3.ΤΙ ΣΥΝΕΒΗ ΣΤΟΝ ΤΖΑΚ ΚΟΝΟΡ;
«Δεν θα πετύχει», ξαναείπα καθώς η Μέλανη τέλειωσε με το άναμμα των κεριών.
Ο Κάρτερ ξεφύσησε και σταύρωσε τα χέρια του στο στήθος του.
«Αν πίστευα κάτι τέτοιο, δε θα έβαζα την αδερφή μου να το κάνει . Προφανώς είσαι η μόνη που πιστεύει ότι δεν θα πετύχει, γι' αυτό αν θες μπορείς να φύγεις», είπε δείχνοντάς μου την πόρτα στα τελευταία του λόγια.
Εγώ δεν το συνέχισα. Είχα ήδη εκδηλώσει την αποδοκιμασία μου με οποιονδήποτε τρόπο μπορούσα.
Η Μέλανη, πριν τρία χρόνια, όταν από το Βιβλίο αποδείχτηκε ότι εκείνη δεν θα στεφόταν βασίλισσα, πήρε τις μαγικές δυνάμεις του θείου της Σον. Για την ακρίβεια εκείνος της τις πρόσφερε κι εκείνη τις δέχτηκε χωρίς καμία δεύτερη σκέψη. Αφού δε θα είχε να ασχολείται με τις υποχρεώσεις του θρόνου, θα μπορούσε να περάσει τη ζωή της συντροφευμένη από τη μαγεία, και μάλιστα της Γης.
Έτσι θα μπορούσε να 'επικοινωνήσει' με την Ίριδα που είχε κόψει ο Κάρτερ για να μας πει τι απέγινε ο Τζακ Κόνορ.
Ο Κάρτερ και ο Σον ήταν απόλυτα σίγουροι ότι το λουλούδι θα τους έδινε απαντήσεις. Εγώ, χωρίς να θέλω να υποτιμήσω τις δυνάμεις της Μέλανη, αμφέβαλλα για το αν κάτι τέτοιο ήταν εφικτό.
Στη Σεβίλλη, αν και είχα έρθει πολύ κοντά με το υπερφυσικό σε πάραπολλές μορφές, η μαγεία δεν ήταν μία από αυτές. Ήταν για μένα κάτι άγνωστο καιγια να είμαι ειλικρινής, θα ήθελα να έμενε έτσι.o-fareast-lan��ްJ�
Θυμάμαι έντονα ένα περιστατικό που μου είχε διηγηθεί η γιαγιά μου, όταν ήμουν τριών. Ο πρώτος γιος της Μόιρα, βασιλιάς Γεώργιος, διέθετε μαγικές δυνάμεις και μάλιστα με βάση το στοιχείο του νερού. Πρόσεχε πάντα πως τις χρησιμοποιούσε, γιατί τις λίγες φορές τις οποίες είχε ξεφύγει, είχε νιώσει σημάδια τρέλας. Όταν η σύζυγός του πέθανε στα χέρια του, από επίθεση βαμπίρ, εκείνος τα έχασε. Δεν υπολόγισε ούτε τρέλα, ούτε τίποτα και επικαλούμενος το νερό την έφερε πίσω στη ζωή. Λίγους μήνες αργότερα τρελάθηκε και για να μην κάνει κακό στα παιδιά και στο λαό του, τον θανάτωσαν, δίνοντάς του κώνειο.
Αυτό, λοιπόν, ήταν αρκετό για να με κάνει να κρατηθώ μακριά από αυτό το ανεξήγητο φαινόμενο που συνέβαινε στα νταμπίρ, τη μαγεία.
Έτσι αποφάσισα απλά να παρακολουθήσω χωρίς να ανακατευτώ. Ήδη καθώς προετοιμαζόταν η Μέλανη, συζητούσε με τον Κάρτερ και το Σον αναφέροντας έννοιες περί μαγείας, κάτι το οποίο δε μου επέτρεπε να συμμετάσχω στη συζήτηση.
Αφού λοιπόν τελείωσαν τα περί χόκους πόκους, η Μέλανη πήρε στα χέρια της την Ίριδα και στάθηκε στη μέση, γύρω από τον κύκλο κεριών που είχε φτιάξει.
Ο Κάρτερ και ο Σον στάθηκαν πιο πίσω, μαζί με μένα και παρακολουθούσαν την τελετή.
Η Μέλανη έκλεισε τα μάτια της έχοντας τα χέρια της με το λουλούδι μπροστά από το στήθος της. Έμεινε για λίγο σιωπηλή, με σκυμμένο το κεφάλι, κάνοντας την ατμόσφαιρα όσο πιο τρομακτική γινόταν.
Έβαλα τα χέρια μου στους ώμους μου, καθώς ένιωσα ένα κρύο αεράκι να μεχτυπάει, το οποίο στη συνέχεια δυνάμωσε. Ο άνεμος ήταν το μόνο που ακουγότανμέσα στο δωμάτιο. Ίσως και η καρδιά μου, η οποία κόντευε να βγει έξω.Φοβόμουνα. Το άγνωστο για όλα τα ζωντανά ήδη ήταν τρομακτικό. Και ιδιαίτεραόταν δεν μπορούσαν να το καταλάβουν ή να το εξηγήσουν. Αυτός ήταν κι ο κύριοςλόγος που οδήγησε τους θνητούς να μετατρέψουν την αλήθεια σε μύθους και πολύκακοφτιαγμένες ταινίες.
Ξαφνικά τα εύθραυστα αντικείμενα που βρισκόντουσαν στο αμπάρι, έσπασαν κάνοντας τα ποτά και άλλα τρόφιμα να σκορπιστούν στο πάτωμα. Τα μάτια της Μέλανη άνοιξαν διάπλατα. Το σμαραγδένιο χρώμα είχε αντικατασταθεί από ένα πολύ ανοιχτό πράσινο. Από την αντίδρασή της και το γρήγορο ρυθμό της αναπνοής της κατάλαβα ότι δεν έλεγχε αυτό που έκανε.
Έκανα ένα βήμα πίσω, όταν την αντίκρισα, βλέποντας πόσο ανέκφραστη ήταν. Αν κι η γλώσσα του σώματός της μαρτυρούσε ότι είχε καταβληθεί από τις δυνάμεις της, μέσα στο κεφάλι της κάθε άλλο παρά ανέκφραστη ήταν. Ο Σον και ο Κάρτερ την παρατηρούσαν με προσοχή και χωρίς την παραμικρή αντίδραση.
Μετά από δύο λεπτά, όλα επανήλθαν στο φυσιολογικό τους. Η Μέλανη ανοιγόκλεισε τα μάτια της και ο Σον την πλησίασε προσφέροντας της λίγο νερό. Σε όλη τη διάρκεια της υπερβολικά τρομακτικής τελετής, είχε σφίξει το λουλούδι στην παλάμη της και όταν τέλειωσε άνοιξε τα χέρια της αφήνοντας την μαύρη πλέον , από τη μαγεία, Ίριδα να πέσει στο πάτωμα.
Αφού πήρε μερικές βαθιές ανάσες μας κοίταξε και κατάφερε να μας πει τι είχε δει.
«Είναι νεκρός», απάντησε.
Ο Κάρτερ αναστέναξε και γύρισε να με κοιτάξει. Δεν μπορούσα να τον διαβάσω εύκολα. Ήξερε να κρύβεται πολύ καλά. Τελικά αναστέναξε ξανά και γύρισε προς τον Σον.
«Δε μ' αρέσει αυτό το σημείο», μουρμούρισε στο θείο του.
«Ούτε εμένα», του απάντησε. «Αλλά πρέπει να γίνει».
Σκέφτηκα να ρωτήσω ποιο σημείο εννοούσαν, αλλά ήταν περιττό, διότι σε πολύ λίγα λεπτά, έμαθα για ποιο πράγμα μιλούσαν. Ανάκριση! Ο Μάικλ με τον Ντιμίτρι, ανέλαβαν να μάθουν πόσοι ήταν έξω τις ώρες που πιθανόν να έγινε ο φόνος (η Μέλανη είχε υπολογίσει ότι ήταν περίπου μετά τις εννιά, αφότου είχε νυχτώσει), κι ο Σον με τον Κάρτερ, τους ανέκριναν.
Εμένα φυσικά δε με άφησαν να συμμετάσχω στην έρευνα.
Έβαλαν μάλιστα τη Μέλανη να με προσέχει, με τη δικαιολογία ότι θα με βοηθούσε να τακτοποιήσω τα πράγματά μου στον κοιτώνα μου. Κάτι το οποίο θα μπορούσα να το κάνω και την επόμενη μέρα τη στιγμή που το μεσημέρι ο κύριος Μίλερ μου είχε αφήσει χρονικό περιθώριο τριών ημερών.
«Αυτό είναι βλακεία. Πάντα μένω στην απέξω», γκρίνιαξα καθώς τοποθετούσα τα ρούχα μου στις κρεμάστρες.
Η Μέλανη γέλασε. «Κι εμένα, αλλά δεν με πειράζει».
«Εμένα με πειράζει. Μου φέρονται σαν να είμαι μωρό».
«Είναι άντρες, τι περιμένεις; Θέλουν να νομίσουν ότι έχουν το πάνω χέρι. Άσε τους να συνεχίσουν να το νομίζουν».
Εγώ κούνησα το κεφάλι μου και έκατσα στο κρεβάτι δίπλα της. Εκείνη κρατούσε στα χέρια της ένα φουλάρι μου και έπαιζε όση ώρα εγώ τακτοποιούσα τα ρούχα μου.
Είχαν μείνει κι άλλα πράγματα να φτιάξω, αλλά δεν είχα όρεξη.
«Είναι χαζό».
«Τα αρσενικά είναι χαζά», αποκρίθηκε κλείνοντάς μου το μάτι.
Εγώ γέλασα ελαφρά με το σχόλιο της, το οποίο δεν ήταν και εντελώς ψέματα.
«Έλα», είπε απαλά τοποθετώντας το φουλάρι γύρω από το λαιμό μου, το οποίο ταίριαζε γάντι με την μπλούζα που φορούσα. «Μην το σκέφτεσαι άλλο. Έχεις κι άλλα πράγματα να ασχοληθείς». Έριξε μια ματιά στη βαλίτσα μου και μετά σε μένα. «Πεινάς;», με ρώτησε.
Εγώ ένευσα γρήγορα. Δεν είχα φάει τίποτα όλη μέρα και τα χάπια μου είχαν τρυπήσει το στομάχι. Δεν πεινούσα απλώς, λιμοκτονούσα.
«Πάμε, ξέρω ένα μέρος με την καλύτερη σοκολάτα. Τρως γλυκά έτσι;»
Εγώ πετάχτηκα πάνω και βρέθηκα με δυο δρασκελιές στην πόρτα.
«Τι ερώτηση ήταν αυτή», απάντησα και γελάσαμε κι οι δύο.
Οι διάδρομοι των κοιτώνων ήταν άδειοι. Όλοι περίμεναν μέχρι την τελευταία στιγμή της διορίας, να μετακομίσουν πίσω στο σχολείο.
Κι όσοι είχαν φέρει τα πράγματά τους –όπως η Μόνι και η αδερφής της, Οκτόμπερ- δεν έμεναν μέσα, μέχρι να αρχίσουν τα μαθήματα.
Σε αντίθεση με μένα που από σήμερα θα κοιμόμουνα στον κοιτώνα μου.
Δεν ήξερα τι άλλο θα έκαναν για να με κρατήσουν μακριά τους. Ειλικρινά, ο τρόπος σκέψης τους με τρόμαζε και εξόργιζε αφάνταστα.
Ευτυχώς θα είχα και τη Μέλανη να μου κάνει παρέα, γιατί αλλιώς θα τρελαινόμουν.
«Φάνηκες λίγο τρομαγμένη πριν», ξεκίνησε την κουβέντα η Μέλανη καθώς περπατούσαμε σε ένα μικρό μονοπάτι, δίπλα από το οικόπεδο του σχολείου.
«Ναι», είπα χαμηλόφωνα. «Η αλήθεια είναι ότι δεν είμαι και πολύ εξοικειωμένη με όλο αυτό».
Εκείνη ένευσε. «Καταλαβαίνω. Και για μένα ήταν δύσκολη η προσαρμογή».
«Πάντως ήσουνα πολύ καλή. Εγώ δεν ξέρω αν θα κατάφερνα να διατηρήσω τόση ψυχραιμία».
Γέλασε πνιχτά και τίναξε τα μαλλιά της προς τα πίσω. «Ναι η αλήθεια είναι πως κι εγώ απορώ με τον εαυτό μου μερικές φορές. Ξέρεις, όταν μπαίνεις τόσο βαθιά στη μαγεία όλο σου το σώμα παραδίνεται σε εκείνη. Είναι ας πούμε το αντίτιμο που έχει η ελευθερία του μυαλού και της ψυχής».
Έσμιξα τα φρύδια μου στην ανάμνηση της, καθώς άνοιγε τα μάτια της και προσπαθούσε να συγκεντρωθεί αψηφώντας το γεγονός, ότι το σώμα της, δεν το έλεγχε.
«Οι αισθήσεις σου κυρίως», συνέχισε. «είναι αυτές που χάνονται εντελώς. Δεν βλέπεις, δεν ακούς, δεν μυρίζεις, δεν νιώθεις. Τίποτα απολύτως».
«Και πως το σταματάς;», ρώτησα απορώντας με τον εαυτό μου που συνέχιζα την κουβέντα.
«Δύσκολα. Τη στιγμή που το σώμα σου δεν ανήκει πλέον σε σένα, δεν μπορείς να το ελέγξεις εύκολα. Έχεις μόνο την πνευματική σου δύναμη».
«Μα νόμιζα ότι αυτό ήταν η μαγεία. Πνευματική δύναμη».
Εκείνη έγειρε στα πλάγια το κεφάλι. «Και ναι και όχι. Δεν μπορείς να βασιστείς μόνο σε αυτό, γιατί οι δυνάμεις είναι κομμάτι του εαυτού σου. Χρειάζεσαι και το σώμα σου για να τις χρησιμοποιήσεις». Σκέφτηκε για λίγο και μετά χτύπησε τα δάχτυλά. «Όπως στο σχολείο. Για να έχεις καλές επιδόσεις πρέπει όχι μόνο να διαβάζεις αλλά και να είσαι και καλά σωματικά. Να τρέφεσαι σωστά, να ξεκουράζεσαι, να είσαι υγιής. Αν δεν είσαι καλά σωματικά αυτό έχει επίπτωση και στον πνευματικό τομέα».
Εγώ ένευσα. «Σωστά», αποκρίθηκα.
«Και πάλι η μαγεία έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Εξαρτάται και από το στοιχείο και το άτομο. Είναι πολλοί παράγοντες. Αλλά ας μη σε ζαλίζω άλλο , με αυτά».
Έμεινα έκπληκτη με τον εαυτό μου όταν ξεστόμισα : «Όχι, μην σταματάς. Θέλω να μάθω κι άλλα».
Εκείνη μου έριξε ένα εξεταστικό βλέμμα και ένευσε αργά. «Ωραία, τι θες να μάθεις;»
Τα πάντα, σκέφτηκα.
Έβαλα σε σειρά τις απορίες μου και αποφάσισα να ρωτήσω τα βασικά και τα υπόλοιπα θα τα έβρισκα στα βιβλία του παλατιού. Ήταν και μια καλή δικαιολογία να πηγαίνω στο παλάτι για αρκετές ώρες και να μαθαίνω νέα από τις έρευνες.
«Χμμ, πόσα νταμπίρ με μαγεία υπάρχουν στη Μόιρα;»
Η Μόιρα κατοικούταν από τρεις χιλιάδες διακόσα πέντε νταμπίρ, μαζί με εμένα και τον Ντιμίτρι. Όποτε λογικό ήταν να ακούσω ένα σχετικά μεγάλο αριθμό, όπως εξήντα.
«Δέκα μαζί με μένα.», απάντησε.
Την κοίταξα έκπληκτη. Ήταν πολύ μικρός αριθμός για την μεγαλύτερη κοινωνία νταμπίρ. Η Μέλανη παρατήρησε την έκπληξή μου και μου εξήγησε την κατάσταση.
«Τα νταμπίρ με μαγικές δυνάμεις νιώθουν δυνατότερα από τα υπόλοιπα, οπότε προτιμούν να ζουν έξω από τα προστατευτικά τείχη της Μόιρα. Πίστεψε με και οι δέκα, ή μάλλον οι εννιά που είναι ακόμα εδώ, είναι πάρα πολλοί».
Δεν είχε καθόλου λογική αυτό που έκαναν τα νταμπίρ με μαγεία. Ίσως όντως να ήταν δυνατότεροι από εμάς τα απλά νταμπίρ, αλλά και πάλι εκείνοι ήταν που χρειαζόντουσαν την περισσότερη φροντίδα. Ο βασιλιάς Γεώργιος δεν ήταν το μόνο αρνητικό παράδειγμα νταμπίρ με μαγικές δυνάμεις. Και η ασθένεια ήταν το λιγότερο τίμημα. Ο θάνατος ήταν πολλές φορές το χειρότερο. Δεν πέθαιναν μόνο επειδή κατέρρεε ο οργανισμός τους από τη λανθασμένη χρήση των δυνάμεων, αλλά τους θανάτωναν καθώς γινόντουσαν επικίνδυνοι για τους εαυτούς τους και για τους γύρω τους.
«Το ξέρω», συμπλήρωσε καθώς στρίβαμε σε ένα απόμερο δρομάκι. «Και μένα δε μου φαίνεται πολύ λογικό αλλά αφού έτσι πιστεύουν δεν μπορούμε να τους το απαγορεύσουμε».
Ναι, δυστυχώς αυτό το δικαίωμα δεν το είχαν οι βασιλείς. Αν ήταν δυνατόν, εγώ θα τους έκλεινα σε ένα μεγάλο κτίριο, όπως στο σχολείο, με εικοσιτετράωρη παρακολούθηση.
Μετά σκέφτηκα να ρωτήσω για τους προφήτες, κάτι το οποίο πάντα ήθελα να καταλάβω.
«Τα νταπίρ που έκαναν προφητείες, πως το κατάφεραν;».
«Δύσκολα», μόρφασε. «Και δεν ήταν κάτι που το επέλεγαν. Όπως το να γεννηθείς με μαγεία».
Παλιά ήταν δύσκολο να γεννηθείς με μαγεία. Ακόμα και σήμερα κανείς δεν ήξερε να εξηγήσει πως συνέβη αυτό. Στην αρχή πίστευαν πως ήταν σημάδι από το Θεό , ότι τα νταμπίρ αυτά ήταν γεννημένα με εκλεκτή ευλογία. Αυτή όμως η πεποίθηση σταμάτησε να υφίσταται, όταν πλέον όσα νταμπίρ γεννιόντουσαν με μαγεία, την κληρονομούσαν από τους γονείς τους ή τους την έδινε κάποιος άλλος όπως ο Σον στην Μέλανη. (Κι ο Σον δε γεννήθηκε έτσι. Οι Μάρεϊ δεν είχαν ούτε ένα μέλος με τέτοιες ικανότητες. Τις είχε αποκτήσει από την πρώην σύζυγό του)
«Πολλές φορές», συνέχισε. «Τα νταμπίρ αυτά ενωνόντουσαν με τα στοιχεία τους σε συγκεκριμένες στιγμές της νύχτας και η ένωση αυτή τους χάριζε τα οράματα».
«Τι ένωση;»
Άπλωσε το χέρι της και έκοψε ένα φύλλο. Το περιεργάστηκε λίγο και μετά σταμάτησε να περπατάει. Το ίδιο έκανα κι εγώ.
Τα βλέμματά μας διασταυρώθηκαν. Κρατούσε το φύλλο μπροστά και το γύριζε μέσα από τα δάχτυλά της.
«Τα στοιχεία στα οποία βασίζεται η μαγεία του καθενός μας, τα νιώθουμε πιο έντονα απ' ότι οι υπόλοιποι. Εγώ για παράδειγμα έχω μια ιδιαίτερη σχέση με τη Γη. Το χώμα που πατάω, τα λουλούδια που μυρίζω και αγγίζω, όλα αυτά παίρνουν σάρκα και οστά για μένα. Είναι ζωντανά. Μου μιλάνε. Με κοιτάνε».
Ανασήκωσε το ένα της φρύδι. «Έχεις φρικάρει ή όχι ακόμα;».
Εγώ γέλασα και κούνησα αρνητικά το κεφάλι μου. «Συνέχισε», τη διαβεβαίωσα.
«Αντίστοιχα για τα νταμπίρ του νερού, το νερό είναι αυτό που έχει παλμό ζωής για εκείνους. Όπως η φωτιά και ο αέρας για τους υπόλοιπους. Κάποια νταμπίρ όμως έχουν ιδιαίτερες σχέσεις με τα στοιχεία τους. Δεν χρησιμοποιούν τη μαγεία τους, αλλά τη νιώθουν. Τα μεσάνυχτα, όπου το φεγγάρι βρίσκεται στην αιχμή του, τα στοιχεία είναι πιο ισχυρά. Τα νταμπίρ τότε μπορούν να ενωθούν με το στοιχείο τους και να έρθουν πιο κοντά. Να επικοινωνήσουν».
«Όπως εσύ σήμερα;», ρώτησα.
«Όχι», απάντησε. «Είναι διαφορετικό είδος επικοινωνίας. Είναι πιο αγνό, γιατί τα νταμπίρ δε τη χρησιμοποιούν. Παραδίνονται ολοκληρωτικά σε αυτή, και σωματικά και πνευματικά. Εκείνη λοιπόν τη στιγμή, η φύση τους ανοίγει ένα παραθυράκι. Μπορούν να ρίξουν μια ματιά στο μέλλον, ως αντάλλαγμα για την αγνή αυτή ένωση».
Είχα ανατριχιάσει. Μπορώ να πω πως κι εγώ είχα παραδοθεί ψυχή τε και σώματι στα λόγια της Μέλανη. Τώρα η μόνη μου απορία ήταν, για ποιο λόγο δεν είχα ενδιαφερθεί για τη μαγεία νωρίτερα.
Εκείνη βλέποντας πόσο είχα ενθουσιαστεί, μου χάρισε ένα πλατύ χαμόγελο.
«Συναρπαστικό, ε;»
Εγώ ένευσα αργά. «Πάρα πολύ. Ακούγεται σαν μια πολύ όμορφη εμπειρία».
«Είναι. Απ' ότι έχω διαβάσει τουλάχιστον. Δεν είναι κι εύκολο να το κάνεις. Ο φόβος του να αφεθείς τόσο εύκολα ολοκληρωτικά σε κάτι, το οποίο θα μπορούσε να σε σκοτώσει αν δεν προσέξεις, είναι μεγάλος».
«Είναι όντως μεγάλο ρίσκο».
«Γι' αυτό κι οι περισσότεροι διαλέγουμε την ασφάλεια της μισής παράδοσης στο στοιχείο», αποκρίθηκε αφήνοντας το φύλλο να πέσει από τα χέρια της.
Ασφάλεια. Ποιος δε θα το επέλεγε; Το να ακούς μια τέτοια μοναδική εμπειρία σε έβαζε σε πολλούς πειρασμούς. Ωστόσο, όταν επανερχόσουν στην πραγματικότητα σκεφτόσουν όλες τις προοπτικές. Προσωπικά, τώρα που το επεξεργαζόμουν καλύτερα, έβλεπα κι άλλα πράγματα που δεν το είχα παρατηρήσει στην αρχή. Όπως το γεγονός ότι έβλεπες μόνο ένα γεγονός για το μέλλον. Στη βιβλιοθήκη του παλατιού υπήρχε ένας ολόκληρος διάδρομος με εκατοντάδες βιβλία γεμάτα προφητείες. Επιπλέον υπήρχε και το Βιβλίο στο οποίο ήταν γραμμένες όλες οι προβλέψεις για τους βασιλείς. Σίγουρα λοιπόν δεν έκανε ένα νταμπίρ τη φορά μια προφητεία και κατάφεραν να γεμίσουν τόσες σελίδες βιβλίων.
Όπως και η απλή χρήση της μαγείας, έτσι κι αυτή ήταν δελεαστική και θα τη χρησιμοποιούσαν πάνω από μια φορά. Πόσο ασφαλής θα ήταν όλη αυτή η διαδικασία πάνω από μια φορά;
Γινόταν κατάχρηση και η κατάχρηση της μαγείας είχε μόνο αρνητικά αποτελέσματα.
Κι αποδεδειγμένα, μάλιστα.
«Τι σκαρώνετε εσείς οι δυο;», άκουσα μια αντρική φωνή από πίσω μου.
Γύρισα και είδα τον Ίαν να μας πλησιάζει, φορώντας το ίδιο λαμπερό χαμόγελο με το οποίο μου είχε συστηθεί νωρίτερα.
«Ίαν», αναφώνησα μόλις τον είδα.
«Τίποτα που να σε ενδιαφέρει», άκουσα την αποδοκιμαστική φωνή της Μέλανη.
Εγώ την κοίταξα έκπληκτη. Η χαρωπή και ευδιάθετη της έκφραση είχε χαθεί και τη θέση της είχε πάρει ένας μορφασμός εμπάθειας.
Ο Ίαν δεν έχασε το χαμόγελό του βλέποντας την αντίδραση της Μέλανη. Μονάχα έγειρε το κεφάλι του ελαφρά στα πλάγια και στάθηκε δίπλα μου.
«Α, Μελς! Δεν μπορώ να καταλάβω προς τι τόσο μένος απέναντί μου;», τη ρώτησε περνώντας το χέρι του γύρω μου.
Κι εγώ είχα μεγάλη περιέργεια να το μάθω αυτό.
Εκείνη σήκωσε το ένα της φρύδι και ακούμπησε τα χέρια της στη μέση της.
«Δεν φταίω εγώ. Μου το γεννάς εσύ με το υπέροχο χαζοχαρούμενο χαμόγελό σου», του απάντησε χαμογελώντας με ένα ειρωνικό τρόπο.
Μόρφασα με την απάντησή της. Δύσκολα γινόταν κάποιος να αντιπαθήσει τον Ίαν. Φαινόταν πολύ ζεστός άνθρωπος και χαμογελούσε πάντοτε. Σε αντίθεση με τον φίλο του, τον Κάρτερ. Εκείνον, από την άλλη, θα ήσουν τρελός, να τον συμπαθήσεις.
Ο Ίαν γέλασε δυνατά και απέφυγε να απαντήσει στο σχόλιο της Μέλανη. Στράφηκε σε μένα αυτή τη φορά.
«Πώς είσαι εσύ δεσποινίς;», με ρώτησε σκουντώντας το μάγουλό μου με το δάχτυλό του.
Εγώ ανασήκωσα τους ώμους μου. «Μια χαρά», απάντησα.
Με είχε δει και νωρίτερα μέσα στη μέρα και μου έκανε εντύπωση, που με ρώτησε πως ήμουν, αλλά είπα πως ήταν καλύτερα να μην το δείξω.
«Χμμ, είσαι όντως γενναία. Δεν είναι φήμες όσα λέγονται για σένα».
Η απορία μου μεγάλωνε περισσότερο.
Δεν είχε συμβεί τίποτα από την τελευταία φορά που με είχε δει για να μου αλλάξει την διάθεση. Τίποτα το τρανταχτό, τουλάχιστον.
Οι λεγόμενες φήμες από την άλλη, ήταν κάτι για οποίο λάτρευα να ακούω, γιατί δεν ήταν φήμες, ήταν η πραγματικότητα.
Η αλήθεια ήταν πως η μοίρα ήταν άδικη απέναντί μου από την πρώτη κιόλας στιγμή. Μια επιπλοκή στην εγκυμοσύνη της μητέρας μου, παραλίγο να μου στερήσει τη ζωή.
Οι γιατροί δεν ήταν καθόλου αισιόδοξοι καθώς ήμουν αποκολλημένη από το σώμα της μητέρας μου και συνεπώς χωρίς ανάσα και τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά, για να κρατηθώ στη ζωή. Ήταν σχεδόν σίγουροι, ότι θα κρατούσαν στα χέρια τους το νεκρό μου σώμα. Τα νέα για το ότι δε θα τα κατάφερνα, έφτασαν γρήγορα στη Μόιρα και όλοι έμειναν ξάγρυπνοι, για να προσευχηθούν, όχι για να σωθώ, αλλά για να αναπαυτεί η ψυχή μου.
Όταν πλέον όλοι είχαν χάσει κάθε ελπίδα για μένα και δεν έκαναν καν τον κόπο να πουν «θα τα καταφέρει», την αυγή, μόλις οι πρώτες ακτίνες του ήλιου ξεπρόβαλλαν από την ανατολή, σημειώθηκε η ώρα γέννησης μου.
Αν και ήμουν αναίσθητη όταν γεννήθηκα, μετά από δύο μέρες στη θερμοκοιτίδα, ήμουν υγιέστατη και το θέμα συζήτησης όλων. Όλοι ζητωκραύγαζαν για τη γενναία και δυνατή τους πριγκίπισσα. Ήμουν σημάδι καλοτυχίας και κουράγιου και όσα νταμπίρ είχαν γεννηθεί την ίδια μέρα με μένα, τα θεωρούσαν τυχερά.
Οπότε ναι, δεν ήταν φήμες όσα έλεγαν για μένα. Ήμουν πιο δυνατή απ' όσο φαντάζονταν, γιατί γεννήθηκα πολεμώντας και βγήκα νικήτρια στην αντιπαράθεσή μου με τον θάνατό.
Αλλά και πάλι ακόμα δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί μου τα έλεγε τώρα όλα αυτά.
Το μυαλό μου φάνηκε να διαβάζει η Μέλανη, όταν τον ρώτησε: «Τι εννοείς;»
Εκείνος έριξε ένα εξεταστικό βλέμμα και στις δυο μας και μετά έδειξε να μετανιώνει γι' αυτό που είπε. «Μάλλον δεν το ξέρατε».
«Τι να ξέρουμε;», απόρησα.
Εκείνος έκανε ένα βήμα πίσω και πήρε μια βαθιά ανάσα. «Βρέθηκε το πτώμα του φρουρού που ήταν χτες στην πύλη».
«Του Τζακ Κόνορ», αναφωνήσαμε εγώ κι η Μέλανη με μια φωνή.
Εκείνος ένευσε αργά.
Ανταλλάξαμε δύο φευγαλέα βλέμματα με τη Μέλανη και ρωτήσαμε τον Ίαν, αν ήξερε που ήταν ο Σον και το υπόλοιπο dream team.
Μόλις μας είπε, μας ξόρκισε, να μην πούμε στον Κάρτερ για το πως το μάθαμε, γιατί δεν ήθελε να έχει παρεξηγήσεις με τον φίλο του. Αμέσως πήγαμε στο νοσοκομείο με τη Μέλανη και κατευθυνθήκαμε στο νεκροτομείο.
Στη μέση, πάνω σε ένα τραπέζι ήταν το πτώμα του άτυχου φρουρού. Ήταν άσπρο σα κιμωλία. Όπως ακριβώς και των βρικολάκων.
Γύρω του ήταν ο Κάρτερ, ο Σον, ο Μάικλ, ο Ντιμίτρι, ο Νέιθαν και μια άλλη μικροσκοπική γυναίκα, με κοντές, βαμμένες μπούκλες. Εκείνη την είχα ξαναδεί και μάλιστα σήμερα. Ήταν η μητέρα της Οκτόμπερ και της Μόνι. Θυμόμουν χαρακτηριστικά την εικόνα τους, καθώς εκείνες ήταν ψηλές , η μία ξανθιά κι η άλλη μελαχρινή, αντίστοιχα, ενώ η μητέρα τους ήταν πιο μικροκαμωμένη. Ήταν σαν να έβλεπα εμένα στο μέλλον. Κι εγώ δεν ήμουν μεγαλύτερη από εκείνη. Ίσως λίγο πιο αδύνατη. Όπως εκείνη με τις κόρες της, έτσι κι εγώ με τον Ντιμίτρι κάναμε έντονη την παρουσία μας, καθώς εκείνος ήταν πολύ μεγαλόσωμος. Αλλά ως προς τα χρώματά μας ήμαστε πολύ λίγο διαφορετικοί. Το δέρμα μας είχε το ίδιο πορσελάνινο χρώμα, καθώς εγώ είχα κληρονομήσει το λευκό χαρακτηριστικό από τη Ρωσίδα μητέρα μου. Τα σκούρα καστανά μάτια μου και τα σγουρά καστανόξανθα μαλλιά μου, ήταν τα ισπανικά χαρακτηριστικά από τον πατέρα μου.
Ο Ντιμίτρι είχε ίδιο χρώμα ματιών με μένα και τα μακριά, μέχρι τον ώμο, μαλλιά του ήταν μαύρα σαν της νύχτας. Όπως της Μέλανη και του Μάικλ.
Μόλις μπήκαμε όλα τα βλέμματα στράφηκαν πάνω μας.
Φυσικά ο Κάρτερ ήταν εκείνος που μας απηύθυνε πρώτος το λόγο, καλωσορίζοντάς μας με τον δικό του, γλυκύτατο τρόπο.
«Τι κάνετε εσείς εδώ;», ρώτησε με έναν αποδοκιμαστικό τόνο.
Ο Ντιμίτρι ήρθε προς τα εμένα και στάθηκε μπροστά μου , για να μην μπορώ να δω τον Τζακ. Ή έστω το πτώμα του.
Εγώ του έριξα ένα θυμωμένο βλέμμα, αλλά έμεινε εκεί.
«Από πού το μάθατε;», ρώτησε ο Μάικλ με πιο ήρεμο τρόπο σε σχέση με τον αγενέστατο ξάδερφό του.
«Ο Ίαν μας το είπε», πετάχτηκε η Μέλανη.
Θα ορκιζόμουνα ότι μας είχε ζητήσει να μην τον ανακατέψουμε, αλλά από την άλλη η Μέλανη δεν τον συμπαθούσε και τόσο, οπότε δε θα είχε τύψεις αν τον έδινε έτσι στεγνά.
Κατάφερα να ρίξω μια ματιά στον Κάρτερ, ο οποίος δεν ταρακουνήθηκε με την αναφορά του φίλου του. Παρέμεινε ανέκφραστος, για μια ακόμα φορά. Σοβαρά άρχιζα να πιστεύω πως δεν είχε ψυχή.
Η προσοχή του Ντιμίτρι στράφηκε προς τη Μέλανη και έκανε πιο αριστερά προκειμένου να καλύψει κι εκείνης το οπτικό πεδίο. Μόνο που δεν ήταν τόσο μεγαλόσωμος, για να καλύψει τη διαφορά, τη στιγμή που δεν ήμουν δίπλα-δίπλα με τη Μέλανη. Έτσι αποφάσισε να τα παρατήσει και με πήρε από το χέρι, σέρνοντάς με σχεδόν, έξω από το δωμάτιο.
«Έι, σταμάτα!», τον πρόσταξα.
Εκείνος σταμάτησε σε μια γωνία. «Γιατί ήρθατε;», με ρώτησε σταυρώνοντας τα χέρια του στο στήθος του.
Αφού πλέον όλοι γνώριζαν πως είχαμε βρεθεί εκεί, σκέφτηκα πως και μια δεύτερη αναφορά στον ΄Ιαν δεν θα πείραζε. Η ζημιά είχε γίνει ήδη.
«Ο Ίαν μας το είπε», επανέλαβα τα λόγια της Μέλανη με τον ίδιο επικριτικό τόνο, δείχνοντας την αποδοκιμασία μου ,που δεν μας το είχαν πει εκείνοι. «Πόση ώρα τον έχετε βρει;».
Ο Ντιμίτρι ξεφύσησε. «Δύο ώρες», απάντησε κάνοντας με να θυμώσω με εκείνον, αυτή τη φορά.
«Δύο ώρες; Και πότε θα μας το λέγατε;»
Εκείνος ανασήκωσε ανήξερα τους ώμους του. «Ο Σον είπε πως θα ήταν καλύτερο να σας το λέγαμε, αφού έβρισκε η Σάρα τα αίτια θανάτου».
Υπέθεσα πως η Σάρα ήταν η μητέρα της Οκτόμπερ και της Μόνι.
«Άρα ακόμα ψάχνετε», αποκρίθηκα.
Εκείνος δεν απάντησε αμέσως και κατάλαβα πως είχαν βρει τα αίτια θανάτου αλλά και πάλι είχαν αποφασίσει να μην μας πουν τίποτα.
«Μάλιστα», απάντησα καθώς εκείνος παρέμεινε σιωπηλός.
«Ο Κάρτερ μας διέταξε να μην πούμε τίποτα», απάντησε ξεφυσώντας.
«Ο Κάρτερ δεν είναι βασιλιάς», απάντησα αρκετά δυνατά, εσκεμμένα για να με ακούσει ο 'μοναχικός πρίγκιπας'.
«Είναι πρίγκιπας όμως».
Σταύρωσα τα χέρια μου στο στήθος μου και μισόκλεισα τα μάτια μου. «Κι εγώ είμαι πριγκίπισσα, αλλά εσύ είσαι αυτός που με διατάζει».
Αντέγραψε την πρώτη μου κίνηση και ανασήκωσε το ένα του φρύδι. «Πες μου μία φορά που σου είπα να κάνεις κάτι κι εσύ με άκουσες».
Δεν μίλησα. Πολύ απλά γιατί δεν υπήρχαν τέτοιες στιγμές. Μερικές φορές απλά συμβιβαζόμουνα, κάνοντάς τον να νομίζει, ότι τον υπάκουα. Ωστόσο, στην πραγματικότητα περίμενα την κατάλληλη στιγμή για να επιβληθώ εγώ, κάτι το οποίο είχε καταλάβει. Αρά όχι, δεν τον είχα υπακούσει ποτέ.
«Ακριβώς», μουρμούρισε αφήνοντας τα χέρια του να πέσουν ελεύθερα.
Εγώ αναστέναξα και πέρασα τα δάχτυλά μου μέσα από τα μαλλιά μου, σπρώχνοντας μερικές τούφες από το μέτωπό μου. «Τι έπαθε», ρώτησα χαμηλόφωνα.
«Τον στραγγάλισαν», απάντησε κάνοντας ένα βήμα μπρος.
Για μια στιγμή αναρωτήθηκα γιατί η Μέλανη δεν μας είχε πει πως πέθανε και ποιος το έκανε. Ίσως να μην μπορούσε να τα δει όλα. Πιθανόν ο δολοφόνος να είχε δράσει μακριά από τις Ίριδες, γιατί ήξερε ότι θα τον πρόδιδαν.
«Κι ο Νέιθαν γιατί είναι εδώ;», ρώτησα εξωτερικεύοντας την δεύτερη ερώτησή μου.
«Είναι ύποπτος. Το γεγονός ότι η Μέλανη δεν είδε ποιος το έκανε τον καθιστά τον πρώτο και κυριότερο ύποπτο».
Έσμιξα τα φρύδια μου. «Για ποιο λόγο;»
Ο Ντιμίτρι έσκυψε το μέτωπό του προς εμένα και χαμήλωσε τον τόνο της φωνής του. «Κυκλοφορούν φήμες ότι εκείνος κι η Μέλανη έχουν κρυφό δεσμό».
Όχι, δεν περίμενα να ακούσω κάτι τέτοιο. Τώρα εξηγούταν η εμπάθεια του Κάρτερ για εκείνον. Αν και ο Κάρτερ δεν χρειαζόταν λόγο για να αντιπαθήσει κάποιον.
«Και πιστεύεις ότι τον καλύπτει αν όντως είναι ένοχος;», αναρωτήθηκα.
«Πιθανόν. Πολλούς που ρώτησα σήμερα, υποστήριξαν ότι χτες βράδυ, η Μέλανη το έσκασε από το παλάτι και την είδαν να μπαίνει στο σπίτι του Μακάρθι. Μπορεί ο Τζακ να τους είδε και για να μην τους καρφώσει, να τον σκότωσε».
Αυτό δεν έστεκε και πολύ. Ο Νέιθαν δεν έμοιαζε για άτομο που θα σκότωνε κάποιον εν ψυχρώ. Και μόνο που τον κοιτούσες, έτρεμε. Θυμόμουν πόσο ταραγμένος ήταν το πρωί, όταν τον είδα στην πόρτα του παλατιού. Δεν μπορούσα να πιστέψω πως ίσχυε κάτι τέτοιο. Ούτε η Μέλανη θα μπορούσε να το είχε κάνει. Ήταν τρελό. Ο φόνος δεν ήταν ένα παιχνίδι και όσο και να ανησυχούσαν μην ανακαλυφθεί το μυστικό τους, δεν θα το έκαναν. Τους ήξερα πάρα πολύ λίγο, αλλά είχα μια ικανότητα να διαβάζω τους ανθρώπους και στα μάτια της Μέλανη και του Νέιθαν δεν μπορούσα να δω δύο στυγνούς δολοφόνους.
«Δεν το έκανε εκείνος», απάντησα κατηγορηματικά. «Είμαι σίγουρη, είναι αθώος».
«Ορόρα», προσπάθησε να μου αλλάξει τη γνώμη ο Ντιμίτρι αλλά δεν πρόλαβε.
Αμέσως επέστρεψα πίσω στο δωμάτιο όπου βρισκόντουσαν κι οι υπόλοιποι. Είχα κάθε δικαίωμα, να ακουστεί κι η δική μου φωνή, ως πριγκίπισσα.
Τώρα το πτώμα του Τζακ, ήταν σκεπασμένο με ένα λευκό σεντόνι και δίπλα του στεκόντουσαν η Σάρα με τον Μάικλ. Πιο μπροστά ο Σον με τον Κάρτερ είχαν απέναντί τους τη Μέλανη με τον Νέιθαν. Από τις εκφράσεις τους φαινόταν πως είχαν προσάψει τις κατηγορίες στον Νέιθαν.
«Μπορώ να πω κι εγώ κάτι;». Τα βλέμματα όλων στράφηκαν πάνω μου.
Βημάτισα προς τα εμπρός και στάθηκα δίπλα στον Νέιθαν.
Ο Κάρτερ με κάρφωνε με ένα πολύ θυμωμένο βλέμμα. Εγώ χαμογέλασα με το υπεροπτικό χαμόγελο των γαλαζοαίματων κάνοντάς τον να φουντώσει πιο πολύ.
«Αφού ο πρίγκιπας Κάρτερ μπορεί να κατηγορεί όποιον θέλει χάρις τον τίτλο του, έτσι και η πριγκίπισσα Ορόρα μπορεί να απαλλάσσει από άδικες κατηγορίες, πάλι χάρις τον τίτλο της», αποκρίθηκα όσο πιο παγερά μπορούσα.
Ο Κάρτερ σταύρωσε τα χέρια του και μου απάντησε με τον ίδιο τόνο. «Ο πρίγκιπας Κάρτερ έχει αποδείξεις και δεν εκμεταλλεύεται τον τίτλο του, σαν μερικούς-μερικούς», απάντησε.
Μισόκλεισα τα μάτια μου και έκανα να απαντήσω.
Ο Σον αναστέναξε. «Ο θείος Σον παρακαλεί και τους δυο να σταματήσετε», μας διέκοψε και απευθύνθηκε σε μένα. «Όντως υπάρχουν αποδείξεις. Κι η Μέλανη ήταν πολύ ασαφής με το να μας πει 'είναι νεκρός'».
«Σας εξήγησα», πετάχτηκε η Μέλανη. «Μόνο το πτώμα του μπόρεσα να δω. Ό,τι έγινε, έγινε μακριά από τις Ίριδες».
Όπως ακριβώς το είχα φανταστεί. Να που υπήρχε λογική εξήγηση.
Αυτή την φορά το λόγο τον πήρε ο Μάικλ. «Για την ακρίβεια είδες έναν μαυροφορεμένο άντρα να μεταφέρει το πτώμα του και μετά να φεύγει, έτσι;»
Η Μέλανη ένευσε αργά.
Αυτές τις λεπτομέρειες δεν τις είχε πει στο αμπάρι του παλατιού. Ίσως επειδή δεν είχε βρεθεί το πτώμα του Τζακ.
Πριν προλάβει κανείς να πει το οτιδήποτε, ανέλαβα δράση. «Και δηλαδή μόνο ο Νέιθαν φοράει μαύρα σε αυτή την πόλη;».
Κοίταξα τον Κάρτερ ο οποίος φορούσε ένα μαύρο παντελόνι. Εκείνος κούνησε το κεφάλι του από απόγνωση.
«Ορόρα», ξεκίνησε ο Σον με την πάντα ήρεμη φωνή του. «Δεν θέλουμε να είμαστε απόλυτοι, αλλά ο Νέιθαν είχε κίνητρο».
«Τι; Ότι τον είδε ο Τζακ με την Μέλανη;», ρώτησα τους πάντες κι ο Σον ένευσε.
Κοίταξα τον Νέιθαν. «Νέιθαν έγινε κάτι τέτοιο;»
Εκείνος κούνησε αρνητικά το κεφάλι του.
«Ψέματα λέει», φώναξε ο Κάρτερ.
Δεν του απάντησα. «Μπορείς να μου πεις τι ακριβώς έγινε;»
Πριν προλάβει να απαντήσει, ο Κάρτερ επιβλήθηκε μια ακόμα φορά.
Άρπαξε τον καρπό μου και με έσπρωξε πάνω του. «Τι προσπαθείς να κάνεις;», με ρώτησε μέσα από τα δόντια του.
Άκουσα τους υπόλοιπους που του έλεγαν να με αφήσει, εκτός από τον Ντιμίτρί. Ήξερα πως ήταν πίσω μου και έβλεπε την όλη κατάσταση. Αλλά για πρώτη φορά με άφησε να το χειριστώ μόνη μου.
«Άφησε με», είπα αργά και ήρεμα.
«Απάντησε μου», φώναξε σπρώχνοντάς με πιο πολύ πάνω του.
Τώρα οι άλλοι προσπάθησαν να τον απομακρύνουν από πάνω μου, αλλά ο Ντιμίτρι τους σταμάτησε. Τους είπε να μας αφήσουν να το χειριστούμε μόνοι μας. Ο Κάρτερ του έριξε ένα φευγαλέο βλέμμα, όταν οι υπόλοιπου σώπασαν και μετά στράφηκε πάλι σε μένα.
«Απάντησε την ερώτηση», μου είπε. Αυτή τη φορά χαμηλόφωνα.
Εγώ πήρε πια βαθιά ανάσα και σήκωσα το κεφάλι μου, δείχνοντας του πως δεν τον φοβόμουνα. «Είναι αθώος».
«Δεν το ξέρεις αυτό», απάντησε ακριβώς μετά από μένα.
«Το ξέρω κι εσύ το ξέρεις. Απλά δεν μπορείς να δεχτείς ότι έχει δεσμό με την αδερφή σου».
Η έκφρασή του σκλήρυνε. Μπορούσα να διακρίνω τις φλέβες του να πετάγονται από το κούτελό του.
«Δεν έπρεπε να είναι μαζί», απάντησε σχεδόν ψιθυριστά.
Με αυτά του τα λόγια ήταν ξεκάθαρο ότι δεν κατηγορούσε τον Νέιθαν για το φόνο του Τζακ Κόνορ, αλλά για τον παράνομο δεσμό του με την αδερφή του.
«Αγαπιούνται», αποκρίθηκα χωρίς να το ξέρω αυτό. Πριν λίγα λεπτά είχα μάθει για τη σχέση τους, αλλά βλέποντας πόσα εμπόδια συναντούσε, ένιωσα την ξαφνική διάθεση να τους προστατέψω.
«Είναι παιδιά, δεν ξέρουν από αγάπη».
«Εσύ;», ρώτησα. «Εσύ ξέρεις από αγάπη;».
Δεν απάντησε αμέσως. Με κοίταξε για μερικά λεπτά, τα οποία φάνηκαν αιώνες.
Το πρόσωπό του χαλάρωσε και τη θέση του πήρε μια περίεργη αμηχανία.
«Ξέρω ότι πονάει», απάντησε και έκανε ένα βήμα πίσω και άφησε το χέρι μου, το οποίο το έσφιγγε όλη τη διάρκεια.
Αν και δεν με πονούσε, έτριψα τον καρπό μου ενστικτωδώς.
Ο Κάρτερ έστρεψε το βλέμμα του στον Νέιθαν. «Μπορείς να πας σπίτι σου», αποκρίθηκε και έφυγε όσο πιο βιαστικά μπορούσε. Τα πρόσωπα της Μέλανης και του Νέιθαν φωτίστηκαν από δύο λαμπερά χαμόγελα. Με ευχαρίστησαν για τη βοήθεια μου και έφυγαν μαζί, ανακουφισμένοι που είχε τελειώσει όλη αυτή η περιπέτεια.
Καθώς περπατούσα με τον Ντιμίτρι στο παλάτι, σκεφτόμουν τα λόγια του Κάρτερ.
Ξέρω ότι πονάει, είχε απαντήσει και όχι ανέκφραστα εκείνη τη φορά.
Η έκφρασή του έκρυβε.. θλίψη. Κάτι το οποίο μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Επίσης είχα καταλάβει ότι ο λόγος για τον οποίο δεν ενέκρινε την σχέση της αδερφής του με τον Νέιθαν, ήταν γιατί ήθελε να την προστατέψει από τον πόνο, τον οποίο έδειχνε σίγουρος ότι θα ένιωθε η Μέλανη.
«Ντιμίτρι, να σε ρωτήσω κάτι;»
Εκείνος ένευσε.
«Γιατί ο Κάρτερ είναι τόσο αρνητικός απέναντι στη σχέση της Μέλανης και του Νέιθαν;», αν και ήξερα ήδη την απάντηση, ήθελα παραπάνω λεπτομέρειες. Ίσως έτσι καταλάβαινα κάποια πράγματα για εκείνον.
«Πριν δυο χρόνια ήταν αρραβωνιασμένος με μια κοπέλα που γνώριζε από το δημοτικό. Όμως δεν είχαν αίσιο τέλος και φοβάται μην συμβεί το ίδιο και στην αδερφή του», απάντησε σχεδόν αδιάφορα.
Στη Σεβίλλη, ποτέ δεν ζητούσα να μάθω νέα για τις ζωές των νταμπίρ στη Μόιρα και αυτό είχε ως συνέπεια να μην γνωρίζω τίποτα για κανέναν εδώ, όπως το γεγονός, ότι ο μέλλον συγκυβερνήτης μου παραλίγο να παντρευτεί!
«Α, μάλιστα. Θα τον παράτησε μάλλον στα σκαλιά της εκκλησίας», απάντησα δίνοντας ένα δραματικό τόνο στην ιστορία.
Ο Ντιμίτρι κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. «Αντιθέτως μικρή», έγειρε σταπλάγια το κεφάλι του. «Εκείνος την χώρισε μια μέρα πριν το γάμο!»
Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top