23. Σύλληψη
Η Έλσα ξύπνησε γυμνή στην αγκαλιά του, κάτω απ΄τα σκεπάσματα. Ήταν ελαφρώς ζαλισμένη, αλλά θυμόταν τα πάντα. Θυμήθηκε ότι τα ξημερώματα, μόλις μπήκαν σπίτι, ο Λεωνίδας τη φίλησε με πάθος, της έβγαλε το φόρεμα και την έριξε κατευθείαν στο κρεβάτι. Είχαν καιρό να κάνουν έρωτα έτσι, με τόσο πάθος και αλλάζοντας συνεχώς στάσεις. Τώρα ο Λεωνίδας κοιμόταν ακόμα κολλημένος πίσω της, με το χέρι του τυλιγμένο γύρω της και το κεφάλι του στον ώμο της.
Τα κινητά τους άρχισαν να χτυπούν με το χαρακτηριστικό ήχο που ειδοποιούσε ότι κάποιος βρισκόταν στην πόρτα. Η Έλσα τεντώθηκε για να πιάσει το δικό της.
"Ποιος είναι;" ρώτησε ο Λεωνίδας, έχοντας ακόμα κλειστά τα μάτια του. Η Έλσα κοίταξε την οθόνη.
"Είναι άγνωστοι." είπε με ένα κακό προαίσθημα να την κυριεύει.
Σηκώθηκε, φόρεσε μια ρόμπα και πήγε να ανοίξει από κοντά. Πριν προλάβει να μιλήσει, τέσσερις μαυροντυμένοι άντρες την έσπρωξαν και μπήκαν με το έτσι θέλω στο σπίτι.
"Χριστέ μου!" φώναξε. Ο Λεωνίδας πετάχτηκε στην είσοδο του σαλονιού με το σεντόνι τυλιγμένο γύρω απ' τη μέση του. Παρατήρησαν και οι δυο έντρομοι πως οι άντρες είχαν το λογότυπο της ARAK στο σακάκι τους.
"Τι θέλετε;" τους ρώτησε ο Λεωνίδας κοιτώντας τους άγρια.
"Ο κύριος Λεωνίδας Νικολάου;" τον ρώτησε ο ένας.
"Μάλιστα."
"Θα πρέπει να έρθετε μαζί μας." είπε αυτός και τον πλησίασαν.
Η Έλσα έτρεξε και μπήκε μπροστά του.
"Αν πάρετε αυτόν, θα πάρετε κι εμένα μαζί."
"Κάντε στην άκρη, κυρία Λιβανού. Αυτό το θέμα δεν σας αφορά."
"Έλσα, φύγε απ' τη μέση." της είπε και ο Λεωνίδας.
"Δεν φεύγω αν δεν μου πείτε πρώτα γιατί τον συλλαμβάνετε και πού θα τον πάτε!" φώναξε, αν και είχε καταλάβει. Ο πατέρας της είχε δώσει εντολή να τον συλλάβουν επειδή είχε συμμετάσχει στην καταστροφή των γραφείων της εταιρείας του.
"Θα μάθετε σύντομα." της απάντησαν.
"Όχι, τώρα θέλω να μάθω!"
"Έλσα, ηρέμησε, σε παρακαλώ. Όλα θα πάνε καλά. Θα είμαι εντάξει." της είπε ο Λεωνίδας. "Κύριοι, ας μην καταφύγουμε σε βία. Θα έρθω μαζί σας ήσυχα κι ωραία, φτάνει να με αφήσετε να ντυθώ πρώτα."
"Εντάξει." συμφώνησαν. Ο ένας από αυτούς τον ακολούθησε στην κρεβατοκάμαρα, για να είναι σίγουρος ότι δεν θα αποδράσει.
Δεν τον άφησαν να πάρει τίποτα μαζί του, ούτε καν το κινητό του. Τον άφησαν όμως να αποχαιρετήσει την Έλσα με ένα θερμό αγκάλιασμα, σαν να ήταν η τελευταία φορά που την έβλεπε.
"Θα μάθω τι συμβαίνει και θα σε σώσω. Στο υπόσχομαι." του ψιθύρισε στο αυτί.
"Ό,τι κι αν γίνει, να ξέρεις ότι σ' αγαπώ." της είπε εκείνος και της έδωσε ένα φιλί, που θα είχε μεγαλύτερη διάρκεια αν δεν τον τραβούσαν οι άντρες της ARAK για να φύγουν.
"Κι εγώ σ΄αγαπώ." πρόλαβε να του πει.
Όταν η πόρτα έκλεισε πίσω τους, η Έλσα άφησε ένα δάκρυ να κυλήσει. Το σκούπισε αμέσως. Δεν είχε χρόνο να κλάψει. Είχε άλλα πράγματα να κάνει. Πήρε τηλέφωνο τον πατέρα της. Δεν το σήκωνε, λες και το έκανε επίτηδες. Το πέταξε με νεύρα στον καναπέ και κάθισε να κλάψει με το κεφάλι ανάμεσα στα χέρια της. Τι να έκανε τώρα; Ο Θοδωρής θα μπορούσε να τη βοηθήσει; Μπα... Τι να έκανε και αυτός; Σκέφτηκε να ειδοποιήσει τον Κώστα, αλλά δεν ήθελε να τον ανησυχήσει αν δεν μάθαινε πρώτα τι συμβαίνει. Ούτως ή άλλως θα του το έλεγε όμως, γιατί έπρεπε να πάει να πάρει την Άννα κάποια στιγμή απ' το σπίτι του.
Ξαφνικά, σαν να της ήρθε επιφοίτηση, βρήκε τη λύση: κατάλαβε ποιοι μπορούσαν να τη βοηθήσουν. Ντύθηκε, έφτιαξε ένα καφέ στο χέρι και μπήκε στο αυτοκίνητο της. Έφτασε με ιλιγγιώδη ταχύτητα στην έπαυλη των Γεωργίου. Ευχόταν να ήταν εκεί. Χτύπησε το κουδούνι και αφού περίμενε μερικά βασανιστικά λεπτά, η Βάσια Γεωργίου ήρθε και της άνοιξε.
"Καλησπέρα, κυρία Λιβανού. Πώς και από εδώ;" τη ρώτησε με μια ανησυχία στη φωνή της.
"Καλησπέρα. Χρειάζομαι τη βοήθεια σας. Όμως δεν ξέρω αν μπορείτε..."
Η Βάσια έδειξε να καταλαβαίνει.
"Περάστε μέσα." της είπε. Την οδήγησε στο καθιστικό, της είπε να καθίσει και ανέβηκε πάνω να φωνάξει τον Μύρωνα. Κατέβηκαν και οι δυο μαζί μετά από λίγο.
"Τι συνέβη;" τη ρώτησε ο Μύρωνας αφού χαιρετήθηκαν και κάθισαν.
"Ήρθαν κάτι άνθρωποι της ARAK το πρωί, εισέβαλαν στο σπίτι μας με το έτσι θέλω και συνέλαβαν τον Λεωνίδα, χωρίς να μας πουν ούτε καν το λόγο."
Οι Γεωργίου κοιτάχτηκαν μεταξύ τους κι έπειτα η Βάσια είπε:
"Είναι λογικό να ανησυχείτε. Συνέλαβαν και τον γιο μας, νωρίς σήμερα το πρωί. Τον έσυραν με το ζόρι έξω, ενώ φοβόταν τόσο πολύ, ο κακομοίρης..." Η φωνή της έσπασε και λίγο έλειψε να βάλει τα κλάματα.
"Απίστευτο..." είπε ξεφυσώντας η Έλσα. "Μα γιατί;"
"Προφανώς, ο πατέρας σας διέταξε να συλλάβουν όλους εκείνους που υποκίνησαν την επανάσταση κατά της ARAK." της είπε ο Μύρωνας και για λίγο ένιωσε σαν να την κατηγορούσε κι εκείνη που ήταν κόρη του Λιβανού και πρώην μέλος της ARAK.
"Τι θα κάνουμε;"
"Προς το παρόν, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα απ' το να περιμένουμε λίγες μέρες. Εάν η ARAK δεν κάνει καμία κίνηση κι εσείς δεν καταφέρετε να επικοινωνήσετε με τον πατέρα σας, θα προσπαθήσω εγώ να μάθω τι συμβαίνει."
Η Έλσα έφυγε από εκεί χωρίς να βγάλει κάποια άκρη. Ο πατέρας της ακόμα δεν το σήκωνε. Μπήκε στο αυτοκίνητο και ξεκίνησε βιαστικά. Θα πήγαινε στο πατρικό της. Ίσως ήταν η μητέρα της εκεί. Όχι ότι αυτή θα μπορούσε να βοηθήσει και πολύ...
Οι Λιβανοί έμεναν δίπλα απ' το σπίτι του Κώστα στην κορυφή του λόφου, σε ένα μεγαλοπρεπές παλιομοδίτικο κτήριο, αν και αναβαθμισμένο με τις καλύτερες σύγχρονες συσκευές. Η κάμερα στην είσοδο την αναγνώρισε και μετά από λίγο η πύλη του κήπου άνοιξε. Πίσω της φάνηκε ο θυρωρός.
"Κυρία Λιβανού; Τι ευχάριστη έκπληξη... Δεν σας περιμέναμε." της είπε.
"Καλησπέρα, Γιώργο. Είναι εδώ οι γονείς μου;"
"Μόνο η μητέρα σας. Ο πατέρας σας λείπει σε κάποιες άκρως απόρρητες δουλειές, όπως μας είπε."
"Το περίμενα." μουρμούρισε η Έλσα μέσα απ' τα δόντια της.
"Περάστε μέσα και θα ειδοποιήσω τη μητέρα σας." της είπε ο Γιώργος και κάλεσε με το κινητό του την οικονόμο για να υποδεχθεί την Έλσα.
Η Έλσα διέσχισε το μονοπάτι του κήπου και έφτασε στην εξώπορτα του σπιτιού, αφού ανέβηκε τα μεγαλοπρεπή μαρμάρινα σκαλοπάτια της εισόδου. Της άνοιξε κατευθείαν η οικονόμος και την οδήγησε στη μητέρα της, η οποία καθόταν στο σαλόνι.
Η Ταμάρα Λιβανού δεν γεννήθηκε πλούσια. Ήταν μια απλή μακιγιέρ που είχε έρθει από τη Ρωσία πριν χρόνια για να βρει δουλειά εδώ, και η Ζωή, η μητέρα του Αντώνη, την προσέλαβε ως την προσωπική της μακιγιέρ. Σύντομα ξεκίνησε ένα θυελλώδες ειδύλλιο μεταξύ του Αντώνη και της Ταμάρας, το οποίο όπως ήταν φυσικό οι γονείς του δεν ενέκριναν. Μια απιστία του Νίκου Λιβανού όμως που οδήγησε στο διαζύγιο του με τη Ζωή, έστρεψε την προσοχή τους σε άλλα πράγματα πέρα απ' το νεαρό ζευγάρι. Εκείνη την περίοδο περίπου έμαθαν πως η Ταμάρα έμεινε έγκυος στις δίδυμες, έτσι δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς και τους επέτρεψαν τελικά να παντρευτούν.
Πλέων η Ταμάρα δεν δούλευε. Δεν γινόταν η κυρία Λιβανού να συνεχίσει να ασχολείται με το μακιγιάζ και να βάφει τις πλούσιες και διάσημες και να ήταν συγχρόνως μία από αυτές. Της άρεσε όμως που ζούσε μέσα στη χλιδή και είχε βολευτεί με το γεγονός ότι δεν χρειαζόταν να δουλεύει. Ήταν μια κλασική αριστοκρατική κυρία, σαν εκείνες της παλιάς εποχής, πάντα ντυμένη στην τρίχα ακόμα και μέσα στο σπίτι. Φαινόταν πολύ νεώτερη από τον σύζυγο της, αν και ήταν τρία χρόνια μεγαλύτερη.
"Έλσα!" είπε και σηκώθηκε να αγκαλιάσει την κόρη της. "Πώς και μας θυμήθηκες;"
"Ποτέ δεν σας ξεχνάω, μαμά. Η Ανίτα είναι αυτή που σας ξεχνάει."
"Λάθος. Πλέων η αδελφή σου έρχεται πιο συχνά από σένα και μας φέρνει και τον εγγονό μας. Ενώ εσείς την Άννα την αφήνετε μόνο στον πεθερό σας."
"Δεν έχω όρεξη για τα παράπονα σου. Για άλλο ήρθα. Κάθισε και θα στα πω."
Κάθισαν στον πανάκριβο καναπέ. Εκείνη τη στιγμή την πήρε τηλέφωνο ο Κώστας.
"Είμαι δίπλα, στο πατρικό μου. Θα έρθω σε λίγο από εκεί." του είπε, χωρίς να αναφέρει τίποτα για αυτό που έγινε.
"Α, εντάξει, παιδί μου. Ανησύχησα, γιατί ο Λεωνίδας δεν σηκώνει το κινητό του. Πού είναι αυτός;"
"Θα στα πω από κοντά."
"Ωχ! Μη μου πεις ότι τσακωθήκατε πάλι..."
"Όχι." είπε η Έλσα. "Μιλάω με τη μητέρα μου τώρα."
"Πες του να έρθει, να μου φέρει και την Άννα να τη δω!" πετάχτηκε από μέσα η Ταμάρα, όμως η Έλσα δεν επανέλαβε τα λόγια της.
"Θα τα πούμε σε λίγο. Γεια." είπε και το έκλεισαν.
Η Ταμάρα την κοίταξε ανήσυχη.
"Λοιπόν; Τι έγινε;" τη ρώτησε. "Τι σου έκανε πάλι αυτός;"
Φυσικά, ούτε η Ταμάρα τα πήγαινε καλά με τον Λεωνίδα. Τον ήθελε βέβαια για γαμπρό της κάποτε, αλλά θα προτιμούσε να είχε παντρευτεί την Ανίτα. Την ημέρα που εκείνος και η Έλσα παντρεύτηκαν, αυτή ήταν που μάζεψε τα σπασμένα της άλλης, πληγωμένης κόρης της. Μόνο σε εκείνη είχε εκμυστηρευτεί η Ανίτα ότι τον αγαπούσε ακόμα. Και αυτός ήταν ο λόγος που τον μισούσε και πάντα μιλούσε υποτιμητικά για αυτόν.
"Τον συνέλαβαν άντρες της ARAK." απάντησε η Έλσα.
"Αλήθεια; Πού μπλέχτηκε πάλι;"
"Ήλπιζα πως θα ήξερες εσύ να μου πεις το λόγο. Δεν σου είπε τίποτα ο μπαμπάς; Δεν ανέφερε καθόλου ότι σχεδίαζε να το κάνει;"
"Παιδί μου, αφού το ξέρεις ότι δεν ανακατεύομαι στις υποθέσεις του πατέρα σου. Πού θες να ξέρω;"
"Ξέρεις τουλάχιστον πού είναι;"
"Στη δουλειά. Στα κεντρικά κτήρια της ARAK. Εκεί θα μεταφερθούν και τα γραφεία της Λιβανός ΑΕΑΕ που κάηκαν, και είπε πως έχουν πολύ δουλειά και θα γίνεται ένας χαμός μέχρι να οργανωθούν αυτές τις μέρες. Σήμερα όμως, είπε πως θα τα αφήσει στην άκρη αυτά, γιατί έχει να ασχοληθεί με μια άκρως απόρρητη αποστολή. Ίσως αυτό έχει να κάνει και με τη σύλληψη του Λεωνίδα."
"Μάλιστα."
Η Έλσα έμεινε για λίγο σιωπηλή. Έπειτα, ξεφύσυξε και κάλυψε με τις παλάμες της το πρόσωπο της.
"Είσαι καλά;" τη ρώτησε η μητέρα της, καθώς εκείνη ένιωθε νέα δάκρυα να ανεβαίνουν στα μάτια της. Πού ήταν ο Λεωνίδας; Τι θα του έκαναν αυτοί; Θυμήθηκε την προηγούμενη νύχτα, πόσο ωραία είχαν περάσει στο πάρτι και πώς είχαν λιώσει στο κρεβάτι τους τα χαράματα, για να λήξει άδοξα αυτή η υπέροχη βραδιά με την ανεξήγητη σύλληψη του. Γιατί πάντα, κάθε φορά που ήταν ευτυχισμένοι, κάποιος έπρεπε να τους το χαλάει;
"Σε παρακαλώ, μαμά." είπε αφήνοντας τα δάκρυα να τρέξουν. "Το ξέρω ότι δεν τον συμπαθείς...όμως εγώ τον αγαπάω και ανησυχώ. Δεν θέλω να στερήσω στην Άννα τον πατέρα της... Τι θα της πω; Σε ικετεύω... Μάθε ό,τι μπορείς... Ψάρεψε τον μπαμπά μήπως σου πει τίποτα..." και έσφιξε απεγνωσμένα το χέρι της.
Η Ταμάρα τελικά λυπήθηκε την κόρη της. Την αγκάλιασε και της είπε:
"Εντάξει, κοριτσάκι μου... Εντάξει. Ηρέμησε. Θα προσπαθήσω να μάθω ό,τι μπορώ και αν γίνεται να τον πείσω να ελευθερώσει τον Λεωνίδα."
"Σε ευχαριστώ." είπε η Έλσα και παρέμεινε στην αγκαλιά της μητέρας της που τόσο της είχε λείψει.
*********
Τι ετοιμάζει άραγε ο Λιβανός και γιατί συνέλαβε τον Λεωνίδα και τον Αλέξανδρο; Ένα είναι το σίγουρο, δεν θα περιμένετε με τίποτα αυτά που θα ακολουθήσουν και πώς θα εξελιχθεί η ιστορία στη συνέχεια! Ένα θα σας πω: θα γίνει λίγο παραπάνω επιστημονικής φαντασίας από όσο έχουμε συνηθίσει μέχρι τώρα.
Παράλληλα, θα αρχίσω να ετοιμάζω και το "Κρυμμένα Μυστικά 2", στο οποίο θα περιγράφω την εφηβική και νεαρή ενήλικη ζωή του Λεωνίδα και θα δούμε πιο αναλυτικά πράγματα που έχω αναφέρει σε αυτή την ιστορία, όπως για παράδειγμα το ερωτικό τρίγωνο Έλσα- Λεωνίδας- Ανίτα (τετράγωνο αν βάλουμε και τον Πέτρο 😜), τη σκηνή με το τηλεσκόπιο όπου βλέπει την απαγωγή της Βάσιας Γεωργίου, τον εγκλεισμό του στην ψυχιατρική κλινική, τα επεισόδια με τους αναρχικούς και άλλα πολλά! Αν ενδιαφέρεστε θα χαρώ πολύ να ρίξετε μια ματιά (μέσα σε αυτές τις μέρες θα ανέβει το πρώτο κεφάλαιο). Δεν χρειάζεται να έχετε διαβάσει το πρώτο βιβλίο των Μυστικών, καθώς αναφέρω τι περίπου είχε γίνει. (Το πρώτο βιβλίο ήταν στην ουσία η ιστορία του αδελφού του Λεωνίδα, του Θοδωρή, καθώς και των γονιών και των παππούδων τους, αλλά δεν έχει καθόλου επιστημονική φαντασία μέσα).
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top