσαι.»
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top