ΚΕΦΑΛΑΙΟ 23

Ακόμα δεν πέρασε το πένθος από την κηδεία του Βασιλιά Αλέξανδρου και η Ανθή ετοίμαζε με μεγάλο πόνο στην καρδιά την κηδεία της Άντζελας. Τα έκανε όλα μηχανικά, χωρίς ζωή μέσα της, σαν ένα άψυχο σώμα που απλά κινούνταν. Οι Πρίγκιπες και ιδιαίτερα ο Κωνστάντινος πονούσαν κι εκείνοι και πάλευαν να παραμείνουν ορθοί ώστε να φέρουν εις πέρας τις προετοιμασίες.

Ήταν μια βροχερή μέρα, η μέρα της κηδείας της. Οι παρευρισκόμενοι ήταν πολύ λιγότεροι από την κηδεία του Αλέξανδρου, όμως φαίνονταν να λυπούνται αληθινά όλοι και όχι να προσποιούνται. Γιατί κάτι που δεν είχε αναφερθεί προηγουμένως ήταν πως υπήρξαν και κάποιοι που χάρηκαν με το θάνατο του Βασιλιά, γιατί για διάφορους λόγους δεν τον ήθελαν για αφέντη και μονάρχη τους.

Όμως η Άντζελα ήταν μια Πριγκίπισσα με δίψα για ζωή, που χαμογελούσε σε όλους και μετέδιδε θετική ενέργεια, παρόλο που ήταν μελαγχολική πολλές φορές. Ήθελε να παντρευτεί και να κάνει οικογένεια, και ίσα που πρόλαβε να νιώσει τον έρωτα στο πρόσωπο του Πρίγκιπα Στέφανου του Μικρονησίου. Δεν πρόλαβε να ζήσει τίποτα άλλο όμως. Δεν πρόλαβε ούτε καν να μάθει τι απέγιναν οι δύο εξαφανισμένες αδελφές της. Η γιατί καθυστέρησε τόσο πολύ ο αγαπημένος της.

Όταν κατέβασαν το φέρετρο στη γη, η Ανθή δεν άντεξε άλλο. Σχεδόν πνίγηκε απ' τους λυγμούς της, ούρλιαζε και φώναζε σκορπίζοντας παντού τον πονο και την οδύνη της, χωρίς να νοιάζεται που γκρεμιζόταν η αξιοπρέπεια της. Ο Κωνσταντίνος έτρεξε και την κράτησε σφιχτά για να μην κάνει καμία τρέλα και πήδηξει στην τάφρο. Εκείνη άρχισε να τον χτυπάει εξακολουθώντας να φωνάζει, και ο Κωνσταντίνος δεν κρατήθηκε κι άρχισε κι εκείνος να κλαίει με λυγμούς για την αγαπημένη του φίλη.

Ο Μάριος κρατούσε τη Λίζα στην αγκαλιά του, η οποία επίσης έκλαιγε απαρηγόρητα. Στέκονταν λίγα μέτρα πιο πέρα και ο θρήνος της Ανθής τους παρέσυρε κι εκείνους.

"Δεν θα σ' αφήσω ποτέ, αδελφούλα μου. Ότι κι αν γίνει, σου το ορκίζομαι..." της είπε και φίλησε τα μαλλιά της. Η Λίζα όμως, είχε ένα προαίσθημα, ότι ο Μάριος τελικά θα την άφηνε, όπως την άφησαν ο πατέρας της κι οι αδελφές της. Ήταν μόλις δεκατριών κι όμως είχε βιώσει τόσο πόνο... Άραγε τι την περίμενε όταν μεγάλωνε;

Όσο για τον Λεωνίδα, στέκοταν πλάι τους σιωπηλός. Θα έλεγε κανείς πως ήταν ο πιο ψύχραιμος από όλους, όμως κάνεις δεν ήξερε τον εσωτερικό πονο και τη μάχη που έδινε μέσα του. Έσφιγγε τις γροθιές του με δύναμη, ακούγοντας τον θρήνο και τα κλάματα ολονων, και δεν ήξερε ποιον έπρεπε να κατηγορήσει για όλα αυτά που τους συνέβαιναν. Τη ζωή, τη μοίρα, τον ίδιο τον Θεο; Θα ήταν άραγε η Ανθή ικανή να κυβερνήσει ύστερα από όλα αυτά; Και υπήρχαν πολλά που έπρεπε να διευθετηθούν. Ο δολοφόνος του πατέρα του κυκλοφορούσε ακόμα ελεύθερος και κινδύνευαν όλοι τους. Αν δεν είχε σκοτώσει ήδη την Κάτια και τη Μαρία... Έπρεπε να πάρει θέση ο ίδιος ως διάδοχος, να συνεφέρει τους αδελφούς του για να βρουν μια λύση.

Η τελετή τελείωσε και επέστρεψαν όλοι στην μαυροστολισμενη Αίθουσα Εκδηλώσεων για καφέ και τσάι της παρηγοριάς, ελαφρως μουσκεμένοι ολοι απ' τη βροχή. Η Ανθή βάδιζε με βλέμμα κενό σαν φάντασμα, υποβασταζόμενη απ' τον Κωνσταντίνο και τον Μάριο. Την έβαλαν να καθίσει σε ένα τραπέζι και το βλέμμα της παρέμεινε κενό. Τα δάκρυα της είχαν στερέψει, ο πόνος όμως δεν έφευγε.

"Σε όλους μας θα λείψει η Άντζελα." Είπε ο Λεωνίδας, όταν όλοι κάθισαν στο στρογγυλό τραπέζι και καθώς μια υπηρέτρια τους σέρβιρε τα αφεψήματα. "Όμως πρέπει να συγκεντρωθούμε. Ας μην ξεχνάμε ότι ο δολοφόνος του πατέρα μας κυκλοφορεί κάπου εκεί έξω και ίσως έχει σκοπό να μας βλάψει όλους μας. Για αυτό, Κωνσταντίνε και Μάριε, το βράδυ έχουμε συμβούλιο για να δούμε τι θα κάνουμε για αυτό. Αν...είστε σε θέση για συμβούλιο, φυσικά. Δεν θέλω να σας πιέσω." Τα αδέλφια του πάρα την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν συμφώνησαν.

"Εμένα δεν με νοιάζει ότι κι αν μου συμβεί τώρα." Είπε η Ανθή. "Ας με σκοτώσουν κι εμένα, να πάω με τον πατέρα σας και την Άντζελα."

"Μη λες τέτοια, μητέρα!" Αναφώνησε η Λίζα. "Εμάς δεν μας σκέφτεσαι;!"

"Έχει δίκιο, Ανθή." Συμπλήρωσε ο Κωνστάντινος. "Μπορεί να έχασες τον άντρα σου, την κόρη σου, όμως μην ξεχνάς ότι έχεις άλλη μια κόρη εδώ που σε έχει ανάγκη. Και άλλες δύο κόρες που δεν ξέρουμε που βρίσκονται και ίσως είναι ζωντανές ακόμα και βρίσκονται σε κίνδυνο." Ο Μάριος χαμήλωσε το κεφάλι. Ντρεπόταν που ήξερε τι είχε συμβεί, που μπορούσε να βοηθήσει αν μιλούσε, όμως μια τέτοια αποκάλυψη ειδικά σε μια στιγμή σαν αυτή θα τους συντάρασσε όλους.

Το βράδυ έφτασε. Ο Λεωνίδας, ο Κωνσταντίνος και ο Μάριος μαζεύτηκαν στην Αίθουσα Συμβούλιων μαζί με τον στρατηγό τους ο οποίος είχε κάποιο πολύ σημαντικό στοιχείο που ίσως έδινε φως στην υπόθεση, από ότι τους είπε. Η ελπίδα ότι σύντομα όλα θα τελείωναν και θα  ένιωθαν και πάλι ασφαλείς τους έκανε να αισθανθούν πολύ καλύτερα.

"Σε ακούμε, Στρατηγέ." Είπε ο μεγαλύτερος πρίγκιπας.

"Λοιπόν, Υψηλότατοι, εγώ και οι αξιωματικοί μου κάναμε κάποιες έρευνες γύρω απ' το σημείο όπου έλαβε χώρα η δολοφονία του πατέρα σας. Κάποιοι μάρτυρες...είδαν μια ξανθιά γυναίκα να τον σκοτώνει κι έπειτα να εξαφανίζεται μέσα στο δάσος."

Ο Κωνσταντίνος και ο Μάριος κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και ο Λεωνίδας παρόλο που δεν τους κοίταξε είχε πάρει την ίδια σοκαρισμένη έκφραση.

"Τι θες να πεις; Ο δολοφόνος του πατέρα μας είναι...γυναίκα;" απόρησε ο Κωνσταντίνος.

"Δεν ξέρουμε. Μπορεί να είναι και άντρας. Οι μάρτυρες είδαν μακριά ξανθά μαλλιά και υπέθεσαν πως ήταν γυναίκα. Ήταν βαριά ντυμένη, η ντυμένος και φορούσε κουκούλα, έτσι δεν είδαν το πρόσωπο."

"Μάριε, είσαι καλα; Έχεις ασπρίσει. " παρατήρησε ο Κωνσταντίνος.

"Ε... Ναι... Καλα είμαι. Όμως βλέπετε η πίεση των ημερών, καθώς και αυτή η αποκάλυψη τώρα..." Δεν πρέπει να το πω! Είναι σίγουρα η Μαρία. Όμως δεν πρέπει να το αφήσω να φανει! Παίξε το φυσιολογικός, Μάριε! Πίεσε τον εαυτό του μέσα του.
"Λοιπόν, τι θα κάνουμε τώρα;" ρώτησε.

"Έχεις κάποια σκέψη πάνω σε αυτό, Λεωνίδα;" ρώτησε ο Κωνστάντινος.

"Όχι... Δεν μπορεί να είναι αυτό που σκέφτομαι..." Είπε σαν να μονολογούσε εκείνος.

"Τι εννοείς;" ρώτησε ο Μάριος με τον φόβο να φωλιάζει σε όση καρδιά του είχε απομείνει.

"Η Κάτια εξαφανίστηκε πριν από μια εβδομάδα σχεδόν. Η Μαρία πριν πέντε μέρες, την ημέρα της δολοφονίας. Δεν είναι ύποπτο αυτό, καθώς και η ομοιότητα με την περιγραφή του δολοφόνου;"

"Αποκλείεται!" Αναφώνησε ο Μάριος, ίσως με περισσότερο πάθος από όσο θα έπρεπε. "Θες να πεις ότι η Μαρία σκότωσε τον πατέρα μας; Μα για ποιο λόγο να το κάνει;"

"Ηρέμησε σε παρακαλώ. Δεν είπα αυτό, απλά είπα ότι μου φαίνεται ύποπτο."

"Μπορεί και να πρόκειται για σύμπτωση." Είπε ο Κωνσταντίνος. "Ο Μάριος έχει δίκιο, η Μαρία δεν είχε κανένα λόγο να βλάψει τον πατέρα μας. Και εκτός αυτού, το φονικό όπλο ήταν ένα πιστόλι, από αυτά που έχουν στον Νότο. Η Κάτια και η Μαρία δεν ξέρουν να χειρίζονται όπλα. "

"Μακάρι να είναι σύμπτωση." Είπε ο Λεωνίδας και ο Μάριος ανακούφιστηκε προς το παρόν, που οι υποψίες δεν έπεσαν τελικά όλες επάνω στην αγαπημένη του.

"Οπότε...τι κάνουμε τώρα;" ρώτησε ο μεσαίος αδελφός.

"Συνεχίζουμε τις έρευνες για τον δολοφόνο και παράλληλα για να βρεθεί η Μαρία, γιατί η Κάτια δεν νομίζω πλέον να βρεθεί μετά από τόσες μέρες που πέρασαν. Ίσως είναι πολύ μακριά..." Είπε προσπαθώντας να φανεί ψυχρός, όμως τα αδέλφια του διέκριναν τον πόνο στη φωνή του.  "Όμως εξακολουθώ να θεωρώ τη Μαρία ως τη βασική ύποπτο. Πάντα είχε έναν χαρακτήρα κάπως...οξύθυμο θα έλεγα. Μπορεί ο πατέρας κάτι να της είπε και...καταλαβαίνετε." Ο πανικός κατέλαβε πάλι τον Μάριο, αλλά δεν το έδειξε. Ο Λεωνίδας συνέχισε:

"Στρατηγέ. Θα ήθελα να κλείσουμε τα σύνορα και αν γίνεται, να μη μαθευτούν πουθενά έξω απ' το βασίλειο μας τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, αν δεν έχουν διαρρεύσει ήδη... Ίσως να υπάρχουν μυστικοί εχθροί σε αλλά βασίλεια και να βρουν ευκαιρία να επιτεθούν τώρα που χωρίς τον βασιλιά μας είμαστε ευάλωτοι. Πότε δεν ξέρεις."

"Όμως, Υψηλότατε, μια τέτοια κίνηση είναι πολύ σοβαρή." Είπε ο Στρατηγός. "Μόνο η Βασίλισσα μπορεί να δώσει διαταγή για κλείσιμο των συνόρων."

"Πιστεύεις πως η Βασίλισσα είναι σε θέση να παίρνει λογικές αποφάσεις; Την είδες πως ήταν στην κηδεία και αυτή τη στιγμή που μιλάμε κοιμάται με ηρεμιστικά. Εγώ είμαι ο διάδοχος. Και μέχρι να συνέλθει η Ανθή, η μέχρι να παραδώσει το στέμμα αν δεν αντέξει άλλο τη διακυβέρνηση, τον τελευταίο λόγο θα τον έχω εγώ. Έγινα κατανοητός;" είπε ήρεμα, αλλά αυστηρά ο Λεωνίδας.

"Μάλιστα, Υψηλότατε. Θα φροντίσω να εφαρμοστούν τα μέτρα." Είπε ο Στρατηγός και αφού πήρε άδεια να φύγει άμεσα απ' το Παλάτι, βγήκε από την αίθουσα, σκεπτόμενος ότι ο Πρίγκιπας Λεωνίδας θα γινόταν ένας πολύ ικανός και άξιος βασιλιάς, ακόμα και χωρίς την όραση του.

Bạn đang đọc truyện trên: AzTruyen.Top